ΙΣΡΑΗΛΟ-ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΙΑΚΟ

ΟΧΙ ΣΤΗ ΔΗΜΑΓΩΓΙΑ ΠΕΡΙ «ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΙΑΚΗΣ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑΣ» ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΓΕΝΟΚΤΟΝΟΥΣ ΤΗΣ ΧΑΜΑΣ

Η αναλογία σε νεκρούς – Παλαιστίνιους και Ισραηλινούς – από τις εκατέρωθεν ρίψεις ρουκετών κατά τη διάρκεια της τελευταίας ισραηλινής επιχείρησης με την επωνυμία «Θερμός Χειμώνας», που ξεκίνησε στα τέλη Φλεβάρη, ήταν περίπου 40:1. Πολλοί από τους νεκρούς ήταν άμαχοι. Χρησιμοποιώντας αυτή την αναλογία και αντιστρέφοντας πλήρως την αλήθεια, οι κάθε λογής ισλαμοφασίστες και σοσιαλφασίστες επιχείρησαν να παρουσιάσουν την ισραηλινή πλευρά σα ναζιστική και ανακάλυψαν μία «γενοκτονία», που υποτίθεται ότι αυτή διέπραξε σε βάρος των Παλαιστινίων.
Στην πραγματικότητα, το ασφαλές κριτήριο για να διαπιστωθεί η ύπαρξη μιας γενοκτονίας δεν είναι ο αριθμός των νεκρών αμάχων αλλά η συνολική παγκόσμια και τοπική φύση ενός πολέμου και τα κίνητρα των δύο πλευρών του. Στην προκειμένη περίπτωση οι επιθέσεις των Ισραηλινών στη Γάζα γίνονται με στόχο την υπεράσπιση της ύπαρξης του ισραηλινού πληθυσμού και του ισραηλινού κράτους και δεν αποσκοπούν στην εξόντωση του παλαιστινιακού πληθυσμού. Αντίθετα, οι επιθέσεις της Χαμάς σε πόλεις του νότιου Ισραήλ αλλά και οι στοχευμένες δολοφονίες αμάχων από την πλευρά του υπαγορεύονται από το ρατσιστικό μίσος της παραπάνω οργάνωσης η οποία έχει σαν διακηρυγμένο στόχο της την εξολόθρευση όλων ανεξαίρετα των εβραίων κατοίκων του μαζί με τη βίαιη κατάργηση του διεθνώς αναγνωρισμένου κράτους τους. Αυτός είναι ο βασικός λόγος της διπλωματικής απομόνωσης που έχει υποστεί η Χαμάς από τους δημοκράτες σε όλο τον κόσμο. Το οικονομικό εμπάργκο των Ισραηλινών στη Γάζα έγινε αυστηρότερο όταν η Χαμάς κατάφερε μέσα από ένα πραξικόπημα πέρσι το καλοκαίρι να πάρει εκεί την απόλυτη εξουσία από την παλαιστινιακή κυβέρνηση για να χρησιμοποιήσει το έδαφος της σαν εφαλτήριο μαζικών πυραυλικών επιθέσεων κατά του Ισραήλ. Το ότι στόχος του εμπάργκο ήταν η Χαμάς και όχι ο άμαχος παλαιστινιακός πληθυσμός αποδεικνύεται απ’ το ότι – αν εξαιρέσουμε τα απαραίτητα για την κατασκευή ρουκετών όπως π.χ. καύσιμα και ηλεκτρικό ρεύμα – ορισμένα αγαθά πρώτης ανάγκης όπως τρόφιμα και φάρμακα συνέχισαν να φτάνουν στη Γάζα παρά τον αποκλεισμό (βλ. Νιου Γιορκ Τάιμς, 14/12).
Στις 27 Φλεβάρη πραγματοποιήθηκε κοινή επίθεση της Χαμάς, των Επιτροπών «Λαϊκής Αντίστασης» (μιας φιλο-Χεζμπολάχ οργάνωσης) και της Ισλαμικής Τζιχάντ σε βάρος της ισραηλινής βιομηχανικής πόλης Ασκελόν. Ήταν η πρώτη φορά που βομβαρδιζόταν η πόλη αυτή καθώς οι μέχρι τότε πύραυλοι που εκτοξεύονταν από τη Γάζα ήταν μικρού βεληνεκούς (πύραυλοι Κασάμ). Ο βομβαρδισμός του Ισραήλ με πυραύλους Γκραντ – και αργότερα Κατιούσα – ανέβασε τη σύγκρουση σε νέο επίπεδο. Μόνο τότε αποφάσισε η ισραηλινή πολιτική και στρατιωτική ηγεσία να θέσει σε εφαρμογή τη στρατιωτική επιχείρηση «Θερμός Χειμώνας», δηλαδή την αεροπορική και χερσαία επίθεση με στόχο να πληγεί η υποδομή των ισλαμοφασιστών δολοφόνων. Τις λίγες μέρες που κράτησε, επλήγησαν στόχοι της Χαμάς, με σημαντικότερο το γραφείο του ψευτοπρωθυπουργού, Ι. Χανίγιε, καθώς και εργοστάσια ή αποθήκες ρουκετών. Από την πλευρά των ισλαμοφασιστών ρίφθηκαν καμιά 200αριά ρουκέτες κατά των πόλεων Σντερότ, Ασκελόν και Νετιβότ. Ο τελικός απολογισμός της επιχείρησης ήταν αρνητικός για το Ισραήλ. Απόδειξη ότι αφού αποχώρησαν οι ισραηλινοί στρατιώτες από τη Γάζα, μια ισλαμοφασιστική οργάνωση επιτέθηκε σε εβραϊκή θρησκευτική σχολή στην Ιερουσαλήμ σφάζοντας 8 σπουδαστές, με τις ευλογίες της Χαμάς.
Όμως στο διεθνές πολιτικό και διπλωματικό επίπεδο το εμπάργκο και η προσβολή από το Ισραήλ των στρατιωτικών θέσεων της Χαμάς ήταν μια ακόμα ήττα.
Το Ισραήλ ζημιώθηκε από αυτή την εκστρατεία πρωτίστως γιατί φάνηκε στα μάτια της παγκόσμιας κοινής γνώμης ότι φέρθηκε πολύ «σκληρά» απέναντι στους Παλαιστίνιους. Αυτή την εντύπωση την πέτυχαν οι ισλαμοφασίστες όταν από την πρώτη στιγμή της σύγκρουσης συνέχισαν την πάγια παγκόσμια εκστρατεία καταγγελίας αυτού που οι ίδιοι ονομάζουν «γενοκτονία του παλαιστινιακού λαού από τους σιχαμερούς Σιωνιστές». Το βασικό επιχείρημα της πιο πάνω εκστρατείας είναι πάντα και ήταν και τώρα ο μεγαλύτερος αριθμός των αμάχων που έπεσαν θύματα των ισραηλινών ρουκετών από ότι ο αριθμός των αμάχων ισραηλινών. Στην πραγματικότητα, και για τους παλαιστινιακούς θανάτους ευθύνεται κύρια η ίδια η Χαμάς, που εσκεμμένα εκτοξεύει ρουκέτες μέσα από κατοικημένα κτίρια για να σκοτώνουν οι ισραηλινοί κυρίως αμάχους βομβαρδίζοντας αυτές τις θέσεις. Δηλαδή προβοκατόρικα προσφέρει τις ζωές των Παλαιστινίων στο βωμό των φρικτών ναζιστικών επιδιώξεών της. Αυτό κάνει άλλωστε και με τη μετατροπή των υπηκόων της σε αυτόχειρες ακριβώς όπως έκανε ο γιαπωνέζικος ναζιστικός αυτοκρατορικός στρατός με τους καμικάζι. Από φωτογραφίες που δημοσίευσε το Associated Press αποδεικνύεται ολοκάθαρα ότι ρουκέτες των ισλαμοναζί εκτοξεύονται μέσα από πυκνοκατοικημένες περιοχές (AP, 29/2). Πρόκειται για την ίδια τακτική που εφαρμόστηκε από τη Χεζμπολάχ κατά τη διάρκεια του ισραηλο-λιβανέζικου πολέμου και χρησιμοποιήθηκε τόσο πετυχημένα σαν πολιτικό της όπλο. Όπως πολύ σωστά παρατήρησε ο ισραηλινός κυβερνητικός εκπρόσωπος Ντ. Μπέικερ, οι ισλαμοφασίστες «κρύβονται πίσω από τους ίδιους τους πολίτες, χρησιμοποιώντας τους σαν ανθρώπινες ασπίδες, ενώ στοχεύουν ενεργά κατά ισραηλινών αστικών κέντρων» (USA Today, 1/3).
Παρά τις δηλώσεις αυτές, που ελάχιστοι άνθρωποι στον κόσμο άκουσαν και ακόμα λιγότεροι πρόσεξαν, οι Ισραηλινοί αντιμετώπισαν το ζήτημα με την αλαζονεία της στρατιωτικής ισχύος τους, και αρκέστηκαν να πραγματοποιήσουν τη στρατιωτική τους επέμβαση χωρίς να κάνουν μία αντίστοιχη παγκόσμια πολιτική καμπάνια για την καταγγελία της δολοφονικής προβοκατόρικης ταχτικής του ισλαμοφασισμού απέναντι στους τους πολίτες. Δεν πήραν επίσης κανένα ειδικό πολιτικό και στρατιωτικό μέτρο όπως και στον πόλεμο του Λιβάνου για να αντιμετωπίσουν την πολιτική της ανθρώπινης ασπίδας που χρησιμοποιεί ο ισλαμοναζισμός και έτσι χάσανε για μια ακόμα φορά την παγκόσμια πολιτική και διπλωματική μάχη. Έτσι η μόνη χώρα που τους υποστήριξε ανοιχτά και τότε και τώρα ήταν μόνο οι απομονωμένες πολιτικά και μισητές στον αραβικό κόσμο ιμπεριαλιστικές ΗΠΑ. Όσο για την πάντα οπορτουνιστική ΕΕ αυτή πήρε μάλλον φιλο-Χαμάς στάση καταδικάζοντας μεν τις επιθέσεις της Χαμάς, αλλά χαρακτηρίζοντας την απάντηση των Ισραηλινών σα «δυσανάλογη» και σαν παράβαση του διεθνούς δικαίου. Πάντως η Ευρώπη κατάφερε να ψελλίσει ότι η δράση των ισλαμοφασιστών είναι τρομοκρατική, πράγμα που δεν έκανε ο ΟΗΕ εξαιτίας της ηγεμονίας των δυνάμεων του νεοναζιστικού ρωσο-κινέζικου άξονα μέσα του και της συκοφαντικής εκστρατείας που εξαπέλυσαν.
Όμως η εκστρατεία αυτή των νεοναζιστών αντισημιτών της Χαμάς δε θα μπορούσε εύκολα να θεμελιωθεί ιδεολογικά εάν δεν είχε προηγούμενα την έγκριση της σημερινής σοσιαλφασιστικής ηγεσίας της Παλαιστινιακής Αρχής. Ειδικότερα, δε θα μπορούσε να πετύχει τον πολιτικό της στόχο, που ήταν να διακόψει τις ειρηνευτικές συνομιλίες εάν η ηγεσία του παλαιστινιακού κράτους δεν είχε διαβρωθεί από ένα όργανο του ρωσικού σοσιαλιμπεριαλισμού, όπως είναι ο πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής Μαχμούντ Αμπάς. Αυτός ο προβοκάτορας, που έκανε το διδακτορικό του στη Μόσχα με θέμα τη «μυστική διασύνδεση ανάμεσα στους ναζί και τους ηγέτες του σιωνιστικού κινήματος», συνέβαλε όσο κανείς άλλος στο τωρινό αδυνάτισμα της διπλωματικής θέσης των Ισραηλινών. Παρότι δηλώνει εχθρός της Χαμάς μόνο και μόνο για να κερδίζει την υποστήριξη της Δύσης και του Ισραήλ και να τσακίζει σταδιακά όλες τις εθνικιστικές παλαιστινιακές τάσεις της Φατάχ, δε διστάζει να συναδελφώνεται μαζί της σε όλες τις κρίσιμες στιγμές για να βάζει σε δύσκολη θέση τις δυτικές προσπάθειες ειρήνευσης και λύσης του ισραηλο-παλαιστινιακού. Έτσι στις 27/2 ο Αμπάς κατήγγειλε δημόσια ότι η Χαμάς συνεργάζεται με την Αλ Κάιντα. Αυτό το έκανε μόνο και μόνο για να σπρώξει την ισραηλινή πλευρά να επιτεθεί στη Γάζα δίνοντάς της την εντύπωση ότι σε μια τέτοια περίπτωση θα τη στήριζε απλόχερα. Μόλις όμως οι Ισραηλινοί ξεκίνησαν την επιχείρησή τους δύο μέρες αργότερα, ο Αμπάς ανακοίνωσε τη διακοπή κάθε επαφής μαζί τους (Μοντ, 7/3) και κατήγγειλε τη δράση τους σαν «κάτι περισσότερο από Ολοκαύτωμα» (BBC News, 2/3). Η δήλωση αρκούσε για να προσλάβει η σύγκρουση Ισραηλινών-Χαμασιτών «εθνικά» χαρακτηριστικά. Η θλιβερή Ράις πήγε κατευθείαν εκεί για να τον παρακαλέσει να ξαναρχίσει τις ειρηνευτικές συνομιλίες με το Ισραήλ αλλά αυτός έθεσε σαν όρο την εφαρμογή εκεχειρίας στην περιοχή και προτίμησε να υπογράψει συμφωνία με τη Χαμάς στις 23 Μάρτη – τη λεγόμενη διακήρυξη της Σανά – που προβλέπει την επανέναρξη του διαλόγου μεταξύ Φατάχ και Χαμάς μέσα στο πλαίσιο μίας πρότασης που έθεσε η κυβέρνηση της Υεμένης. Η τελευταία ορίζει ότι ο διάλογος θα γίνει στη βάση όσων είχαν συμφωνηθεί προηγουμένως στο Κάιρο και τη Μέκκα, δηλαδή τη δημιουργία μιας κυβέρνησης «εθνικής ενότητας» και τελικά την ενοποίηση των παλαιστινιακών δυνάμεων ασφαλείας (Μοντ, 25/3). Με δυο λόγια, η έγνοια του Αμπάς μετά την απώλεια της εξουσίας του στη Γάζα είναι πώς θα μπορέσουν οι ναζιστές να ισχυροποιηθούν και στο υπόλοιπο τμήμα της χώρας του.
Αντίθετα λοιπόν από όσα ισχυρίζονται οι σοσιαλφασίστες και ισλαμοφασίστες, τα συμφέροντα του παλαιστινιακού λαού δεν κινδυνεύουν από την «επιθετικότητα» των «σιχαμερών Σιωνιστών» αλλά από τη δράση των ναζιστικών δυνάμεων μέσα στην ίδια του τη χώρα. Με το συντονισμό ενός προβοκάτορα – και πράκτορα μιας ολόκληρης νεοανερχόμενης υπερδύναμης – οι δυνάμεις αυτές προωθούν τη σταδιακή ναζιστικοποίηση της Παλαιστίνης και προετοιμάζουν τις μάζες για την εφαρμογή στο κοντινό μέλλον μιας πραγματικής γενοκτονίας, ενός νέου αντιεβραϊκού Ολοκαυτώματος, που θα στιγματίσει για πολύ καιρό το μικρό αραβικό έθνος.