Η «ΑΝΤΙ-ΦΕΟΥΔΑΡΧΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ» ΤΗΣ… ΑΛ ΚΑΙΝΤΑ ΣΤΟ ΠΑΚΙΣΤΑΝ

Η εκεχειρία που υπόγραψαν τελευταία οι τοπικές πακιστανικές αρχές με τους Ταλιμπάν της κοιλάδας Σβατ – μια πολυπληθή και πλούσια σε σμαράγδια, οπωροφόρα δέντρα και ξυλεία περιοχή στο βορειοδυτικό Πακιστάν – και που επιτρέπει την επιβολή εκεί του ισλαμικού νόμου, είναι ενδεικτική της αδυναμίας της κυβέρνησης της χώρας να αντιμετωπίσει αποφασιστικά το κίνημα των ισλαμοφασιστών. Από δω και μπρος οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι που επισκέπτονται την κοιλάδα θα πρέπει να τηρούν τους μεσαιωνικούς νόμους και να κάθονται στο δάπεδο περιτριγυρισμένοι από πάνοπλους και συχνά ζωσμένους με εκρηκτικά ισλαμοφασίστες. Αυτό που αξίζει εδώ να εξετάσουμε είναι τα αίτια αυτής της αδυναμίας που οδήγησε στην τόσο τραγική για την πακιστανική πολιτική ηγεσία κατάσταση.
Οι μαρτυρίες προσφύγων αποκαλύπτουν ότι το κίνημα των νέων Ταλιμπάν, κατάφερε να αναπτυχθεί και να πάρει την εξουσία στην κοιλάδα κύρια εκμεταλλευόμενο τις έντονες ταξικές αντιθέσεις που υφίστανται ανάμεσα στους μεγαλογαιοκτήμονες και τους δουλοπάροικους. Το ονομάζουμε κίνημα των νέων Ταλιμπάν σε αντιδιαστολή από εκείνο των Αφγανών Ταλιμπάν που ήταν εθνικιστικό και αντιρώσικο. Κάποια κομμάτια των Ταλιμπάν τα πιο δεξιά και καθυστερημένα υπό την ηγεσία του σεΐχη Ομάρ, μετά από την ήττα τους από τους αμερικανούς εισβολείς ενώθηκαν με τους προβοκάτορες ισλαμοναζήδες της βασικά ρωσοκίνητης Αλ Κάιντα και μπήκαν ουσιαστικά κάτω από την πολιτική και στρατιωτική τους ηγεμονία. Στη συνέχεια οι νέοι Ταλιμπάν επέκτειναν προβοκατόρικα τη στρατιωτική τρομοκρατική δράση τους από το Αφγανιστάν στο Πακιστάν και έτσι διευκόλυναν τους πιο ηλίθιους (Μπους) και τώρα τους πιο ρωσόφιλους (Κλίντον) από τους αμερικάνους ιμπεριαλιστές να επέμβουν στρατιωτικά στο Πακιστάν κυνηγώντας το φάντασμα του Μπιν Λάντεν. Έτσι νέο-Ταλιμπάν από τη μια, και Κλίντον -Ομπάμα από την άλλη ρίχνουν όλο και πιο πολύ την κοινή γνώμη αυτής της χώρας στα νύχια του ισλαμοφασισμού. Χάρη δηλαδή στον προβοκατόρικο ρόλο των ΗΠΑ οι νεο-Ταλιμπάν έχουν καταφέρει να κάνουν όλο και πιο αδύνατη τη θέση των δυτικόφιλων δυνάμεων στο Πακιστάν, αρχικά του Μουσάραφ και τώρα του Ζαρνταρί, και ταυτόχρονα να δυναμώσουν τη θέση του ισλαμοφασίστα Σαρίφ. Αυτόν τώρα με πάθος τον εκθειάζει το μοιραίο δίδυμο Ομπάμα-Κλίντον σαν εγγυητή τάχα της μόνης δυνατής εθνικής πακιστανικής αντι-Ταλιμπάν ενότητας.
Με τα αντιαμερικάνικα πολιτικά φτερά στις πλάτες τους στο μεταξύ οι νεο-Ταλιμπάν του Πακιστάν χρησιμοποίησαν την κλασική συνταγή των ρώσων σοσιαλιμπεριαλιστών, την ταξικίστικη δημαγωγία για να συσπειρώσουν τμήματα της φτωχολογιάς και να φτιάξουν το στρατό τους. Έτσι συσπείρωσαν αρκετούς φτωχούς αγρότες ενοικιαστές γης, τους εξόπλισαν και τους οργάνωσαν σε ένοπλα αποσπάσματα για να ασκήσουν «επαναστατική» βία απέναντι στους αφέντες τους που είναι οι τοπικοί μισοφεουδάρχες μεγαλογαιοκτήμονες. «Έγινε μία αιματηρή επανάσταση στο Σβατ», δήλωσε στους Νιου Γιορκ Τάιμς ανώτατος πακιστανός αξιωματούχος, ο οποίος δεν παρέλειψε να προσθέσει ότι «Δε θα εκπλαγόμουν εάν αυτή σαρώσει την καθεστηκυία τάξη του Πακιστάν» (17/4).
Είναι γεγονός ότι η δημοκρατική αντιφεουδαρχική επανάσταση στο Πακιστάν απέχει πολύ απ’ το να έχει ολοκληρωθεί. Εξήντα χρόνια μετά την ανεξαρτησία της χώρας από την αγγλική αποικιοκρατία, η γη παραμένει συγκεντρωμένη σε λίγα χέρια, το καθεστώς της κλασικής δουλοπαροικίας επιβιώνει ακόμα σε ορισμένες περιοχές και οι μεγαλο-γαιοκτήμονες παίζουν τον κυριαρχικό ρόλο στην κεντρική πολιτική σκηνή. Γύρω στα 20 εκατομμύρια άτομα απασχολούνται σήμερα σε όλη τη χώρα με σχέση εξαρτημένης εργασίας, συχνά βεβαρημένοι με χρέη παλαιότερων γενεών και στερημένοι ακόμα των πιο στοιχειωδών εκπαιδευτικών και υγειονομικών τους δικαιωμάτων. Σε ορισμένες περιπτώσεις οι μεγαλογαιοκτήμονες και οι τοπικοί φύλαρχοι διατηρούν ιδιωτικές φυλακές για να τιμωρούν τους καταχρεωμένους υποτελείς τους. Ο λαός του Πακιστάν μισεί τους φεουδάρχες και μισοφεουδάρχες αυτούς και είναι διατεθειμένος να παλέψει αποφασιστικά για την ανατροπή τους. Δυστυχώς όμως, οι υποκειμενικοί όροι για μια ολοκλήρωση της αντιφεουδαρχικής επανάστασης στο Πακιστάν δεν είναι ακόμα ώριμοι. Γιατί από τη μια οι γαιοκτήμονες είναι πολύ ισχυροί καθώς είναι ενωμένοι με τη νέα αστική τάξη και συχνά έχουν γίνει οι ίδιοι μεγαλοαστοί και από την άλλη δεν έχει συγκροτηθεί καμιά οργανωμένη επαναστατική λαϊκή δύναμη που να μπορεί να καθοδηγήσει ένα τέτοιον αγώνα. Ελλείψει μιας τέτοιας δύναμης εμφανίζεται λοιπόν ο ισλαμοφασισμός να καλύψει το κενό για να πλασαριστεί μπροστά στις μάζες σαν ο «απελευθερωτής» τους.
Είναι γεγονός ότι μόνο ένα τόσο αποτελεσματικό και πειθήνιο εργαλείο του ρωσικού σοσιαλιμπεριαλισμού σαν την Αλ Κάιντα θα μπορούσε να αφομοιώσει τόσο καλά την πείρα των ηττημένων σοσιαλιστικών επαναστάσεων του προηγούμενου αιώνα (και βεβαίως το πείραμα των χιτλερικών πολιτικών του προγόνων) και να προσδώσει στο αντιδραστικό της κίνημα «επαναστατική» – δηλαδή δημοκρατική και αντι-φεουδαρχική αλλά σε μερικές πλευρές και αντικαπιταλιστική μορφή. Σ’ αυτόν τον «επαναστατικό» φορμαλισμό που κοινό στοιχείο έχει τον αντισημιτισμό ενώνεται ο ισλαμοφασισμός του Αχμαντινετζάντ, της Χαμάς, και της Χεζμπολάχ με το σοσιαλφασισμό των Τσάβες και Μουγκάμπε. Πρόκειται για τα δύο σκέλη της ίδιας φαιοκόκκινης ιδεολογίας που είναι ικανή σε χώρες που ήθελαν αλλά δεν μπόρεσαν να πραγματοποιήσουν τις δημοκρατικές ή τις σοσιαλιστικές τους επαναστάσεις να κινητοποιήσει στοιχεία που καταπιέζονται ταξικά αλλά είναι καθυστερημένα πολιτικά ενώ κοινωνικά βρίσκονται μακριά από το βιομηχανικό προλεταριάτο. Τέτοια στοιχεία χρησιμοποιεί ο σοσιαλφασισμός και στη χώρα μας και με τις ίδιες ακριβώς φορμαλιστικές «επαναστατικές» και εν προκειμένω αντικαπιταλιστικές μέθοδες.
Μπορούμε να διαπιστώσουμε από τα συγκεριμένα στοιχεία που έρχονται στο φως στο δυτικό τύπο (που είναι γενικά ανίκανος να κάνει την ουσιαστικότατη διάκριση ανάμεσα σε Αλ Κάιντα και Ταλιμπάν) πως η Αλ Κάιντα κυριαρχεί σταδιακά πάνω στους «κλασικούς» Ταλιμπάν και διαμορφώνει ένα νέο-Ταλιμπάν κίνημα.
Όπως διαβάζουμε στους Νιου Γιορκ Τάιμς της 17/4, ένας από τους πιο θερμούς προωθητές της πιο πάνω στρατηγικής ήταν ένας ντόπιος διοικητής των Ταλιμπάν ονόματι Ιμπν-ε-Αμίν. Ο Αμίν είχε συλληφθεί στα 2004 κατηγορούμενος για διασυνδέσεις με την Αλ Κάιντα, ενώ κάποιο στέλεχος των υπηρεσιών ασφαλείας αποκάλυψε ότι επισκεπτόταν συχνά μία μαντρασά (ισλαμικό σχολείο) στο Β. Βαζιριστάν, μια περιοχή που θεωρείται προπύργιο της εν λόγω ισλαμοφασιστικής συμμορίας, απ’ όπου και έπαιρνε εντολές. Το όνομά του έγινε ευρύτερα γνωστό στα 2006 όταν ηγήθηκε μίας επιχείρησης για τη ληστεία τράπεζας στην περιοχή Τσαπριάλ σκοτώνοντας και μερικούς χωρικούς που τον πήραν στο κατόπι. Η φράξια που συνδιοικεί ονομάζεται «ομάδα Τόρα-Μπόρα» και εξοπλίζεται από την Αλ-Κάιντα. «Σύμφωνα με τοπικό αξιωματούχο των υπηρεσιών πληροφοριών, 1000 με 1400 μαχητές της Αλ Κάιντα, οι περισσότεροι προερχόμενοι από τις χώρες της Κεντρικής Ασίας, είναι παρόντες σε περιοχές (…) προπύργια του Αμίν, ο οποίος ηγείται και ενός στρατοπέδου εκπαίδευσης της Αλ Κάιντα στο χωριό Πιουτσάρ του νομού Σβατ» (The Gaea News, 13/4). Εξαιτίας των διασυνδέσεών του και της βοήθειας που λαμβάνει ο Αμίν – που αποτελεί φόβητρο ακόμα και για τους ίδιους του τους μαχητές – κατάφερε να επικρατήσει απέναντι σε άλλους ηγέτες του τοπικού φιλο-Ταλιμπάν κινήματος, όπως είναι ο Μαουλάνα Φαζλουλάχ και κυρίως ο μετριοπαθής Μαουλάνα Σούφι Μουχαμάντ. «Κατά κάποιον τρόπο ο ρόλος του Φαζλουλάχ είναι εκείνος του θρησκευτικού ηγέτη, που προσέφερε στους ενόπλους τη βίαιη ιδεολογία, αλλά ο Ιμπν Αμίν είναι ο ανώτατος διοικητής των στρατιωτικών δυνάμεων (…) Κι αυτό εξηγεί γιατί ο Αμίν επηρεάζει άμεσα ένα μεγάλο αριθμό ενόπλων και υποστηρίζεται από τους μαχητές που είναι περισσότερο εκπαιδευμένοι και εξοπλισμένοι από κείνους που ελέγχουν ορισμένοι διοικητές που πρόσκεινται στον Φαζλουλάχ», αναφέρει η ίδια πηγή.
Όπως εξηγεί η ίδια εφημερίδα, η στρατηγική των ανταρτών εκτυλίχθηκε σε στάδια. Αυτοί υποσχέθηκαν στις μάζες αποτελεσματική διοίκηση, καλύτερη απονομή της δικαιοσύνης και αναδιανομή του πλούτου και σιγά-σιγά έστησαν μία παράλληλη εξουσία στην περιοχή: «Οι ένοπλοι έπληξαν κάθε ανταγωνιστικό παράγοντα εξουσίας: γαιοκτήμονες και εκλεγμένους ηγέτες – που ήταν συνήθως οι ίδιοι άνθρωποι – καθώς και μια κακοπληρωμένη και δίχως κίνητρα αστυνομική δύναμη, είπε ο Χαντίμ Χουσεΐν, καθηγητής γλωσσολογίας και επικοινωνίας στο πανεπιστήμιο Μπάχρια της πρωτεύουσας, Ισλαμαμπάντ. Ταυτόχρονα, οι Ταλιμπάν εκμεταλλεύτηκαν τη δυσαρέσκεια των άκληρων ενοικιαστών γης, και ειδικότερα το γεγονός ότι εκκρεμούσαν πολλές υποθέσεις κατά των αφεντικών τους σε ένα αργοκίνητο και διεφθαρμένο δικαστικό σύστημα, είπε ο κ. Χουσεΐν και κάτοικοι που εγκατέλειψαν την περιοχή. Τα παράπονά τους συντήρησε ένας νεαρός μαχητής, ο Μαουλάνα Φαζλουλάχ, ο οποίος έστησε ένα ραδιοφωνικό σταθμό στα FM το 2004 για να απευθυνθεί στους στερημένους πολιτικών δικαιωμάτων. Οι εκπομπές παρουσίαζαν ευκολονόητα παραδείγματα χρησιμοποιώντας πρόβατα, τις αγελάδες, το γάλα και το γρασίδι. Έως τα 2006 ο κ. Φαζλουλάχ είχε δημιουργήσει μία ρακένδυτη δύναμη άκληρων αγροτών εξοπλισμένων από τους Ταλιμπάν, είπε ο κ. Χουσεΐν καθώς και πρώην κάτοικοι του Σβατ.
Στην αρχή η πίεση στους γαιοκτήμονες ήταν λεπτή. Ανάγκασαν ένα γαιοκτήμονα να βγάλει το γιο του από ένα αγγλόγλωσσο σχολείο που ήταν για τους Ταλιμπάν προσβλητικό. Άλλοι αναγκάστηκαν να κάνουν δωρεές προς τους Ταλιμπάν.
Αργότερα, στα τέλη του 2007, ο Σουτζαάτ Αλί Χαν, ο πλουσιότερος γαιοκτήμονας, τα αδέρφια και ο γιος του, Τζαμάλ Νασίρ, ο δήμαρχος του Σβατ, έγιναν στόχοι.
Μετά το Σουτζαάτ Αλί Χαν, ένας υψηλά ιστάμενος πολιτικός της Πακιστανικής Μουσουλμανικής Ένωσης-Κ διέφυγε στο Λονδίνο, έχοντας γλιτώσει στο παρά πέντε από μία βομβιστική απόπειρα δολοφονίας του στις παρυφές ενός δρόμου. Ένας αδερφός του, ο Φατέχ Αλί Μοχάμεντ, πρώην γερουσιαστής, έφυγε επίσης, και τώρα ζει στο Ισλαμαμπάντ. Ο κ. Νασίρ έχει επίσης διαφύγει.
Ύστερα, οι Ταλιμπάν δημοσίευσαν μία λίστα «καταζητούμενων» με 43 ονόματα επιφανών προσώπων, είπε ο Μουχάμαντ Σερ Χαν, ένας γαιοκτήμονας που πολιτεύεται με το Λαϊκό Κόμμα του Πακιστάν, και του οποίου το όνομα ήταν στη λίστα. Όλοι όσοι κατονομάστηκαν διατάχτηκαν να παρουσιαστούν ενώπιον των δικαστηρίων των Ταλιμπάν ειδάλλως κινδύνευαν να πεθάνουν, είπε. “Όταν ξέρεις ότι θα σε κρεμάσουν και θα σε σκοτώσουν πώς τολμάς να γυρίσεις εκεί;” είπε ο κ. Χαν, που κρύβεται στο Πουντζάμπ, σε μια τηλεφωνική συνέντευξη. “Το να βρίσκεσαι μέσα στη λίστα σημαίνει ”Μη ξαναγυρίσεις στο Σβατ”».
Στην πραγματικότητα τίποτα το επαναστατικό δεν υπάρχει σε όλη αυτή τη στρατηγική. Δε υπάρχει εδώ καμία προσπάθεια για τη βελτίωση των συνθηκών της υλικής και πνευματικής ζωής της κοινωνίας. Δεν υπάρχει καμία κινητοποίηση των μαζών για την πραγματική κοινωνική τους απελευθέρωση ούτε καμία προσπάθεια για την ιδεολογική τους ανόρθωση. Αντιθέτως, η «επανάσταση» που συνέλαβαν και καθοδήγησαν τα έμπειρα νεοναζιστικά στελέχη της Αλ Κάιντα βυθίζει το λαό της περιοχής στην πιο άγρια ιδεολογική θρησκευτική καθυστέρηση, φέρνει την κοινωνική οπισθοδρόμηση και την υποταγή των αγροτών σε μια νέα ακόμα πιο βαριά φεουδαρχική εξουσία αδίστακτων ληστών.
Σήμερα στο Πακιστάν δεν υπάρχουν μεγαλύτεροι καταπιεστές από τους δολοφόνους της Αλ Κάιντα, των οποίων η βία στρέφεται συχνά με απάνθρωπο τρόπο ενάντια σε μεγάλες μερίδες του λαού. Στην πιο τυπική τους εκδοχή οι νόμοι των ισλαμοφασιστών απαγορεύουν συνήθειες και πρακτικές ιστορικά καθιερωμένες παγκοσμίως όπως είναι ο χορός και το τραγούδι, το ξύρισμα, το να βλέπει κανείς καλωδιακή τηλεόραση. Απαγορεύεται η πώληση DVD, η εκπαίδευση των κοριτσιών, η εργασία των γυναικών, η μη ένδυση της ισλαμικής μπούρκας, η νοσηλεία τους σε νοσοκομεία χωρίς αντρική συνοδεία κ.ά. Για την επιβολή τους χρησιμοποιούνται φριχτές μέθοδοι όπως είναι ο εμπρησμός κτιρίων, ο απαγχονισμός, ακόμα και οι ιδιαίτερα βάρβαρες πρακτικές του ακρωτηριασμού και του αποκεφαλισμού των «βλάσφημων». Έτσι, σε μια περίπτωση, προκειμένου να πληροφορηθούν τον τόπο ταφής ενός αντίπαλου ηγέτη που τους πολεμούσε, του Πιρ Σαμιουλάχ, οι Ταλιμπάν άρχισαν να αποκεφαλίζουν τους οπαδούς του. Όταν επιτέλους έμαθαν πού βρίσκεται, ξέθαψαν το πτώμα του και το κρέμασαν στην πλατεία του χωριού για παραδειγματισμό προτού το μεταφέρουν προς άγνωστη κατεύθυνση (βλ. ΝΥΤ, 25/1). Κάτω από την εξουσία των ισλαμοφασιστών η φήμη που είχε αποκτήσει παραδοσιακά η κοιλάδα Σβατ σαν επίκεντρο του χορού της κοιλιάς γρήγορα ξεθώριασε. Η πιο γνωστή χορεύτρια της περιοχής, η Σαμπάνα, πλήρωσε με τη ζωή της την τέλεση ενός τόσο «αμαρτωλού» επαγγέλματος: δολοφονήθηκε με σφαίρες και σύρθηκε μέχρι την κεντρική πλατεία της πρωτεύουσας Μινγκόρα από Ταλιμπάν που της παρουσιάστηκαν σαν διοργανωτές ενός πάρτι. Το ζήτημα της εκπαίδευσης των κοριτσιών λύθηκε επίσης με συνοπτικές διαδικασίες: Μέχρι τα τέλη Γενάρη είχαν καεί ολοσχερώς ή βομβαρδιστεί γύρω στα 170 σχολεία θηλέων στην κοιλάδα (στο ίδιο).
Όλα αυτά τα απάνθρωπα μέτρα αντανακλούν τις πιο καθυστερημένες φεουδαρχικές σχέσεις παραγωγής που φέρνει μαζί της η νέα ισλαμοφασιστική εξουσία της Αλ Κάιντα. Η απόδειξη είναι ότι τα νέα αφεντικά δεν κατάργησαν τις παλιές τάξεις αλλά τις έβαλαν απλά κάτω από τη δική τους πολιτική και οικονομική εξουσία. Έτσι τους κύριους εχθρούς τους γαιοκτήμονες και πιο πολύ τους καπιταλιστές τους έδιωξαν αλλά από τους υπόλοιπους απλά απαίτησαν τα 2/3 των εσόδων τους και έτσι έγιναν οι ίδιοι γαιοκτήμονες στη θέση των γαιοκτημόνων. Με αυτά τα λεφτά άρχισαν να εξαγοράζουν και τους άκληρους αγρότες. Όμως η ληστεία σα μέθοδος βιοπορισμού πολύ δύσκολα θα μπορούσε να συμβάλει στην ανάπτυξη των ανθρώπων, των τεχνικών μέσων και των πλουτοπαραγωγικών πηγών μιας χώρας: «Κάθε φορά που έφευγαν οι γαιοκτήμονες, οι κολίγοι ανταμείβονταν. Τους ενθάρρυναν να κόβουν τα οπωροφόρα δέντρα (σ.σ. αντί να τα καλλιεργούν) και να πωλούν την ξυλεία για δικό τους όφελος. Ή τους έλεγαν να πληρώνουν το νοίκι στους Ταλιμπάν αντί στα απόντα αφεντικά τους» (17/4). Γρήγορα οι «απελευθερωμένοι» δουλοπάροικοι θα βρουν απέναντί τους ένα χειρότερο αφέντη-καταπιεστή που θα τους γυρίσει πολλούς αιώνες πίσω. Σε ορισμένες περιοχές της κοιλάδας οι Ταλιμπάν έχουν μάλιστα επιβάλει και υποχρεωτική στρατολογία κατά τα μεσαιωνικά πρότυπα: κάθε οικογένεια θα πρέπει να προσφέρει ένα της αγόρι για στρατιωτική εκπαίδευση.
Αυτός ο νέος δυνάστης, με τοπικό εκπρόσωπο στο Σβατ τον Ιμπν-ε-Αμίν, κάθε άλλο παρά επιθυμεί την ειρήνη και την ευημερία του πακιστανικού λαού. Η στρατηγική του υπαγορεύει την άμεση εμπλοκή του πακιστανικού νεοταλιμπανέζικου κινήματος στον πόλεμο που διεξάγεται αυτή τη στιγμή στο γειτονικό Αφγανιστάν. Μια φράξια των «κλασικού τύπου» Ταλιμπάν εκείνη του Σούφι Μουχαμάντ, η Τεχρίκ-ε-Ναφάζ-ε-Σαριάτ-ε-Μοχαμαντί, φαίνεται πως αντιτιθόταν σε μια τέτοια εξέλιξη. Ο Αμίν τορπίλισε την εκεχειρία που είχε υπογραφεί μεταξύ του Μουχάμαντ και της τοπικής κυβέρνησης της επαρχίας και ανάγκασε το μετριοπαθή ηγέτη να αποσυρθεί από το Σβατ. Ήταν εκείνος που προσπάθησε και πέτυχε να επιβάλει σκληρούς όρους στην ειρηνευτική συμφωνία, η οποία αρχικά προέβλεπε μονάχα τον έλεγχο της τοπικής δικαιοσύνης από τους κληρικούς. «Αυτός πίεσε το Φαζλουλάχ και το Μουχάμαντ να προχωρήσουν πέρα από την εγκαθίδρυση ισλαμικών δικαστηρίων και να προωθήσουν αιτήματα που θα έθεταν σχεδόν ολόκληρη τη σφαίρα της δημόσιας ζωής κάτω από τη στενή αυτοπροσδιοριζόμενη ερμηνεία του Ισλάμ από τους ενόπλους. Προκειμένου να αποφύγει περαιτέρω αιματοχυσία, η κυβέρνηση της επαρχίας αποδέχτηκε ακόμα και εκείνα τα σκληρά αιτήματα της συμφωνίας των 17 σημείων, που επιτρέπουν την απαγόρευση της μουσικής, την εκδίωξη των πόρνων και των μαστροπών από την περιοχή, το κλείσιμο των επιχειρήσεων κατά τη διάρκεια της προσευχής, και μια καμπάνια ενάντια σε ό,τι αποκαλούν βλασφημία» (The Gaea News, 13/4).
Εάν δεν υπάρξει αντίσταση σ’ αυτή τη βαρβαρότητα η φασιστική εξουσία των νεο-Ταλιμπάν θα περάσει στη γειτονική επαρχία Πουντζάμπ απειλώντας στα σοβαρά την εξουσία της δυτικόφιλης και σχετικά πιο προοδευτικής αστικής τάξης του Πακιστάν προς όφελος της «Μουσουλμανικής Ένωσης Ναβάζ» και του ισλαμοφασίστα αρχηγού της Ν. Σαρίφ. Ο πακιστανικός λαός θα βυθιστεί στην πιο μεγάλη εξαθλίωση και καταπίεση. Η κυβέρνηση Ζαρνταρί χάνει σιγά-σιγά κάθε λαϊκό έρεισμα κάτω από τα χτυπήματα των ισλαμοφασιστών και οι ειδικοί της δίνουν λίγα περιθώρια ζωής. Σήμερα οι μόνες κοινωνικές δυνάμεις που θα μπορούσαν να αντισταθούν αποφασιστικά και ως το τέλος στην ισλαμοφασιστική λαίλαπα είναι οι πλατιές μάζες του πακιστανικού λαού που μόλις τώρα έχουν αρχίσει να γνωρίζουν σε βάθος τη βία των νέων χίτλερ και δυστυχώς παραμένουν ακόμα πολιτικά ανοργάνωτες. Για να συγκροτηθεί ένας τέτοιος λαϊκός δημοκρατικός πόλος, όχι μόνο στην πολιτική σκηνή του Πακιστάν αλλά παντού στον κόσμο, που θα σταθεί εμπόδιο στα παγκόσμια ηγεμονικά σχέδια του σοσιαλιμπεριαλισμού, χρειάζεται πρώτα-πρώτα να γίνει ένας διαχωρισμός απέναντι στη χιτλερικού τύπου «επανάσταση» που ευαγγελίζονται οι κάθε λογής σοσιαλφασίστες ή ισλαμοφασίστες και στην πραγματική λαϊκή δημοκρατική επανάσταση που θα ξεσπάσει και θα αγκαλιάσει τον πλανήτη κύρια σαν αναγκαία συνέπεια της καταπίεσης που η πρώτη επιφυλάσσει για τους λαούς.