Ο ΛΑΟΣ ΤΗΣ ΒΕΝΕΖΟΥΕΛΑΣ ΕΙΠΕ ΕΝΑ ΠΡΩΤΟ ΝΙΚΗΦΟΡΟ “ΟΧΙ” ΣΤΟΝ ΤΣΑΒΙΣΜΟ
Η αντίσταση στο σοσιαλφασισμό πλαταίνει και ριζοσπαστικοποιείται

Όταν ο πρόεδρος της Βενεζουέλας Τσάβες ετοίμαζε τις 69 τροποποιήσεις στο Σύνταγμα της χώρας του για να τις υποβάλει στη λαϊκή ετυμηγορία ήταν αισιόδοξος για το αποτέλεσμα. Δήλωνε μάλιστα ότι στις 2 Δεκέμβρη, ημερομηνία του δημοψηφίσματος, «πεθαίνει η καπιταλιστική Βενεζουέλα και γεννιέται η σοσιαλιστική Βενεζουέλα». Να όμως που ο λαός της Βενεζουέλας απέρριψε με τη μία τις «σοσιαλιστικές» μεταρρυθμίσεις του προέδρου, και μαζί μ’ αυτές την απόπειρά του να παγιώσει και να διευρύνει την εξουσία του.
Εναντίον των τροποποιήσεων τάχθηκε, συγκεκριμένα, το 51% των ψηφισάντων, ενώ ένα 44% του κόσμου δεν πήγε καν να ψηφίσει, κάτι που μαρτυρά όξυνση των αντιθέσεων μέσα στους κόλπους του κυβερνητικού στρατοπέδου. Η στάση αυτή του εκλογικού σώματος εξόργισε τον Τσάβες σε τέτοιο βαθμό, ώστε να εκφραστεί προσβλητικά για τους ψηφοφόρους και να τους απειλήσει ότι «δεν έχει τελειώσει» ακόμα με τις μεταρρυθμίσεις του. Χρειάστηκε η επέμβαση του στρατού, το βράδυ του δημοψηφίσματος, για να αναγκαστεί ο πρόεδρος να αποδεχτεί με μισή καρδιά το αποτέλεσμα (βλ. Νιου Γιορκ Τάιμς, 6/12). Η πανικόβλητη στάση της πολιτικής ηγεσίας της χώρας απέναντι στην ετυμηγορία του λαού φανερώνει τον βαθιά αντιλαϊκό χαρακτήρα των προωθούμενων συνταγματικών ρυθμίσεων. Το ίδιο και ο τρόπος που επιχειρήθηκε να περάσουν: χωρίς διεξοδική συζήτηση με τις μάζες και με απόντα κάθε αντίλογο, καθώς οι κρατούντες είχαν φροντίσει προηγούμενα να υποτάξουν με κλείσιμο καναλιών την τηλεοπτική πληροφορία. Το δημοψήφισμα διεξήχθη μέσα σ’ ένα κλίμα εκφοβισμού και πιέσεων απέναντι στη μεγάλη μάζα των δημόσιων υπαλλήλων και των αποδεκτών της κρατικής βοήθειας. Μάλιστα παρατηρήθηκαν και περιστατικά στυγνής αντιλαϊκής βίας και καταστολής. Για παράδειγμα, δύο φοιτητές που συμμετείχαν στις μαζικές αντικαθεστωτικές διαδηλώσεις κατήγγειλαν ότι απήχθηκαν και βασανίστηκαν από ένοπλους μασκοφόρους στην πόλη Μπαρκισιμέτο (στο ίδιο, 30/11).
Τέτοιου είδους προσπάθειες να επιβληθεί ο «σοσιαλισμός» από τα πάνω με διοικητικές μεθόδους είναι το ακριβώς αντίθετο με το πνεύμα του σοσιαλισμού, όπου οι ίδιες οι εργαζόμενες μάζες μπαίνουν στο προσκήνιο για να πραγματοποιήσουν τις κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές που απαιτεί η μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας. Ο μόνος που κάνει «κοινωνικές επαναστάσεις» από τα πάνω είναι ο εθνικοσοσιαλισμός. Τέτοιας φύσης είναι οι προσπάθειες του προέδρου και της στενής κρατικο-κομματικής κλίκας που τον περιβάλλει να καταλύσουν τους αστικοδημοκρατικούς θεσμούς στη Βενεζουέλα. Δεν πρόκειται για επανάσταση από τα κάτω, αλλά για πραξικόπημα από τα πάνω, με στόχο την πολιτική δικτατορία της τσαβικής κλίκας. Εκεί οδηγούν οι ρυθμίσεις που προβλέπουν την παράταση της προεδρικής θητείας από τα 6 στα 7 χρόνια, το δικαίωμα εκ νέου υποβολής υποψηφιότητας στα 2012 για τον Τσάβες, την αύξηση των απαιτούμενων υπογραφών για τη διενέργεια δημοψηφίσματος σχετικά με την ανάκλησή του. Πιο άμεσα οδηγούν στην πολιτική δικτατορία τα τρία βασικότερα πολιτικά μέτρα αυτού του δημοψηφίσματος, που είναι: η μεταβίβαση εξουσιών και κονδυλίων από τις πολιτείες και τους δήμους στα ελεγχόμενα από τους τσαβιστές κοινοτικά συμβούλια, η δημιουργία νέων περιφερειών στη χώρα με διοίκηση που δε θα εκλέγεται, αλλά θα διορίζεται από την κυβέρνηση, και, κυρίως, το δικαίωμα του προέδρου να κηρύσσει κατάσταση έκτακτης ανάγκης και να διενεργεί συλλήψεις χωρίς απαγγελία κατηγοριών. Δίπλα σε αυτά τα πολιτικά μέτρα υπάρχουν και τα κοινωνικά σοσιαλφασιστικά μέτρα που σηματοδοτούν, στο βάθος, το σφετερισμό της ιδιοκτησίας της παλιάς αστικής τάξης από τη νέου τύπου αστική τάξη που δημιούργησε και εξέθρεψε ο τσαβισμός (την οποία, όπως γράφαμε σε προηγούμενο άρθρο μας, οι δημοκράτες της Βενεζουέλας ονομάζουν μπολι-μπουρζουαζία, δηλαδή αστική τάξη της «μπολιβαριανής», ήγουν τσαβικής, «επανάστασης»). Αυτές οι διατάξεις αφορούν τη δήμευση των εξοχικών κατοικιών των πλουσίων χωρίς δικαστική άδεια, το δικαίωμα κατάληψης των προς κρατικοποίηση ιδιωτικών επιχειρήσεων και τη θεσμοθέτηση από τα πάνω της «συλλογικής ιδιοκτησίας» με τη μορφή της κοοπερατίβας.
Για να πετύχει ο Τσάβες να εξασφαλίσει από τις μάζες να ψηφίσουν τις αλυσίδες τους, προσπάθησε να τις δωροδοκήσει προσφέροντάς τους ορισμένες πρόσθετες οικονομικές παροχές. Αυτή είναι η συνταγή του Χίτλερ: δίνουμε ψωμί στη φτωχολογιά, αρκεί αυτή να μας προσφέρει τις πολιτικές ελευθερίες της. Αλλά ο λαός της Βενεζουέλας δεν έπεσε στην παγίδα και αρνήθηκε τη δωροδοκία. Κλώτσησε δηλαδή μακριά το δέλεαρ της εξάωρης ημερήσιας εργασίας, της δημόσιας σύνταξης για το επάγγελμα του οικοδόμου, της οικιακής βοηθού ή του υπαίθριου πωλητή. Ούτε επίσης δελεάστηκε από τη δημαγωγική παροχή ψήφου στα 16 και την ακόμα πιο δημαγωγική απαγόρευση από τα πάνω των «διακρίσεων με βάση το φύλο».
Ο λαός όλο και περισσότερο καταλαβαίνει ότι ο σοσιαλισμός τον οποίο με τόση θέρμη προαναγγέλλει ο πρόεδρος Τσάβες είναι μόνο στα λόγια σοσιαλισμός. Στην πράξη είναι φασισμός. Οι μάζες έχουν δει την ανάδυση μέσα από τον κρατικό μηχανισμό της αρπακτικής και αδυσώπητης μεγάλης μπολι-μπουρζουαζίας, που ζει παρασιτικά απολαμβάνοντας τεράστια προνόμια από το σφετερισμό του δημόσιου πλούτου και βασικά της πετρελαϊκής υπεργαιοπροσόδου. Διαισθάνονται δηλαδή ότι η «συλλογική» ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής σημαίνει ακριβώς μεγαλύτερα δοσίματα και επιβαρύνσεις προς όφελος αυτής της νέας μεγαλοαστικής τάξης. Επίσης έχουν γνωρίσει από πρώτο χέρι την αυθαιρεσία και τη διαφθορά της υπερδιογκωμένης μικρομεσαίας νέας τσαβικής κρατικής γραφειοκρατίας και ξέρουν ότι αυτός ο «σοσιαλισμός» θα τη δυναμώσει. Ξέρουν δηλαδή ότι τα τοπικά συμβούλια (σοβιέτ) που θα δημιουργηθούν και θα διαχειρίζονται ζητήματα υποδομής και κοινωνικών παροχών θα πρέπει να δηλώνουν υποταγή στην κεντρική πολιτική εξουσία, για να λαμβάνουν χρηματοδότηση. Ότι οι κατοικίες που θα δημευθούν προορίζονται να στεγάσουν τους ισχυρότερους από τους υποστηρικτές του Τσάβες. Ότι η ψήφος στα 16 θα οδηγήσει στη χειραγώγηση ενός μέρους του εκλογικού σώματος με όπλο μια πιο γενναιόδωρη σχολική βαθμολογία για τους «καταραμένους της τάξης». Ότι η απαγόρευση των διακρίσεων με βάση το φύλο δεν μπορεί να υποστηρίζεται στα σοβαρά από έναν πρόεδρο που απείλησε ότι θα σκοτώσει την πρώην γυναίκα του, όταν εκείνη τάχθηκε κατά των νέων μέτρων.
Όσο για τα 6ωρα και τις συντάξεις, αυτά ο λαός ξέρει πως θα εξανεμιστούν μόλις η χώρα βρεθεί αντιμέτωπη με το υπέρογκο δημόσιο χρέος, στο οποίο την οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια η οικονομική και δημοσιονομική πολιτική Τσάβες. Ήδη, για να αναγκάσει τους αγρότες να μπουν στις κοοπερατίβες και με πρόσχημα τη διευκόλυνση των καταναλωτών, η σοσιαλφασιστική κλίκα που βρίσκεται στην εξουσία έχει μειώσει υπερβολικά την τιμή των αγροτικών προϊόντων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την ανησυχητική έλλειψη προϊόντων πρώτης ανάγκης –όπως π.χ. γάλα ή αβγά– από τα ράφια των σουπερμάρκετ (στο ίδιο, 17/11). Ο πληθωρισμός έχει ξεπεράσει το 4,4% και το νόμισμα της χώρας, το μπολιβάρ, έχει υποτιμηθεί έναντι του δολαρίου εξαιτίας της εξόδου πολλών ξένων επιχειρήσεων, που με τη σειρά της προκλήθηκε από την απειλή που ένιωσαν αυτές ύστερα από την αναγγελία των σοσιαλφασιστικών μέτρων απαλλοτρίωσης του ιδιωτικού κεφάλαιου.
Αρκετοί άνθρωποι που δεν καταλαβαίνουν καλά τη διαφορά ανάμεσα στο σοσιαλφασισμό και το σοσιαλισμό μπερδεύονται από το ότι η πολιτική Τσάβες ευνοεί την εθνικοποίηση πολλών ξένων ιδιωτικών επιχειρήσεων ή ότι γίνονται κάποιες μεγαλύτερες από παλιά κρατικές παροχές στη φτωχολογιά.
Όμως αυτά τα μέτρα από μόνα τους δεν έχουν σώνει και καλά σοσιαλιστικό χαραχτήρα. Είναι μέτρα που μπορεί να τα παίρνει είτε η σοσιαλδημοκρατία κλασικού τύπου είτε ο σοσιαλφασισμός. Στη Βενεζουέλα συμβαίνει το δεύτερο. Οι νέες παροχές στους φτωχούς προέρχονται από τα κέρδη που αποφέρει στο κράτος ο έλεγχος των τεράστιων πετρελαϊκών αποθεμάτων της χώρας, που οι τιμές τους τώρα βρίσκονται σε πρωτοφανή ιστορικά ύψη. Όμως δεν είναι το επαναστατικό κράτος του λαού που πήρε στα χέρια του αυτές τις πλουτοπαραγωγικές πηγές κι αυτές τις επιχειρήσεις, αλλά η σοσιαλφασιστική συμμορία Τσάβες. Το αποτέλεσμα είναι ότι η αρπαγή αυτή θα οδηγήσει, ήδη οδηγεί, σε μεγαλύτερες ταξικές ανισότητες και σε μεγαλύτερη πολιτική και κοινωνική καταπίεση των πλατιών λαϊκών μαζών, πράγμα που εκφράζεται από το δημοκρατικό κίνημα των φοιτητών. Στο βάθος αυτά συμβαίνουν γιατί η κρατική εξουσία πήρε τον έλεγχο των παραγωγικών δυνάμεων όχι για να τις αναπτύξει παραπέρα –όπως θα γινόταν στην πρώτη περίπτωση–, αλλά, αντίθετα, για να τις καταστρέψει. Ας πάρουμε για παράδειγμα την περίπτωση της πετρελαϊκής βιομηχανίας, που είναι και η ραχοκοκαλιά της οικονομίας της Βενεζουέλας. Η ιδιοποίηση της πετρελαϊκής γαιοπροσόδου από την παρασιτική κλίκα δε συνεπάγεται στην περίπτωση αυτή καμιά αύξηση της παραγωγής. Το αντίθετο μάλιστα. Παρά τις δηλώσεις των αξιωματούχων του καθεστώτος, που ανεβάζουν την πετρελαϊκή παραγωγή στα 3,3 εκ. βαρέλια τη μέρα, η πραγματική παραγωγή, σύμφωνα με αξιωματούχους του ΟΠΕΚ, ανέρχεται σε 2,5 εκ. βαρέλια, δηλαδή ένα εκατομμύριο παρακάτω από το επίπεδο στο οποίο βρισκόταν όταν ο Τσάβες πήρε την εξουσία (10/4). Αυτό ενισχύει την ανοδική τάση της τιμής του πετρελαίου και αναγκάζει την κυβέρνηση να πληρώνει δις δολάρια για να διατηρεί την τιμή της καταναλωτικής βενζίνης σε ανεκτά όρια. Την ίδια στιγμή το προσωπικό της κρατικής επιχείρησης πετρελαίου (PDVSA) έχει αυξηθεί κατά 29% από το 2001. Ανεξάρτητοι αναλυτές υποστηρίζουν ακόμα ότι οι εκρήξεις και τα εργατικά ατυχήματα αναμένονται να αυξηθούν σε συχνότητα. Αυτό οφείλεται στην πολιτική της κυβέρνησης, που, αντί να αποδεσμεύσει κονδύλια για τη συντήρηση των εγκαταστάσεων και για έρευνα, τα ξοδεύει στη λεγόμενη «κοινωνική ανάπτυξη», ενισχύοντας τις τσέπες των διευθυντικών στελεχών και διογκώνοντας την PDVSA με υπεράριθμους υπαλλήλους. Στο μεταξύ ο ασφυκτικός πολιτικός έλεγχος της κυβέρνησης πάνω στην επιχείρηση έχει οδηγήσει στην απόλυση περισσότερων από 17.000 εργαζομένων που συμμετείχαν στις απεργιακές κινητοποιήσεις του ’03 (στο ίδιο).
Ένα άλλο σημαντικό μέρος της πετρελαϊκής υπερ-γαιοπροσόδου ξοδεύεται στη διεθνή σοσιαλφασιστική διπλωματία του άξονα Ρωσίας-Κίνας-Ιράν, της οποίας το καθεστώς Τσάβες αποτελεί έναν απλό κρίκο. Πολλά δηλαδή από τα λεφτά του πετρελαίου πηγαίνουν σε πράξεις διεθνούς οικονομικής δωροδοκίας, μέσω της οποίας το καθεστώς Τσαβες προσπαθεί να εξασφαλίσει συμπάθειες στη φτωχολογιά άλλων χωρών, αλλά και να εξαρτήσει διπλωματικά άλλες χώρες κυρίως της περιοχής. Αυτό το νόημα έχει η παροχή φτηνού πετρελαίου στους φτωχούς μερικών πόλεων των ΗΠΑ. Άλλωστε, και εδώ στην Ελλάδα έχουμε μια πρώτη γεύση από αυτή τη δωροδοκία, όταν ο ΣΥΝ εξασφάλισε φτηνό πετρέλαιο από τον Τσάβες για να το μοιράσει στους δημότες ο δήμαρχός του της Καισαριανής! Η αληθινή ταξική φύση αυτού του φαινομενικού «αντικαπιταλισμού» και «αντιιμπεριαλισμού» του Τσάβες, που προβάλλεται από τους σοσιαλφασίστες όταν αυτός απαλλοτριώνει τις δυτικές επιχειρήσεις ή τους επιβάλλει βαριά φορολογία, αποκαλύπτεται από τη δραστήρια κίνησή του προς τους ανατολικούς φασιστικού τύπου ιμπεριαλισμούς και υποϊμπεριαλισμούς. Η παροχή πάμφθηνου πετρελαίου προς την Κούβα είναι ευρέως γνωστή. Τώρα η Βενεζουέλα έχει αρχίσει να κάνει μπίζνες και με κινεζικές και ιρανικές πετρελαϊκές εταιρίες, ενώ οι πωλήσεις προς τις ΗΠΑ σημειώνουν ραγδαία πτώση. Ο Τσάβες σπάει τους δεσμούς της χώρας του με τις ΗΠΑ και την ΕΕ όχι για να την απελευθερώσει από το δυτικό ιμπεριαλισμό, αλλά να την υποτάξει στον ακόμα πιο κανιβαλικό ρώσικο σοσιαλιμπεριαλισμό και να την εντάξει στα πολεμικά του σχέδια. Ο ενεργειακός στραγγαλισμός της πλούσιας Δύσης αποτελεί μέρος αυτών των σχεδιασμών και η Βενεζουέλα συμβάλλει ήδη στην υλοποίησή τους σε συνεργασία με το Ιράν. Μέσα στον ΟΠΕΚ και οι δύο αυτές χώρες παλεύουν για να αυξήσουν παραπέρα την τιμή του αργού. Να γιατί δίνουν οι ρώσοι ιμπεριαλιστές όπλα στον Τσάβες, να γιατί στηρίζουν την ενεργειακή του πολιτική. Να γιατί κάνει ο υπερφίαλος αυτός δικτατορίσκος πολιτικές και στρατιωτικές συμμαχίες με τους κινέζους σοσιαλφασίστες και τους ιρανούς ισλαμοφασίστες.
Μία τέτοια γενική τυχοδιωκτική και εξαιρετικά αντιδραστική πολιτική είναι επόμενο να βρει φανατικούς πολέμιους, όχι μόνο μέσα στους δυτικόφιλους αστούς της χώρας και στους δημοκράτες, αλλά και μέσα στο ίδιο το στρατόπεδο του τσαβισμού. Το συνταγματικό ζήτημα έχει διασπάσει την πολιτική συμμαχία του σκληρού σοσιαλφασισμού με τις άλλες «φίλιες» δυνάμεις. Υψηλόβαθμα στελέχη του στρατού, κυβερνήτες επαρχιών και πολιτικά στελέχη του κυβερνητικού συνασπισμού έχουν εκφράσει ανοιχτά την αντίθεσή τους στις αλλαγές. Ο στρατηγός Μπαδουέλ –πρώην υπουργός Άμυνας– τις χαρακτήρισε πραξικόπημα, ενώ ένας από τους θεωρητικούς του Τσάβες, ο δρ. Ντίτριχ, είπε ότι «οι επαναστάτες ηγέτες, όταν μετατρέπονται σε μονομερείς συντονιστές, καταβροχθίζουν τις επαναστάσεις τους». Στο μεταξύ όλο και περισσότερο η ψυχή του αντι-τσάβες μετώπου είναι οι ριζοσπάστες αριστεροί φοιτητές που πρωτοστατούν στο μεγαλειώδες κίνημα αντίστασης. Έτσι, η αντίσταση που περίμενε αρχικά να αντιμετωπίσει ο «κόκκινος πρόεδρος» αποδείχτηκε πολύ πλατύτερη. Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με την αντίσταση δυο-τριών πολυεθνικών, που στο κάτω-κάτω είναι μισητές στις μάζες και μπορούν άλλωστε αρκετά εύκολα να εξαγοραστούν με ορισμένα οικονομικά ανταλλάγματα σε άλλα πεδία και να υποκύψουν, αλλά στην εναντίωση των πλατιών λαϊκών μαζών. Καμιά απ’ όλες αυτές τις δυνάμεις δε θέλει να ζήσει κάτω από ένα στυγνό σοσιαλφασιστικό καθεστώς τύπου Κάστρο. Η τελευταία από τις πρωτοτυπίες του Τσάβες, η πρότασή του για δημιουργία συνομοσπονδίας ανάμεσα στη Βενεζουέλα και την Κούβα, το μόνο που κατάφερε ήταν να τον κάνει ακόμα πιο αντιπαθητικό απ’ ό,τι πριν.

Ο Τσάβες και η συμμορία του θα γίνονται μέρα με τη μέρα ολοένα και πιο αντιπαθητικοί σε όλο και πιο πλατιά στρώματα και θα οδηγηθούν αργά ή γρήγορα σε αδιέξοδο. Ήδη οι αντιθέσεις της σοσιαλφασιστικής κλίκας που είναι στην εξουσία με την ντόπια ιδιωτική μη κρατικοδίαιτη αστική τάξη, αλλά και τις πλατιές μάζες, έχουν οξυνθεί σε τέτοιο βαθμό, που είναι αδύνατο πλέον σ’ αυτή την ολιγομελή κλίκα να κυβερνήσει όπως προηγούμενα. Είναι αναγκασμένη να καταφύγει σε πιο αυταρχικές μεθόδους διακυβέρνησης, και κάτω από αυτό το πρίσμα θα πρέπει να δούμε τις επιχειρούμενες συνταγματικές τροποποιήσεις. Από την άλλη, η πάλη του λαού της Βενεζουέλας με τον τσαβισμό αναπόφευκτα θα ενταθεί και ένα νέο λαϊκό επαναστατικό κόμμα θα ξεπεταχτεί κάποια στιγμή μέσα απ’ αυτήν.
Το αληθινό πρόβλημα με τα αντι-σοσιαλφασιστικά κινήματα του Τρίτου Κόσμου είναι ότι σε μια ολόκληρη περίοδο έχουν επικεφαλής τους τις αστικές τάξεις και στις σημαίες τους γράφουν τις αστικές φιλελεύθερες ή εθνικές ιδεολογίες. Αυτή η περίοδος θα διαρκέσει για αρκετά χρόνια ακόμα, ως ότου οι μάζες θα διαπιστώσουν ξανά και ξανά μέσα από την πείρα τους ότι οι αστικές τάξεις και οι αστικές ιδεολογίες δεν μπορούν ούτε συνέπεια να έχουν ούτε νίκες βάθους να δώσουν απέναντι στο σοσιαλφασισμό. Αυτό συμβαίνει στην Ουκρανία και στη Σερβία, αυτό στη Ζιμπάμπουε και στην Αϊτή, αυτό στη Βολιβία και στη Βιρμανία. Ο σοσιαλφασισμός θα νικηθεί μόνο με σοσιαλισμό και με οργανωμένες εργατικές τάξεις απέναντί του. Γι’ αυτό τα αντισοσιαλφασιστικά κινήματα θα γίνονται όλο και πιο ριζοσπαστικά. Η βενεζουέλα το απέδειξε. Ο αντιτσαβικός αγώνας ξεκίνησε με τα δημοκρατικά κινήματα της μεγαλοαστικής αστικής τάξης, που ως τέτοια νικήθηκαν και τέλειωσαν με την ήττα του οπερετικού πραξικοπήματος του 2002. Τώρα το νέο κίνημα, το φοιτητικό, είναι ένα πιο ριζοσπαστικό δημοκρατικό κίνημα με επικεφαλής τη ριζοσπαστική μικροαστική και μικρή αστική τάξη. Ευχόμαστε να νικήσει. Αλλά, αν δεν αποδειχτεί αρκετά έμπειρο για να το κάνει, τότε πιστεύουμε ότι αργά ή γρήγορα μια λαϊκή και εργατική Αριστερά θα συγκροτηθεί για να μπει επικεφαλής ενός πολύ πιο μακρόχρονου και πολύ πιο επώδυνου «τρίτου γύρου» ενάντια στο σοσιαλφασισμό. Αν ο ιμπεριαλισμός και ο μονοπωλιακός καπιταλισμός είναι γενικά ο προθάλαμος του σοσιαλισμού, ο σοσιαλιμπεριαλιαμός είναι ο προθάλαμος των πιο βαθιών και νικηφόρων σοσιαλιστικών επαναστάσεων που θα έχει γνωρίσει ως τώρα ο κόσμος.
Τη Βενεζουέλα πρέπει να την παρακολουθούμε πολύ στενά. Είναι ένα σημαντικό εργαστήρι του σοσιαλιμπεριαλισμού και ως τέτοιο ένα μεγάλο εργαστήρι των αντισοσιαλφασιστικών επαναστάσεων.