Η συνέντευξη του σ. H. Ζαφειρόπουλου στο Θ. Λαζαρίδη

Η απήχηση της προβολής από την ΕΤ-1 της ωριαίας συνέντευξης και της ομιλίας του σ. Η. Ζαφειρόπουλου ήταν πολύ μεγάλη και συχνά ενθουσιώδης. Ενδιαφέρον προκάλεσαν οι θέσεις μας και σε κάποιους αναγνώστες ενός blog του καθηγητή στο Τμήμα Χημείας του Κολλεγίου της Νέας Υόρκης Θέμη Λαζαρίδη, που έχει θέμα την αξιολόγηση των βουλευτών (http://axiologisibouleytwn. wordpress.com). Ο κ. Λαζαρίδης μας ρώτησε εάν ο σύντροφος θα δεχόταν να παραχωρήσει μια συνέντευξη, όπως κι άλλοι υποψήφιοι, στην ηλεκτρονική αυτή σελίδα. Ο σύντροφος δέχτηκε ευχαρίστως. Αναδημοσιεύουμε εδώ τις ερωτήσεις του Θ. Λαζαρίδη και τις απαντήσεις του Η. Ζαφειρόπουλου.

Ερωτήσεις που τέθηκαν από το Θέμη Λαζαρίδη:
-Κύριε Ζαφειρόπουλε, μπορείτε να περιγράψετε με λίγα λόγια τι είδους κοινωνία οραματίζεστε; Πώς εννοείτε την «αταξική κομμουνιστική κοινωνία»; Ίση κατανομή του πλούτου σε όλους; Έχουν θέση ιδιωτικές εταιρείες σε αυτό το όραμα; Ποιός θεωρητικός σας εκφράζει περισσότερο;
-Γιατί τα βάζετε συνέχεια με τη Ρωσία λες και είναι η πηγή όλων των κακών; Γιατί δε λέτε τίποτα για τις ΗΠΑ; Ισχυρίζεστε ότι «ο ρώσικος σοσιαλιμπεριαλισμός σαμποτάρει τις παραγωγικές δυνάμεις» της χώρας μας. Τι στοιχεία έχετε που να το στηρίζουν;
-Τι πρέπει να κάνει η Ελλάδα για να αναπτύξει τον παραγωγικό ιστό της; Να προσπαθήσει να προσελκύσει ξένες επενδύσεις, να δημιουργήσει κρατικές επιχειρήσεις, να ενθαρρύνει την εγχώρια επιχειρηματικότητα; Για να προσελκύσουμε ξένες επενδύσεις θα πρέπει να προσφέρουμε ανταγωνιστικά πακέτα (π.χ. φοροαπαλλαγές, ελαστικές εργασιακές σχέσεις,
κτλ). Θα υποστηρίζατε τέτοια μέτρα;
-Πέρυσι οι δάσκαλοι απήργησαν για 6 εβδομάδες με αίτημα 1400 ευρώ αρχικό μισθό. Η κα Παπαρήγα πρόσφατα πλειοδότησε και πρότεινε 1700 ευρώ κατώτατο μισθό. Ποιά είναι η δική σας θέση;
-Ποιά είναι η θέση σας για το δημόσιο τομέα στην Ελλάδα; Πρέπει να μειωθεί, να αυξηθεί; Πώς μπορεί να γίνει πιό παραγωγικός;

Απαντήσεις που δόθηκαν από το σ. Η. Ζαφειρόπουλο:

Κύριε Λαζαρίδη, σας ευχαριστώ που δίνετε σε μένα και στην Οργάνωση που εκπροσωπώ, την ΟΑΚΚΕ, τη δυνατότητα να εκθέσουμε έστω και περιληπτικά τις θέσεις μας στην ενδιαφέρουσα ιστοσελίδα σας.

1. Η πρώτη σας ερώτηση θίγει ένα ζήτημα στρατηγικής και ιδεολογίας, πράγμα που -πρέπει να παραδεχτώ- είναι κάπως ασυνήθιστο σε μια αναμέτρηση που βάζει πάνω απ’ όλα ζητήματα πολιτικής τακτικής, όπως είναι η εκλογική. Έτσι δυσκολεύομαι πολύ να απαντήσω με λίγα λόγια και, από την άλλη, αυτά τα αρκετά που γράφω είναι εξαιρετικά ανεπαρκή για να σταθούν σαν μια κάπως ολοκληρωμένη απάντηση.
Η αταξική κομμουνιστική κοινωνία που οραματιζόμαστε δεν είναι κάτι το ολότελα καινούριο. Η ανθρωπότητα έχει ζήσει τα περισσότερα από τα δεκάδες χιλιάδες χρόνια της σε αταξικές κοινωνίες που πήραν τη γενική μορφή του πρωτόγονου κοινοτισμού (αλλιώς πρωτόγονου κομμουνισμού). Σε εκείνο το εμβρυακό στάδιο της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων ο άνθρωπος που δούλευε συλλογικά βρισκόταν κάτω από την απόλυτη κυριαρχία της φύσης, οπότε δεν υπήρχε ούτε ένα στοιχειώδες υπερπροϊόν, ένα πλεόνασμα από την άμεση εργασία των παραγωγών, για να θρέψει μειοψηφίες που θα καθοδηγούσαν τις διαδικασίες της παραγωγής και της διοίκησης, διαδικασίες που θα ήταν δυνατές μόνο στα πλαίσια ενός ανύπαρκτου ως τότε κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας. Η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων έκανε κάποια στιγμή δυνατή την ύπαρξη αυτών των μειοψηφιών, που με αδήριτη αναγκαιότητα μετατράπηκαν σε εκμεταλλεύτριες τάξεις. Οι ταξικές κοινωνίες, που έχουν τη σχετικά μικρή ζωή των 5000 χρόνων, αποτέλεσαν ιστορικά απαραίτητους σταθμούς για την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Αυτή η ανάπτυξη φτάνει στον κολοφώνα της την εποχή της αστικής κυριαρχίας και του ιμπεριαλισμού, ο οποίος επαναστατικοποιεί με τον πιο ορμητικό και αδιάκοπο τρόπο τις παραγωγικές δυνάμεις. Τώρα όχι απλά η φύση έχει υποταχτεί στις πελώριες παραγωγικές δυνάμεις που μέσα από τα σπλάχνα της απελευθέρωσε ο άνθρωπος, αλλά υπάρχει ένα υπερπροϊόν από την ανθρώπινη εργασία, τόσο μεγάλο, που θα μπορούσε να δώσει σε όλο σχεδόν τον πληθυσμό της γης τη δυνατότητα να αναπτύξει ολόπλευρα της φυσικές και πολιτιστικές δεξιότητές του ως παραγωγός και να ικανοποιήσει τις βασικές ανθρώπινες ανάγκες ως καταναλωτής του υλικού πλούτου που ο ίδιος παράγει. Δεν είναι πια ούτε ορθολογικό ούτε ηθικά αναγκαίο να βρίσκονται στον ένα πόλο της κοινωνίας πνιγμένοι στον πλούτο και την πλήξη μερικές εκατοντάδες χιλιάδες διεθνείς ακαμάτηδες, που ζουν από τις μετοχές και τα ομόλογα ή από το μονοπώλιο της κρατικής εξουσίας, και από την άλλη να βρίσκονται δισεκατομμύρια ακρωτηριασμένοι ως προς τη δημιουργικότητά τους μεροκαματιάρηδες, υποδουλωμένοι στη δολοφονική ρουτίνα, που δεν μπορούν να καταναλώσουν τον πλούτο που παράγουν ικανοποιώντας τις στοιχειώδεις ανθρώπινες ανάγκες τους. Ούτε είναι λογικό και ηθικό τόσος απέραντος πλούτος που έχει βγει μέσα από την ανθρώπινη συνεργασία να σπαταλιέται σε μεγάλους και μικρούς, τοπικούς και παγκόσμιους, οικονομικούς και πολεμικούς ανταγωνισμούς, σε ανοργανωσιά της παραγωγής και, τέλος, στον πελώριο παρασιτισμό που φέρνει η αποσύνθεση αυτού του τρόπου παραγωγής.
Ο σύγχρονος κομμουνισμός βρίσκεται μέσα στην κίνηση των πραγμάτων, είναι η άρνηση αυτού του τρόπου παραγωγής και όλων των ταξικών κοινωνιών γενικά. Είναι, κατά κάποιο τρόπο, η άρνηση της άρνησης του πρωτόγονου κομμουνισμού. Το βαθύτερο σε αυτόν το νέο κομμουνισμό είναι η κατάργηση του κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας –εννοείται με την ταυτόχρονη διατήρηση του τεχνικού καταμερισμού σε κάθε τομέα και φάση της παραγωγής- και η ανάδειξη του ολοκληρωμένου, του πολύπλευρου ανθρώπου, που συμμετέχει σε πολλές σφαίρες της παραγωγικής, κοινωνικής και πολιτιστικής ζωής και που η δουλειά που κάνει κάθε φορά έχει γίνει η πρώτη του ανάγκη και η πιο μεγάλη του απόλαυση. Η βασική αρχή της διανομής του πλούτου σε αυτήν την κοινωνία είναι σε πρώτη φάση «στον καθένα σύμφωνα με τη δουλειά του» και στη συνέχεια στην υπεραναπτυγμένη παραγωγικότητα της εργασίας η αρχή: «στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του». Σε αυτόν τον κόσμο εννοείται ότι δε θα μπορεί, ούτε τελικά θα θέλει κάποιος άνθρωπος ή ομάδα ανθρώπων να αγοράζει την εργατική δύναμη συνανθρώπων του, για να απολαύσει ένα υπερπροϊόν από αυτήν. Ο ιδιώτης καπιταλιστής μπορεί να υπάρχει μόνο σε ένα μεταβατικό στάδιο των νέων επαναστάσεων, και συνήθως εκεί όπου ο νέος τρόπος παραγωγής δεν έχει μόνο να πολεμήσει τον ανεπτυγμένο μονοπωλιακό καπιταλισμό, αλλά και τη μικρή παραγωγή, το γραφειοκρατικό καπιταλισμό και τα ισχυρά πατριαρχικά υπολείμματα.
Από όλα τα παραπάνω που έγραψα τίποτα δεν είναι πρωτότυπο ή παρμένο από οπουδήποτε αλλού εκτός από τον κλασικό μαρξισμό και το λενινισμό. Το μόνο πράγμα που θα με υποχρέωνε να γίνω λίγο πιο «παραγωγικός» είναι η αυτόματη σε αυτές τις περιπτώσεις ένσταση από πολλούς καλοπροαίρετους ανθρώπους ότι όλα αυτά είναι πια αποδειγμένες και επικίνδυνες ουτοπίες. Εσείς πιθανά από ευγένεια δε μου κάνατε αυτήν την ερώτηση, αλλά αισθάνομαι την ανάγκη να απαντήσω προκαταβολικά στο ανήσυχο και δημοκρατικό κοινό που ξέρω ότι παρακολουθεί την ιστοσελίδα σας. Πραγματικά, η κομμουνιστική επανάσταση, ενώ απελευθέρωσε πάρα πολλούς και πολύ περισσότερο απ’ όσο λέγεται, έγινε από ένα σημείο και πέρα εφιάλτης για πολλούς, και δυστυχώς όχι μόνο για τους εκμεταλλευτές. Πρέπει όμως να επισημάνω ότι δεν είναι δυνατό σε 150 χρόνια ζωής του επαναστατικού μαρξισμού και των αντίστοιχων αγώνων και προσωρινών εξουσιών των καταπιεσμένων να νικηθούν για τα καλά συνήθειες, σκέψεις και κοινωνικοί θεσμοί που δεν έχουν μόνο τη ζωή των 350 ετών της αστικής κοινωνίας, αλλά των χιλιάδων όλων των ταξικών κοινωνιών. Η βασική αιτία για τέτοιου είδους αδυναμίες είναι ότι όλες οι ως τώρα σοσιαλιστικές επαναστάσεις έγιναν σε χώρες πολύ καθυστερημένες και παραγωγικά και πολιτιστικά. Σε τέτοιες χώρες οι λαϊκές επαναστάσεις παίρνουν σχετικά εύκολα την εξουσία, αλλά πολύ δύσκολα την κρατάνε, όταν δεν υπάρχουν αντίστοιχες εξουσίες σε άλλες ανεπτυγμένες χώρες. Ο βασικός λόγος είναι ότι σε αυτές τις χώρες ο αστικός κοινωνικός καταμερισμός εργασίας δεν έχει φάει τα ψωμιά του και γι’ αυτό δεν είναι εύκολο να ανατραπεί. Έτσι, οι αστικές παραγωγικές σχέσεις και η αστική ιδεολογία γεννιούνται διαρκώς μέσα στη νέα παραγωγική βάση και στο νέο εποικοδόμημα, και μάλιστα παίρνουν υποχρεωτικά τη φόρμα του καινούριου. Το αποτέλεσμα είναι ότι νέοι εκμεταλλευτές εμφανίζονται στο προσκήνιο μέσα κύρια από το κόμμα της επανάστασης και με το μανδύα του ακραιφνή επαναστάτη, οπότε κάνουν τη νέα αυτή επανάσταση και τα σύμβολά της αποκρουστικά σε όλους τους λαούς. Αυτή είναι η παλινόρθωση του καπιταλισμού με σοσιαλιστική μεταμφίεση. Αυτή η μεταμόρφωση υποχρεώνει κάθε νέα επανάσταση να στραφεί πρώτα και κύρια ενάντια σε αυτή τη μεταμφίεση και ενάντια στους αντίστοιχους φορείς της, τους εκμεταλλευτές αστούς νέου τύπου. Από την άλλη πλευρά, αυτές οι νικημένες σοσιαλιστικές επαναστάσεις, αλλά και οι άλλες οι αστικές αντιαποικιακές που έγιναν κάτω από τη σκιά τους, έχουν ως αναπόφευκτο αποτέλεσμα να αναπτυχθούν οι παραγωγικές δυνάμεις σε αυτές τις χώρες και σχεδόν σε όλο τον Τρίτο Κόσμο σε μια πρωτοφανή κλίμακα. Έτσι το κατά τη γνώμη μας αναπόφευκτο νέο κύμα επαναστάσεων θα βρει και αφάνταστα πιο ανεπτυγμένες τις παραγωγικές δυνάμεις και πιο ώριμους πολιτικά και μορφωμένους τους λαούς. Πιστεύουμε ότι θα υπάρξει νέο κύμα, γιατί κάθε βαθιά κοινωνική αλλαγή στην ιστορία είχε, μετά την εποχή της επανάστασης, και την εποχή της παλινόρθωσης μέχρι τη σταθεροποίηση της νέας κατάστασης. Έτσι δε θα χρειαστεί η απελευθερωτική τάξη, το σύγχρονο προλεταριάτο, αφότου καταλάβει την εξουσία, να χρησιμοποιήσει σκληρές μέθοδες απέναντι στη βαρβαρότητα των καταπιεστών, όπως σε μεγάλο βαθμό χρειάστηκε να το κάνει στις πρώτες σοσιαλιστικές επαναστάσεις.

2. Και με αυτή την τελευταία παρατήρηση έρχομαι στη δεύτερη ερώτησή σας. Δεν είναι αλήθεια ότι δε χτυπάμε ποτέ τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό. Τον χτυπάμε και στην τρέχουσα ανάλυση και σε όλα μας τα βασικά κείμενα. Αλλά είναι αλήθεια ότι τον χτυπάμε λιγότερο και με άλλο τρόπο από όσο χτυπάμε το ρώσικο ιμπεριαλισμό. Κι αυτό για τέσσερις λόγους. Ο πρώτος και βασικότερος λόγος είναι ότι ο ρώσικος είναι ένας ιμπεριαλισμός κρατικοφασιστικού χιτλερικού τύπου (όπως και ο κινέζικος, με τον οποίο ο πρώτος έχει συμπήξει πολιτικοστρατιωτικό άξονα), ενώ ο αμερικάνικος είναι ένας ιμπεριαλισμός κλασικού οικονομικού-χρηματιστικού τύπου. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι ο ρώσικος ιμπεριαλισμός, από διεθνή άποψη, είναι σε στρατηγική άνοδο, ενώ ο αμερικάνικος είναι σε στρατηγική πτώση. Ο τρίτος λόγος είναι ότι αυτός ο χιτλερικός ιμπεριαλισμός έχει την απόλυτη πολιτική πρωτοβουλία και την ιδεολογική ηγεμονία στη χώρα μας, ενώ ο αντιαμερικανισμός έχει γίνει η κυρίαρχη ιδεολογία στη χώρα. Ο τέταρτος, αλλά και ο βαθύτερος λόγος για τον οποίο η ΟΑΚΚΕ συγκεντρώνει σε τέτοιο βαθμό τα πυρά της σε αυτόν, είναι ότι ο ρώσικος είναι ένας σοσιαλ-ιμπεριαλισμός, δηλαδή εμφανίζεται ως αντικαπιταλισμός και αντιιμπεριαλισμός, και έτσι έχει αποσπάσει την πολιτική ηγεμονία μέσα στην Αριστερά και στη χώρα μας και παγκόσμια. Αυτή η ιδιότητά του οφείλεται στο ότι η ηγετική τάξη του ρώσικου ιμπεριαλισμού έχει την ιστορική πείρα της άλωσης από τα μέσα και του μετασχηματισμού της εργατικής εξουσίας και του εργατικού κόμματος στο αντίθετό τους. Το ότι σήμερα όλος σχεδόν ο ελληνικός λαός και σύσσωμη η Αριστερά έχουν κάνει κύριο και μοναδικό εχθρό τους τον αμερικάνικο και γενικότερα το δυτικό ιμπεριαλισμό, και ότι μάλιστα σε γενικές γραμμές στέκονται με συμπάθεια απέναντι σε όλους τους ισλαμοναζιστικούς και αντιαμερικάνικους φασισμούς και αντισημιτισμούς στον κόσμο δεν είναι κάτι τυχαίο. Αυτή η πρωτοφανής πολιτική κατάπτωση, αυτό το μοναδικό σε όλη την ΕΕ φαινόμενο σχετίζεται με τον τρίτο και τέταρτο λόγο για τον οποίο χτυπάμε πολύ περισσότερο το ρώσικο ιμπεριαλισμό από τον αμερικάνικο.
Ασφαλώς αυτό που λέμε δε φαίνεται στους πολλούς, αλλά εμείς είμαστε πεπεισμένοι από τα γεγονότα και την πολύχρονη μελέτη του ότι αυτός ο ιμπεριαλισμός είναι σήμερα ο κύριος εχθρός του λαού μας και των άλλων ευρωπαϊκών λαών.
Σε ό,τι αφορά το παραγωγικό σαμποτάζ στη χώρα μας, δεν έχετε παρά να ερευνήσετε στις τελευταίες δεκαετίες όλες τις ματαιώσεις μεγάλων βιομηχανικών και τουριστικών επενδύσεων, όλα τα κλεισίματα μεγάλων βιομηχανιών, όλη την υπονόμευση της πανεπιστημιακής έρευνας και της τεχνολογίας, όλη την ακύρωση των σχέσεων της ελληνικής εκπαίδευσης με το εξωτερικό και με τη σύγχρονη μεγάλη βιομηχανική επιχείρηση, όλη τη διάλυση της μέσης τεχνικής παιδείας, για να ανακαλύψετε ότι έχουν πίσω τους πολιτικά κινήματα που καθοδηγούνται από κόμματα και κομματικές φράξιες που είναι ταυτισμένες και ιστορικά και συγκεκριμένα πολιτικά με την κρατικοφασιστική ΕΣΣΔ και στη συνέχεια τη Ρωσία. Με εργαλεία τους τον πιο οικονομίστικο, μικροαστικού τύπου αντικαπιταλισμό και αντιιμπεριαλισμό και με προσχήματα περιβαλλοντικά, «ταξικά», αρχαιολογικά και γραφειοκρατικά, ιδιαίτερα δύο κόμματα, το ψευτοΚΚΕ και ο ΣΥΝ, καθώς και τα εξωκοινοβουλευτικά τους τάγματα εφόδου, κάτω από την προστασία ηγετικών φραξιών στα δυο μεγάλα κόμματα που ελέγχουν καίριους μηχανισμούς του κράτους (Ε΄ τμήμα του Συμβούλιου της Επικρατείας, Δήμοι) και με την αντικειμενική βοήθεια παρακρατικών δολοφόνων και εμπρηστών (οι τελευταίες φωτιές έγιναν για να εμποδίσουν τις τουριστικές επενδύσεις, το εθνικό χωροταξικό και την αναθεώρηση του βιομηχανοκτόνου άρθρου 24) έχουν οδηγήσει τη χώρα στο τελευταίο σκαλί της ΕΕ, από την άποψη της πραγματικής ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων.
Αντίθετα ακριβώς από αυτήν την υπονόμευση κάθε δυτικού τύπου ανάπτυξης και επένδυσης όλες οι παραπάνω δυνάμεις στηρίζουν ανοιχτά ή καλυμμένα τη σκανδαλώδη υπερσυσσώρευση κεφάλαιου μιας νέας ολιγαρχίας ανατολικής προέλευσης ή κατατομής, που γιγαντώθηκε μέσα σε λίγα χρόνια χάρη στο κρατικό χρήμα και στη διακομματική πολιτική εύνοια (Κόκκαλης, Μπόμπολας, Μυτιληναίος, Κοπελούζος, Γερμανός κτλ.). Επίσης όλοι τους υποστηρίζουν τη γιγάντωση της παρασιτικής διεφθαρμένης κρατικής γραφειοκρατίας ανατολικού τύπου, στην οποία στηρίζονται για να αποσπάσουν περισσότερη κρατική εξουσία, αλλά και για να διεκπεραιώσουν το σαμποταριστικό τους έργο. Ακόμα πιο ανοιχτά όλοι αυτοί στηρίζουν τις ρώσικες ενεργειακές επενδύσεις, που έρχονται σε απάντηση στην ευρωπαϊκή προσπάθεια ενεργειακής απεξάρτησης από τη Ρωσία και που γίνονται με όρους νεο-αποικιακούς (το 51% του αγωγού Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολης στα χέρια της εταιρείας της καγκεμπίτικης Γκαζπρόμ).

3. Πιστεύουμε ότι κάθε προοδευτική κυβέρνηση σήμερα στην Ελλάδα έχει τώρα ως πρώτη υποχρέωση να απαντήσει στο πολιτικό σαμποτάζ και στην προϊούσα αποβιομηχάνιση και γενικότερη παραγωγική υποανάπτυξη της χώρας και με τους τρεις τρόπους που αναφέρετε: και να προσπαθήσει να προσελκύσει ξένες επενδύσεις, και να ενθαρρύνει την εγχώρια επιχειρηματικότητα και να δημιουργήσει κρατικές επιχειρήσεις (σε ορισμένους στρατηγικούς τομείς, ιδιαίτερα στην εφαρμοσμένη έρευνα). Σε ό,τι αφορά πάντως τις κρατικές επιχειρήσεις, αυτές χρειάζεται να κινούνται με όρους αγοράς και προς τα έξω και προς τα μέσα, για να αμύνονται στην ανατολικού τύπου κρατικοκομματική διεφθαρμένη γραφειοκρατία που κατατρώει σήμερα κάθε κρατική επιχείρηση. Η ΟΑΚΚΕ έχει στη στρατηγική της την κατάργηση της αγοράς και του κυνηγιού του κέρδους, αλλά όσο δε θα υπάρχει επαναστατικό κίνημα εξουσίας στη χώρα μας και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες πρέπει να χρησιμοποιηθεί η σχετικά ελεύθερη αγορά του ολιγοπώλιου απέναντι στους κρατικοφασίστες σαμποτέρ, που επιτίθενται σε κάθε αντίπαλη σύγχρονη παραγωγική μονάδα. Η εργατική τάξη δεν μπορεί να υπάρχει η ίδια ούτε μπορεί να κληρονομήσει παραγωγικές δυνάμεις αν αυτές δεν υπάρχουν, ούτε, όπως είπαμε, είναι δυνατό να υπάρχει πραγματική ατομική και κοινωνική απελευθέρωση των άμεσων παραγωγών χωρίς πολύ ανεπτυγμένες παραγωγικές δυνάμεις.
Σε ό,τι αφορά τα ξεχωριστά κίνητρα γι’ αυτές τις επενδύσεις, δε νομίζουμε ότι αυτά χρειάζονται για την Ελλάδα. Δεν είμαστε αντίθετοι από άποψη αρχής με ορισμένες φοροαπαλλαγές σε ειδικές περίοδες, ιδιαίτερα αφού δε θεωρούμε ότι το κράτος ανήκει στο λαό, αλλά στην αστική τάξη, όποτε δε θεωρούμε τους φόρους κομμάτι της λαϊκής περιουσίας, όπως κάνουν οι κρατικοφασίστες. Είναι άλλωστε δυνατό κάτω από ορισμένες συνθήκες, όπως σε συνθήκες μεγάλης εισροής επενδύσεων, ο συνολικός όγκος των φόρων να αυξηθεί, ενώ η φορολογία σε κάθε ξεχωριστή επιχείρηση θα πέφτει. Εμάς μας ενδιαφέρει να διασφαλίζονται, και μάλιστα να είναι περισσότερα από σήμερα, τα κρατικά χρήματα που θα πηγαίνουν στις δημόσιες δαπάνες για τις λαϊκές μάζες (υγεία, συντάξεις, εκπαίδευση). Και αυτά θα είναι πολύ περισσότερα ακόμα και με τους σημερινούς όρους παραγωγής, όταν πολλοί φόροι δε θα πηγαίνουν, όπως σήμερα, για να θρέψουν μια παρασιτική γραφειοκρατία που δεν προσφέρει παρά αδιαφορία στους πολίτες ή για να θρέψουν μια σειρά μιζαδόρους ή μια σειρά αρπακτικούς ολιγάρχες.
Όσο για κίνητρα του τύπου «ελαστικές εργασιακές σχέσεις», που στις περισσότερες περιπτώσεις σημαίνουν πτώση αμοιβών και χειροτέρευση εργασιακών συνθηκών, αυτά μας βρίσκουν αντίθετους από θέση αρχής. Πιστεύουμε ότι τέτοια μέτρα δε χρειάζονται ούτε στις ανεπτυγμένες βιομηχανικές χώρες. Αυτές όφειλαν να προστατέψουν την αγορά εργασίας τους με φορολογία στα προϊόντα των χωρών που εκμεταλλεύονται την εργατική τους τάξη με όρους δουλοκτησίας και όχι ελεύθερης αγοράς για το εμπόρευμα που λέγεται εργατική δύναμη. Είναι κυρίως η Κίνα που βυθίζει σήμερα στα έγκατα τα παγκόσμια μεροκάματα και τους μισθούς. Όμως οι δυτικοί ιμπεριαλιστές, και πιο πολύ οι αμερικανοί, χρησιμοποιούν ευχαρίστως τον κινέζικο φασισμό για να συντρίψουν το παγκόσμιο μεροκάματο και να εκβιάσουν στις δικές τους χώρες τους μισθωτούς, δείχνοντας τους κινέζους εργάτες ως ανταγωνιστές τους. Απέναντι σε αυτούς τους μονοπωλιστές με τα πελώρια υπερκέρδη πρέπει οι εργαζόμενοι να οξύνουν την οικονομική διεκδικητική τους πάλη. Ειδικά όμως για τη χώρα μας τέτοιου είδους κίνητρα δε χρειάζονται ούτε από την πιο ιδιοτελή καπιταλιστική άποψη, καθώς αυτή η χώρα βομβαρδίζεται από τους σαμποτέρ και αυτός ο βομβαρδισμός έχει ρίξει τα ελληνικά μεροκάματα στα έγκατα της Ευρώπης, ιδιαίτερα τα πραγματικά «μαύρα» μεροκάματα. Αρκεί να καταργήσει κάποιος τα τρομερά εμπόδια ή αλλιώς τα αντικίνητρα στις επενδύσεις και την έρευνα, και αυτές θα είναι άφθονες ακόμα και όταν οι πραγματικοί μισθοί ανεβούν πολύ περισσότερο από όσο σήμερα.

4. Αυτά τα αιτήματα για υπερ-αυξήσεις είναι μια μεγάλη απάτη και ενοποιούν την κλασική φασιστική δεξιά τύπου Καρατζαφέρη με τη σοσιαλφασιστική υποτιθέμενη Αριστερά για τον αποπροσανατολισμό και την πολιτική χειραγώγηση των εργαζομένων. Οι συνολικές μέσες αυξήσεις μισθών στη βάση των σημερινών παραγωγικών συνθηκών και στη βάση του πελώριου κρατικού παρασιτισμού δεν μπορούν να περάσουν όρια της τάξης του 10-15%, που ακριβώς πρέπει να διεκδικήσουν ως γενικά ελάχιστα όρια τα συνδικάτα. Το κεντρικό επιχείρημα αυτών των δημαγωγών είναι ότι, αν μοιραστούν κάποια από τα υπερκέρδη της μεγάλης αστικής τάξης στο λαό, αυτός θα ζήσει πολύ καλύτερα. Εμείς λέμε σε όλους τους ανθρώπους που θέλουν να έχουν επαφή με την πραγματικότητα να μελετήσουν λίγο τα νούμερα. Αν κανείς προσθέσει όλα τα κέρδη των 25.000 μεγαλύτερων επιχειρήσεων στην Ελλάδα (βιομηχανιών, υπηρεσιών, τραπεζών κτλ.), θα τα βγάλει περίπου 4 δις μετά από την αφαίρεση των φόρων (ICAP για τη χρήση του 2005). Αν αυτά τα μοιράσουμε όλα, ακόμα και τα επανεπενδυόμενα (πράγμα που θα οδηγούσε σε γοργή αποεπένδυση), σε όλους τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους, που είναι γύρω στα 5.000.000 (με στατιστικές του 2001), και αν πάρουμε υπόψη μας ότι σχεδόν τα μισά πρέπει να δοθούν για ασφάλιση, θα βρούμε ότι σε κάθε εργαζόμενο αντιστοιχούν 33 ευρώ καθαρά το μήνα! Κάποιες σοβαρές αυξήσεις μπορούν να δοθούν και πρέπει οι εργαζόμενοι να τις διεκδικήσουν στις κερδοφόρες μεγάλες επιχειρήσεις, ιδιαίτερα στις τράπεζες. Όμως η αλήθεια είναι ότι σήμερα η Ελλάδα στενάζει από την υποανάπτυξη και είναι μόνο ο κρατικός υπερδανεισμός και εκείνος των νοικοκυριών που κρύβει αυτήν την πραγματικότητα, όσο αυτή δεν εκδηλώνεται με μια ανοιχτή κρίση. Τα 33 ευρώ θα μπορούσαν να γίνουν διπλάσια μέσα στις ίδιες παραγωγικές συνθήκες μόνο αν η κοινωνία κέρδιζε τα 10 δις ευρώ που κοστίζει σήμερα η κρατική διαφθορά και η αναποτελεσματικότητα σύμφωνα με στοιχεία του 2004 που έχω στη διάθεσή μου. Αλλά αυτό χρειάζεται κάτι περισσότερο από μια κοινωνική επανάσταση.

5. Και έτσι νομίζω ότι φτάνω στο τελευταίο σας ερώτημα. Ο ελληνικός δημόσιος τομέας είναι κατά τη γνώμη μου η πιο μεγάλη νεοελληνική, ιδιαίτερα μεταπολιτευτική πληγή. Το κλασσικό χαρακτηριστικό του ήταν πάντα ότι λειτούργησε σα χώρος για την ενδιαίτηση ενός μεγάλου τμήματος των ψηφοφορικών στρατών της αστικής τάξης. Τα τελευταία όμως χρόνια χάρη στην ψευτοαριστερά και γενικά στο ρωσόφιλο μπλοκ κορυφής το δημόσιο έχει γίνει και χώρος συγκρότησης στρατών για την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας και σε πρώτη φάση για την κατάκτηση της εξουσίας στους συγκεκριμένους τομείς του κράτους. Ο πιο προωθημένος τέτοιος χώρος είναι η εκπαίδευση, ιδιαίτερα τα ΑΕΙ στα οποία η νέα παρασιτική γραφειοκρατία έχει εξελιχθεί σε αστική τάξη νέου τύπου, και εν μέρει σε ιδιοκτήτρια τάξη των Πανεπιστημίων. Από αυτήν την πλευρά και όχι από την επιστημονική απαιτεί «αυτονομία» από το κράτος, από αυτήν την πλευρά απαιτεί το μονοπώλιο της γνώσης και υπερασπίζει το χουντοφασιστικό άρθρο 16, από αυτήν την πλευρά αρνείται κάθε αξιολόγηση, από αυτήν την άποψη συντηρεί τους φοιτητικούς στρατούς των τραμπούκων εντοιχιστών και από αυτήν την πλευρά ξεσηκώνει τα αντιδραστικά και μικροαστικά στη βάση τους «κινήματα παιδείας». Η γραφειοκρατία των ΑΕΙ είναι η ιδεολογική ναυαρχίδα και το πρότυπο όλων των παρασιτικών στρατών του δημοσίου που απαιτούν εξουσία στο κεντρικό κράτος, στους Δήμους, στις ΔΕΚΟ, ακόμα και στον ιδιωτικό τομέα μέσο των κρατικογραφειοκρατικών συνδικάτων. Γι αυτό και η μάχη για την αξιολόγηση στα Πανεπιστήμια είναι μια μάχη που δίνει η χώρα για τον κρατικό έλεγχο της κάθε «αυτονομημένης» και διεφθαρμένης παρασιτικής γραφειοκρατίας. Κάτω από αυτό το πρίσμα η συζήτηση μεγαλύτερο ή λιγότερο κράτος αντιστοιχεί σε μια προηγούμενη περίοδο όπου η κρατική υπαλληλία ήταν μόνο υπεράριθμη, αδιάφορη και λίγο διεφθαρμένη. Τώρα που ένα τμήμα της, το πιο διεφθαρμένο και ανίκανο έχει συγκροτηθεί σε τάξη και έχει γίνει επιθετικό και απαιτεί δικτατορική εξουσία πάνω σε ένα κράτος που δεν είναι δικό της, αλλά είναι κράτος όλης της αστικής τάξης, το μεγάλο ζήτημα είναι η υπεράσπιση της πολιτικής δημοκρατίας. Το δίλημμα τώρα είναι: θέλουμε ένα κράτος –παρακράτος στα χέρια των τραμπούκων, των διεφθαρμένων και των άσχετων ή κράτος της αστικής μισοδημοκρατίας που με όλες τις αθλιότητές του έχει ακόμα κάποιο θετικό ρόλο να παίξει στη διαδικασία της διοίκησης, της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και της παροχής κάποιων υπηρεσιών στους πολίτες; Καταλαβαίνετε ότι εμείς προτιμάμε το δεύτερο και γι αυτό υποστηρίξαμε και την δειλή μεταρρύθμιση της Γιαννάκου, που τελικά προδομένη από τον πρωθυπουργό που μαχαιρώνει πισώπλατα το κόμμα του για λογαριασμό του ψευτοΚΚΕ και του ΣΥΝ, εγκατέλειψε το πιο βασικό που ήταν η ατομική αξιολόγηση των πανεπιστημιακών και την δημοκρατική αναθεώρηση του άρθρου 16. Η λυσσασμένη καθεστωτική επίθεση σε όποια δειλή μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης αποδεικνύει ότι αυτή έχει πάψει προ πολλού να είναι ένα μεταρρυθμιστικό και έχει γίνει ένα επαναστατικό καθήκον. Μόνο ένα δημοκρατικό μέτωπο που έχει αποφασίσει να πάει μακριά μπορεί να αποκαλύψει τους νέους κρατικοφασιστικούς στρατούς στο λαό και να συγκρουστεί μαζί τους.

Οι εύστοχες ερωτήσεις σας κύριε Λαζαρίδη μας έδωσαν την ευκαιρία να δώσουμε μια εικόνα της πολιτικο-ιδεολογικής κατατομής της ΟΑΚΚΕ. Γράφτηκαν κάπως βιαστικά αλλά δεν γινόταν αλλιώς σε συνθήκες εκλογών. Από την άλλη φτάνουν αργά για να επηρεάσουν ψηφοφόρους αλλά ίσως φανούν χρήσιμες σε μια ευρύτερη συζήτηση που θα πρέπει να ανοίξει σύντομα στους κόλπους αυτού που εμείς ονομάζουμε κατατρεγμένη δημοκρατική διανόηση στην Ελλάδα.
Σας ευχαριστώ.