Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΒΟΚΑΤΣΙΑ ΣΤΟ ΜΠΕΣΛΑΝ ΒΑΘΥ ΧΤΥΠΗΜΑ ΣΤΗΝ ΤΣΕΤΣΕΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ

Η σφαγή παιδιών και αμάχων στο σχολείο της πόλης Μπεσλάν στη Β. Οσσετία είναι μια τεράστια προβοκάτσια σε βάρος της τσετσένικης αντίστασης που επιτρέπει στη Ρωσία να εντείνει τη γενοκτονική της πολιτική στην Τσετσενία μα πάνω απ’ όλα να υποτάξει συνολικά τον Καύκασο επιτιθέμενη στη Γεωργία. Κάθε πετυχημένη προβοκάτσια του Κρεμλίνου προϋποθέτει το πολιτικό λάθος του εχθρού ο οποίος στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι η τσετσένικη αντίσταση. Αυτό το λάθος είναι η ανοχή στον Σαμίλ Μπασάγεφ που ανέλαβε την ευθύνη για τη σφαγή δεκαπέντε περίπου μέρες μετά, από την ιστοσελίδα του “Κέντρου Καβκάζ” που ελέγχει ο ίδιος.

Ο Μπασάγεφ έχει φροντίσει συστηματικά να συνδέσει τους Τσετσένους με τον ισλαμικό φασισμό και τη βία κατά αμάχων. Το λάθος που έκανε η νόμιμη και δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση της Τσετσενίας, με τον πρόεδρο Μασχάντοφ, που καθοδηγεί την αντίσταση ήταν ότι δικαιολόγησε τους απαγωγείς σαν ανθρώπους απ’ τους οποίους εξέλιπε η λογική εξαιτίας της γενοκτονίας που διαπράττουν οι Ρώσοι. Καμιά βαρβαρότητα οποιουδήποτε ιμπεριαλισμού, ακόμα και του ρώσικου, όσο απεχθής κι αν είναι, δεν μπορεί να δικαιολογήσει τη σφαγή άμαχου πληθυσμού ακόμα κι αν δεχθούμε ότι την ευθύνη της σφαγής την είχαν οι ρώσικες δυνάμεις ασφαλείας, όπως ισχυρίστηκε ο Μπασάγεφ. Κανένας συμψηφισμός δεν μπορεί να γίνει ανάμεσα στα 350 παιδιά των Oσσέττων στο Μπεσλάν και στα 40.000 παιδιά των Τσετσένων που έχουν εξοντώσει οι Ρώσοι. Γιατί κάθε τέτοιος συμψηφισμός περιέχει στον πυρήνα της λογικής του τη συλλογική ευθύνη, την ενοχοποίηση δηλαδή όλου του λαού του καταπιεστικού έθνους, δηλ. του ρώσικου για τα εγκλήματα που διαπράττει η πολιτική ηγεσία του ενάντια στο καταπιεζόμενο έθνος, δηλαδή τους Τσετσένους. Στην ακραία της συνέπεια αυτή η λογική οδηγεί στην διακηρυγμένη καταστατικά γενοκτονική γραμμή της Χαμάς και κάθε ισλαμοφασίστα και ναζιστή ενάντια στους Εβραίους. Πολιτικά κάθε παρόμοιος συμψηφισμός στερεί τακτικά και στρατηγικά συμμάχους από τα θύματα προς όφελος του θύτη.

Το πολιτικό λάθος και η αδυναμία της προοδευτικής τσετσενικής αντίστασης

Υπάρχει μια λαθεμένη αντίληψη των προοδευτικών Τσετσένων ότι κάτω από κάποιες συνθήκες η βία κατά αμάχων αν και καταδικάζεται σε κάθε περίπτωση μπορεί να βρει κάποια ελαφρυντικά σαν μια πράξη τρέλας από τα θύματα της γενοκτονικής πολιτικής του Κρεμλίνου. Στη βάση αυτής της τρέλας ο αντιπρόσωπος του Μασχάντοφ Ζακάγιεφ ζήτησε διαπραγματεύσεις με τη Ρωσία λέγοντας ότι η σφαγή αυτή θα είχε αποφευχθεί αν δεν είχε προηγηθεί η ρώσικη γενοκτονία στην Τσετσενία. Εμείς πιστεύουμε ότι το να προτείνει κανείς διαπραγματεύσεις πάνω σε μια σφαγή σημαίνει έμμεση αποδοχή της σκοπιμότητάς της. Η σωστή γραμμή θα ήταν απόλυτη καταδίκη της πράξης σαν προβοκάτσιας που υπονομεύει την αντίσταση ενάντια στη Ρωσία. Ένα δημοκρατικό και ηρωικό αντάρτικο σαν το τσετσένικο όχι μόνο δεν πρέπει να επικαλείται τέτοιο αίμα για να ζητάει διαπραγματεύσεις αλλά πρέπει να δηλώνει ότι ένα τέτοιο αίμα χτυπάει και απομακρύνει τις διαπραγματεύσεις και έτσι μόνο προβοκάτορες συνειδητοί ή ασυνείδητοι θα το έχυναν.
Είναι βέβαια γεγονός και δείχνει τις πραγματικές του διαθέσεις ότι ο Μασχάντοφ δήλωσε μετά την ανάληψη της ευθύνης από τον προβοκάτορα ότι αυτός θα διωχθεί από την τσετσένικη κυβέρνηση. Όμως η ζημιά είχε γίνει. Και δεν είναι η πρώτη φορά. Το ίδιο είχε γίνει και μετά το θέατρο της Μόσχας τον Οκτώβρη του 2002. Στην πραγματικότητα η ηγεσία Μασκάντοφ είναι πολύ στριμωγμένη από τα συνδυασμένα πυρά της Μόσχας και του προβοκάτορα Μπασάγιεφ. Τη δύναμη του Μπασάγεφ μέσα στους κόλπους της αντίστασης και την πάλη γραμμών που διεξάγεται μέσα σ’ αυτήν φανερώνει η ανακοίνωση του Υπουργείου Εξωτερικών της Τσετσενίας (Ιλίας Αχμάντοφ) στις 3 Σεπτέμβρη, δυο δηλ. μέρες μετά την ομηρία στο σχολείο. Εκεί καταδικαζόταν η απαγωγή αμάχων σαν τρομοκρατική πράξη που δεν έχει καμιά σχέση με την αντίσταση και χαρακτηριζόταν σαν προβοκάτσια της Ρωσίας, όπως και άλλες προηγούμενες ανάλογες ενέργειες. Διατυπώθηκε μάλιστα το αίτημα να γίνει ανεξάρτητη διεθνής και διαφανής έρευνα για να αποκαλυφτούν οι ένοχοι. Όμως λίγο μετά η γραμμή άλλαξε και έγινε ως εξής: καταδικάζεται η απαγωγή των παιδιών αλλά οι απαγωγείς θεωρούνται άνθρωποι που έχασαν το μυαλό τους από τις ρωσικές φρικαλεότητες και ζητούνται διαπραγματεύσεις για να τελειώσει ο πόλεμος

Μπασάγιεφ: Κατασκευασμένος προβοκάτορας

Ο Μπασάγεφ είναι ισχυρός γιατί η Κα Γκε Μπε του παραχώρησε νίκες που δυνάμωσαν τη δικιά του αντιδραστική ισλαμοφασιστική γραμμή μέσα στο τσετσένικο κίνημα έτσι ώστε να μπορέσει τελικά η Μόσχα να υπονομεύσει την προοδευτική γραμμή του εθνικο-ανεξαρτησιακού αγώνα της Τσετσενίας ήδη από το 1995. Το χαρακτηριστικό του Μπασάγιεφ ήταν πάντα να εμφανίζεται σαν συνεπής αντιρώσος και να κατηγορεί τους αντιπάλους του, κυρίως τον Μασχάντοφ σαν φιλορώσο. Αυτό είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα κάθε δεξιού παλιανθρώπου που χτυπάει τάχα από τα «αριστερά» για να τσακίσει την πραγματική αριστερή γραμμή και να την εμφανίσει σαν δεξιά. Ένας δεύτερος λόγος της σημερινής δύναμης του Μπασάγιεφ είναι η αδυναμία του Μασχάντοφ που δεν θέλησε ή δεν μπόρεσε να καταλάβει τη γραμμή του και να τον συντρίψει όσο εκείνος ήταν αδύνατος. Η πάλη του προοδευτικού αντάρτικου με τους ισλαμιστές το 1998 στην Τσετσενία πήρε τη μορφή ένοπλων συγκρούσεων με δεκάδες νεκρούς και αρχικά ο Μασχάντοφ αντιστάθηκε σθεναρά σ’ αυτούς και τους κυνήγησε. Κάλεσε μάλιστα τη Ρωσία σε συνομιλίες και βοήθεια για να διώξει τον Μπασάγεφ αν του εξασφάλιζαν ότι δεν θα υπήρχε δεύτερη εισβολή από μέρους της. Οι Ρώσοι αρνήθηκαν και έτσι του ήταν εξαιρετικά δύσκολο να κηρύξει και εμφύλιο και πόλεμο ενάντια σε εξωτερική ρώσικη εισβολή.
Αν ο Μπασάγεφ είναι ρώσος πράκτορας ή δουλεύει αντικειμενικά σαν πράκτορας από πολιτική γραμμή και αντίληψη αυτό είναι αδιάφορο από πρακτική άποψη, αν και όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι ισχύει το πρώτο. Ο Μπασάγεφ το 1992 είχε συνεργαστεί με τους Ρώσους και είχε πολεμήσει με μια ομάδα Τσετσένων για να υποστηρίξουν την Αμπχαζία να διαμελίσει τη Γεωργία για λογαριασμό της Ρωσίας. Σύμφωνα με τον Μπορίς Καγκαρλίτσκι συνεργάστηκε τότε με έναν ρώσο αξιωματικό της GRU, τον Αντόν Σουρίκοφ (GRU είναι η ρώσικη στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών, δηλ. το αντίστοιχο της Κα Γκε Μπε στο στρατό). Το πιο σημαντικό είναι όμως ότι η ρώσικη εφημερίδα Vestiya κατάφερε να αποκτήσει πρόσβαση στους προσωπικούς φακέλους των αδερφών Μπασάγεφ στη GRU, στους οποίους κατονομάζονταν σαν κανονικοί πράκτορες της με άψογα μητρώα υπηρεσίας. Αμέσως μετά τη δημοσίευση αυτού του υλικού στην εφημερίδα ο εκδότης της, Αρτέμ Μπορόβικ δολοφονήθηκε κάτω από μυστηριώδεις συνθήκες (Boris Kagarlitsky “Russia under Yeltsin and Putin”, εκδόσεις Pluto Press, Λονδίνο 2002, σελ. 234-235).
Ποιος Τσετσένος όμως θα μπορούσε να πιστέψει ότι ένας φανατικός αντιρώσος όπως παρουσιαζόταν από παλιά ο Μπασάγεφ που είχε πολεμήσει γενναία ενάντια στους Ρώσους και που αυτοί του είχαν σκοτώσει την οικογένεια του, είναι πράκτορας της Ρωσίας αν δεν έχει την πολιτική γραμμή να το διαπιστώσει; Γιατί κάθε προβοκατόρικο χτύπημα του Μπασάγεφ ενάντια στη Ρωσία φαίνεται σαν αληθινό χτύπημα ενάντια της. Μπορεί ανθρώπινος νους να συλλάβει τέτοια αντιστροφή της πραγματικότητας; Κι όμως αν εξετάσει κανείς την πράξη και τα πολιτικά στοιχεία θα εξακριβώσει ότι ο Μπασάγεφ κάνει πάντα ότι βολεύει πολιτικά τη Ρωσία και μάλιστα στις πιο ηρωικές του ενέργειες καταφέρνει πάντα να ξεφεύγει ατσαλάκωτος.

Οι κρίσιμες επεμβάσεις του Μπασάγιεφ

Κιόλας από το 1991 όταν ξέσπασε η εθνική επανάσταση στην Τσετσενία που διακήρυξε την ανεξαρτησία της, ο Μπασάγεφ πραγματοποίησε αεροπειρατεία και οδήγησε το αεροπλάνο στην Τουρκία για να συγκεντρώσει τα βλέμματα του κόσμου στην Τσετσενία, όπως είπε. Αλλά το απόγειο της δόξας του θα έρθει στις 14 Ιούνη του 1995 όταν θα επιδράμει στη ρώσικη πόλη Μπουντιονόφσκ κρατώντας ομήρους στο νοσοκομείο της πόλης. Θα διαπραγματευτεί απευθείας με τον αναπληρωτή του Γέλτσιν, Τσερνομίρντι και μάλιστα θα καταφέρει ως εκ θαύματος να ξεφύγει και να επιστρέψει στην Τσετσενία σαν ήρωας. Η πράξη του θα οδηγήσει σε απευθείας διαπραγματεύσεις ανάμεσα στους Ρώσους και στην τσετσένικη αντίσταση με εκεχειρία στη διάρκεια τους. Αυτή η ξαφνική επιτυχία που του πρόσφερε η Μόσχα θα δικαιώσει τη γραμμή της ομηρίας αμάχων και τον ίδιο θα τον επιβάλει σαν ήρωα στην αντίσταση. Τότε αρχηγός της ο Ντουντάγιεφ που δεν καταδίκασε αυτήν την πράξη του Μπασάγιεφ γιατί πριν από το Μπουντιονόφσκ το τσετσένικο αντάρτικο υποχωρούσε προς τα βουνά έχοντας χάσει αρκετά στρατηγικά σημεία στη χώρα. Οι διαπραγματεύσεις εκείνες έδωσαν χρόνο στην αντίσταση για να αναδιοργανωθεί, να δυναμώσει και να αντιμετωπίσει τις νέες επιθέσεις των Ρώσων που ακολούθησαν. Η αποδοχή μιας πράξης κατά αμάχων ήταν τότε το αρχειακό λάθος των Τσετσένων που το πληρώνουν τόσο πικρά σήμερα και πιθανά στο μέλλον να το πληρώσουν ακόμα πιο πικρά. Το ελαφρυντικό τους πάντως τότε ήταν ότι ο ανεξάρτητος ρώσικος τύπος δεν είχε κατασταλεί, ο ρώσικος λαός στην πλειοψηφία του ήταν αντίθετος με τον πόλεμο στην Τσετσενία και εκείνη η επέμβαση του Μπασάγιεφ δεν κατέληξε σε λουτρό αίματος. Ίσως αυτό το κανόνισε η ΚαΓκεΜπε για να κάνει πιο αποδεκτή και θελκτική την πρώτη πράξη της ταχτικής της ομηρίας αμάχων . Τότε τοποθετήθηκε αυτή η ωρολογιακή βόμβα που λέγεται Μπασάγεφ μέσα στην τσετσένικη αντίσταση. Τον Αύγουστο του 1996 ο Μπασάγεφ ηγείται των δυνάμεων που απελευθερώνουν την πρωτεύουσα της Τσετσενίας. Και αυτή είναι μα σχετικά εύκολη στρατιωτική νίκη ενάντια σε μια υπερδύναμη και για πολλούς ανεξήγητη. Φαίνεται μάλλον ότι οι Ρώσοι είχαν αποφασίσει υποχώρηση και προτίμησαν να την πιστώσουν στον πράκτορά τους. Τον Γενάρη του 1997 γίνονται ελεύθερες εκλογές στην Τσετσενία και ο Μπασάγεφ εκλέγεται δεύτερος με ποσοστό 25% απέναντι στον Μασχάντοφ που παίρνει 59% των ψήφων. Λίγο μετά ο Μασχάντοφ τον χρίζει αντιπρόεδρο όμως σύντομα συγκρούεται μαζί του.
Τον Αύγουστο του 1999 είναι ξανά ο Μπασάγεφ που εισβάλει στο Νταγκεστάν και δίνει το πρόσχημα στη Ρωσία για τη δεύτερη και πιο μεγάλη εισβολή. Για άλλη μια φορά αυτός καταφέρνει να ξεφύγει χωρίς να πάθει τίποτα. Είναι εκείνος που εκμεταλλεύεται την κτηνωδία των ρώσων καταχτητών και οργανώνει ομάδες ισλαμιστών “μαρτύρων” και επιθέσεις αυτοκτονίας. Τον Ιούνη 2002 ο Μασχάντοφ τον διορίζει σχεδόν υπαρχηγό της αντίστασης. Γεγονός που φανερώνει τη δύναμη του Μπασάγεφ και την πολιτική απομόνωση που έχει επιβάλλει η Ρωσία στους Τσετσένους. Η προβοκάτσια δεν θ’ αργήσει να έρθει. Στις 23-26 Οκτώβρη 2002 πραγματοποιείται η ομηρία στο θέατρο της Μόσχας. Είναι ο Μπασάγεφ που θα αναλάβει την ευθύνη λίγες μέρες μετά. Ο Μασχάντοφ θα τον διώξει και θα τον καταδικάσει πολιτικά. Τότε εκείνος δηλώνει ότι τίθεται επικεφαλής των ταγμάτων μαρτύρων του τζιχάντ (ιερός πόλεμος) ενάντια στους Ρώσους. Από τότε βρίσκεται έξω από τις δυνάμεις της αντίστασης που καθοδηγεί ο Μασχάντοφ, αλλά η ουσιαστική δύναμη του βρίσκεται στην αποδοχή του από ένα τμήμα του τσετσένικου λαού που ανασκολοπίζεται απ’ τους Ρώσους.

Η δυσκολία να αντιμετωπιστεί ο προβοκάτορας

Τώρα είναι εξαιρετικά δύσκολο να αντιμετωπιστεί ο προβοκάτορας γιατί ένας εμφύλιος θα δώσει στους Ρώσους την ευκαιρία να υποστηρίξουν τον Μασχάντοφ και την ομάδα του για τον εκθέσουν στον τσετσένικο λαό και να παραδώσουν όλη την αντίσταση στους Μπασαγιεφικούς τσακίζοντας αμέσως μετά και τον ίδιο που θα έχει αδυνατίσει. Η διεθνής γραμμή των τελευταίων όπως βγαίνει μέσα από την ιστοσελίδα του «Κέντρου Καβκάζ» είναι “Κάτω η Ρωσία-Όχι στην άπιστη Δύση”. Απ’ τη στιγμή που ο δυτικός ιμπεριαλισμός έχει παραδώσει ένα ολόκληρο λαό στους ρώσους νεοναζί για να σφαχτεί εύκολα καταλαβαίνει κανείς ότι ο ισλαμικός φασισμός μπορεί να μετατρέψει τους Τσετσένους σε εφεδρεία του παγκόσμιου αντιδυτικού μετώπου και να βάλει τα θύματα της στην υπηρεσία του Κρεμλίνου. Αυτό κάνει με τις “μαύρες χήρες” (τσετσένες που οι οικογένειες τους έχουν δολοφονηθεί από τους ρώσους και ζητάνε εκδίκηση) που πέφτουν στα νύχια του ο Μπασάγιεφ και τις χρησιμοποιεί στις προβοκάτσιες του.
Ωστόσο είναι ζήτημα ζωής και θανάτου για την τσετσένικη αντίσταση να δώσει τελικά την πάλη της με τον Μπασάγιεφ και να αποστασιοποιηθεί πολιτικά απόλυτα απ’ αυτόν καταδικάζοντας σαν προβοκατόρικες τις επιθέσεις του σε αμάχους. Αν δεν το κάνει τότε το επόμενο χτύπημα του θα είναι πολλαπλάσιο και πιο αιματηρό μετατρέποντας τους τσετσένους σε κάτι πολύ μισητό στους λαούς. Οπωσδήποτε πάντως θα υπάρξει μια εσωτερική πάλη, την εξέλιξη της οποίας δεν μπορούμε να προδικάσουμε. Είναι βέβαιο όμως ότι μέχρι τώρα όλα τα εθνικά κινήματα που αντιπαρατέθηκαν στον ένα ή στον άλλο βαθμό στο Κρεμλίνο πέθαναν αγκαλιά μ’ έναν προβοκάτορα όπως οι Ταλιμπάν με τον Μπιν Λάντεν ενώ ο Αραφάτ αργοσβήνει μέσα στον θανάσιμο εναγκαλισμό της Χαμάς. Το εκπληκτικό μάλιστα είναι ότι αυτά τα κινήματα τελικά μπήκαν στην υπηρεσία της Μόσχας χάρη στην απίστευτη ηλιθιότητα και κτηνωδία της Δύσης. Η δικιά της αρρώστια βρίσκεται στην ιμπεριαλιστική αντιτριτοκοσμική γραμμή της και στα αποικιοκρατικά αντανακλαστικά της που τα αναζωογονεί τα ερεθίζει και τα οξύνει στο έπακρο η Ρωσία. Όσο για τους Τσετσένους, τους Παλαιστίνιους και τους Ταλιμπάν η αρρώστια αυτών των κινημάτων είναι μία: ο εθνικισμός τους. Αυτή είναι η επιστήμη του σοσιαλιμπεριαλισμού. Οι πολιτικοί επίγονοι των προδοτών της εργατικής τάξης έχουν συμπυκνώσει όλη την πείρα της παγκόσμιας αντίδρασης και έχουν πάρει πολλή και από την πείρα του μαρξισμού που χρειάστηκε να τον υπονομεύσουν και να τον ανατρέψουν σαν πολιτική εξουσία.
Πρόκειται για ένα μεγάλο μάθημα που πρέπει να πάρει κάθε νέο εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα και κυρίως το επαναστατικό προλεταριάτο. Τελικά, η απόλυτη άρνηση του σοσιαλιμπεριαλισμού μπορεί να είναι μόνο το συνειδητό προλεταριάτο γιατί μόνο αυτό δεν έχει τις ιδεολογικές αρρώστιες που επιτρέπουν στους μεγαλύτερους προβοκάτορες της ιστορίας να ανοίγουν τα ρήγματά τους και να εκθέτουν τα θύματά τους και να τα απομονώνουν από τους λαούς, από τους φίλους τους και από τις ενδιάμεσες δυνάμεις.