Επίσημη σελίδα ΟΑΚΚΕ

 Χαλκοκονδύλη 35, τηλ-φαξ: 2105232553 email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Που βρίσκονται τα κενά και πως αποκαλύπτονται οι πολιτικές προθέσεις της προφυλάκισης Παπαντωνίου

Η προφυλάκιση Παπαντωνίου αποτελεί το έναυσμα για μία νέα εκστρατεία ενάντια συνολικά στη ευρωπαϊκή πορεία της χώρας αφού ο Παπαντωνίου μετατρέπεται για τους διώκτες του σε σύμβολο μιας ιδεολογικο-πολιτικού τύπου διαφθοράς, που δεν συνδέεται με οποιαδήποτε προσωπική ή ταξική ανεντιμότητα, αλλά πάνω απ όλα με τη φιλοευρωπαϊκή πολιτική του κατεύθυνση σαν αστού.

 

Το καθεστώς ήθελε δηλαδή στα γρήγορα να παρουσιάσει έναν μνημονιακό φιλοευρωπαίο «κλέφτη» στα μάτια του λαού και να αρχίσει τους φασιστικούς διωγμούς μια ολόκληρης πολιτικής τάσης της αστικής τάξης που ήδη προανάγγειλε ο   ελεεινός Πολάκης. Προς το παρόν ο ΣΥΡΙΖΑ και όλοι οι ανατολικοί σαμποταριστές της παραγωγής αρκούνται στο διασυρμό όλου αυτού του ρεύματος, που τάχα αυτό και όχι εκείνοι οδήγησαν το κράτος στη χρεωκοπία και το λαό στην πείνα. Προσπαθούν μέσα από την εξευτελιστική μεταχείριση του αντιπάλου τους να πείσουν το λαό ότι αυτός και οι άλλοι «τσολιάδες» των ευρωπαίων δανειστών φταίνε που πεινάνε τη χώρα γιατί τάχα είναι υπερασπιστές μιας «διεφθαρμένης ανάπτυξης» όπου κάθε έργο εξυπηρετεί τις μίζες .

Είναι χαρακτηριστικό ότι λίγες μέρες πριν την προφυλάκισή του ο Παπαντωνίου συμμετείχε σε μία εκδήλωση για την παρουσίαση του βιβλίου του «Αντιμέτωποι με το μέλλον» σε αίθουσα του ΕΒΕΑ, με τη συμμετοχή του Βερέμη, του Κυριακόπουλου (πρώην προέδρου του ΣΕΒ), της οικονομολόγου Μιράντας Ξαφά, και συντονιστή της εκδήλωσης τον Ριχάρδο Σωμερίτη, που όλοι τους είναι φιλοευρωπαίοι και αναπτυξιακοί αστοί στην γενική πολιτική τους κατεύθυνση. Εκεί ο Παπαντωνίου μίλησε για πολιτική στοχοποίησή του.

Εμείς δεν μπορούμε να ξέρουμε ακόμα αν ο Παπαντωνίου είναι ή δεν είναι ένας έντιμος άνθρωπος. Εκείνο που ξέρουμε είναι ότι η προφυλάκιση του, όπως αναφέρουμε και στην ανακοίνωσή μας που δημοσιεύουμε στο ίδιο φύλλο, αποτελεί μία φασιστικού τύπου δίωξη αφού έγινε χωρίς να υπάρχουν καταλυτικά στοιχεία της ενοχής του. Η μαρτυρία ενός πρώην φίλου του, παρουσιάστηκε από τους ανακριτές με τέτοιο τρόπο ώστε στην κοινή γνώμη να εμφανιστεί ότι έχει γίνει ήδη μια δίκη και έχει υπάρξει μια καταδίκη. Αυτό που έγινε είναι ότι επιταχύνθηκε με ραγδαίους ρυθμούς μία ανάκριση σε μία υπόθεση που σέρνεται πάνω από δέκα χρόνια, χωρίς η επιτάχυνση αυτή να έχει στόχο την πλήρη διαλεύκανσή της όπως φαίνεται, αλλά το να γίνει μία εντυπωσιακή προφυλάκιση πρώην υπουργού, αφού δεν έχει υπάρξει στο μεταξύ ούτε μία καταδίκη οποιουδήποτε μεσάζοντα ή αντιπροσώπου στην Ελλάδα της γαλλικής εταιρείας που ανέλαβε την αναβάθμιση των φρεγατών του πολεμικού ναυτικού, και κυρίως χωρίς να έχει υπάρξει καμιά παραπομπή σε δίκη και καμιά προφυλάκιση που να αφορά κυβερνητικούς, διοικητικούς αξιωματούχους για μίζες και κυρίως κάποιους από τους στρατιωτικούς που πρότειναν, εγκρίνανε, και επόπτευσαν την εκτέλεση αυτής της σύμβασης που κρίθηκε από τους ανακριτές και τους εισαγγελείς που φυλακίσαν τον πρώην υπουργό επιζήμια για το ελληνικό δημόσιο.

Στην περίπτωση της σύμβασης των γαλλικών φρεγατών υπάρχει άφθονο πεδίο διερεύνησης με δεδομένο ότι έχει ήδη γίνει έλεγχος στη Γαλλία για μίζες της συγκεκριμένης γαλλικής εταιρείας της Thales για συμβάσεις στην Ελλάδα, στην Αργεντινή και στην Ασία, από το 2005 και μετά. Η γαλλική δικαιοσύνη διενέργησε άμεσα έρευνα για τις υποθέσεις που αφορούσαν την ίδια τη Γαλλία, που κατέληξε σε καταδίκες για την Thales.

Ωστόσο στην Ελλάδα σε κάθε περίπτωση που ανακύπτει σκάνδαλο μιζών, η δικαστική έρευνα κρατάει χρόνια και στο τέλος η διαδρομή της μίζας ποτέ δεν βρίσκεται γιατί πάντα οι διώξεις, όπως και στην περίπτωση του Τσοχατζόπουλου, στοχεύουν απευθείας και μόνο σε πολιτικά πρόσωπα, ενώ μένουν στο απυρόβλητο και σε καθεστώς πλήρους ασυλίας οι ενδιάμεσοι και τα κρατικά στελέχη που αποτελούν επίσης αναπόσπαστους και καίριους ενός διεφθαρμένου επιτελείου. Ποτέ δεν μπορεί να γίνει μια διεφθαρμένη προμηθεια και εργολαβία του δημοσίου χωρίς χρηματισμό του κρατικού μόνιμου προσωπικού.

Είναι κραυγαλέο ιδιαίτερα ότι μένουν στο απυρόβλητο οι ανώτατοι στρατιωτικοί, οι ψηλά ειδικευμένοι τεχνικοί και οι οικονομικοί εκτιμητές του μηχανισμού των στρατιωτικών προμηθειών που εισηγούνται στον υπουργό όλες αυτές τις προμήθειες και οι οποίοι είναι μόνιμοι στις θέσεις τους κατά κανόνα πολύ περισσότερο από τους υπουργούς. Χωρίς το χρηματισμό αυτών των στελεχών που μελετούν στρατιωτικά, τεχνικά και οικονομικά μια μεγάλη προμήθεια, ο υπουργός δεν μπορεί να κάνει τίποτα, πόσο μάλλον σε μια εποχή που όλη η πολιτική ζωή της χώρας μας εξελίσσεται γύρω από τη διαφθορά πολιτικών στελεχών.

Μόνο από αυτήν τη στεγανοποίηση των ανακρίσεων και των δικών από κάθε άλλο αναγκαίο κρίκο μιας διεφθαρμένης προμήθειας όλη η δίωξη γίνεται διαβλητή και επιλεκτική, δηλαδή δόλια οπότε και φασιστική στο χαρακτήρα της.

Σε ότι αφορά πάντως τα στοιχεία για τον ίδιο τον Παπαντωνίου όλο το κατηγορητήριο έχει στηθεί πάνω στα χρήματα που φύγαν από τα χέρια του και δόθηκαν σε έναν ενδιάμεσο, τον γνωστό πια φίλο του πολιτικό μηχανικό Μπαρδή, ο οποίος τα κατέθεσε στο δικό του λογαριασμό στην Ελλάδα και από κεί τα μετέφερε στο λογαριασμό του Παπαντωνίου στην Ελβετία. Αυτή τη διαδρομή τη δέχεται ο Παπαντωνίου και αυτή τον ενοχοποιεί τουλάχιστον πολιτικά καθώς οι δικηγόροι του την εξηγούν με το ότι ότι δεν ήθελε να γίνει γνωστό την κοινή γνώμη (μέσω του προσωπικού των τραπεζών) ότι έχει και στέλνει τόσα χρήματα στο εξωτερικό. Πιθανά η κίνηση αυτή μπορεί και να τον ενοχοποιεί φορολογικά αν δεν αποδείξει πειστικά από που βρήκε τα λεφτά. Όμως το βασικό σε μια μίζα δεν είναι το πως φύγανε τα λεφτά ενός υπόπτου από τα χέρια του αλλά το πως φτάσανε. Σε αυτό το σημείο χάνει η δίωξη κατά του Παπαντωνίου, όπως λέει και ο ίδιος καταγγέλοντας την κατηγορία σαν πρωτοφανή. Δεν υπάρχει δηλαδή ούτε κάποια ροή χρημάτων μέσω πολλών ενδιάμεσων λογαριασμών από την Thales με τελικό αποδέκτη τον Παπαντωνίου, ούτε οποιαδήποτε μαρτυρία για κίνηση ρευστού από έναν λογαριασμό που έχει την αρχική πηγή του στην Thales στον ίδιο. Στην περίπτωση του Τσοχατζόπουλου αν και επίσης δεν αποδείχθηκε ροή χρήματος μέσω λογαριασμών προς αυτόν, υπήρξε ένας βασικός και τελικά περισσότεροι μάρτυρες γι αυτόν τον τελευταίο κρίσιμο κρίκο της συναλλαγής. Ετσι καταδικάστηκε. Για τον Παπαντωνίου δεν υπήρξε ούτε αυτή η ροή και δεν υπήρξε ούτε τέτοιος μάρτυρας.

Μπορεί βέβαια να αναρωτηθεί κανείς γιατί το πολιτικό καθστώς δεν επιχειρεί να δικάσει τον Παπαντωνίου για φοροδιαφυγή; Μα τον έχει καταδικάσει για ανακριβή δήλωση πόθεν έσχες από το 2008 και μετά αλλά αυτό δεν ενδιαφέρει πολιτικά τους διώκτες γιατί φοροδιαφυγή κάνει όλη σχεδόν η αστική τάξη ενώ για απόκρυψη πόθεν έσχες έχουν κατηγορηθεί και ανώτατα στελέχη σαν τον Σταθάκη του ΣΥΡΙΖΑ που δεν έπαθε τίποτα γι αυτό. Το βασικό για το καθεστώς των ρωσόφιλων που κάνει όλες τις πολιτικές διώξεις μέσω διαφθοράς εδώ και 33 χρόνια είναι να αποδείξει στο λαό ότι πεινάει και υποφέρει επειδή οι πολιτικοί του φάγανε τα λεφτά σε μίζες. Αυτή είναι η πολιτική οικονομία του φασισμού: Δεν είναι το χτύπημα της παραγωγής που πεινάει αυτή τη χώρα, ούτε καν η άνιση διανομή του πλούτου υπέρ των καπιταλιστών, γαιοκτημόνων και ιμπεριαλιστών, αλλά την πεινάνε οι πολιτικοί, δηλαδή ο κοινοβουλευτισμός, δηλαδή χρειάζεται στη χώρα μια δικτατορία έντιμων πατριωτών για να σώσει το λαό, κατά προτίμηση στρατιωτικών, οι οποίοι σύμφωνα με τους στημένους διώκτες σκανδάλων δεν πήραν ποτέ ούτε μια δραχμή μίζα από τις πελώριες στρατιωτικές προμήθειες όλες αυτές τις δεκαετίες.

Το αδύνατο λοιπόν σημείο του κατηγορητηρίου είναι ότι η διαδρομή της μίζας σταματάει στους λογαριασμούς ενός βασικού αντιπροσώπου της Thales, ονόματι Μπεκατώρου, ο οποίος σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα το 2012, για τον οποίο η δικαστική έρευνα σερνόταν και δεν βρήκε τίποτα παραπέρα. Από εκεί και πέρα χάνονται τα ίχνη του χρήματος.

Και εκεί το κατηγορητήριο κάνει το άλμα, και ισχυρίζεται ότι τα λεφτά του Μπεκατώρου είναι αυτά που κατάθεσε ο, Μπαρδής στο λογαριασμό του και μετά με έμβασμα στο λογαριασμό του Παπαντωνίου. Αυτό δεν στηρίζεται σε κανενα στοιχείο. Είναι μια υπόθεση.

Το πιο ένοχο στοιχείο για το ότι κάτι πολύ περίεργο γίνεται με την ανάκριση είναι ότι αυτή αρκέστηκε στη δήλωση του Μπαρδή ότι δεν γνώριζε, και ούτε θέλησε να μάθει ποτέ (!) τι ήταν τα εκατομμύρια τα οποία έπαιρνε και τα οποία κατέθετε σε λογαριασμούς δικούς του και στη συνέχεια τα έστελνε με εμβάσματα σε λογαριασμούς του Παπαντωνίου στο εξωτερικό, γιατί τάχα θεωρούσε τον Παπαντωνίου έντιμο!. Μα ένας τέτοιος μάρτυρας που διαχειρίζεται και κινεί εκατομμύρια, ένας έμπειρος επιχειρηματίας, είναι δυνατό να θεωρηθεί έστω και ελάχιστα πειστικός από μια ανάκριση όταν λέει ότι δεν ενδιαφέρθηκε να μάθει τι είναι τα εκατομμύρια που κινεί και να μην προφυλακιστεί επίσης όταν αυτή η ανάκριση κλείνει στην φυλακή τον συγκατηγορούμενο του για μίζες; Κιόμως δεν προφυλακίστηκε. Είναι σαν η ανάκριση να αρκείται στη δήλωση άγνοιας του ώστε να μην γίνει κάποια άλλη δήλωση του ενδεχόμενα λιγότερο επιβαρυντική για τον κεντρικό κατηγορούμενο όπως πχ περί φοροδιαφυγής ή μιας άλλης προσωπικής συναλλαγής που επίσης δεν έχει σχέση με μια μίζα. Είναι σαν η πολύ καλύτερη μεταχείρησή του να είναι το αντάλλαγμα για την πλήρη σιωπή του πλην από το ότι έκανε τον μεσάζοντα.

Ο Παπαντωνίου ισχυρίστηκε ότι μπορεί να αποδείξει ότι η προέλευση αυτών των χρημάτων είναι πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων, όπως πίνακες μεγάλης αξίας και έσοδα από κληρονομιές. Αποτελεί ζήτημα της δικαστικής έρευνας η απόδειξη της προέλευσης των ποσών. Ωστόσο, όπως είπαμε ως αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει κίνηση λογαριασμού ή μαρτυρία για λήψη μίζας, οπότε δεν ευσταθεί κανένας από τους λόγους της προφυλάκισης του ζεύγους Παπαντωνίου, όταν όλοι οι λογαριασμοί τους βρίσκονται στη διάθεση των ανακριτικών αρχών και μάλιστα έχουν δεσμευτεί, και έχουν ελεγχθεί πολλές φορές τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια.

Κυρίως όμως εμείς δεν έχουμε καμιά εμπιστοσύνη στις ανακριτικές αρχές όσο δεν έχει γίνει έρευνα σε όλα τα κρατικά στελέχη διαφόρων ειδικοτήτων που έχουν εισηγηθεί τη συγκεκριμένη - σύμφωνα πάντα με το κατηγορητήριο - βλαπτική για το δημόσιο προμήθεια. Όμως υπάρχει περίπτωση ποτέ ο ΣΥΡΙΖΑ να οδηγήσει έναν μόνιμο κρατικό μηχανισμό στο εδώλιο; Ειδικά στην Ελλάδα ο μεγαλύτερος προστάτης σήμερα τέτοιων μηχανισμών είναι οι ηγεσίες των δύο πιο ρωσόδουλων σοσιαλφασιστικών κομμάτων, αυτές του ΣΥΡΙΖΑ και του ψευτοΚΚΕ που πάντα υπερασπίζουν την μεγαλύτερη δυνατή ασυλία για τους διεφθαρμένους δημόσιους υπαλλήλους, στο στρατό των οποίο στηρίζονται για να πάρουν τελικά την εξουσία.

Όσο δεν ερευνάται η υπόθεση για να χτυπηθεί η διαφθορά αλλά ένα πρόσωπο και ένα πολιτικό ρεύμα ούτε αυτή η ανάκριση, ούτε η δίκη που έρχεται θα είναι πραγματικά δίκαιες και νόμιμες διαδικασίες αλλά μέθοδες για την εισαγωγή μας σε μια περίοδο μεγάλου φασισμού, πολύ μεγαλύτερης διαφθοράς και πολύ μεγαλύτερου παραγωγικού σαμποτάζ και πείνας από κάθε άλλη που έχει ζήσει η χώρα μας ως τώρα.

 

Το πιο πάνω άρθρο δημοσιεύτηκε στο φ. 536 της Νέας Ανατολής