Ο ΧΑΜΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΩΝΙΚΗΣ ΗΓΕΣΙΑΣ ΓΑΝΤΙ ΣΤΑ ΣΧΕΔΙΑ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΡΩΣΙΚΟΥ ΦΑΣΙΣΜΟΥ

Η επίσημη ρώσικη εκδοχή των συνθηκών που οδήγησαν στην τραγική απώλεια της ανώτατης πολωνικής πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας ρίχνει όλο το φταίξιμο γι’ αυτήν στους επιβαίνοντες του μοιραίου αεροσκάφους, δηλαδή στα θύματα, και κανένα φταίξιμο στις ρώσικες αρχές. Η εκδοχή Πούτιν για την πτώση του αεροπλάνου είναι ότι αυτό επανειλημένα δεν υπάκουσε στους ελεγκτές του στρατιωτικού αεροδρομίου του Σμολένσκ, που λόγω της πυκνής ομίχλης που επικρατούσε ζητούσαν επίμονα από τον κυβερνήτη του να μην προσγειωθεί εκεί. Επειδή για τέτοιες προσγειώσεις, που έχουν και άμεσες πολιτικές επιπτώσεις στις σχέσεις χωρών, δεν αποφασίζει μόνος του ο πιλότος ενός αεροσκάφους όταν μεταφέρει τον αρχηγό μιας χώρας, αλλά αποφασίζει μαζί με αυτόν, αυτή η επίσημη εκδοχή σημαίνει ότι ο πρόεδρος της Πολωνίας αποφάσισε να ρισκάρει από βλακώδες πείσμα το δικό του θάνατο και το θάνατο όλης της πολωνικής πολιτικοστρατιωτικής ελίτ. Αυτό για μας είναι εξαιρετικά απίθανο.
Η εκδοχή αυτή έγινε προς το παρόν πλατιά πιστευτή για δύο λόγους: Ο ένας είναι ότι κανένας από το πλήρωμα και τους επιβαίνοντες του αεροσκάφους – ρωσικής κατασκευής – δεν έχει επιζήσει για να μας δώσει μία άλλη εξήγηση από εκείνη του Πούτιν ιδιαίτερα από την ώρα το μαύρο κουτί του αεροπλάνου είναι στα χέρια του. Ο άλλος, ο κύριος, είναι ότι στη σημερινή διεθνή συγγυρία δεν υπάρχει ούτε μια μεγάλη δύναμη από αυτές που διαμορφώνουν την παγκόσμια κοινή γνώμη που να μην θέλει να έχει και να μην έχει τις καλύτερες σχέσεις με την σοσιαλφασιστική Ρωσία του Πούτιν.
Όμως για όσους δεν έχουν τέτοιου είδους τυφλές συμπάθειες εκείνο που καθιστά την επίσημη εκδοχή εντελώς ύποπτη είναι η διαβολική σύμπτωση όλα τα θύματα της τραγωδίας να εκφράζουν μία συγκεκριμένη πολιτική γραμμή μέσα στην Πολωνία, που ήταν σε μετωπική σύγκρουση με εκείνη που ακολουθούν οι μοναδικοί ζωντανοί μάρτυρες-αφηγητές του περιστατικού.
Η πολιτική γραμμή των θυμάτων της τραγωδίας ήταν η μαχητική αντίσταση στην προσπάθεια του ρωσικού ιμπεριαλισμού να αποδυναμώσει την άμυνα της Ευρώπης και να τη διαβρώσει οργανωτικο-πολιτικά, η γραμμή που καλούσε στη δημιουργία ενός παγκόσμιου αντιφασιστικού στρατοπέδου για την αντίσταση απέναντι στη ρωσική επιθετικότητα. Βασικός εκφραστής αυτής της γραμμής ήταν ο πρόεδρος Κατσίνσκι που, παρόλους τους εθνικιστικούς (εθνικιστικούς με τη λενινιστική έννοια) ιδεολογικούς περιορισμούς του, έπαιξε έναν προωθημένα προοδευτικό ρόλο ως προς το σοσιαλιμπεριαλισμό. Μεταξύ των επιτευγμάτων του συγκαταλέγονται η εκκαθάριση του κρατικού μηχανισμού από τους σοσιαλφασίστες, η στήριξη της εγκατάστασης της αντιπυραυλικής ασπίδας – που η αμερικανική φιλορώσικη ηγεσία Ομπάμα-Κλίντον τόσο οικτρά εγκατέλειψε – στη χώρα του, το βέτο που έθεσε στις συνομιλίες για την εταιρική σχέση Ρωσίας-ΕΕ στα 2006 στο Ελσίνκι, και πάνω από όλα το χτίσιμο της αντιφασιστικής συμμαχίας με την Ουκρανία και τη Γεωργία τη στιγμή που η τελευταία τεμαχιζόταν από τη μπότα του ρώσου κατακτητή. Απόδειξη ότι αυτή η συμμαχία δεν βασίστηκε σε έναν καιροσκοπικό υπολογισμό των δυνάμεων αλλά στηρίχθηκε πάνω σε γενικά δημοκρατικές διακρατικές αρχές είναι ότι, σε ταξίδι του στη Σερβία στα 2009, ο Κατσίνσκι δήλωσε στην ηγεσία της ότι ο ίδιος προσωπικά διαφωνούσε με την απόφαση της κυβέρνησής του να αναγνωρίσει το Κόσοβο, παρότι ολόκληρο σχεδόν το δυτικό μπλοκ το είχε κάνει.

Με την υφεσιακή σάπια πυρηνική «ειρήνη» που ακολουθεί η κυβέρνηση Ομπάμα με τη Ρωσία, με την ρωσόφιλη πολιτική που ακολουθεί η Γερμανία λόγω της ενεργειακής της εξάρτησης από τη Ρωσία, με τη γλοιώδη φιλοπουτινική γραμμή που ακολουθεί τελευταία ο Σαρκοζί για να πουλήσει όπλα στη Ρωσία και για να εξασφαλίζει πετρελαϊκά κοιτάσματα η Τοτάλ, με δεδομένες τι θερμές σχέσεις Πούτιν-Μπερλουσκόνι και τις πρακτόρικες Πούτιν-Ζαπατέρο, ο Καζίνσκι βρέθηκε εξαιρετικά απομονωμένος στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ. Η απομόνωσή αυτή γιγαντώθηκε τα τελευταία χρόνια επειδή βγήκε στην επιφάνεια το εθνικιστικό του ελάττωμα και άρχισε να βάζει σοβαρά εμπόδια στη συνθήκη της Λισαβώνας για να αποσπάσει εκβιαστικά από τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες μεγαλύτερη αντιπροσώπευση της Πολωνίας στα κοινοτικά όργανα.
Όταν πετύχει η διπλωματική μηχανή της Μόσχας την απομόνωση του θύματος μπορεί να βάλει εύκολα σε εφαρμογή τη δολοφονική της μηχανή. Έτσι μόνο μπορεί μια δολοφονία ακόμα και μια μαζική σφαγή ηγετών να μην έχει βαρύ πολιτικό κόστος για τους σφαγείς. Είναι ζήτημα αν ακόμα και σε καιρό πολέμου μια χώρα έχει ποτέ δοκιμάσει παρόμοιο καθοδηγητικό ορφάνεμα. Ανάμεσα στους νεκρούς, 96 τον αριθμό, που πήγαιναν για να τιμήσουν την επέτειο της σφαγής στο Κατύν – ενός περιστατικού του β΄ παγκοσμίου πολέμου για το οποίο η Ιστορία ακόμα δεν έχει με σιγουριά αποφανθεί – συγκαταλέγονταν, εκτός από τον πολωνό πρόεδρο και τη σύζυγό του, μεγάλο μέρος της ηγεσίας του στρατού (συμπεριλαμβανομένου του αρχηγού του γενικού επιτελείου καθώς έξι από τους επτά ανώτατους διοικητές), ο αρχηγός του συμβουλίου εθνικής ασφάλειας, ο υφυπουργός εξωτερικών, άλλοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι, βουλευτές και γερουσιαστές, ο διευθυντής της κεντρικής τράπεζας και ηγετικά στελέχη της πολωνικής εκκλησίας.
Το στοιχείο που ενισχύει τις σοβαρότατες υπόνοιες μας για δολοφονία είναι ότι ο πρόεδρος Κατσίνσκι και η ακολουθία του πήγαιναν απρόσκλητοι στο Κατύν επιεδή δεν ήθελαν να υποταχθούν στους πολιτικούς όρους της Ρωσίας για την τελετή της επετείου που οργάνωσε ο Πουτιν λίγες μέρες νωρίτερα. Αντίθετα πήγε στην τελετή προσκεκλημένος του Πούτιν ο πρωθυπουργός της Πολωνίας Τουσκ που τρέφει πολύ φιλικά αισθήματα απέναντι στη Μόσχα. Τόσο ο Τουσκ όσο και η κυβέρνηση του κόμματός του δεν μπήκαν στο αεροπλάνο του θανάτου.

Ο ανταγωνισμός Κατσίνσκι-Τουσκ είναι κάθε άλλο παρά υπόγειος κι έχει εκδηλωθεί εσωτερικά κυρίως με τη χρόνια διαμάχη γύρω από το πλέγμα αρμοδιοτήτων που συνοδεύουν τον προεδρικό και πρωθυπουργικό θεσμό. Ένα από τα αποτέλεσματα αυτής της διένεξης ήταν ότι τελικά ένα στέλεχος του κόμματος του Τουσκ, ονόματι Κομορόφσκι, πρόεδρος της Βουλής βρέθηκε την ηγεσία της Πολωνίας στη θέση του Καζίνσκυ σαν προσωρινός υπηρεσιακός πρόεδρος. Αν και θέλει να εμφανίζεται σαν φιλοευρωπαίος – προφανώς για να παίξει με τα σιχαμερά υφεσιακά ξεπουληματικά και φασιστικά συνήθεια της ευρωπαϊκής μονοπωλιακής αστικής τάξης – ο πραγματικός πολιτικός προσανατολισμός του Τουσκ μπορεί εύκολα να αποδειχτεί. Σε αντίθεση με τον αντίπαλό του που καταδικάζε το ρωσο-γερμανικό ενεργειακό αγωγό σαν ξεπούλημα της ΕΕ στη Ρωσία, αυτός έκανε ό,τι περνά απ’ το χέρι του για να χτυπήσει την ενεργειακή ανεξαρτητοποίηση της Πολωνίας από το Κρεμλίνο. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη διάρκεια της διακυβέρνησής του η Μόσχα ήρε το εμπάργκο που είχε επιβάλει ως τότε στα πολωνικά αγροτικά προϊόντα και το κρέας, ενώ ο ίδιος κάθε άλλο παρά συνέχισε την αποτρεπτική απέναντι στην ευρω-ρωσική συμπόρευση στάση των προκατόχων του. Όσο για την αντιπυραυλική ασπίδα, αρχικά απέρριψε τις αμερικανικές προτάσεις ενώ στο τέλος δήλωσε «σφόδρα ικανοποιημένος» από την απόφαση Ομπάμα να διαλύσει αυτά τα συστήματα (BBC News, 17/9/09). Δεν είναι νομίζουμε τυχαίο το οι ρωσικές αρχές υπέβαλαν στην Πολωνία πρόσκληση στον Τουσκ για τη συμμετοχή του σαν επικεφαλής από την πλευρά της Πολωνίας της κοινής ομάδας για τη διερεύνηση των συνθηκών της πρόσφατης τραγωδίας. Μπορεί κανείς να καταλάβει τι θα πάθει το μαύρο κουτί αυτού του αεροπλάνου όταν πάνω του κρέμονται οι σχέσεις της Ρωσίας με την Ευρώπη.

Όσο στην πολιτική ζωή της Ρωσίας θα κυριαρχούν οι νεοναζιστικές δυνάμεις και στην Πολωνία οι πατριώτες Πολωνοί δεν θα έχουν την εξουσία οι έρευνες θα αφήνουν τους λαούς στο σκοτάδι. Eμείς μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε. Μέχρι την οριστική συντριβή του σοσιαλιμπεριαλισμού το τι πραγματικά συνέβη στο Σμολένσκ θα παραμένει για τη συντριπτική πλειοψηφία της Ανθρωπότητας ένα ανεξιχνίαστο μυστήριο. Ως τότε οδηγός μας θα πρέπει να είναι η πολιτική ανάλυση. Από την ώρα που το πολιτικό παιχνίδι στην Ευρώπη είναι σαφές βρίσκεται κατά τη γνώμη μας στα πιο απρόσιτα όρια της θεωρίας των πιθανοτήτων το ενδεχόμενο αυτό το αεροπλάνο να μην το έριξε ο δολοφονικός μηχανισμός του πουτινικού Κρεμλίνου.