ΑΝΤΙ ΝΑ ΤΙΜΗΣΕΙ ΤΗΝ ΕΠΕΤΕΙΟ ΤΗΣ ΠΤΩΣΗΣ ΤΟΥ ΤΕΙΧΟΥΣ ΣΤΟ ΒΕΡΟΛΙΝΟ Ο ΟΜΠΑΜΑ ΣΥΝΑΝΤΑ ΤΟΥΣ ΣΦΑΓΕΙΣ ΤΗΣ ΤΙΕΝ ΑΝ ΜΕΝ

 απουσία του αμερικανού προέδρου από τις εκδηλώσεις για την επέτειο πτώσης του τείχους του Βερολίνου ήταν πρωτοφανής στα χρονικά για αμερικανό πρόεδρο και σχολιάστηκε με ιδιαίτερα καυστικό τρόπο από τα ευρωπαϊκά μέσα. Ο Ομπάμα αντί να τιμήσει ως είθισται την επέτειο μνήμης ενάντια στη σοσιαλφασιστική καταπίεση προτίμησε να αφιερώσει το χρόνο του στην προετοιμασία του ταξιδιού του στην Άπω Ανατολή και πιο πολύ στους εναγκαλισμούς του με τους κινέζους φασίστες. Το γεγονός δείχνει την απόφαση της αμερικανικής μονοπωλιακής αστικής τάξης να σφυρηλατήσει τους οικονομικούς της δεσμούς με τους κινέζους και τους ρώσους σοσιαλιμπεριαλιστές σε βάρος της ΕΕ και του τρίτου κόσμου.
Εξαιτίας αυτής της στάσης οι Ευρωπαίοι έχουν αρχίσει τελευταία να αισθάνονται εγκαταλελειμμένοι από τον υπερατλαντικό σύμμαχο τους. Ο Ντένις Μακ Σέην, πρώην βρετανός υπουργός ευρωπαϊκών υποθέσεων εξηγεί: «Υπάρχει μια αυξανόμενη ανησυχία παντού στην Ευρώπη ότι έχουμε τον πρώτο πρόεδρο των ΗΠΑ από το 1945 που δε δείχνει κανένα ενδιαφέρον για το τι συμβαίνει σ’ αυτή την πλευρά της σχέσης» (Νιου Γιορκ Τάιμς, 17/11). Σήμερα μια πολιτικά αδύναμη και στρατιωτικά πολύ αδύναμη Ευρώπη αποκομμένη από τις ΗΠΑ είναι εύκολη λεία για τα πολεμικά σχέδια του νεοναζιστικού άξονα Ρωσίας-Κίνας.
Η πουτινική Ρωσία και οι φίλοι της στην Ευρώπη έχουν κάνει τα πάντα για να πλήξουν την πολιτική της ενότητα, να την αποκόψουν από τις ενεργειακές πηγές και να την εξαρτήσουν πολιτικο-ενεργειακά. Έστησαν με τους πράκτορές τους Σρέντερ και Πρόντι ένα δίκτυο παροχής ρωσικού αερίου, αντιτάχθηκαν στο ευρωπαϊκό σύνταγμα και στη συνθήκη της Λισσαβόνας, χτύπησαν όσο κανείς την ευρωπαϊκή πορεία χωρών όπως είναι η Ουκρανία και η Μολδαβία, ενώ τον Αύγουστο του 2008 εισέβαλαν και διαμέλισαν τη μικρή Γεωργία με σκοπό την ολοκλήρωση του ενεργειακού ελέγχου πάνω στο ευρωπαϊκό χώρο.

Παρόμοια ζημιά θα προξενήσει στην Ευρώπη η ανοιχτά φιλορωσική και φιλοκινεζική πολιτική της νέας αμερικανικής ηγεσίας, που έκφρασή της είναι μεταξύ άλλων και η πρόσφατη εγκατάλειψη της αντιπυραυλικής ασπίδας, οι συμφωνίες για τον αμοιβαίο περιορισμό των μη συμβατικών όπλων με τη Ρωσία και το κάλεσμά της για συμμετοχή στον αμυντικό σχεδιασμό της δυτικής Ευρώπης. Πρόκειται για κινήσεις πολύ ανησυχητικές για να παραμείνουν ασχολίαστες. Η γερμανική Frankfurter Allgemeine Zeitung ήδη γράφει ότι η Αμερική του Ομπάμα φαίνεται «να ευχαριστιέται στην ιδέα μιας G-2 συγκυριαρχίας» με την Κίνα, η οποία θα άφηνε πολύ λίγο χώρο παγκόσμιας ισχύος στην Ευρώπη (στο ίδιο).
Φανερή αιτία αυτής της πολιτικής δεν είναι άλλη από την εντυπωσιακή ικανότητα των κινέζων σοσιαλφασιστών – που έχουν απορροφήσει σχεδόν όλη την ελαφριά βιομηχανία του πλανήτη – να αγοράζουν ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου και μ’ αυτό τον τρόπο να στηρίζουν την αμερικανική οικονομία που προσπαθεί να ξεπεράσει την παγκόσμια κρίση. Για να διασφαλίσει λοιπόν την αθρόα εισροή ρευστού ο καιροσκόπος Ομπάμα κάνει χίλια δυο ανοίγματα στους χιτλερικούς δήμιους χιλιάδων δημοκρατών της Τιεν Αν Μεν υποβαθμίζοντας το ζήτημα των πολιτικών ελευθεριών στη χώρα με την οποία συνεργάζεται. Χαρακτηριστικό είναι ότι τον Οκτώβρη, όταν ο θιβετιανός ηγέτης Δαλάι Λάμα επισκέφτηκε την Ουάσιγκτον, ο Ομπάμα αρνήθηκε να τον συναντήσει επικαλούμενος το επικείμενο ταξίδι του στην Κίνα και την ενόχληση που θα προκαλούσε στο Πεκίνο μια τέτοια συνάντηση.
Στην πραγματικότητα η σχέση εξάρτησης ΗΠΑ-Κίνας είναι αμφίδρομη αφού και η Κίνα έχει ανάγκη μία ανθηρή οικονομικά Αμερική προκειμένου να μπορεί να πουλά σ’ αυτή τα προϊόντα της αλλά και να τοποθετεί στα κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ, με ψηλές αποδόσεις, το συσσωρευμένο από το πλεονασματικό της εμπόριο κεφάλαιό της. Αυτό το τρομακτικό πλεόνασμα δεν οφείλεται μόνο στα άθλια μεροκάματα του κινέζικου προλεταριάτου αλλά και στην διαρκή τεχνητή υποτίμηση του κινέζικου νομίσματος από τις κινέζικες αρχές για να τσακίσει κάθε εμπορικό ανταγωνιστή της στις ΗΠΑ και σε όλο τον κόσμο. Μέχρι τώρα οι ΗΠΑ για να ενισχύσουν τη δικιά τους βιομηχανία πίεζαν την Κίνα να σταματήσει αυτόν το νομισματικό πόλεμο. Όμως το σοσιαλφασιστικό δίδυμο Ομπάμα-Κλίντον παραμέρισε και αυτή τη διεκδίκηση για τις ανάγκες της προσέγγισης με τους φασίστες του Πεκίνου.

Αντί λοιπόν να απειλήσει τους κινέζους σοσιαλφασίστες με χειροτέρευση των διπλωματικών σχέσεων για όλα αυτά ο Ομπάμα εξήγγειλε ότι: «Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν επιδιώκουν να περιορίσουν την Κίνα». «Αντιθέτως, η ανάδυση μιας ισχυρής, ευημερούσας Κίνας μπορεί να αποτελέσει πηγή ισχύος για την κοινότητα των εθνών» (14/11).
Τη νέα στάση απέναντι στην Κίνα είχε προαναγγείλει το περασμένο φθινόπωρο ο αμερικανός αναπληρωτής υπ. Εξ. Τζ. Στάινμπεργκ, ο οποίος κάλεσε το Πεκίνο να υιοθετήσει μια πολιτική «στρατηγικής αναδιασφάλισης» απέναντι στον πλανήτη. Η έννοια αυτή αντικατέστησε εκείνη του «υπεύθυνου μετόχου» της περιόδου Μπους. Οι πολιτικοί αναλυτές Ρ. Κάγκαν και Ντ. Μπλούμενταλ μέσα από τις στήλες της Ουάσιγκτον Ποστ επεσήμαναν ότι η πολιτική αυτή φέρνει στη μνήμη την εποχή που η Ευρώπη «παρέδιδε το δυτικό ημισφαίριο στην αμερικανική ηγεμονία». «Η προσκόλληση σ’ αυτή την έννοια είναι μια παραδοχή της αναπότρεπτης αμερικανικής πτώσης» γράφουν (στο ίδιο). Ο παραλληλισμός έχει κάποια πλευρά αλήθειας αλλά στην κύρια πλευρά είναι λαθεμένος. Η αλλαγή σκυτάλης μεταξύ των ευρωπαϊκών ιμπεριαλισμών και του αμερικάνικου έγινε ειρηνικά γιατί τα εκατέρωθεν συμφέροντα δεν ήταν ανταγωνιστικά. Αντίθετα οι κινέζοι ιμπεριαλιστές σε συμμαχία με τους ρώσους εταίρους τους σχεδιάζουν μια πολεμική λύση της αντίθεσης γιατί δεν αρκούνται σε μια συγκυβέρνηση του κόσμου με τους παλιούς ηγεμόνες αλλά σε μια δικιά της απόλυτη κυριαρχία, μια κυριαρχία χιτλερικού υποδουλωτικού τύπου.
Προς το παρόν η παρακμασμένη και σε πτώση αμερικανική υπερδύναμη παραδίδει ένα μεγάλο μέρος του δεύτερου και του τρίτου κόσμου στην ηγεμονία των ρώσων και κινέζων νέων χίτλερ ελπίζοντας σε μια συνεργασία μαζί τους. Η πιο ιμπεριαλιστική και αντιδραστική μερίδα των αμερικάνικων μονοπωλίων νομίζει ότι έτσι θα εξασφαλίσει την οικονομική και χρηματιστηριακή της ισχύ στον κόσμο, όμως αυτή είναι η συνταγή για την επίσπευση ενός παγκόσμιου πολέμου που σε κάθε περίπτωση θα σημαίνει εκτός από απέραντα βάσανα για τους λαούς και το τέλος του αμερικάνικου ηγεμονισμού και ίσως του ιμπεριαλισμού. Αυτό είναι το καλό της υπόθεσης. Η εποχή των νέων προλεταριακών επαναστάσεων θα έρθει έτσι με την αποτυχία κάθε ιμπεριαλισμού να εξασφαλίσει την ειρήνη και το ψωμί στον κόσμο.