Η ΡΩΣΙΑ ΓΙΝΕΤΑΙ Ο ΒΑΣΙΚΟΣ ΠΑΙΚΤΗΣ ΣΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ

Οι εξελίξεις του πρώτου τριμήνου του 2006 σ’ ό,τι αφορά την τύχη και την πορεία του Κυπριακού ζητήματος επιβεβαιώνουν του τίτλου το αληθές. Αφότου η Τουρκία πήρε στα τέλη του 2005 από την Ευρωπαϊκή Ένωση το ΟΚ να αρχίσουν στο τρέχον έτος οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις, με τελικό σκοπό την πιθανή ένταξή της σ’ ένα ακαθόριστο και αβέβαιο μέλλον, οι εξελίξεις στο ζήτημα φαίνονταν να έχουν βαλτώσει. Παρά τη φαινομενική ακινησία όμως, τα πράγματα έπαιρναν σιγά-σιγά, σαν ποτάμι που αργοκυλάει, μια άλλη τροπή, ακόμη δυσμενέστερη και για τους Τουρκοκύπριους και για τους Ελληνοκύπριους, καθώς στον ορίζοντα φάνηκε πια καθαρά ο ρόλος της ρώσικης υπερδύναμης, που χωρίς τη δική της σφραγίδα τίποτε, εδώ και μισό αιώνα, δεν μπορεί να κινηθεί στο θέμα που εξετάζουμε.

ΚΑΤΙ ΔΕΙΧΝΕΙ ΝΑ ΚΙΝΕΙΤΑΙ

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Από τις αρχές Ιανουαρίου ήδη ο ελληνικός Τύπος προϊδέαζε για σοβαρές εξελίξεις: «Θέμα λίγου χρόνου είναι, σύμφωνα με τις υπάρχουσες ενδείξεις, η επαναδραστηριοποίηση της Γενικής Γραμματείας των Ηνωμένων Εθνών, στην κατεύθυνση της αναθέρμανσης των διαδικασιών αναζήτησης λύσης στο Κυπριακό» (Καθημερινή, 5 Γενάρη 2006). Ως τέτοιες ενδείξεις θεωρούνταν η αποστολή στην Κύπρο υψηλόβαθμου αξιωματούχου του ΟΗΕ, και συγκεκριμένα του Νιγηριανού Ιμπραχίμ Γκαμπάρι, αρμόδιου για πολιτικές υποθέσεις και βοηθού του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ. Το δεξί χέρι του Ανάν δηλαδή. Επίσης, ο Ανάν διόρισε νέο ειδικό αντιπρόσωπό του στην Κύπρο τον Ολλανδό Μίκαελ Μόλερ, μέχρι πρόσφατα αναπληρωτή βοηθό γ.γ. του ΟΗΕ. Τέλος, «οι Αμερικανοί, δια του νέου πρέσβη Ρόναλντ Σλίκερ, προσπαθούν να δείξουν ένα νέο πρόσωπο και να δώσουν την εντύπωση ότι διαφοροποιούν, κατά κάποιο τρόπο, τη θέση τους στο Κυπριακό, ενώ ταυτόχρονα δείχνουν ότι επιθυμούν βελτίωση των σχέσεων Ουάσιγκτον-Λευκωσίας» (Ελευθεροτυπία, 3/1).
Βέβαια, οι Αμερικάνοι έμεναν, αρχικά τουλάχιστον, σταθεροί στην άποψη ότι οι όποιες διαπραγματεύσεις θα έπρεπε να γίνουν «στη βάση του σχεδίου Ανάν», κάτι που η κυπριακή κυβέρνηση σθεναρά απέρριπτε στη λογική ότι αυτό είχε ήδη απορριφθεί με το δημοψήφισμα του 2004, που είχε βγάλει συντριπτικά το «Όχι» με ποσοστό 74%. Γι’ αυτό και η θέση της κυπριακής κυβέρνησης συνοψιζόταν στη φράση: «Στόχος ήταν και παραμένει μια συμφωνημένη λύση, χωρίς διαιτησία και χωρίς πιεστικά χρονοδιαγράμματα» (Ελευθεροτυπία, 2/1).
Από την άλλη οι Τουρκοκύπριοι έδιναν ιδιαίτερη βαρύτητα σ’ αυτό που τους είχε υποσχεθεί με πολιτική δέσμευση η Ευρωπαϊκή Ένωση όταν υπερψήφιζαν το σχέδιο Ανάν: άρση της οικονομικής απομόνωσής τους (εμπάργκο) μέσω των απευθείας εμπορικών συναλλαγών με την Ευρώπη.
Καθοριστικό ρόλο στην κατεύθυνση που θα έπαιρνε η πορεία του ζητήματος θα έπαιζε η υποχρέωση που είχε αναλάβει η Τουρκία με το πρόσθετο Πρωτόκολλο της Άγκυρας να επεκτείνει την τελωνειακή της σύνδεση με τις νεοεισελθείσες στην ΕΕ χώρες, μεταξύ των οποίων και με την Κύπρο. Θα έπρεπε, δηλαδή, να αναγνωρίσει έμμεσα την υπόσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας και να της ανοίξει τα λιμάνια και τα αεροδρόμιά της. Η ασφυκτική πίεση για την τήρηση αυτής της συμβατικής υποχρέωσης της Τουρκίας αποτέλεσε και το Δούρειο Ίππο, τη δίοδο μέσα από την οποία πήραν ο ρώσοι το πάνω χέρι στο Κυπριακό.
Σε προηγούμενο άρθρο μας για το Κυπριακό είχαμε διακρίνει και επισημάνει τον κίνδυνο (για μας ήταν βεβαιότητα και όχι απλή πιθανότητα) να αποτελέσουν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις Τουρκίας-ΕΕ το κανάλι μέσα από το οποίο η πολιτική ηγεσία Ελλάδας και Κύπρου θα έμπαζαν για τα καλά τη Ρωσία στο παιχνίδι και θα δημιουργούσαν σοβαρά εσωτερικά προβλήματα στην ίδια την Τουρκία, με απώτερο στόχο την αποδυνάμωση του θεματοφύλακα του κεμαλικού λαϊκού κράτους και του κεμαλισμού, που είναι ακόμα το τούρκικο στρατιωτικό κατεστημένο, ώστε να επιτευχθεί η άλωση του τούρκικου κρατικού μηχανισμού από τον ισλαμοφασισμό με ευρωπαϊκό προσωπείο (βλέπε Ερντογάν).
Σε επιβεβαίωση αυτής της εκτίμησής μας, το ειδησεογραφικό πρακτορείο Ρόιτερ μετέδωσε, μέσω του ανταποκριτή του στην Άγκυρα, ότι «η τουρκική κυβέρνηση έχει ελάχιστα περιθώρια ελιγμών στο Κυπριακό εξαιτίας των εθνικιστικών αισθημάτων που επικρατούν στην Τουρκία και των θέσεων του στρατιωτικού κατεστημένου» (Ελευθεροτυπία, 7/1). Που μας λέει ουσιαστικά ότι ο Ερντογάν θέλει, αλλά ο κεμαλικός στρατός δεν τον αφήνει.
Σε άρθρο του στην Καθημερινή (15 Γενάρη) ο συνήθως καλά ενημερωμένος καθεστωτικός σχολιαστής Στ. Λυγερός είναι σαφής: «Λίγο πιο νωρίς ή λίγο πιο αργά, η θεμελιώδης αντίφαση του μετακεμαλικού καθεστώτος θα έλθει (σσ: με την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων) στην επιφάνεια (...) Το μετακεμαλικό καθεστώς (...) δεν είναι διατεθειμένο να υποστεί και τις συνέπειες, μεταξύ των οποίων είναι και η αυτοκατάργησή του». Όσο για την ελληνική στάση, γράφει χαρακτηριστικά: «Το προηγούμενο διάστημα η Αθήνα (...) είχε θέσει χαμηλά τον πήχυ, (...) επειδή θεωρεί ότι η είσοδος της Τουρκίας σε ενταξιακή τροχιά μεσομακροπρόθεσμα θα αποβεί προς όφελος των εθνικών συμφερόντων. Τώρα, σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, η ελληνική διπλωματία ετοιμάζεται να κάνει ακόμη ένα βήμα πίσω. Έχει φθάσει στο σημείο να μελετά σοβαρά το ενδεχόμενο να κάνει εκπτώσεις όσον αφορά την αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Τουρκία, προκειμένου να την κρατήσει σε ενταξιακή τροχιά!». Πράγματι, κάτι τέτοιο έγινε με την απελευθέρωση του Χρηματοδοτικού Πρωτοκόλλου και το άνοιγμα των ενταξιακών διαπραγματεύσεων ΕΕ-Τουρκίας από την αυστριακή προεδρία (τέλη Μάρτη), οπότε δεν μπήκε βέτο από ελληνικής ή κυπριακής πλευράς, παρότι υπήρχε το επιχείρημα της μη συμμόρφωσης της Τουρκίας με την υποχρέωση να ανοίξει τα λιμάνια και τα αεροδρόμιά της στην Κύπρο.
Αλλά και ο πρόεδρος της κυπριακής Βουλής, ο γ.γ. του ρωσόδουλου ΑΚΕΛ Δ. Χριστόφιας, «χαρακτήρισε το 2006 χρονιά στροφής στο Κυπριακό»
(στο ίδιο). Απ’ ό,τι θα φανεί πιο κάτω, ήξερε πολύ καλά τι έλεγε...

ΧΕΡΙ-ΧΕΡΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΡΩΣΟΥΣ

Στις 20 Γενάρη ο Παπαδόπουλος άρχισε πενθήμερη (φανταστείτε πόσα πολλά είχε να πει με τους πάτρωνές του!) επίσκεψη στη Μόσχα. Το ρώσικο υπουργείο Εξωτερικών, προετοιμάζοντας το έδαφος, δήλωσε πως η Ρωσία «υποστηρίζει τους Κυπρίους στις προσπάθειές τους για την επίτευξη δίκαιης, σταθερής και βιώσιμης διευθέτησης στο νησί» και διαπίστωσε ότι «οι θέσεις Ρωσίας και Κύπρου για την πλειονότητα των επίκαιρων διεθνών προβλημάτων συμπίπτουν ή είναι παραπλήσιες» (Ελευθεροτυπία, 20/1). Σύμφωνα με τον εκπρόσωπό του Καμίνιν, ο διάλογος των δύο πλευρών περιλαμβάνει ευρύ φάσμα θεμάτων.
Εδώ βγήκε και μια είδηση ίσως άγνωστη στον πολύ κόσμο: «Η Κύπρος αποτελεί ένα από τα βασικά κανάλια προσέλκυσης ξένων επενδύσεων στη ρωσική οικονομία και, σύμφωνα με το συσσωρευμένο όγκο, κατέχει ηγετική θέση μεταξύ των διεθνών μας εταίρων» (Ελευθεροτυπία, 20/1). Το 2004 η Κύπρος βρέθηκε επικεφαλής της λίστας των ξένων επενδυτών, ξεπερνώντας ακόμη και τη Γερμανία, την Αγγλία και τις ΗΠΑ, καθώς ρωσικά, ως επί το πλείστον, κεφάλαια ύψους 13,8 δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ επανεισήχθησαν στη Ρωσία μέσω κυπριακών τραπεζών. Είπατε τίποτα για ξέπλυμα μαύρου χρήματος;
Ο Παπαδόπουλος, αναχωρώντας για τη Μόσχα, χαρακτήρισε την επίσκεψη «πολύ σημαντική» προσθέτοντας ότι «η υποστήριξη που παρέχει η Ρωσία στην Κύπρο είναι σταθερή» (Ελευθεροτυπία, 21/1).
Ρόλο έπαιξε στην επίσκεψή του και ο πατριάρχης Μόσχας Αλέξιος, που «έχοντας διαρκώς στο πλευρό του στελέχη του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών τάχθηκε κατηγορηματικά εναντίον των έξωθεν πιέσεων στη διαδικασία διευθέτησης του προβλήματος» (Ελευθεροτυπία, 23/1). Και πρόσθεσε στον εξόχως πολιτικό του λόγο: «Συχνά ακούγονται φωνές ότι η διευθέτηση προχωρά αργά, όμως νομίζω ότι σε ένα τέτοιο πρόβλημα δεν πρέπει να γίνουν βιαστικά βήματα». Έκφρασε την ικανοποίησή του για το ρωσικό βέτο το 2004 στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, ενώ ο Παπαδόπουλος «ευχαρίστησε το ρωσικό λαό και την ηγεσία του για την παραδοσιακή στήριξη των κυπριακών θέσεων». Το επιστέγασμα ήταν να του απονείμει ο Αλέξιος, σε πανηγυρική τελετή στην αίθουσα συνεδρίων του μητροπολιτικού ναού του Σωτήρος, το ετήσιο βραβείο του Ιδρύματος για την Ενότητα των Ορθόδοξων Λαών, που λειτουργεί υπό την εποπτεία του.

Και ενώ ο Πούτιν συνομιλούσε με τον Παπαδόπουλο σε δεξίωση (22/1), του τηλεφώνησε ο Ερντογάν και του είπε ότι θέλει να μιλήσει μαζί του το άλλο πρωί, πριν συναντηθεί επίσημα με τον Παπαδόπουλο. Έτσι, ο Πούτιν και όχι πια η Δύση αναγορεύεται σε μεσολαβητή ανάμεσα στις δύο πλευρές, γίνεται αυτός ο επιδιαιτητής. Τώρα καταλαβαίνουμε τι εννοούσε ο Παπαδόπουλος όταν έλεγε «όχι στην επιδιαιτησία του ΟΗΕ»: Όχι, μόνο στο βαθμό που ο Ανάν του μεταφέρει ένα «δυτικόπνευστο» σχέδιο, αλλά ναι στον Πούτιν-επιδιαιτητή. Βεβαίως η τέχνη του επιδιαιτητή δεν είναι να δίνει τη νίκη σε έναν από τους αποδεχόμενους την επιδιαιτησία, αλλά να τους κρατάει σε μόνιμη εξάρτηση από τον εαυτό του παριστάνοντας στον καθένα τον πραγματικό φίλο, διοχετεύοντας με ειδικούς ανθρώπους σε κάθε πλευρά ό,τι θέλει να ακούσει. Αυτό βεβαίως το παιχνίδι προϋποθέτει ότι και στις δύο πλευρές ηγεμονεύουν αφοσιωμένοι πράκτορες του επιδιαιτητή, που θα καταπνίξουν τις αντιδράσεις σ’ αυτό το διπλό παιχνίδι.
Αυτό σημαίνει ότι η Ρωσία δε θέλει να κερδίσει την Τουρκία χάνοντας την Κύπρο και την Ελλάδα. Όπως γράφει ο Τύπος (Ελευθεροτυπία, 23/1), «η αντιδεοντολογική και προκλητική κίνηση Ερντογάν προκάλεσε αλγεινή εντύπωση και στους ρώσους επισήμους». Το γραφείο του Ερντογάν ανακοίνωσε πως κατά τη συνομιλία ο τούρκος πρωθυπουργός «ζήτησε από τον Πούτιν την υποστήριξη της Ρωσίας στο Συμβούλιο Ασφαλείας, για να ψηφιστεί η έκθεση του γ.γ. του ΟΗΕ σχετικά με την άρση των περιορισμών σε βάρος των Τουρκοκυπρίων (...) Ο Πούτιν επανέλαβε τις απόψεις του ότι ο κύριος ρόλος στην επίλυση πρέπει να ανήκει στον ΟΗΕ (...)? θα συνεχίσει να κάνει βήματα προκειμένου να υποστηρίξει την οικονομική ανάπτυξη της τουρκοκυπριακής πλευράς» (στο ίδιο).
Να η αποθέωση της ρώσικης διπλωματίας και ο θρίαμβος του εισοδισμού της: Και με τον αστυφύλαξ και με το χωροφύλαξ, χωρίς μάλιστα όχι μόνο να μη διαμαρτύρεται κανείς από τους δύο, αλλά και να πέφτουν και οι δύο στα πόδια του.
Μετά απ’ όλ’ αυτά ο Παπαδόπουλος δήλωσε εξαιρετικά ικανοποιημένος από τις συνομιλίες του με τη ρωσική ηγεσία, εκτιμώντας ότι «η πολιτική της Ρωσίας, που βασίζεται σε θέσεις αρχών, όσον αφορά το Κυπριακό, δεν πρόκειται να αλλάξει» (24/1). Αυτό είναι ανέκδοτο. Είναι σε όλους γνωστό ότι μόνο αρχές δεν έχει η ρώσικη διπλωματία πλην μιας, την εξυπηρέτηση των ιμπεριαλιστικών της συμφερόντων. Ένα από αυτά τα εργαλεία είναι -με τους σημερινούς διεθνείς συσχετισμούς- και ο ΟΗΕ. Στην προσφώνησή του ο Πούτιν ξεκαθάρισε ότι η Ρωσία συμμετείχε και σκοπεύει και στο εξής να συμμετέχει στην αναζήτηση αποδεκτής λύσης του Κυπριακού στο πλαίσιο των θεσμών που έχουν δημιουργηθεί από τον ΟΗΕ. Ο Παπαδόπουλος, φεύγοντας από τη Μόσχα, δήλωσε πως ο Πούτιν τον διαβεβαίωσε ότι σε κάθε νέο βήμα ή πρωτοβουλία του γ.γ. του ΟΗΕ θα πρέπει να μετέχουν ενεργά και τα 5 μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας. Αυτό σημαίνει ότι από δω και μπρος δε θα υπάρχει για την Κύπρο ο ΟΗΕ μόνο, ένας ρωσόφιλος Ανάν ανάμεσα σε αμερικανούς και άγγλους διπλωμάτες, όπως γινόταν ως τώρα, αλλά ένας Ανάν με τη Ρωσία να ανακατεύεται ενεργά και επίσημα και να εξουδετερώνει όλους του άλλους. Σε μια τέτοια περίπτωση η ρώσικη διπλωματία θα είναι ακαταμάχητη, γιατί μόνη αυτή θα διαθέτει τρεις πρωθυπουργούς, έναν σε καθεμιά από τις τρεις άμεσα εμπλεκόμενες στο Κυπριακό χώρες: την Ελλάδα, την Τουρκία και την Κύπρο.

Ο ΣΤΡΟ ΦΕΥΓΕΙ ΤΡΕΧΟΝΤΑΣ

Μέχρι τις αρχές του 2006 οι Δυτικοί, δείχνοντας κάποιο χαρακτήρα, μιλούσαν για λύση «στη βάση του σχεδίου Ανάν» (αυτού που είχαν ήδη απορρίψει οι Ελληνοκύπριοι). Μιλάμε για χαρακτήρα, γιατί η καταψήφιση του σχεδίου Ανάν έγινε μετά από εξαπάτηση. Γιατί η Δύση είχε δεχτεί να βάλει την Κύπρο στην ΕΕ επειδή είχε πάρει διαβεβαιώσεις από τον Παπαδόπουλο, το ΑΚΕΛ και τη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού πολιτικού κόσμου ότι, σε αντάλλαγμα αυτής της ένταξης, όλοι αυτοί, και βασικά οι ελληνοκύπριοι, θα δέχονταν τη λύση με το σχέδιο Ανάν. Όμως μόλις πήραν την ένταξη όλοι αυτοί, άλλος ανοιχτά και άλλος στα μουλωχτά, με επικεφαλής τον Παπαδόπουλο, ξεσπάθωσαν ανακαλύπτοντας ξαφνικά ότι το σχέδιο αυτό ήταν «αμερικανόπνευστο» και γενικά «δυτικόπνευστο». Βεβαίως, γνώριζαν από την αρχή ότι αυτό ενείχε τη δυτική επιδιαιτησία, ενώ αυτοί οι ξεσκολισμένοι πράκτορες εδώ και δεκαετίες επιδιώκουν λυσσαλέα τη ρώσικη επιδιαιτησία. Το αρχικό λοιπόν σχέδιο Ανάν έπρεπε να πεθάνει και τυπικά, αφού ουσιαστικά το είχαν ήδη τσαλακώσει ανεπανόρθωτα. Η Δύση δεν επέμεινε για πολύ να το στηρίζει, όπως προφανώς θα περίμενε η ρώσικη διπλωματία. Πρώτη υπέκυψε και εγκατέλειψε το αρχικό σχέδιο η διασπασμένη και διπλωματικά νανώδης ΕΕ, που κανονικά έπρεπε να θυμώσει και να επιμένει πιο πολύ από τις ΗΠΑ, αφού αυτή πιο πολύ εξαπατήθηκε από τους ελληνοκύπριους. Αργότερα εγκατέλειψαν το σχέδιο και οι ΗΠΑ μέσα στη γενική τους κατρακύλα μετά την καταστροφή του Ιράκ, στο οποίο συνεχίζουν απελπισμένα να θυσιάζουν όλη τους σχεδόν τη διπλωματική προσοχή και όλα τα κεφάλαια. Αυτή η εγκατάλειψη του σχεδίου Ανάν άρχισε να διαφαίνεται στις αρχές Γενάρη, αχνά στην αρχή και πεντακάθαρα στη συνέχεια, όταν ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Σον Μακόρμακ «σε ερώτηση κατά πόσον η Ουάσιγκτον πιστεύει πως το σχέδιο Ανάν θα πρέπει να τροποποιηθεί, προκειμένου να γίνει αποδεκτό, παρέπεμψε στον επικεφαλής των Ηνωμένων Εθνών. „Αυτό είναι ένα θέμα που μπορεί να απαντηθεί καλύτερα από τον κ. Ανάν“, είπε» (Καθημερινή, 8/1). Άφησε δηλαδή ένα παράθυρο ανοιχτό στην απόρριψη του σχεδίου Ανάν, για το οποίο οι ίδιοι οι Δυτικοί είχαν τόσο μοχθήσει και στο οποίο τόσες ελπίδες χρόνων είχαν επενδύσει.
Οι πιστοί στη ρώσικη γραμμή Κύπριοι και Έλληνες πολιτικοί ηγέτες ήταν πια σε θέση, μετά από τις τελευταίες διεθνείς εξελίξεις, να βάλουν πάγο στις όποιες αμερικάνικες ή ευρωπαϊκές φιλοδοξίες για επίλυση του Κυπριακού και στην ουσία να τους ξωπετάξουν από τις επικείμενες διαπραγματευτικές διαδικασίες, αν επιμείνουν η διαπραγμάτευση να γίνεται «στη βάση του σχεδίου Ανάν», ή, για την ακρίβεια, αν δε δεχτούν τη Ρωσία στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Και μάλιστα επέλεξαν να το κάνουν αυτό με έναν εντελώς σκαιό και ταπεινωτικό για το μαδημένο λέοντα της γηραιάς Αλβιόνος τρόπο.
Την ευκαιρία τους την έδωσε η επίσκεψη στην Κύπρο στις 24 και 25 Γενάρη του άγγλου υπουργού Εξωτερικών Τζακ Στρο, ο οποίος είχε προγραμματίσει να συναντηθεί τόσο με τον τουρκοκύπριο ηγέτη Ταλάτ όσο και με τον κύπριο πρόεδρο Παπαδόπουλο.
Και ενώ τόσα χρόνια οι συναντήσεις όχι μόνο των Άγγλων, αλλά του οποιουδήποτε ξένου πολιτικού επισκεπτόταν την κυπριακή ηγεσία, πραγματοποιούνταν με κάποιες σταθερές διαδικασίες και πρακτικές και ακολουθούνταν ένα συγκεκριμένο πρωτόκολλο, ο Παπαδόπουλος στύλωσε τα πόδια και μουλάρωσε, δήθεν γιατί ο Στρο θα επισκεπτόταν τον Ταλάτ στο λεγόμενο προεδρικό γραφείο, κίνηση που υποτίθεται ότι είχε τον υποχθόνιο στόχο να αναβαθμίσει τον Ταλάτ.
Τι κι αν η Ύπατη Αρμοστεία της Βρετανίας στη Λευκωσία ανακοίνωσε ότι «οι συναντήσεις Βρετανών, αλλά και άλλων αξιωματούχων άλλων χωρών στο λεγόμενο προεδρικό είναι μια πρακτική που ακολουθείται εδώ και χρόνια» (Ελευθεροτυπία, 11/1), τι κι αν υποστήριξε ότι «η Βρετανία δεν αναγνωρίζει ούτε και θα αναγνωρίσει τη λεγόμενη „Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου“» (στο ίδιο), αυτοί το χαβά τους. Η κυπριακή παροικία στο Λονδίνο, κατάλληλα δασκαλεμένη, διαμήνυσε στην κυβέρνηση Μπλερ ότι διακόπτει τις σχέσεις της με το Εργατικό Κόμμα, ενώ τελικά στην ίδια την Κύπρο ο Παπαδόπουλος απαξίωσε να τον δει ο ίδιος, αναθέτοντας την αγγαρεία αυτή στον υπουργό του των Εξωτερικών Γ. Ιακώβου. Αυτή η ξαφνική και όψιμη απολυτότητα γέννησε ερωτηματικά ακόμα και στους ελληνοκύπριους δημοσιολόγους.
Στο μεταξύ στο αεροδρόμιο είχαν αναρτηθεί πανό με συνθήματα εναντίον του Στρο, τα οποία όμως αυτός δεν είδε όταν έφτασε, γιατί φυγαδεύτηκε από την πίσω πόρτα! Την ώρα μάλιστα της συνάντησής του με τον Ιακώβου στο υπουργείο Εξωτερικών μια ομάδα 100 διαδηλωτών πολιόρκησε το αυτοκίνητο που μετέφερε τον Στρο, ενώ ένας 50χρονος Κύπριος, επιχειρώντας να το πλησιάσει, χτύπησε στο καθρεφτάκι του αυτοκινήτου, έπεσε και τραυματίστηκε στο πρόσωπο και στα πόδια, με αποτέλεσμα να μεταφερθεί στο νοσοκομείο για τις πρώτες βοήθειες. Οι διαδηλωτές κρατούσαν πανό με αναρτημένες τις φωτογραφίες των 9 απαγχονισμένων Κυπρίων της ΕΟΚΑ, ενώ άλλα πανό έγραφαν «ντροπή σου Τζακ». Έξω από το υπουργείο είχε σταθμεύσει κι ένα αυτοκίνητο με αναρτημένη μια κρεμάλα, ενώ οι διαδηλωτές έριξαν εναντίον της αυτοκινητοπομπής αβγά και ντομάτες. Υποδοχή με τα όλα της δηλαδή!
Αλλά και στα Κατεχόμενα οπαδοί του Τουρκοκυπριακού Σοσιαλιστικού Κόμματος συγκεντρώθηκαν κοντά στο προεδρικό μέγαρο φωνάζοντας τα συνθήματα «Έξω ο ιμπεριαλισμός» και «ΕΕ σημαίνει βαρβαρότητα». Αυτά όλα, εκτός από τον άμεσο πολιτικό τους στόχο, προετοιμάζουν ιδεολογικά τους ελληνοκύπριους για ένα μελλοντικό «εθνικοαπελευθερωτικό» πραξικόπημα, που θα έχει στόχο να διώξει τις αγγλικές βάσεις, όταν η ρώσικη στρατιωτική μηχανή θα τις χρειαστεί για τον εαυτό της.
Εννοείται ότι στην Ελλάδα ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών Γ. Κουμουτσάκος δήλωσε πως η ελληνική κυβέρνηση συμμερίζεται απολύτως αυτές τις κυπριακές ευαισθησίες (Ελευθεροτυπία, 24/1)…
Η επίσκεψη του Στρο στον Ταλάτ ήταν πολύ προσεκτικά προγραμματισμένη, ακριβώς για να μη δώσει αφορμές να καταγγείλει η ελληνοκυπριακή πλευρά τον Ταλάτ και έμμεσα τον προστάτη του Ερντογάν: Ο Ταλάτ δεν υποδέχτηκε τον Στρο έξω από το κτίριο, αλλά μέσα, μακριά από τους δημοσιογράφους και τις κάμερες, ενώ όταν αντάλλαξαν χειραψία για τα Μέσα Ενημέρωσης αυτό έγινε σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο χωρίς τα σύμβολα του «κράτους» του (Ελευθεροτυπία, 26/1).
Ο Μακάριος Δρουσιώτης στο άρθρο του στην Ελευθεροτυπία (23/1) φανερώνει τον πραγματικό λόγο της στάσης του Παπαδόπουλου απέναντι στον Στρο: «Ο μόνιμος αντιπρόσωπος της Τουρκίας στον ΟΗΕ πρέσβης Μπακί Ιλκίν επισκέφτηκε προχθές τον γ.γ. του ΟΗΕ Κόφι Ανάν και του παρέδωσε την πρόταση για το άνοιγμα των τουρκικών λιμανιών σε κυπριακά πλοία (...) Η Λευκωσία δεν επιθυμεί αυτή τη στιγμή συνομιλίες και διεκδικεί την άνευ όρων εφαρμογή του πρωτοκόλλου και το άνοιγμα των λιμανιών και των αεροδρομίων της Τουρκίας. Αυτός είναι ο λόγος που προσπάθησε να ματαιώσει την επίσκεψη Στρο, εγείροντας προσκόμματα για το μέρος της συνάντησής του με τον Μεχμέτ Αλί Ταλάτ».
Ακόμη διατυπώνει τη θέση ότι η άρνηση του Παπαδόπουλου να δεχτεί τον Στρο ήταν προσχηματική: «Η κυβέρνηση της Κύπρου προσπάθησε να ακυρώσει την πρωτοβουλία των Βρετανών με κάπως αδέξιους χειρισμούς, αφού όλοι οι ξένοι αξιωματούχοι που επισκέπτονται την Κύπρο συναντούν τον Ταλάτ στο γραφείο του. Οι τελευταίοι επισκέπτες του Ταλάτ ήταν ο υπουργός Εξωτερικών του Λουξεμβούργου, ο επίτροπος για τη Διεύρυνση Όλι Ρεν, καθώς και ο πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου Ζοζέπ Μπορέλ…Από το 1983 που ανακηρύχθηκε το «κράτος» επισκέφθηκαν τον Ντενκτάς στο γραφείο δεκάδες ξένοι αξιωματούχοι και η κυπριακή κυβέρνηση δεν αντιδρούσε. Σήμερα τι άλλαξε;…» (στο ίδιο).

ΤΟ ΤΟΥΡΚΙΚΟ «ΣΧΕΔΙΟ ΔΡΑΣΗΣ»

Η πρόταση των Τούρκων περιλαμβάνει, σε αδρές γραμμές, τα εξής: Άνοιγμα των τούρκικων λιμανιών και αεροδρομίων στα ελληνοκυπριακά πλοία και αεροπλάνα με ταυτόχρονο άνοιγμα των λιμανιών και των αεροδρομίων στη βόρεια Κύπρο? ελεύθερη διακίνηση αγαθών, προσώπων και υπηρεσιών απευθείας από τη βόρεια Κύπρο? απευθείας εμπόριο της Βόρειας Κύπρου με τον υπόλοιπο κόσμο? ελεύθερη συμμετοχή των Τουρκοκυπρίων στις διεθνείς αθλητικές, πολιτιστικές και κοινωνικές δραστηριότητες? τετραμερή συνάντηση μέχρι τον Ιούνιο 2006 για διαπραγμάτευση σχεδίου επίλυσης? επίβλεψη της εφαρμογής του σχεδίου από τον ΟΗΕ? το «σχέδιο δράσης» σε καμία περίπτωση δε θα πλήξει τις νομικές και πολιτικές θέσεις των ενδιαφερομένων πλευρών.
Οι Αμερικανοί αρχικά χαρακτήρισαν το σχέδιο δράσης «ευπρόσδεκτο βήμα» στη διαδικασία επίλυσης του Κυπριακού, ενώ το Στέιτ Ντιπάρτμεντ γνωστοποίησε με γραπτή δήλωσή του πως «οι ΗΠΑ καλωσορίζουν την πρόταση της Τουρκίας για την Κύπρο ως έκφραση της προθυμίας της Τουρκίας να προωθήσει μέσα από διαπραγματεύσεις μια λύση στο Κυπριακό» (Ελευθεροτυπία, 27/1). Ο αρμόδιος για τη διεύρυνση της ΕΕ επίτροπος Όλι Ρεν επισήμανε πως η Επιτροπή χαιρετίζει κάθε προσπάθεια για την άρση του αδιεξόδου, αλλά άκουσε τα εξ αμάξης από την κυπριακή κυβέρνηση, που με δισέλιδο διάβημά της έκφρασε τη «βαθιά της απογοήτευση» για τη στάση του και ουσιαστικά απαγόρεψε στην ΕΕ να ανακατεύεται σε τέτοιου είδους ζητήματα.
Ο ΟΗΕ δήλωσε πως είναι ουδέτερος και δεν έχει πάρει θέση υπέρ ή εναντίον της πρότασης.
Η ελληνική και η ελληνοκυπριακή πλευρά έκαναν λόγο για «ξαναζέσταμα» παλιότερης πρότασης της Τουρκίας (Μάιος 2005), για απόπειρα δημιουργίας μοντέλου Ταϊβάν στα Κατεχόμενα (που είναι και έμμεση δήλωση ότι η Κύπρος θα σταθεί στο πλευρό της Κίνας, όταν αυτή εισβάλει στην Ταϊβάν) και για εμφανή προσπάθεια της Τουρκίας να κερδίσει χρόνο, προκειμένου να μην υλοποιήσει τις υποχρεώσεις της για το άνοιγμα λιμανιών και αεροδρομίων μέσα στο 2006. Επίσης συνέδεαν το «σχέδιο δράσης» με πιέσεις από το ΝΑΤΟ προς την Τουρκία να αναγνωρίσει την Κύπρο και να πάψει να μπλοκάρει την κοινή συνεδρίαση ΕΕ-ΝΑΤΟ, ώστε να αποκατασταθεί μια συνεργασία που ίσως κριθεί απαραίτητη στο άμεσο μέλλον, π.χ. Μέση Ανατολή, Ιράν κτλ. (Ελευθεροτυπία, 25/1). Κάνοντας μάλιστα ρελάνς, η κυπριακή κυβέρνηση δήλωσε πως θα επαναφέρει την πρότασή της για το αμφίδρομο εμπόριο και τη λειτουργία του λιμανιού της Αμμοχώστου (κάτι που όντως έκανε αργότερα και το πέτυχε στη συνάντηση Παπαδόπουλου-Ανάν στο Παρίσι) και επιτέθηκε στον Στρο ενταφιάζοντας το ρόλο της Αγγλίας ως διαμεσολαβητή στο Κυπριακό. Τέλος, απέρριψε την πρόταση για τετραμερή αντιπαραθέτοντας τον ΟΗΕ.
Ο Γ. Παπανδρέου υποστήριξε τις θέσεις της κυπριακής κυβέρνησης, κάνοντάς της παράλληλα «κριτική» για ατολμία.
Αυτό που έγινε γενικά φανερό και αποδεκτό είναι πως με την κίνησή της αυτή η Τουρκία σημείωσε διπλωματικά κέρδη, «επικοινωνιακά» τουλάχιστον, τη στιγμή που από διάφορες πλευρές διαπιστώνεται πως «ουδείς έχει καταλάβει τι επιδιώκει ο κ. Παπαδόπουλος» (άρθρο στην Ελευθεροτυπία, 27/1, του Σήφη Πολυμίλη, ο οποίος, ως Έλληνας, είναι αδύνατο να καταλάβει ακόμα ότι, εκτός από τη δυτική, υπάρχει και η ρώσικη διπλωματία σ’ αυτόν τον κόσμο). «Το πρώτο πρόβλημα είναι ότι η κυπριακή πλευρά αποφεύγει να ξεκαθαρίσει τις θέσεις της και να πει συγκεκριμένα τι είδους λύση θέλει, ποιες προϋποθέσεις βάζει στο τραπέζι, και καταφεύγει μονίμως σε αοριστολογίες» (στο ίδιο).
Ο Παπαδόπουλος είναι σκόπιμα ασαφής, αφού ακολουθεί κατά πόδας την ταχτική των αφεντικών του: δε βιάζεται για λύση και αφήνει την ΕΕ να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά, αφού έτσι και τη Δύση εξουδετερώνει και ψήνει αργά-αργά στο τηγάνι τους τούρκους κεμαλικούς, δίνοντας ταυτόχρονα πόντους στον Ερντογάν και τους ισλαμιστές γενικότερα, όταν πάνε να στριμωχτούν.
Το κεντρικό ζήτημα με το «σχέδιο δράσης» είναι πως, όπως πολύ σωστά επισημαίνει ο Μακάριος Δρουσιώτης σε άλλο άρθρο του στην Ελευθεροτυπία (29/1), «εάν συμμορφωθεί (σσ: η Τουρκία) προς τις υποχρεώσεις της χωρίς να γίνει κάτι ανάλογο με τα κατεχόμενα, μπορεί να αποσταθεροποιηθεί εσωτερικά». Μα αυτό ακριβώς θέλουν οι Ρώσοι και μ’ αυτό το στόχο πιέζουν προς όλες τις κατευθύνσεις. Ακόμα και μια από τις πιο αντιτούρκικες δημοσιογραφικές πένες, εκείνη της Κύρας Αδάμ, γράφει σχετικά: «Είναι προφανές ότι ολόκληρο το τουρκικό εποικοδόμημα δεν μπορεί ν’ αντέξει το βάρος αυτών των αναγκαστικών υποχρεώσεών της προς την ΕΕ, τη στιγμή, μάλιστα, κατά την οποία ουδείς εγγυάται την πλήρη ένταξή της, ακόμα και αν υποστεί „όλα αυτά τα μαρτύρια“» (Ελευθεροτυπία, στο ίδιο). Είναι αυτό που η ΟΑΚΚΕ έχει επανειλημμένα επισημάνει, ότι η Τουρκία θα πιέζεται πλέον συνεχώς, και μάλιστα από τη Δύση, να έρθει σε σύγκρουση με τους κεμαλιστές προκειμένου να «εκδημοκρατιστεί» και να προσαρμοστεί στο «κοινοτικό κεκτημένο», που σημαίνει στην πράξη να ισλαμοποιηθεί.
Με την ευκαιρία ο Χριστόφιας κατηγόρησε τις ΗΠΑ και τη Βρετανία ότι «κάνουν πλάτες» στην Άγκυρα, αντί να κινούνται στο πλαίσιο της διεθνούς νομιμότητας.

Ο ΠΟΥΤΙΝ ΞΑΝΑΧΤΥΠΑ

Στην ετήσια εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη Τύπου στο Κρεμλίνο ο Πούτιν, για να μη χάσει κανέναν πελάτη, υποστήριξε: «„Σε ό,τι αφορά την πολιτική μας για την κυπριακή διευθέτηση, δεν άλλαξε. Αλλά θα θέλαμε πολύ η πολιτική μας να είναι ισορροπημένη, ώστε όλοι οι μετέχοντες της διαδικασίας –και η Τουρκική Δημοκρατία και το βόρειο τμήμα της Κύπρου και η Ελλάδα και η Κυπριακή Δημοκρατία συνολικά- να αντιμετωπίζουν με εμπιστοσύνη όσα κάνει η Ρωσία στη διεθνή σκηνή γενικά και για την κυπριακή διευθέτηση ειδικά“. Επιμένοντας να χρησιμοποιεί τον όρο „βόρειο τμήμα της Κύπρου“, κάτι που αποφεύγει στη διπλωματικά αυστηρή γλώσσα το ρωσικό υπουργείο των Εξωτερικών, ο Β. Πούτιν πρόσθεσε ότι „θα εργαστούμε και στο εξής με τον γ.γ. του ΟΗΕ (...) Ελπίζουμε ότι θα βρεθούν αποδεκτοί και για το βορρά και για το νότο της Κύπρου συμβιβασμοί“» (Ελευθεροτυπία, 1 Φλεβάρη). Εξυπακούεται πως το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών βρήκε θετικές τις δηλώσεις του, το ίδιο και το κυπριακό. Στην Κύπρο όμως πολλοί κατάλαβαν ότι με τον όρο «βόρειο τμήμα της Κύπρου» κάτι δεν πήγαινε καλά, ότι ο Πούτιν έκλεινε το μάτι στην Τουρκία. Τέτοιους προβληματισμούς έκφρασε ο δυτικόφιλος και όχι τουρκοφαγικός ΔΗΣΥ, ενώ το πιστό ρώσικο μπουλντόγκ της Κύπρου, ο Χριστόφιας, δήλωσε: «Διάβασα τις δηλώσεις στα ρωσικά. Δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα, εκτός αν εμείς θέλουμε να το βλέπουμε, ως καλοί μαζοχιστές (...) Ορισμένα σημεία, όπως έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά και στα ελληνικά, δεν αποδίδονται επακριβώς» (Ελευθεροτυπία, 2 Φλεβ.).
Δεχόμενος την πάσα του Πούτιν ο Παπαδόπουλος, που κάτω από άλλες περιστάσεις προσποιείται τον αδιάλλακτο εθνικιστή, δηλώνει σε συνέντευξή του στη Σημερινή πως «δεν αποδέχεται την αποκλειστικότητα που διεκδικούν οι Αγγλοαμερικανοί στο Κυπριακό και επιδιώκει την ενεργότερη και ισότιμη εμπλοκή και των άλλων τριών μόνιμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας, δηλαδή της Γαλλίας, της Ρωσίας και της Κίνας» (Ελευθεροτυπία, 6/2) Τη Γαλλία την προσθέτουν όλοι οι ρωσόφιλοι δίπλα στη Ρωσία και την Κίνα, για να μπερδέψουν τις γεύσεις.
Κατά την επίσκεψή του στην Ελλάδα ο ρώσος υπουργός Εξωτερικών Λαβρόφ, «γνωρίζοντας τις ελληνικές ευαισθησίες, αναφέρθηκε πολλαπλώς στο Κυπριακό, για να φωτίσει μόνο την πλευρά του Συμβουλίου Ασφαλείας και του ρόλου των μόνιμων μελών, δηλαδή και της Ρωσίας (...) Επέλεξε να χρησιμοποιήσει μόνο στρογγυλεμένες εκφράσεις για το ζήτημα της επίλυσης του θέματος, χωρίς να διακινδυνεύσει καμία φραστική απόχρωση η οποία θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί –υπέρ ή κατά- τόσο της ελληνικής όσο και της τουρκικής πλευράς, τώρα που ανθίζει μια έντονη ενεργειακή και στρατιωτική συνεργασία με αυτή» (Ελευθεροτυπία, 7/2). Ακόμη υποστήριξε τη ναυτική συνεργασία με την Τουρκία στη Μαύρη Θάλασσα για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας...
Αποκαλυπτικός για τα παρασκήνια των συνομιλιών του 2004 στο Μπούργκενστοκ για το Κυπριακό ήταν ο Παπαδόπουλος σε συνέντευξή του στη Σημερινή: «Εγώ ζήτησα να στείλει η Ρωσία δύο αντιπροσώπους της να παρακολουθούν τις εξελίξεις. Ήμασταν στην κορυφή του βουνού σε τρία ξενοδοχεία οι αντιπροσωπείες της Αγγλίας, των ΗΠΑ, της Ελλάδας, της Τουρκίας και του ΟΗΕ, ενώ οι Ρώσοι απεσταλμένοι έμεναν κάτω στο χωριό και δεν τους επέτρεπαν να έρθουν πάνω. Έπειτα από πέντε μέρες μου ανέφεραν το γεγονός αυτό και εξεπλάγην. Για το όνομα του Θεού, είπα στον Ντε Σότο, γιατί δεν επιτρέπετε στους Ρώσους;» (Ελευθεροτυπία, 8/2).
Όμως τώρα όλα αυτά αλλάζουν: «Η κυπριακή κυβέρνηση άνοιξε τακτικό κανάλι επικοινωνίας με τη Μόσχα, ώστε να υπάρχει συντονισμός κινήσεων καθώς και συλλογική δράση στο Συμβούλιο Ασφαλείας. Προς το σκοπό αυτό, ο ρώσος πρέσβης στη Λευκωσία Αντρέι Νεστερένκο είχε χωριστές συναντήσεις τόσο με τον πρόεδρο της Βουλής Δ. Χριστόφια όσο και στο υπουργείο Εξωτερικών. Πάντως, για τη Λευκωσία μετά και τις συνομιλίες Λαβρόφ στην Αθήνα η ρωσική στάση στο Κυπριακό είναι σαφής και ξεκαθαρισμένη. Για την ελληνοκυπριακή πλευρά η ρωσική στάση θεωρείται το αντιστάθμισμα στις αγγλοαμερικανικές φιλοτουρκικές κινήσεις, οι οποίες ενοχλούν πολύ τη Λευκωσία» (Ελευθεροτυπία, 9/2) Αυτό σημαίνει το εξής: Οι ρωσόδουλοι στη Κύπρο δικαιολογούνται στο κοινό τους λέγοντας ότι ναι μεν η ρώσικη πολιτική ανοίγεται πιο πολύ στην Τουρκία από όσο προηγουμένως, αλλά καλά κάνει, αφού μόνο έτσι μπορεί, τάχα, να «αντισταθμίσει» τη δυτική διπλωματία, που μεσολαβεί μεν, αλλά είναι υπέρ της Τουρκίας. Δηλαδή η Ρωσία είναι λίγο με την Τουρκία μόνο και μόνο για να μπορεί να λειτουργεί ως μεσολαβητής υπέρ της Ελλάδας. Αυτό λένε οι πράκτορες. Αυτό θα είναι το νέο παραμύθι.
Τέλος, στην καθορισμένη για τις 28 Φλεβάρη συνάντησή του με τον Ανάν στο Παρίσι ο Παπαδόπουλος είχε συμφωνηθεί στο κυπριακό Εθνικό Συμβούλιο να εγείρει τρία θέματα. Το τρίτο ήταν να εμπλακούν στις διαδικασίες επίλυσης του Κυπριακού και τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας και όχι μόνο οι ΗΠΑ και η Βρετανία (Ελευθεροτυπία, 18/2). Στην ίδια συνεδρίαση σημειώθηκε διάσπαση στο πολιτικό μέτωπο, λόγω διαφωνιών όσον αφορά στους χειρισμούς του Κυπριακού, αν δηλαδή το σχέδιο Ανάν εξακολουθεί να αποτελεί βάση διαπραγμάτευσης και αν πρέπει η ελληνοκυπριακή πλευρά να πάρει τις δικές της πρωτοβουλίες. Το αποτέλεσμα ήταν να ανακοινώσει ο ΔΗΣΥ ότι αποχωρεί από το Εθνικό Συμβούλιο και θα πληροφορείται τις εξελίξεις για το Κυπριακό από τα ΜΜΕ. Υπόψη ότι ο ΔΗΣΥ είναι το μόνο κόμμα στην Ελλάδα και στην Κύπρο που συνειδητά ή ασυνείδητα αντιστέκεται στη ρώσικη διπλωματία.

ΜΙΑ ΚΑΛΟΣΤΗΜΕΝΗ ΠΡΟΒΟΚΑΤΣΙΑ

Λίγες μόνο μέρες πριν από τη σημαντική συνάντηση Ανάν-Παπαδόπουλου στο Παρίσι, ένα πλοίο με κυπριακή σημαία, το Able F, ζήτησε να ελλιμενιστεί στο λιμάνι της Μερσίνας, στη νότια Τουρκία, για να εκφορτώσει εμπορευματοκιβώτια με κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα ευρωπαϊκών συμφερόντων που τα μετέφερε από την Ιταλία. Οι τουρκικές αρχές αρνήθηκαν τον ελλιμενισμό και αυτό έδωσε την ευκαιρία στη Λευκωσία να αντιδράσει άμεσα και προς πάσα κατεύθυνση. Όπως σημειώνει χαρακτηριστικά η Ελευθεροτυπία, (23/2), «η Λευκωσία δείχνει αποφασισμένη να οδηγήσει τα πράγματα σε κρίση, για να ξεκαθαρίσει εντός της ΕΕ το ζήτημα της εφαρμογής του Πρωτοκόλλου». Αμέσως ο αρμόδιος για τη διεύρυνση επίτροπος Όλι Ρεν δήλωσε ότι η Τουρκία οφείλει να συμμορφωθεί και να ανοίξει τα λιμάνια της στα πλοία με κυπριακή σημαία.
Εκεί που ήταν στριμωγμένοι οι Ελληνοκύπριοι, τα πράγματα γύρισαν άρδην.
Ας σημειωθεί εδώ ότι, ενώ αρκετές ώρες αργότερα ο κύπριος υπουργός Εξωτερικών Ιακώβου συναντιόταν στην Αθήνα με την Μπακογιάννη, δεν της ανέφερε απολύτως τίποτε για το ζήτημα αυτό.
Το ότι το περιστατικό ήταν στημένο φαίνεται και από το εξής: «Η κυβέρνηση της Κύπρου υποστηρίζει ότι το περιστατικό ήταν τυχαίο, όμως ο καπετάνιος ζήτησε να του δοθεί γραπτώς η αρνητική απάντηση (σσ.: των τουρκικών αρχών). Το γεγονός αυτό δημιουργεί την εύλογη υποψία ότι η κυπριακή πλευρά επιχειρούσε να στοιχειοθετήσει την άρνηση της Τουρκίας να συμμορφωθεί με την υποχρέωσή της να ανοίξει τα λιμάνια της στα κυπριακά πλοία» (Ελευθεροτυπία, 28/2).

ΟΙ ΔΥΟ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Μέσα στο κλίμα αυτό, το ευνοϊκό τώρα για την ελληνοκυπριακή προπαγάνδα, καθορίστηκε στις 24 Φλεβάρη και η τύχη των δύο κοινοτικών κανονισμών που έχουν να κάνουν με την ενίσχυση των Τουρκοκυπρίων, κυρίως την οικονομική, και που εκκρεμούσαν εδώ και δύο χρόνια στο τραπέζι των «25» της ΕΕ. Ο χρηματοδοτικός κανονισμός προβλέπει τη χορήγηση 139 εκατομ. ευρώ στους Τουρκοκύπριους, ενώ για τον κανονισμό για το απευθείας εμπόριο ανάβει το πράσινο φως για την έναρξη διαπραγματεύσεων με αλλαγή της διαδικασίας: για τη λήψη απόφασης απαιτείται τώρα ομοφωνία και όχι ειδική πλειοψηφία, όπως είχε προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως οποιαδήποτε στιγμή η κυπριακή κυβέρνηση θα μπορεί να προβάλλει βέτο, έστω και αν είναι μόνη της.
Παράλληλα η κυπριακή κυβέρνηση πέτυχε να συμπεριληφθεί στο δεύτερο κανονισμό πρόβλεψη για το άνοιγμα του λιμανιού της Αμμοχώστου* για εμπορικές συναλλαγές με την ΕΕ υπό τη διαχείριση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Έτσι οι Τουρκοκύπριοι όχι μόνο δεν πήραν το άνοιγμα των δικών τους λιμανιών και αεροδρομίων, αλλά ούτε καν τον κανονισμό για το απευθείας εμπόριο. Κι όμως είναι οι μόνοι που ψήφισαν το σχέδιο Ανάν που τους είχε προτείνει ο ΟΗΕ.
Εδώ είναι χαρακτηριστική η στάση του Ερντογάν, ο οποίος «θέλει να ανοίξει τα λιμάνια και τα αεροδρόμια, αλλά φοβάται ότι θα έχει εσωτερικό πρόβλημα αν δεν πάρει κάποιο αντάλλαγμα. Και το αντάλλαγμα που ζητεί η Τουρκία είναι το άνοιγμα των λιμανιών των κατεχομένων στο διεθνές εμπόριο» (Ελευθεροτυπία, 26/2). Πάλι οι κεμαλιστές και ο στρατός φταίνε δηλαδή που προφανώς θα προκαλέσουν το «εσωτερικό πρόβλημα». Το έργο κάπου το έχουμε ξαναδεί...

Ο ΑΝΑΝ ΑΝΑΚΟΙΝΩΝΕΙ ΤΟΝ ΕΝΤΑΦΙΑΣΜΟ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΑΝΑΝ

Μετά από όλ’ αυτά η νέα υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας Ντόρα Μπακογιάννη δήλωσε σε τηλεοπτική συνέντευξή της στον Άλφα πως, μετά το δημοψήφισμα του κυπριακού λαού, το σχέδιο Ανάν «είναι ιστορία, έκλεισε (...) όπως ήταν, τέλειωσε» (Ελευθεροτυπία, 22/2). Αυτό δεν είναι παράξενο να το δηλώνει μια καιροσκόπος σαν την Μπακογιάννη, που βέβαια άλλα, τελείως διαφορετικά έλεγε την εποχή του δημοψηφίσματος στην Κύπρο. Μα αυτός είναι ο βασικός λόγος που την κάνανε οι ρωσόδουλοι υπουργό Εξωτερικών. Χρειάζεται μια φιλοδυτική οπορτουνίστρια για να κάνει τη ρώσικη πολιτική, να συγκρουστεί δηλαδή με τη Δύση, αλλά με έναν τρόπο ώστε να ενοχοποιηθούν οι δυτικόφιλοι αστοί στην Ελλάδα και όχι οι ρωσόδουλοι, και μετά αυτή να πεταχτεί στα σκουπίδια, για να συνεχίσουν αυτοί οι προβοκάτορες που την τοποθέτησαν να παριστάνουν τον πραγματικό δυτικόφιλο!
Αυτούς τους χειρισμούς μπορεί να τους υποπτευτεί κάποιος που δεν έχει μελετήσει τις τακτικές των νέων, αλλά και των παλιών τσάρων. Το δύσκολο είναι να καταλάβει πως δέχεται να μπει στη διαδικασία της απόσυρσης του σχεδίου του ο ίδιος ο υποτιθέμενος πρωτεργάτης του, το οποίο μάλιστα φέρει το όνομά του! Αναφερόμαστε στον ίδιο τον Ανάν, που στη συνάντησή του με τον Παπαδόπουλο στις 28 Φλεβάρη στο Παρίσι κυριολεκτικά κατάπιε το σχέδιό του και δεν μπήκε στον κόπο να το μνημονεύσει καν ούτε μια φορά! Παίζοντας το παιχνίδι της ελληνοκυπριακής πλευράς, ο Ανάν δεν έδειξε να βιάζεται ούτε για την επανέναρξη της διαπραγματευτικής διαδικασίας (θυμηθείτε το «όχι στα πιεστικά χρονοδιαγράμματα» των Ελληνοκυπρίων) ούτε για να ορίσει νέο ειδικό αντιπρόσωπο για το Κυπριακό. Αντίθετα, συμφώνησε να ξεκινήσει σε τεχνικό επίπεδο η προσπάθεια ολοκληρωμένης προετοιμασίας των συνομιλιών, που ενδεχομένως θα καταλήξουν σε συμφωνημένη λύση. Ζήσε, μαύρε μου, να φας τριφύλλι...
Ακόμη ο Ανάν κάλεσε για πρώτη φορά την Τουρκία να εκπληρώσει τις ευρωπαϊκές της υποχρεώσεις, έκανε λόγο για αποστρατιωτικοποίηση στο νησί και στήριξε τις αποφάσεις της ΕΕ για την Αμμόχωστο. Παραδέχτηκε μάλιστα ότι η διαδικασία από το τεχνικό επίπεδο μέχρι την ουσιαστική διαπραγμάτευση μπορεί να είναι χρονοβόρα. Άλλο που δε θέλουν οι Ρώσοι και τα τσιράκια τους σε Κύπρο και Ελλάδα: όσο ροκανίζεται αυτός ο χρόνος, τόσο μεγαλύτερες πιέσεις θα ασκούνται στις δυνάμεις που υποστηρίζουν το λαϊκό κράτος στην Τουρκία να δώσουν γην και ύδωρ στον ισλαμοφασισμό? τόσο πιο εύκολα θα πέσει η Τουρκία στην αγκαλιά της Ρωσίας. Αυτός είναι ο Ανάν και αυτό που εξηγεί τη στάση του είναι ότι είναι ένας αφοσιωμένος και λεπτός διεκπεραιωτής της παγκόσμιας πολιτικής του ρωσοκινεζικού άξονα. Η λεπτότητά του έγκειται στο ότι είναι σε θέση ανά πάσα στιγμή να πουλάει τη Δύση προσποιούμενος ότι την υπηρετεί. Οι μόνοι που τον είχαν πάρει είδηση ως εχθρό τους και ήθελαν να τον διώξουν από τη θέση του ήταν οι αμερικανοί ρεμπουμπλικάνοι, αλλά αυτοί εύκολα απομονώθηκαν ύστερα από το ακατανίκητο σ’ αυτή τη φάση παγκόσμιο αντιαμεριακανικό ρεύμα που πυροδότησαν οι ρωσοκινέζοι και μέσα στον ΟΗΕ για να τον στηρίξουν.
Όπως ήταν φυσικό, η ελληνική και η ελληνοκυπριακή πλευρά ήταν ιδιαίτερα ικανοποιημένες απ’ αυτή την εξέλιξη. Η Κομισιόν χαιρέτισε τη συνάντηση και τα αποτελέσματά της, ενώ εντελώς εκτός κλίματος ήταν οι Αμερικάνοι, που δήλωναν μισοπεθαμένα ότι υποστηρίζουν το σχέδιο Ανάν ως βάση για την επανένωση (Ελευθεροτυπία, 2 Μαρτίου). Από την άλλη, ο τουρκοκυπριακός Τύπος διαπίστωνε πως «ο Παπαδόπουλος πέτυχε μια από τις μεγαλύτερές του νίκες», ενώ ο Ανάν βρήκε τώρα την ευκαιρία να τους αποτελειώσει επισημαίνοντας στον τούρκο υπουργό Εξωτερικών Γκιουλ ότι δε γίνονται αποδεκτές οι προτάσεις του (το λεγόμενο «σχέδιο δράσης»).
Από κοντά, φυσικά, και η Ρωσία, που με ανακοίνωση του υπουργείου της των Εξωτερικών επισημαίνει τον ηγετικό ρόλο του ΟΗΕ στην αναζήτηση οδών επίλυσης του Κυπριακού και αναφέρεται στο πλαίσιο της πεντάδας των μονίμων μελών του Σ.Α. του ΟΗΕ.
Ο Ταλάτ, ο ρόλος του οποίου μετά από αυτό αποδείχτηκε εντελώς φιλοΕρντογάν, έχει ήδη συμφωνήσει στη λειτουργία των τεχνικών επιτροπών που ανακοίνωσε ο Ανάν στο Παρίσι.
Οι άλλοι προβοκάτορες, οι «Γκρίζοι Λύκοι», σύμφωνα με δημοσιεύματα, με επικεφαλής το γιο του Ντενκτάς Σερντάρ, αρχηγό του Δημοκρατικού Κόμματος και αντιπρόεδρο και υπουργό Εξωτερικών στη βόρεια Κύπρο, προκάλεσαν σοβαρά επεισόδια με αφορμή τις συναντήσεις της κυβέρνησης με τους ευρωβουλευτές-μέλη της Ομάδας Επαφής του Ευρωκοινοβουλίου για τους Τουρκοκύπριους, οι οποίοι επισκέπτονταν το προεδρικό μέγαρο στα Κατεχόμενα.
Στο μεταξύ οι Αμερικάνοι, βαθιά νυχτωμένοι όπως πάντα, έδειξαν τις πρακτικές διαθέσεις τους χαρακτηρίζοντας μέσω του πρεσβευτή τους στη Λευκωσία Ρόναλντ Σλίκερ τη συνάντηση Ανάν-Παπαδόπουλου «εξαιρετικά θετική εξέλιξη».
Κάπως έτσι έχουν τα πράγματα σ’ ό,τι αφορά τις εξελίξεις στο Κυπριακό το τελευταίο τρίμηνο. Ελπίζουμε να δώσαμε στον αναγνώστη μια κατατοπιστική εικόνα των εξελίξεων αυτών και του κοινού στοιχείου που τις διαπερνά. Κι αυτό δεν είναι άλλο από το γεγονός ότι η Ρωσία μπαίνει πολύ γερά στο παιχνίδι και παίζει πια τον καθοριστικό ρόλο στις εξελίξεις προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση, με σκοπό πάντα την εξυπηρέτηση των δικών της συμφερόντων και όχι, βέβαια, των συμφερόντων των δύο κυπριακών κοινοτήτων, της Τουρκίας και της Ελλάδας.

* Για να δούμε την υποκρισία του Παπαδόπουλου στο ζήτημα της Αμμοχώστου, αναφέρουμε το ιστορικό στοιχείο που μας δίνει ο υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση Κυπριανού και υπουργός Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού στην κυβέρνηση Κληρίδη Νίκος Ρολάνδης σε άρθρο του στην Ελευθεροτυπία (17 Μάρτη): «Αξίζει να αναφερθεί πως ο σημερινός πρόεδρος Τάσσος Παπαδόπουλος είχε απορρίψει και τις επτά ευκαιρίες επιστροφής της Αμμοχώστου που προαναφέρονται»!