Ο σοσιαλφασισμός ανησυχεί!

Επίθεση σε όσους τολμήσουν να παραταχθούν έστω και σ’ ένα σημείο με την ΟΑΚΚΕ-Επίθεση και στην ΟΑΚΚΕ για τον ίδιο λόγο

Στις 4.2.2007 η εφημερίδα Βήμα (κυριακάτικη έκδοση) δημοσίευσε ένα άρθρο του δημοσιογράφου και πρώην ευρωβουλευτή Γιάννη Μαρίνου για την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση και τις καταλήψεις στο οποίο ο συντάκτης του παράθετε ένα εκτεταμένο σχετικό απόσπασμα της Νέας Ανατολής. (Αναδημοσιεύουμε όλο το άρθρο παρακάτω).
Αυτό δεν είναι κάτι συνηθισμένο και όπως συμβαίνει κάθε φορά που κάποιος τολμάει να συμφωνήσει με την ΟΑΚΚΕ έτσι και ο δημοσιογράφος δέχτηκε αμέσως μια πολιτική επίθεση για την παράθεση αυτού του αποσπάσματος από το περιοδικό Αντί. Συγκεκριμένα ένας δημοσιογράφος του Αντί τον κατηγόρησε ότι υπερασπίζει με τον τρόπο αυτό κάποιους που είναι «ζαχαριαδικοί, τρελλοί και σταλινικοί». Ο Γ. Μαρίνος ανταπάντησε λέγοντας ανάμεσα στα άλλα ότι δεν υποστηρίζει την ΟΑΚΚΕ, αλλά αυτά που λέει για το συγκεκριμένο θέμα και πως σημασία δεν έχει τι είναι κάποιος που λέει κάτι, αλλά αν αυτό που λέει είναι σωστό. Η απάντηση του δημοσιεύτηκε στο περιοδικό λογοκριμένη σε σημεία της και αναγκάστηκε να στείλει μια καινούργια επιστολή που τελικά δημοσιεύτηκε ολόκληρη.
Μια ανάλογη επίθεση πιο έντονη όμως δέχεται αυτή τη στιγμή από «αριστερούς» και η Φιλελεύθερη Συμμαχία γιατί τόλμησε να προσκαλέσει την επίσης «σταλινική», «περιθωριακή» και στην πραγματικότητα μη μαρξιστική ΟΑΚΚΕ και δεν κάλεσε στο συνέδριό της το «Κ»ΚΕ (!) (e-rooster.gr).
Αυτοί οι άνθρωποι δεν διστάζουν να κατηγορήσουν σαν τα χειρότερα αντιλαϊκά τέρατα τους πολιτικά ή μόνο οικονομικά φιλελεύθερους, αλλά όταν κάπου, έστω και ελάχιστα, αυτοί οι τελευταίοι υποστηρίξουν σε κάτι την ΟΑΚΚΕ ξαφνικά προτείνουν τον εαυτό τους σαν τον καλύτερο σύμμαχο και περιγράφουν την ΟΑΚΚΕ σαν το πιο κατάπτυστο έκτρωμα. Στην πραγματικότητα ξέρουν ότι δεν έχουν άλλο βαθύτερο εχθρό από αυτήν, γι αυτό προσπαθούν να πνίξουν με κάθε τρόπο τη φωνή της και να την απομονώσουν ακόμα και από τον πιο στιγμιαίο και υπό όρους σύμμαχο, είτε από τα δεξιά, είτε κυρίως από τα αριστερά. Όχι τυχαία λοιπόν την ίδια ώρα επιτίθενται λυσσαλέα και στην ΟΑΚΚΕ και την κατηγορούν για υποταγή στην αστική τάξη (άρθρο Εργατικής Εξουσίας, για την αναδημοσίευση που έκανε ο Γ. Μαρίνος) και στο νεοφιλελευθερισμό (κάποιοι ανώνυμοι σε ηλεκτρονικά σάιτ της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς για τη ΦΣ). Μάταιος στόχος τους να «τρομάξουν» τους αριστερούς που όλο και περισσότερο τη συμπαθούν.
Αυτά συμβαίνουν σήμερα γιατί το γενικό πολιτικό κύρος της ΟΑΚΚΕ δυναμώνει όσο περισσότερο ο σοσιαλφασισμός κλιμακώνει την επίθεσή του σε όλες τις τάξεις και στα τμήματα των τάξεων που του στέκονται εμπόδιο. Αυτός είναι ο βαθύτερος λόγος που όλο και περισσότερο τον τελευταίο καιρό άνθρωποι και ρεύματα που έχουν αντισταθεί στο σοσιαλφασισμό σε διάφορα επίπεδα, αναγνωρίζουν στις θέσεις της ΟΑΚΚΕ ένα αξιόπιστο και συγκροτημένο οπλοστάσιο για την πάλη ενάντιά του. Εδώ και πολύ καιρό δεν πιάνει καθόλου στα πολιτικά στελέχη κανενός χώρου η παλιά κατηγορία ότι η ΟΑΚΚΕ λέει «τρελλά πράγματα» και πάσχει από «ρωσοπληξία». Ίσα-ίσα η παλιά δυσπιστία έχει μετατραπεί πια σε εκτίμηση και γι αυτήν την αλλαγή έχει κάνει πολύ λίγα η ΟΑΚΚΕ και παρά πολλά ο Πούτιν. Έτσι πολλοί άνθρωποι παίρνουν θέση υπέρ ορισμένων τουλάχιστον θέσεων μας. Αυτό συμβαίνει πιο βαθιά, αλλά λιγότερο ανοιχτά προς το παρόν μέσα στους κόλπους της αριστεράς και από την άλλη μεριά πολύ πιο μερικά, αλλά και πιο ανοιχτά, μέσα από τις γραμμές της δυτικόφιλης αστικής τάξης. Αυτή η διαφορά οφείλεται στο ότι η δυτικόφιλη αστική τάξη δέχεται σε αυτή τη φάση την πιο μετωπική, ανοιχτή και πιο σκληρή, ως και δολοφονική επίθεση από το σοσιαλφασισμό, επειδή κατέχει τμήμα της πολιτικής εξουσίας που ο σοσιαλφασισμός θέλει να καταλάβει. Αντίθετα η εργατική τάξη, είναι σήμερα εντελώς ακυρίαρχη, και έτσι δέχεται την επίθεση του σοσιαλφασισμού κύρια έμμεσα και υπόκωφα, δηλαδή κύρια μέσα από την καταστροφή της δυτικόφιλης αστικής τάξης και του κεφάλαιου που αυτή εκπροσωπεί, πράγμα που σημαίνει χτύπημα στις παραγωγικές δυνάμεις και οικονομικό χτύπημα για την ίδια. Όμως η εργατική τάξη δεν έχει δικιά της πολιτική και συνδικαλιστική οργάνωση για να απαντήσει σε αυτό το χτύπημα αλλά ό,τι διαθέτει από αυτά είναι στα χέρια του σοσιαλφασισμού (όπου βέβαια έχει επίσης χρησιμοποιήσει και βία, αλλά πιο καλυμμένη, γι αυτό το σκοπό). Έτσι της είναι πολύ πιο δύσκολο να κατανοήσει τον κύριο εχθρό της από όσο είναι στη δυτικόφιλη αστική τάξη και ακόμα πιο δύσκολο να του απαντήσει. Όμως παρόλη αυτή την πολιτική αδυναμία της εργατικής τάξης η ζωή η ίδια φέρνει τα πιο πρωτοπόρα τμήματά της και την επαναστατική διανόηση να συνειδητοποιούνται να κατανοούν την επίθεση του φασισμού και να συμμαχούν ενάντιά του, όπου αυτό κι όσο είναι δυνατό με τα πιο αντισοσοσιαλφασιστικά κομμάτια της δυτικόφιλης αστικής τάξης.
Αυτό έγινε με τους απολυμένους των λιπασμάτων που έδωσαν μια πολύχρονη μάχη στην Επιτροπή Αναφορών του Ευρωκοινοβουλίου με εκπροσώπους τους συντρόφους μας Γιάννη Νικολόπουλο και Ρένα Κούτελου. Αυτή η μάχη οδήγησε σε μια σπουδαία πολιτική απόφαση της Επιτροπής Αναφορών υπέρ των απολυμένων. Αυτή η απόφαση έπαιξε σημαντικό ρόλο και στο ηθικό των απολυμένων αλλά και στη θετική, ιστορική για το εργατικό κίνημα απόφαση του Αρείου Πάγου υπέρ των απολυμένων το 2006, ενώ εξακολουθεί να έχει σαν αποτέλεσμα την πολιτική πίεση στην κυβέρνηση για αποκατάστασή τους από το κράτος που τους έστειλε με δικιά του ευθύνη στην ανεργία. Σε αυτή τη μάχη στην Επιτροπή Αναφορών στάθηκαν στο πλευρό των Λιπασμάτων και μάλιστα δραστήρια δύο ευρωβουλευτές, η γερμανίδα σοσιαλδημοκράτισσα Μάργκοτ Κέσλερ και ο ευρωβουλευτής τότε της ΝΔ Γιάννης Μαρίνος. Αυτή η στήριξη ήταν καίρια γιατί ο καθένας από αυτούς είχε ξεχωριστό κύρος μέσα στη δικιά του πανευρωπαϊκή πολιτική πτέρυγα.
Για πολλούς επιπόλαιους και αβαθείς αναλυτές της πολιτικής και συνδικαλιστικής ζωής το να σταθεί ο Μαρίνος στο πλευρό ενός εργατικού κινήματος που μάλιστα ζητάει επαναπρόσληψη όλων των απολυμένων από το κράτος είναι κάτι ανεξήγητο. Επίσης είναι φαινομενικά ανεξήγητο το πως μπορεί να στέκεται θετικά έστω και σε ένα σημείο σε σχέση με την ΟΑΚΚΕ ένας άνθρωπος που υπερασπίζει θέσεις στα εθνικά ζητήματα, ιδιαίτερα στο μακεδονικό, στις οποίες η ΟΑΚΚΕ είναι ο απόλυτος αντίποδας. Η εξήγηση βρίσκεται στο ότι ο Μαρίνος είναι ο πιο συνεπής μέσα σε όλη την αστική τάξη υπερασπιστής της βιομηχανικής ανάπτυξης και ο πιο διορατικός και τολμηρός κατήγορος του ιδιότυπου ελληνικού παραγωγικού σαμποτάζ πράγμα που τον έχει κάνει κατ επανάληψη και για δεκαετίες επιλεγμένο στόχο του σοσιαλφασισμού. Έτσι εξηγείται το ότι στάθηκε στο πλευρό ενός συνδικαλιστικού αγώνα που είναι από μόνος του η πιο τρανή και ακραία απόδειξη του παραγωγικού σαμποτάζ και που, το κυριότερο είναι ο μόνος εργατικός αγώνας στη χώρα αυτή που το έχει καταγγείλει ως τώρα. Αυτός είναι και ο λόγος που κατά τη γνώμη μας ο ίδιος άνθρωπος με την ίδια συνέπεια πρόβαλε στην πιο έγκυρη μεγάλη εφημερίδα τη μόνη αριστερή καταγγελία (ίσως τη μόνη καταγγελία γενικά) ενάντια στο σαμποτάζ της επιστημονικοτεχνικής έρευνας και διδασκαλίας και ενάντια στο παρασιτικό τμήμα της αστικής τάξης που καθοδηγεί αυτό το σαμποτάζ.
Στην πραγματικότητα ο ντυμένος με «επαναστατικό μανδύα» σοσιαλφασισμός δεν αναγνωρίζει στους εχθρούς του να συμφωνούν μεταξύ τους ακόμα και υπό όρους, ακόμα και μερικά, ακόμα και εντελώς παροδικά την ώρα που οι ίδιοι δεν διστάζουν να συμμαχούν με τους πάντες ενάντια στους πάντες και βασικά ενάντια στην αστική δημοκρατία και στη μισοδημοκρατία με νεοναζήδες σαν τη Χεζμπολάχ και με εθνικοσοσιαλιστές σαν τον Τσάβες.

Να γιατί ο σοσιαλφασισμός θα βρίσκει όσο περνάει ο καιρός όλο και μεγαλύτερες αντιστάσεις και μέσα και στο λαό και μέσα στα πιο αντιφασιστικά και φιλοαναπτυξιακά τμήματα της αστικής τάξης. Να γιατί θα ενώνει εναντίον του αναπόφευκτα αυτές τις αντιστάσεις.

Αναδημοσιεύουμε εδώ το άρθρο του Γ. Μαρίνου στο Βήμα της Κυριακής (14/2/2007)

«Ποιους ωφελούν οι καταλήψεις
Μια ανάλυση από αριστερή μαρξιστική οργάνωση που αποκαλύπτει πολλά

Λίγο ως πολύ είναι γνωστό ότι η μαρξιστική Αριστερά παρουσιάζεται να δραστηριοποιείται με πολλά πρόσωπα και προσωπεία, τα οποία συνήθως, αντί να συμπλέουν, αλληλοσυγκρούονται. Εδώ στην Ελλάδα έχει προνομιούχο προβολή η Αριστερά, που εκφράζεται κυρίως με το ΚΚΕ, τον Συνασπισμό και ένα τμήμα του ΠαΣοΚ. Οι άλλες συνιστώσες συνήθως αγνοούνται, υβρίζονται, ακόμη και καταδιώκονται μέχρις εξοντώσεως, όπως παλαιότερα συνέβη με τους τροτσκιστές. Πού μου ήλθε και ασχολούμαι με τα της Αριστεράς, που είναι άλλωστε δύσκολο να τα κατανοήσει κανείς, καθώς είναι περίπλοκα και λεπτολόγα και προσομοιάζουν στη θεωρία και πρακτική με τα απειράριθμα δόγματα, αιρέσεις και ομολογίες της χριστιανικής θρησκείας. Στη «Νέα Ανατολή», όμως, δημοσιογραφικό όργανο μιας από χρόνια δραστηριοποιούμενης ζαχαριαδικής Οργάνωσης για την Ανασυγκρότηση του ΚΚΕ (ΟΑΚΚΕ), διάβασα μιαν απροσδόκητη ανάλυση γύρω από το κίνημα των καταλήψεων στα πανεπιστήμια και γενι

κά την πολύπλευρη επίθεση που δέχεται η προσπάθεια της υπουργού κυρίας Γιαννάκου να τα βγάλει από τα σημερινά αδιέξοδα και να τα διασώσει αναβαθμιζόμενα. Θεώρησα χρήσιμο να θέσω υπόψη των αναγνωστών της στήλης ορισμένα αποσπάσματά της καθώς φωτίζει ορισμένες σκοτεινές πλευρές του μείζονος προβλήματος της Παιδείας στην ταλαίπωρη χώρα μας. Αντιγράφω από το φύλλο της «Νέας Ανατολής» αρ. 412-413 του 2006:
«Ένα κίνημα στο οποίο συμμετέχουν άνθρωποι του λαού μπορεί να είναι προοδευτικό αλλά μπορεί να είναι και αντιδραστικό. Το κίνημα των φοιτητικών καταλήψεων, που είναι σε εξέλιξη, απειλείται (σ.σ. το σωστό είναι «αποτελείται») σε αυτή τη φάση από ανθρώπους του λαού, αλλά η πολιτική του γραμμή είναι αντιδραστική και η ηγεσία του φασιστική. Οι καταλήψεις ξεκίνησαν αρχικά μέσα από δοκιμαστικές απεργιακές κινητοποιήσεις της ΠΟΣΔΕΠ. Πρόκειται για ένα κίνημα στο οποίο οι φοιτητές είναι απλοί νεροκουβαλητές των δασκάλων τους και μάλιστα των χειρότερων από αυτούς. Επειδή οι δάσκαλοι αυτοί έχουν αντίθετα κοινωνικά συμφέροντα από τους φοιτητές τους και επειδή δεν θα μπορούσαν να βρουν κοινωνική αποδοχή αν βγάζανε στην πρώτη γραμμή τα δικά τους αντιδραστικά αιτήματα, κρύβονται πίσω από τους φοιτητές τους και προβάλλουν με το στόμα τους ένα αρνητικό αίτημα: την απόσυρση του νέου νόμου-πλαισίου, που θέλει λίγο-πολύ να βάλει ένα τέλος ή έστω να διορθώσει κάπως τη σημερινή άθλια κατάσταση στην ανώτατη εκπαίδευση. Πρόκειται για έναν νόμο-πλαίσιο που θέλει να διορθώσει τις καταστροφικές πλευρές αυτού που ισχύει σήμερα. Αυτού που σκάρωσε ο Α. Παπανδρέου με τη στήριξη του ψευδοΚΚΕ για να συγκροτήσουν μέσω αυτού ένα κοινωνικό μπλοκ διαφθοράς και αποσύνθεσης μέσα στα ΑΕΙ και τελικά σε όλη την εκπαίδευση. (...) Τα βασικά σημεία των προτάσεων της Επιτροπής Βερέμη μπορούν να συμπυκνωθούν σε ένα ζήτημα: Δεν επιτρέπουν στη σημερινή διεφθαρμένη καθηγητική γραφειοκρατία να συνεχίσει την καταστροφική εξουσία της στα πανεπιστήμια σε συνεργασία με τις φοιτητικές κομματικές παρατάξεις και τις τραμπούκικες ψευτοαριστερές συμμορίες».
Δηλαδή, «ένας συντεχνιακός θρίαμβος του αριστερίστικου συντηρητισμού», όπως διαπιστώνει και ο Ριχάρδος Σωμερίτης. Επιβεβαιωτική των ανωτέρω είναι και η καταγγελία του καθηγητή του Πανεπιστημίου Αιγαίου κ. Κώστα Σοφούλη ότι στους εμποδίζοντες την αναβάθμιση των ΑΕΙ προΐσταται «η συνέχεια του κινήματος βοηθών και παρασκευαστών του 1980, που αποτελεί σήμερα την ηγεσία της ΠΟΣΔΕΠ. Πρόκειται για ανθρώπους που δεν βρίσκουν ελπίδες για επιτυχή καριέρα με ακαδημαϊκά κριτήρια και προσπαθούν με συνδικαλιστικό τρόπο να κατοχυρώσουν επαγγελματικά κριτήρια». Και οι αφελείς φοιτητές τους στηρίζουν>>.