Επίσημη σελίδα ΟΑΚΚΕ

 Χαλκοκονδύλη 35, τηλ-φαξ: 2105232553 email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

 

Με πλα­τιά α­φι­σο­κόλ­λη­ση σε Πει­ραιά και Α­θή­να στα τέ­λη Δε­κέμ­βρη-αρχές Γε­νά­ρη, η Ο­ΑΚ­ΚΕ κα­τάγ­γει­λε το σχέ­διο της υ­πο­δού­λω­σης του λι­μα­νιού του Πει­ραιά στο φα­σι­στι­κό, α­ντερ­γα­τι­κό και διε­φθαρ­μέ­νο κι­νέ­ζι­κο κρά­τος που έ­χει δρο­μο­λο­γή­σει η κυ­βέρ­νη­ση ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ με τη συναίνε­ση ό­λων των κοινο­βου­λευ­τι­κών κομ­μά­των.

Πολλές ξένες εταιρείες της Δύσης θα ζήλευαν την ιδιότυπη ασυλία που απολαμβάνει η κινεζική κρατική Cosco, η ιδιοκτήτρια του λιμανιού του Πειραιά, στη χώρα μας. Πολύ σπάνια θα συναντήσει κανείς μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδα ή διαδικτυακή ενημερωτική πύλη να ασκήσουν οποιαδήποτε κριτική σε αυτό το φασιστικό ναυτιλιακό γίγαντα στον οποίο οι έλληνες Κουίσλιγκς έχουν παραδώσει το βασικότερο λιμάνι της ναυτιλιακά ισχυρής χώρας μας. Συνήθως την εκθειάζουν γράφοντας ότι η Κόσκο δίνει ζωή στο λιμάνι του Πειραιά φέρνοντας πελώρια φορτία.

Τέσσερα χρόνια πέρασαν από τότε που η Κόσκο, δηλαδή το κινέζικο φασιστικό κράτος πήρε από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και το διακομματικό καθεστώς την αποκλειστική νομή και διοίκηση του λιμανιού του Πειραιά για 36 χρόνια (έως το 2052). Τώρα αυτό το κράτος Κόσκο ήρθε η ώρα να αποκαλύψει το αποικιοκρατικό του πρόσωπο.

 

Στα μέ­σα Μά­η ανα­μέ­νε­ται να πραγ­μα­το­ποι­η­θεί το τα­ξί­δι του Σα­μα­ρά στο Πε­κί­νο για τη σύ­να­ψη ση­μα­ντι­κών συμ­φω­νιών με τους Κι­νέ­ζους. Η ημε­ρο­μη­νί­α έχει ήδη φι­ξα­ρι­στεί και, όπως γρά­φει η εφη­με­ρί­δα Κε­φά­λαιο στις 27/4, η ση­μειο­λο­γί­α της έγκει­ται στο ότι «ο Έλλη­νας πρω­θυ­πουρ­γός θα εί­ναι από τους πρώ­τους Ευ­ρω­παί­ους ηγέ­τες που θα συ­να­ντη­θούν με τη νέ­α ηγε­σί­α του ΚΚΚ

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη της βάζει πλάτες. Πρόθυμοι συνεργοί της στο σαμποτάζ το ψευτοΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ

Πέντε χρόνια έχουν περάσει από τότε που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ παρέδωσε το λιμάνι του Πειραιά στην Cosco. Αν θέλει κανείς να κάνει τον απολογισμό, θα φτιάξει έναν κατάλογο από έργα που ήταν η ΚΟΣΚΟ υποχρεωμένη να κάνει και δεν έχει κάνει σχεδόν κανένα από αυτά, οπότε έχει δυναμώσει την ανεργία στο λιμάνι, έχει καταπατήσει κάθε εργασιακή νομοθεσία φτιάχνοντας μια δικιά της κινέζικη κρατική γαλέρα, κατατρώει μεθοδικά τα εργασιακά δικαιώματα των παλιών εργαζομένων που έχουν μείνει στην προβλήτα Ι, και έχει μπει στο μικροσκόπιο για σοβαρά περιστατικά λαθρεμπορίου που εντοπίζονται από τους ευρωπαϊκούς οργανισμούς και καλύπτονται από το δουλικό στην Κίνα ελληνικό πολιτικό κόσμο.

 

Δη­μο­σιεύ­ου­με πα­ρα­κά­τω την προ­κή­ρυ­ξη που μοί­ρα­σαν, πριν α­πό με­ρι­κές βδο­μά­δες τα μέ­λη του ΕΡ­ΓΑΣ σε συ­να­δέλ­φους τους στην πύ­λη της Ζώ­νης και στα κα­φε­νεί­α του Πε­ρά­μα­τος.

Δημοσεύουμε εδώ το κείμενο αφίσας της ΟΑΚΚΕ που κολλήθηκε ήδη σε γειτονιές του Πειραιά. Πρόκειται για μία από τις πιο σημαντικές αφίσες της ΟΑΚΚΕ γιατί για πρώτη φορά αντιμετωπίζεται με τέτοια σαφήνεια ένα βασικό πλοκάμι του νεοχιτλερικού άξονα στη χώρα, δηλαδή όχι έμμεσα σαν πολιτικό πρακτορείο ή σαν ιδεολογικός μηχανισμός αλλά άμεσα σαν κρατικό μονοπωλιακό και μάλιστα σαν αποικιοκρατικό κεφάλαιο μπροστά στο οποίο γονατίζει δουλικά όλη η αστική τάξη και ο αντεπαναστατικός μικροαστισμός

Στο εργασιακό κάτεργο-άβατο της Κόσκο η ανθρώπινη ζωή δεν έχει αξία. Αυτό αποδείχτηκε όταν το βράδυ της Κυριακής της 27 Αυγούστου, λίγο πριν τις 11 το βράδυ, ο 45χρονος Διονύσιος Θανόπουλος ένιωσε αδιαθεσία την ώρα εργασίας του στον προβλήτα της Κόσκο στο Πέραμα, και έχασε τις αισθήσεις του. Λίγο μετά κατέληξε στο κρατικό νοσοκομείο της Νίκαιας νεκρός από έμφραγμα.

Το αποικιοκρατικό πρόσωπο του φασιστικού κρατικού μονοπωλίου της ΚΟΣΚΟ που το διακομματικό καθεστώς έχει εγκαταστήσει στο λιμάνι του Πειραιά, αποκαλύπτεται από το ότι ο αγαπημένος «στρατηγικός επενδυτής» του καθεστώτος κάνει ότι μπορεί για να κλείσει την Ζώνη του Περάματος και να την μετατρέψει σε χωρο εμπορευματοκιβωτίων, από τη μία καθυστερώντας και τελικά ματαιώνοντας τις προγραμματισμένες της επενδύσεις, και από την άλλη αυξάνοντας τα τιμολόγια των χρηστών ώστε να χάσει κάθε ανταγωνιστικότητα.