Επίσημη σελίδα ΟΑΚΚΕ

 Χαλκοκονδύλη 35, τηλ-φαξ: 2105232553 email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΓΙΑΤΙ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΚΑΙ ΤΑ ΑΛΛΑ ΚΟΜΜΑΤΑ ΔΕΝ ΘΕΛΟΥΝ ΛΥΣΗ ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ, ΔΗΛΑΔΗ ΤΗ ΓΕΙΤΟΝΙΚΗ ΧΩΡΑ ΣΤΟ ΝΑΤΟ

 

Η ανοιχτή υποστήριξη που έδωσε η ΝΔ, ιδιαίτερα η καραμανλική φράξια, στη συγκέντρωση του Συντάγματος ενάντια σε κάθε λύση στο ζήτημα του ονόματος, η μαζική συμμετοχή σε αυτή της εκκλησιαστικής ηγεσίας η οποία μάλιστα ανέλαβε να κουβαλήσει μέσω των ενοριών της όσο γίνεται περισσότερο κόσμο από όλη την Ελλάδα, το γενικό πάθος του τηλεοπτικού τύπου να τη διαφημίσει και να την αναδείξει, και κυρίως η στάση της κυβέρνησης που δήλωσε ότι θα την πάρει υπόψη της στην πολιτική της για το όνομα, ενισχύουν την εκτίμηση που έχουμε κάνει ότι δεν θα υπάρξει λύση για το όνομα ώστε να μην μπει για μια ακόμα φορά η γειτονική χώρα στο ΝΑΤΟ.


Αυτό δεν σημαίνει ότι η ένταξη στο ΝΑΤΟ είναι κάτι το σωτήριο γι αυτήν τη μικρή, περίκλειστη από αδίστακτους εθνοσοβινισμούς χώρα, καθώς η αμερικάνικη υπερδύναμη είναι σε πτώση παντού και δεν διστάζει να θυσιάζει τις χώρες που υποτίθεται ότι προστατεύει στο βωμό των δικών της ιμπεριαλιστικών συναλλαγών με τον ρωσοκινεζικό νεοναζιστικό άξονα. Όμως μια μη ένταξη αυτής της χώρας στο ΝΑΤΟ η οποία θα οφείλεται στο ουσιαστικό βέτο του νεοναζιστικού άξονα θα είναι ένα κάλεσμα στον τελευταίο να την κατασπάραξει.
Η εκτίμηση μας ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν θέλει συμφωνία για το όνομα και γι αυτό δεν θα υπάρξει καμιά, στηρίζεται στην άποψη ότι δεν είναι δυνατό οι ρωσόδουλες ελληνικές πολιτικές ηγεσίες να επιτρέψουν κάτι που θα ενοχλούσε το αφεντικό τους. Άλλωστε αυτή είναι και η ερμηνεία που έχουμε δώσει σε όλη την υπόθεση με το όνομα. Το όνομα δεν είναι ένα όχημα του «σκοπιανού» αλυτρωτισμού, όπως διατυμπανίζουν όλα τα ελληνικά κοινοβουλευτικά κόμματα, αλλά είναι το βασικό όχημα που χρησιμοποιεί η ρώσικη διπλωματία, μέσω των ελλήνων πρακτόρων της, για να εμποδίζει τη Δημοκρατία της Μακεδονίας να μπει στο ΝΑΤΟ ώστε αυτή να απορροφηθεί ευκολώτερα από τη Ρωσία και την Κίνα.
Απόδειξη ότι την ελληνική πολιτική ηγεσία το όνομα Μακεδονία δεν την ενοχλεί καθόλου είναι ότι το παραχωρεί στη γειτονική χώρα όποτε αυτή η παραχώρηση δεν της ανοίγει την είσοδο στο ΝΑΤΟ. Αυτό έγινε το 1995 με την ενδιάμεση συμφωνία με το όνομα ΠΓΔΜ (FYROM) , ή το 2008 με την αναγνώριση της σύνθετης ονομασίας από τον Καραμανλή στο Βουκουρέστι επειδή τότε δεν την δεχόταν ο Γκρούεφσκι. Τώρα που δέχεται τη σύνθετη ονομασία ο Ζάεφ δεν τη δέχεται ο Καραμανλής και από κοντά όλη η ΝΔ και οι παπάδες. Εννοείται στη διάρκεια όλων αυτών των χρόνων κανέναν Καραμανλή, κανέναν Σαμαρά, καμιά ΝΔ, κανέναν παπά, κανέναν χρυσαυγίτη, αλλά και κανέναν συριζαίο, πασόκο και κνίτη δεν τον ενόχλησε ούτε τόσο δα που τους «αλυτρωτιστές» τους αναγνώρισε με το σκέτο Μακεδονία η Ρωσία και η σύμμαχός της Κίνα.
Παρόλη αυτήν την απόλυτη επιβεβαίωση της ανάλυσης μας για το ποιον εξυπηρετεί αυτή η ιστορία με το όνομα, είχε αρχίσει να μας απασχολεί πριν από την τελευταία κρίση το ενδεχόμενο μήπως δεν θα ήταν πλέον τόσο αρνητική η Ρωσία στην είσοδο της Δημοκρατίας της Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ στο βαθμό, που ακριβώς χάρη στο βέτο της υποτιθέμενης δυτικής Ελλάδας έχει δυναμώσει σε αυτήν ο αντιδυτικισμός και έχει μεγαλώσει η ρωσοφιλία, καθώς και η διείσδυση της Ρωσίας τόσο άμεσα οικονομικά και πολιτιστικά όσο και μέσω Βουλγαρίας. Θα μπορούσε δηλαδή κανείς να υποθέσει ότι όπως η Ελλάδα μπορεί να είναι τυπικά στο ΝΑΤΟ αλλά στην πολιτική και ιδεολογική ουσία της να είναι στο «ορθόδοξο τόξο», είναι δυνατό να γίνει το ίδιο και στη Δ. της Μακεδονίας, οπότε η Ελλάδα δεν θα είχε λόγους να κοντράρει άλλο με το όνομα.
Απαντήσαμε πριν κιόλας από τα συλλαλητήρια ότι δεν ήταν δυνατό η Ρωσία να θέλει να μπει η Δημ. της Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ. Κι αυτό γιατί δεν θα μπορούσε να έχει γίνει τόσο γρήγορα μια άλλη Ελλάδα, δηλαδή να είναι μέσα στο ΝΑΤΟ υπέρ της Ρωσίας. Γιατί η Ελλάδα ήταν ήδη στο ΝΑΤΟ όταν άρχισε να δουλεύεται τόσο επίμονα και για τόσες δεκαετίες από τους διπρόσωπους πράκτορες της Ρωσίας (Α. Παπανδρέου, ψευτοΚΚΕ και μετά ΣΥΡΙΖΑ, Σημίτη, Καραμανλή τον Β, Γ. Παπανδρέου, Σαμαρά) μέσα από πολύ βαθειές και αλλεπάλληλες κομματικές και κρατικές εκκαθαρίσεις και μέσα από μια μακρόχρονη πολιτική και ιδεολογική δουλειά. Έτσι πέρασε τελικά κάτω από τη ρώσικη πολιτική κυριαρχία με την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία. Αυτή η κυριαρχία εκτός από την άλωση της ηγεσίας των πολιτικών κομμάτων στηρίζεται στον αυξανόμενο αντιευρωπαϊσμό και τη ρωσοφιλία που έχει προκαλέσει η σχεδιασμένη χρεωκοπία που οργάνωσαν επί δεκαετίες με το παραγωγικό σαμποτάζ τους οι ρωσόφιλοι σε συνδυασμό με την πετυχημένη εκστρατεία τους να φορτώσουν την ευθύνη για την πείνα του λαού, όχι στους χρεωκόπους ηγέτες τους αλλά στους δανειστές και στα μνημόνιά τους, που είναι αλήθεια ότι κάνουν τα πάντα για να επιβεβαιώσουν αυτήν την εικόνα. Μια τόσο πολιτικο-ιδεολογικά «εκρωσισμένη» Ελλάδα έχει την εξαιρετικά πολύτιμη για τα ανατολικά αφεντικά της ιδιότητα να μπορεί να είναι μέσα στο ΝΑΤΟ όχι σαν ακόλουθος και δούλος των ΗΠΑ όπως ήταν στην εποχή της αμερικανοκρατίας, αλλά σαν υπονομευτής του και σαν δίαυλος της ρώσικης πολιτικής εντός του ΝΑΤΟ. Για παράδειγμα μόνο ανήκοντας στο ΝΑΤΟ η Ελλάδα θα μπορούσε να βάζει βέτο στην ένταξη σε αυτό επί τόσα χρόνια της στρατηγικά κρίσιμης, και πολύ δυτικόφιλης ως πρόσφατα Δημοκρατίας της Μακεδονίας. Λέμε ως πρόσφατα γιατί μετά από το πετυχημένο διαρκές ελληνικό βέτο στην ένταξη της μικρής αυτής χώρας τόσο στο ΝΑΤΟ όσο και στην ΕΕ, το ΝΑΤΟ και η ΕΕ έχουν γίνει στα μάτια των πολιτών της χώρας, και σωστά, συνυπεύθυνοι αυτού του αποκλεισμού, οπότε αυτόματα μεγαλώνουν οι συμπάθειες τους προς τη Ρωσία και τη σύμμαχό της Κίνα που έχουν αναγνωρίσει τη μικρή χώρα εδώ και πολλά χρόνια. Δεν είναι εύκολο δηλαδή να κατανοήσουν οι κάτοικοι της γειτονικής χώρας ότι δεν τους αποδιώχνει η Δύση μέσω της φαινομενικά νατοϊκής και ευρωπαϊκής Ελλάδας, αλλά η Ρωσία και η Κίνα ακριβώς μέσω της θρασύδειλης και υποταγμένης σε αυτούς ελληνικής πολιτικής ηγεσίας.
Αυτή λοιπόν τη μακρά διαδικασία εσωτερικών εκκαθαρίσεων που μπόρεσε να κάνει ο ρώσικος σοσιαλιμπεριαλισμός στην Ελλάδα σε δεκαετίες δεν μπορεί να την ολοκληρώσει σε λίγα χρόνια στη γειτονική μας χώρα. Άλλωστε κάτι τέτοιο είναι και ποιοτικά πολύ πιο δύσκολο γιατί αυτή η χώρα ήταν μέρος μιας εθνικά πολύ ανεξάρτητης και ηγετικής στο αντιηγεμονιστικό κίνημα των Αδεσμεύτων Γιουγκοσλαβίας, και όχι πολιτικός απόγονος μιας εκ γενετής ξενόδουλης άρχουσας τάξης όπως είναι η ελληνική. Ειδικά σε ότι αφορά το πιο πρόσφατο παρελθόν, είναι διαφορετικός ένας κρατικός ιδεολογικός μηχανισμός που στήθηκε πάνω στο μεγάλο και νικηφόρο αντιφασιστικό αντάρτικο, και άλλος ένας κρατικός μηχανισμός που στηρίχθηκε σε χίτες και ταγματασφαλίτες για να κυνηγήσει τους αντιφασίστες αντάρτες και τους πατριώτες της χώρας του.
Γι αυτούς τους λόγους εκτιμάμε ότι και αυτή τη φορά δεν θέλει η ελληνική πολιτική ηγεσία να γίνει δεκτή η Δημοκρατία της Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ και γι αυτό εκτός από τη παλιότερη γενικά παράλογη και φασιστική απαίτηση να αλλάξει ένας μικρός λαός το όνομά του εφευρίσκει διαρκώς και νέες απαιτήσεις, όπως να αλλάξει το ήδη αλλαγμένο σύνταγμά της και πάνω απ΄όλα τη θέση του λαού της ότι αποτελεί έθνος. Το θράσος της ελληνικής αστικής τάξης δεν έχει όρια και είναι ακριβώς αντίστοιχο του όγκου και του θράσους της υπερδύναμης που ενθαρρύνει και προστατεύει τα ιστορικά της συμπλέγματα μειονεξίας.