Η δολοφονία του Λιτβινένκο μετατρέπεται σε πελώριο πλήγμα για το νεοναζιστικό καθεστώς Πούτιν

H δολοφονία του ρώσου πολιτικού διαφωνούντα Λιτβινένκο είναι ένας ακόμα κρίκος στην αλυσίδα των ψυχρών δολοφονιών που έχει διαπράξει τα τελευταία χρόνια το καθεστώς Πούτιν ενάντια σε πολιτικούς του αντιπάλους. Ωστόσο από την άποψη των συνεπειών της, αυτή η δολοφονία αποτελεί ένα ποιοτικό άλμα.
Και αυτό για τέσσερις κυρίως λόγους: Ο πρώτος είναι ότι το έγκλημα έγινε σε έδαφος τρίτης χώρας και όχι στην ίδια τη Ρωσία όπως γινόταν ως τώρα, πράγμα που αποτέλεσε πλήγμα στην κυριαρχία αυτής της χώρας αφού το θύμα ήταν πλέον πολίτης της. Ο δεύτερος λόγος, που σχετίζεται με τον πρώτο, είναι ότι επειδή έγινε σε τρίτη χώρα, και μάλιστα δημοκρατική, αυτή η δολοφονία μπόρεσε να ερευνηθεί σε βάθος και έτσι εντοπίστηκαν ήδη τα εντελώς ψηλής τεχνολογίας μέσα που χρησιμοποιήθηκαν για τη διάπραξή της, μέσα που μόνο μια πυρηνική κρατική δύναμη θα μπορούσε να διαθέτει. Ο τρίτος λόγος είναι ότι ο θάνατος του θύματος ήταν μαρτυρικός και αυτό το είδε όλη η ανθρωπότητα, επειδή το θύμα είχε και την πολιτική πεποίθηση και το ψυχικό κουράγιο την ώρα του θανάτου του να δημοσιοποιήσει την κατάστασή του καταγγέλλοντας ταυτόχρονα τον ίδιο Πούτιν σαν υπεύθυνο γι αυτήν. Ο τέταρτος λόγος είναι ότι λίγο πριν από αυτή τη δολοφονία είχε προηγηθεί μια άλλη που συγκλόνισε τους δημοκρατικούς ανθρώπους σε όλο τον κόσμο γιατί το θύμα της ήταν μια εξέχουσα, αγαπητή και ηρωική πολιτική αντίπαλος του πουτινικού καθεστώτος, η Άννα Πολιτκόφσκαγια.Ασφαλώς το δολοφονικό καθεστώς Πούτιν είχε προβλέψει, όπως και στην περίπτωση της Πολιτκόφσκαγια, ότι θα ακολουθούσε μεγάλη συζήτηση γύρω από αυτή τη δολοφονία. Ξέρανε δηλαδή ότι ο Λιτβινένκο δεν θα μέτραγε σαν απλά ένας πρώην πράκτορας της ΚαΓκεΜπε, αλλά σαν ένας πολιτικός διαφωνών αφού είχε ήδη γράψει δύο βιβλία με αποκαλυπτικά στοιχεία ενάντια στη σημερινή ρώσικη πολιτική ηγεσία.
Όμως δεν νομίζουμε ότι φαντάστηκαν ότι θα σημειωνόταν εδώ ένα ποιοτικό άλμα. Αυτό είναι ένα συνηθισμένο λάθος των αντιδραστικών που υποτιμούν το ρόλο των μαζών και της δραματικής αλλαγής των συνειδήσεών τους όταν βρεθούν μπροστά σε νέα και σαφή γεγονότα. Ακόμα περισσότερο υποτιμούν αυτή τη συνείδηση όταν οι ίδιοι βρίσκονται σε φάση ανόδου και οι εχθροί τους σε κατάσταση υποχώρησης και κρίσης. Στη συγκεκριμένη στιγμή η ρώσικη νεοχιτλερική μηχανή κατακτάει τη μια πολιτική νίκη μετά την άλλη σε όλες τις ηπείρους και πιο πολύ στην Μέση Ανατολή όπου οι θέσεις των συμμάχων της ισλαμοφασιστών και των δικών της πρακτόρων μέσα σε αυτούς δυναμώνουν ακατάπαυστα, ενώ την ίδια στιγμή, και σε αντίστροφη αναλογία, η αμερικάνικη υπερδύναμη και ο ευρωπαϊκός τυφλός γίγας δοκιμάζουν τη μια απώλεια θέσης μετά την άλλη και αποσυντίθενται αλληλοκατηγορούμενοι. Αυτή η κρίση των κύριων εχθρών του δίνει στους ραδιούργους του Κρεμλίνου μια αλαζονική βεβαιότητα για το ακατανίκητο της αραχνώδους πολιτικής τους.

Έτσι διέπραξαν το λάθος με το Λιτβινένκο, λάθος που συνίσταται λιγότερο στην ίδια τη δολοφονία και την ιδιαίτερη μέθοδό της και περισσότερο στην πολιτική της διαχείριση. Αναφερόμαστε εδώ στην αλαζονική στάση της ΚαΓκεΜπε και του Πούτιν. Η πρώτη δήλωσε από την πρώτη στιγμή ότι τα περί δολοφονίας από την ίδια είναι καθαρές ανοησίες και ότι ποτέ η Ρωσία δεν θα σκότωνε ένα ασήμαντο άτομο σαν το Λιτβινένκο διακινδυνεύοντας τις αγγλορωσικές σχέσεις, ενώ λίγο αργότερα ο ίδιος ο Πούτιν δήλωνε στη συνάντηση ΕΕ-Ρωσίας στο Ελσίνκι ότι δεν υπάρχουν στοιχεία ότι ο θάνατος του Λιτβινένκο είναι βίαιος. Αυτή την τελευταία δήλωση την έκανε ο Πούτιν επειδή οι πρώτες έρευνες είχαν διαψεύσει την αρχική υπόθεση των άγγλων γιατρών ότι η αρρώστια του Λιτβινένκο προήλθε από τη δηλητηρίαση του με φυσικό ή ραδιενεργό θάλιο. Για κακή όμως τύχη του Πούτιν λίγες μόνο ώρες μετά από τη δήλωση του ανακοινωνόταν επίσημα από τους αρμόδιους υγειονομικούς φορείς της Αγγλίας ότι ο θάνατος του Λιτβινένκο οφειλόταν σε ραδιενεργό πολώνιο 210. Το πιθανότερο είναι ότι η ΚαΓκεΜπε είτε δεν περίμενε ότι οι άγγλοι ειδικοί θα επέμεναν και θα ανίχνευαν τη ραδιενεργή ουσία, είτε έδωσε στο Λιτβινένκο μεγαλύτερη ποσότητα από όση επιτρεπόταν για να μην ανιχνευτεί. (Δες παρακάτω πως κατάφεραν και καλύφθηκαν στην περίπτωση Τσεκοτσίκιν).
Μετά από αυτές τις δηλώσεις έγινε φανερό στους πάντες ότι το Κρεμλίνο επιχείρησε να υποτονίσει και να αρνηθεί όχι μόνο την πολιτική βαρύτητα αυτής της δολοφονίας, αλλά και την ύπαρξή της. Αυτή η στάση ήταν σε φανερή σύγκρουση με την εφιαλτική εικόνα που είχαν οι λαοί όλου του κόσμου, ιδιαίτερα η βρετανική κοινή γνώμη απέναντι σε έναν παραμορφωμένο και απότομα γερασμένο νέο άνθρωπο, που τώρα περίμενε το βασανιστικό θάνατό του σε ένα κρεβάτι νοσοκομείου. (Οι πόνοι από το ραδιενεργό πολώνιο είναι αφόρητοι εξαιτίας της καταστροφής των οστών που προκαλεί). Με λίγα λόγια το Κρεμλίνο του Πούτιν έγινε ξαφνικά πολύ πιο ύποπτο από όσο το είχαν κάνει ως τώρα τα γνωστά βιβλία της Πολιτκόφσκαγια και τα πολύ λίγο γνωστά του Λιτβινένκο, καθώς και μια μακριά σειρά από δολοφονίες ρώσων οικονομικών και πολιτικών παραγόντων ή θεωρούμενων τρομοκρατών. Μόνο τότε μπροστά στον κίνδυνο μιας πολιτικής καταστροφής μπήκε σε κίνηση η μεγαλύτερη προπαγανδιστική μηχανή του πλανήτη, η καγκεμπίτικη, που χρησιμοποιώντας τα πολυάριθμα ψευτοαριστερά και «αντιιμπεριαλιστικά» παπαγαλάκια της, άρχισε να διαδίδει τη θέση ότι οι δυτικοί ιμπεριαλιστές και οι φιλικές τους δυνάμεις μέσα στην ΚαΓκεΜπε δολοφόνησαν τον Λιτβινένκο για να προβοκάρουν το «ρώσο πατριώτη» Πούτιν. Είναι πιθανό μέσα σε αυτά τα πλαίσια άμυνας της ΚαΓκεΜπε να βρίσκεται και η πολύ περίεργη υπόθεση Γκαϊντάρ ο οποίος κατέφυγε στη Ρωσία για να θεραπευτεί (!) από μια δηλητηρίαση που υπέστη στη Δύση. Αυτή η δηλητηρίαση ήδη αποδίδεται από τον κύκλο του και από το κόμμα του σε προβοκάτσια των αντι-πουτινικών δυνάμεων κατά του Πούτιν. Με αυτόν τον τρόπο ο Πούτιν προσπαθεί να ταυτίσει τους Λιτβινένκο και Γκαϊντάρ οπότε αφού ο Γκαϊντάρ δηλητηριάτηκε από τους αντιπουτινικούς το ίδιο θα ισχύει και για τον Λιτβινένκο. Όμως μια κυβέρνηση που υποτίθεται ότι γίνεται θύμα μιας προβοκάτσιας σπεύδει πρώτη να τονίσει την πολιτική σημασία της πρώτης και θανάσιμης δολοφονίας, εκείνης που ενεργοποιεί αυτήν την προβοκάτσια, δηλαδή τη δολοφονία Λιτβινένκο και αμέσως να την αναδείξει σαν τέτοια, και κυρίως να ασχοληθεί η ίδια και να καλέσει τους πάντες να ασχοληθούν με τη διαλεύκανση της δολοφονίας ώστε να αποδειχτεί η προβοκάτσια που κρύβεται πίσω από αυτήν. Δηλαδή μια έντιμη κυβέρνηση, θύμα προβοκάτσιας θα έκανε ακριβώς το αντίθετο από εκείνο που έκανε στη συγκεκριμένη περίπτωση η συμμορία Πούτιν-ΚαΓκεΜπε που με την άκρη των χειλιών της δέχτηκε να βοηθήσει στις έρευνες της βρετανικής αστυνομίας.

Η σοσιαλιμπεριαλιστική στρατηγική της προβοκάτσιας αρχίζει να αποκαλύπτεται

Πραγματικά όποιος θέλει μπορεί τώρα να δει για πρώτη φορά μπροστά του ένα ψυχρό τέρας στην πραγματική του κίνηση. Τα στοιχεία που έρχονται στο φως και που συνδυάζονται πλέον με την τελευταία αυτή δολοφονία είναι πραγματικά συγκλονιστικά από ευρύτερη άποψη. Γιατί συνδέονται με τη διεθνή στρατηγική της προβοκάτσιας που έχει βάλει σε εφαρμογή το Κρεμλίνο από την ώρα που έγινε αρχηγός του ένας αρχικαγκεμπίτης κατάσκοπος. Στο κέντρο αυτής της στρατηγικής είναι η ανατίναξη των πολυκατοικιών της Μόσχας το 1999. Αυτή η ανατίναξη που έδωσε 300 νεκρούς ρώσους πολίτες και της οποίας οι δράστες ποτέ δεν εντοπίστηκαν, αποδόθηκε αμέσως από την προεδρία Πούτιν στο εθνο-ανεξαρτησιακό κίνημα των Τσετσένων και αποτέλεσε το άλλοθι για τη δεύτερη, την πιο γενοκτονική εκστρατεία των ρώσικων δυνάμεων κατοχής το 1999 ενάντια στον ηρωικό αυτό λαό, εκστρατεία που ακόμα συνεχίζεται.
Ο Λιτβινένκο έχει αναδείξει όσο κανείς άλλος τον προβοκατόρικο χαρακτήρα αυτής της υπόθεσης με ένα βιβλίο του που έχει τον τίτλο: «Ανατινάζοντας τη Μόσχα» στο οποίο αναπτύσσει τη θέση ότι είναι πράκτορες της ΚαΓκεΜπε εκείνοι που συντόνισαν την ανατίναξη των πολυκατοικιών. Τη θέση αυτή έχει υποστηρίξει και η Πολιτκόφσκαγια που συνεργαζόταν με το Λιτβινένκο και ήταν ένας από τους μεγαλύτερους διαφωτιστές της ρώσικης και της παγκόσμιας κοινής γνώμης σχετικά με τον εγκληματικό πόλεμο που διεξάγει η Ρωσία στην Τσετσενία. Αλλά ο Λιτβινένκο και η Πολιτκόφκαγια δεν είναι οι μόνοι δολοφονημένοι που συνδέονται με αυτήν την ανατίναξη. Ακόμα πιο χαρακτηριστική είναι η δολοφονία δύο μελών της ειδικής επιτροπής που όρισε η ρωσική Δούμα για να διερευνήσει αυτή την υπόθεση.
Πρόκειται για τους βουλευτές Σεργκέι Γιούσενκοφ και Γιούρι Τσεκοτσίκιν. Ο πρώτος, ένας φιλελεύθερος βουλευτής, δολοφονήθηκε με πυροβόλο όπλο στις αρχές του 2003. Η δολοφονία του δεύτερου όμως μόλις τώρα αποκαλύπτεται καθαρά σαν τέτοια καθώς φωτίζεται από τη δολοφονία Λιτβινένκο την οποία και με τη σειρά της φωτίζει. Ο Τσεκοτσίκιν ήταν επίσης βουλευτής αλλά και δημοσιογράφος της αντιπολιτευόμενης τον Πούτιν φιλελεύθερης εφημερίδας Νόβαγια Γκαζέτα. Αυτός διακομίστηκε στις 16 του Ιούνη του 2003 στο κεντρικό νοσοκομείο του Κρεμλίνου έχοντας ακριβώς τα ίδια συμπτώματα με το Λιτβινένκο: πτώση του τριχωτού του κεφαλιού, πρόωρη και απότομη γήρανση, απώλεια των λευκών αιμοσφαιρίων, καρδιακά προβλήματα. Στις 3 του Ιούλη ο Τσεκοτσίκιν πέθανε. Οι αρχές του νοσοκομείου επικαλούμενες το ιατρικό απόρρητο δεν επέτρεψαν στην οικογένεια του νεκρού την πρόσβαση στο φάκελο ασθενείας του και αρνήθηκαν να της παραδώσουν οποιαδήποτε ανάλυση και αποτέλεσμα εξέτασης. Οι ρώσοι γιατροί αρκέστηκαν μόνο να αναφερθούν σε ένα «άγνωστο προϊόν», «απροσδιόριστης» προέλευσης. Τότε οι φίλοι του Τσεκοτσίκιν έστειλαν εργαστηριακό υλικό στους τοξικολόγους της Αγγλίας οπότε αυτοί διαπίστωσαν «μείζονα επίθεση στο ανοσοποιητικό σύστημα» του νεκρού από έναν άγνωστο «εξωτερικό παράγοντα» που τους οδήγησε στη σκέψη ότι πρόκειται για «μια δηλητηρίαση». Παρ όλα αυτά η ρωσική δικαιοσύνη αρνήθηκε να ανοίξει έρευνα για το θάνατο του Τσεκοτσίκιν (τα στοιχεία αυτά είναι από άρθρο της Μοντ της 25 Νοέμβρη).

Οι κατά συρροή δολοφονίες ανθρώπων που με τον ένα ή τον άλλον τρόπο αναζητούν και αποκαλύπτουν στοιχεία γύρω από την ανατίναξη των πολυκατοικιών της Μόσχας δεν μπορεί να είναι τυχαίες. Αν αυτή η ανατίναξη αποδειχτεί σαν προβοκατόρικη τότε όλη η ρώσικη διπλωματία θα καταρρεύσει. Αυτό θα συμβεί καταρχήν γιατί το Κρεμλίνο προβάλει τον εαυτό του στη Δύση σαν ένα μεγάλο θύμα της διεθνούς, ιδιαίτερα της ισλαμικής τρομοκρατίας και σα θύμα τολμάει να εμφανίζεται σαν αντικειμενικός σύμμαχος της Δύσης και έτσι να συνεργάζεται μαζί της για τον έλεγχο των χωρών του τρίτου κόσμου και τη διείσδυση σε αυτές. Αν δεν είναι λοιπόν οι ισλαμιστές της Τσετσενίας αλλά η ίδια η Ρωσία που ανατίναξε τις πολυκατοικίες τότε αυτή δε θα είναι ένα θύμα αλλά ένας ισχυρός παράγοντας της διεθνούς τρομοκρατίας. Και όχι μόνο ένας ισχυρός παράγοντας αλλά ο ηγετικός. Γιατί μετά τις πολυκατοικίες της Μόσχας θα αρχίσουν να γίνονται βεβαιότητες όλες οι αρκετά τεκμηριωμένες υποψίες ότι και στο θέατρο της Μόσχας και στο Μπεσλάν ήταν οι ρώσικες αρχές οι κύριοι υπεύθυνοι των μαζικών θανάτων των αθώων. Και αν έτσι «παράξενα» αρχίσει να σκέφτεται η ανθρωπότητα το μυαλό της θα πάει και στις άλλες μαζικές δολοφονίες αμάχων από τους ισλαμοφασίστες στην Ασία, στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ οπότε μοιραία θα φτάσει ως τους Δίδυμους Πύργους. Και καθώς η σκέψη κινείται εκπληκτικά γρήγορα και με άλματα θα επανεκτιμήσει στοιχεία που ως τώρα αφήνονταν παραπεταμένα και περιφρονημένα στο περιθώριο. Νομίζουμε ότι από όλα τα εξαιρετικά επικίνδυνα για το σημερινό Κρεμλίνο πράγματα που έχει αποκαλύψει ο Λιτβινένκο το πιο επικίνδυνο είναι ότι το νούμερο δύο της Αλ Κάιντα, ο Ζαουάχρι εκπαιδεύτηκε από την ΚαΓκεΜπε στο Νταγκεστάν του Βόρειου Καυκάσου τα χρόνια που προηγήθηκαν της 11ης του Σεπτέμβρη (BBC, 24 Νοέμβρη). Θυμίζουμε στους αναγνώστες μας ότι η πάγια εκτίμηση της ΟΑΚΚΕ ήταν ότι η Αλ Κάιντα δεν είναι γέννημα του μουσουμανικού κόσμου, ούτε καν του ισλαμοφασισμού, αλλά της ΚαΓκεΜπε.
Οι σημαντικές γνώσεις του πρώην αυτού στελέχους της ΚαΓκεΜπε για την ευρύτερη δραστηριότητα αυτού του ιμπεριαλιστικού δολοφονικού μηχανισμού, θα πρέπει να είναι ο βαθύτερος λόγος για τον οποίο αποφασίστηκε ο θάνατός του. Αυτές οι γνώσεις δεν αφορούσαν μόνο την περασμένη πρακτική αυτού του μηχανισμού, αλλά και την τωρινή του. Γιατί όπως και κάθε αστυνομία έτσι και η ΚαΓκεΜπε, όσο και να εκκαθαρίζεται, θα έχει πάντα μέσα της στελέχη και εκπροσώπους από όλες τις ισχυρές τάσεις της ρώσικης αστικής τάξης. Και μια από αυτές ήταν η δυτικόφιλη ολιγαρχία που πήρε ένα κομμάτι εξουσίας στη μεταβατική δεκαετία 1990-2000 με «απευθείας παραχώρηση» από το βαθύ καθεστώς. Οι πιο επιφανείς εκπρόσωποι αυτής της τάσης ήταν οι Μπερεζόφσκι, Κοντορκόφσκι και Γκουσίνσκι που αργότερα δραπέτευσαν στο εξωτερικό ή φυλακίστηκαν όταν δεν χρειάζονταν πλέον στο βαθύ καθεστώς. Αυτό το βαθύ καθεστώς ήταν και παραμένει η εξουσία της σοσιαλιμπεριαλιστικής κρατικο-μονοπωλιακής ολιγαρχίας η οποία βγήκε μέσα από τον μπρεζνιεφισμό και βασικά μέσα από τον καγκεμπίτικο σκληρό πυρήνα του, τους λεγόμενους «σιλόβικι». Οι σιλόβικι χρειάστηκαν τους δυτικόφιλους ολιγάρχες σαν μόστρα για να καθησυχάσουν τους δυτικούς ιμπεριαλιστές για το μεγάλο διάστημα στο οποίο οι ίδιοι παριστάνοντας τον ψόφιο κοριό διεισδύανε ύπουλα παντού στο εξωτερικό και κατακτούσαν με τους πράκτορές τους την εξουσία σε μια σειρά στρατηγικά σημεία των 5 ηπείρων. Είναι αυτοί που φρόντισαν ώστε οι ρώσοι δυτικόφιλοι ολιγάρχες να είναι εβραίοι, έτσι που από τη μια να αποσύρουν από πάνω τους την κατηγορία του αντισημιτισμού, που προηγούμενα απηύθυνε εναντίον τους και σωστά όλη η Δύση, και από την άλλη να μπορούν να τους εξοντώσουν ανά πάσα στιγμή. Αυτό ήταν πολύ εύκολο αφού οι τελευταίοι, σαν εβραίοι, ήταν στο στόχαστρο του μαζικού και «λαϊκού» μεγαλορώσικου αντισημιτισμού που οι χρουτσοφικοί είχαν φουντώσει στην ΕΣΣΔ από τα 1948 και έτσι μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σαν αποδιοπομπαίοι τράγοι για όλη τη λεηλασία του δημόσιου πλούτου από τους σιλόβικι, δηλαδή τους «ανατολικούς» κρατικοφασίστες ολιγάρχες μετά το 1990. Εννοείται ότι κι οι ίδιοι έχουν ευθύνη για το τέλος τους σαν άρχουσα τάξη, γιατί και αυτοί εγκατέλειψαν το ρώσικο λαό στην πείνα του καθώς με βουλιμία έπεσαν πάνω στο ψητό που τους μοίρασε η «ανατολική» ολιγαρχία τη δεκαετία 1990-2000. Με αυτή τους τη στάση έδωσαν στους πουτινικούς προβοκάτορες τη δυνατότητα να εμφανιστούν σα σωτήρες του έθνους καθώς αυτοί εκτός από το ότι τιμώρησαν τη «σατανική εβραϊκή ολιγαρχία» σαν τάχα υπεύθυνη για την πείνα των ετών 1990-2000, μοίρασαν την ίδια εποχή στη ρώσικη φτωχολογιά λίγα ψίχουλα από την υδρογονανθρακική γαιοπρόσοδο που οι ίδιοι με τον ενεργειακό γεωπολιτικό τους εκβιασμό παραφούσκωσαν.

Εκκαθαρίζοντας όμως έναν-έναν τους δυτικόφιλους ολιγάρχες και δημεύοντας την περιουσία τους οι κρατικομονοπωλιστές σοσιαλφασίστες τους μετέτρεψαν σε θανάσιμους εχθρούς τους και μάλιστα στους πιο έξυπνους εχθρούς τους μέσα στη Δύση καθώς αυτοί, και μόνο αυτοί, είχαν τόσο άμεση και βαθιά πείρα των πολιτικών μηχανορραφιών του Κρεμλίνου. Αυτό ισχύει περισσότερο για τον πιο πολιτικό από αυτούς του ολιγάρχες, τον Μπερεζόφσκι, που διετέλεσε επικεφαλής του Συβούλιου Ασφαλείας του Κρεμλίνου σαν έμπιστος άνθρωπος του Γέλτσιν. Ο Μπερεζόφσκι, που σήμερα έχει καταφύγει στο Λονδίνο, έχει συγκεντρώσει γύρω του όλη την πραγματικά αντιπουτινική ρώσικη αντιπολίτευση, ενώ δεν έχει διστάσει να συμμαχήσει ακόμα και με το εθνικο-απελευθερωτικό κίνημα της Τσετσενίας που έχει σαν καλύτερο εκπρόσωπό του στο εξωτερικό τον Ζακάγιεφ, στενό συνεργάτη του δολοφονημένου δημοκράτη και αντι-ιμπεριαλιστή ηγέτη Μασκάντοφ.
Ο Λιτβινένκο ήταν ένας από τους πιο στενούς συνεργάτες του Μπερεζόφσκι. Αυτούς τους δυο τους είχε φέρει σε επαφή η ίδια η ΚαΓκεΜπε όταν ανέθεσε στον πρώτο να δολοφονήσει το δεύτερο, πράγμα που αυτός όχι μόνο δεν έκανε αλλά αποκάλυψε σε όλο τον κόσμο, με αποτέλεσμα να καταλήξει αρχικά κρατούμενος στη Ρωσία και μετά φυγάδας στην Αγγλία. Καταλαβαίνει λοιπόν κανείς πόσο η επιβίωση στελεχών σαν τους Λιτβινένκο και Μπερεζόφσκι δίνει στο δυτικόφιλο κομμάτι της ρώσικης αστικής τάξης ένα ζωντανό πυρήνα αντι-σοσιαλφασιστικής αντίστασης μέχρι τα βάθη του νεοχιτλερικού κράτους που ήδη έχει οικοδομήσει ο Πούτιν. Για κάποιους σχολιαστές ο αργός, επώδυνος θάνατος του Λιτβινένκο είναι μια προειδοποίηση για όσα στελέχη των ρώσικων μυστικών υπηρεσιών και σε προέκταση για όσους ρώσους αντικαθεστωτικούς καταγγέλλουν τα σκοτεινά σχέδια των νεοχιτλερικών του Κρεμλίνου στο μέλλον.
Τέτοιες αντιστάσεις είναι ανάλογες με εκείνες μέσα από τη γερμανική αστική τάξη ενάντια στο 3ο Ράιχ, αντιστάσεις που παρόλη την ασυνέπεια και την αδυναμία τους ήταν εξαιρετικά πολύτιμες για τον παγκόσμιο αντιφασιστικό αγώνα.
Αυτές οι αντιστάσεις είναι ακόμα πιο πολύτιμες σήμερα καθώς διανύουμε μια μεταβατική περίοδο στην οποία η πουτινική Ρωσία δεν έχει ακόμα αρχίσει τη μεγάλη κούρσα εξοπλισμών. Τώρα δίνει τα πάντα για να μπορέσει να ολοκληρώσει την κατάκτηση και τη σταθεροποίηση των νέων στρατηγικών θέσεων της προκειμένου να εξαπολύσει το μεγάλο πόλεμό της ενάντια στην Ευρώπη. Σε αυτή την περίοδο το μόνο που δεν θέλει είναι να την αντιληφθούν τα μελλοντικά της θύματα σα θανάσιμο κίνδυνο. Σ’ αυτό το σημείο βρίσκεται ο κρίσιμος ρόλος της ρώσικης αστικής αντιναζιστικής αντιπολίτευσης. Αυτή δεν μπορεί πια να επηρεάσει καθοριστικά τις εσωτερικές εξελίξεις στη Ρωσία από τα δικά της λάθη και από την ταξική της φύση, όμως μπορεί να επηρεάσει καθοριστικά τη Δύση και από κει την παγκόσμια κατάσταση ενημερώνοντας όλο τον κόσμο για τις προθέσεις και τα σχέδια του Κρεμλίνου. Εκεί βρίσκεται βασικά η συνεισφορά της όπως ήδη αποδεικνύεται στην υπόθεση Λιτβινένκο.
Ωστόσο ο ρόλος αυτής της τάξης και γενικότερα της δυτικής μονοπωλιακής αστικής τάξης δεν μπορεί παρά να είναι ρόλος εφεδρείας. Ο οικονομικός και πολιτικός αστοφιλελευθερισμός μπορεί να καθυστερήσει αλλά όχι να ματαιώσει την προέλαση του σοσιαλιμπεριαλισμού. Η κύρια δύναμη ενάντια σε αυτόν είναι και θα είναι ως τη συντριβή του τα πλατιά δημοκρατικά και λαϊκά κινήματα μέσα σε κάθε χώρα του κόσμου, ιδιαίτερα στις χώρες του τρίτου κόσμου που όλο και περισσότερο βασανίζονται από τις σοσιαλφασιστικές γενοκτονικές δικτατορίες και από τα βρωμερά τρομοκρατικά και προβοκατόρικα παιχνίδια του Κρεμλίνου. Εκεί βρίσκεται το πιο μεγάλο πολιτικό πεδίο της παγκόσμιας ταξικής πάλης σήμερα.

Ένας άγγλος βουλευτής για τις μαρτυρίες σχετικά με τον Πρόντι

O Τζέραρντ Μπάτεν, βουλευτής του Ανεξάρτητου Κόμματος του αγγλικού κοινοβουλίου και φίλος του Λιτβινένκο, έδωσε συνέντευξη στο BBC για το θάνατό του. Κανείς δεν θυμάται το λόγο που εκφώνησε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 3 Απρίλη 2006, όπου αναφέρθηκε στο περιεχόμενο μιας συζήτησης την οποία ο ψηφοφόρος του, Λιτβινένκο, ισχυριζόταν ότι είχε με το στρατηγό Ανατόλι Τροφίμοφ προτού εξοριστεί: “Ο στρατηγός Τροφίμοφ είχε πει στον κ. Λιτβινένκο: «Μην πας στην Ιταλία. Υπάρχουν πολλοί πράκτορες της KGB ανάμεσα στους πολιτικούς: ο Ρομάνο Πρόντι είναι ο άνθρωπός μας εκεί». Το Φλεβάρη του 2006 ο κ. Λιτβινένκο ανέφερε την παραπάνω πληροφορία στο Μάριο Σκαραμέλα της επιτροπής Γκουτσάντι που διερευνούσε τη διείσδυση της KGB στην ιταλική πολιτική. Αυτός ο ισχυρισμός ενάντια στον πρώην επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι μια από τις σοβαρότατες κατηγορίες. Θα έπρεπε να διερευνηθεί εξονυχιστικά. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα πρέπει να διεξάγει τη δική του έρευνα”. Ο λόγος διατίθεται στην ιστοσελίδα “www.youtube.com” με τίτλο «Gerard Batten in the European Parliament”.