Logo
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

ΜΕΤΑ ΤΗ ΡΩΣΙΚΗ ΕΠΕΜΒΑΣΗ ΣΤΙΣ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ

  • Σάββατο, 31 Δεκεμβρίου 2016

 

Οι αντιστάσεις στις ΗΠΑ και οι διεθνείς προβοκάτσιες του μετώπου Τραμπ-Πούτιν

Για μια υπερδύναμη, όπως είναι οι ήδη σε πτώση Ηνωμένες Πολιτείες, μόνο μια άλλη υπερδύναμη που είναι σε άνοδο θα μπορούσε να επέμβει με τόσο ωμό τρόπο στα εσωτερικά της ώστε να επηρεάσει τις πολιτικές της εξελίξεις τόσο ώστε να εκλεγεί ο φιλικός της υποψήφιος σαν αρχηγός του κράτους, δηλαδή σαν αυτός που κάποιοι από αυταρέσκεια ή από δέος ανάμικτα με βλακεία ονομάζαν πλανητάρχη.

 

Το πόρισμα των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών – που έλεγε ότι υποκλέπτοντας και δημοσιοποιώντας απόρρητα δεδομένα από τα πληροφοριακά συστήματα της εθνικής επιτροπής του Δημοκρατικού κόμματος (D.N.C.) το Κρεμλίνο επιχείρησε να επηρεάσει την έκβαση της προεδρικής αναμέτρησης στις ΗΠΑ – απλά επιβεβαίωσε το πιο πάνω συμπέρασμα. Όπως γράφει ο δημοσιογράφος των Τάιμς της Νέας Υόρκης Νίκολας Κριστόφ (17/12): «Ας είμαστε ξεκάθαροι: Αυτή ήταν μια επίθεση στην Αμερική, λιγότερο φονική από έναν πύραυλο αλλά ακόμα πιο φανερά καταστροφική για το σύστημά μας. Δεν είναι ότι ο Τραμπ και ο Πούτιν συνεργάστηκαν για να κλέψουν τις εκλογές. Αλλά αν η CIA έχει δίκιο, η Ρωσία εμφανώς προσπάθησε να εκλέξει πρόεδρο που δε θα ήταν ακριβώς μαριονέτα αλλά ίσως κάτι σαν ένα σκυλάκι σαλονιού – ένα ρωσικό κανίς».

Χωρίς φυσικά να είναι ικανός να απαντήσει επί της ουσίας στις κατηγορίες γι αυτή την καίρια για την εκλογή του ανάμειξη, ο Τραμπ προτίμησε να ελιχθεί για να επιτεθεί στα πραγματικά τρωτά σημεία του αντιπάλου, υπενθυμίζοντας ότι οι κατήγοροί του «Είναι οι ίδιοι άνθρωποι που είπαν ότι ο Σαντάμ Χουσεΐν είχε όπλα μαζικής καταστροφής». Βέβαια δεν είπε ότι τότε η CIA είχε επικεφαλής της τον άνθρωπο του ρωσόφιλου Κλίντον προβοκάτορα Τένετ. Πάντως έτσι το ρήγμα ανάμεσα στον Τραμπ και στις υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ, όπως εκείνο μεταξύ του ίδιου και ισχυρής μερίδας του ρεπουμπλικάνικου κόμματος που υποτίθεται εκπροσωπεί παγιώθηκε. Αυτό είναι το μεγαλύτερο άμεσο πρόβλημα της προεδρίας Τραμπ. 

Οι Ρεπουμπλικάνοι, που ηγούνται των επιτροπών πληροφοριών, άμυνας και εθνικής ασφάλειας του Κογκρέσου, υποστηρίζουν ότι όντως υπήρξε ρωσική ανάμιξη στις προεδρικές εκλογές (New York Times, 10/12). Ο δημοκρατικής κατατομής ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής Μακ Κέην – που ηγείται της διακομματικής ομάδας για τη διερεύνηση του ζητήματος – είπε μάλιστα, αναφερόμενος στον Τραμπ και τους ρωσόδουλους συνεργάτες του, ότι «ο Βλαντίμιρ Πούτιν είναι ένας αλήτης, τραμπούκος και δολοφόνος, και όποιος άλλος τον αποκαλεί οτιδήποτε άλλο λέει ψέματα» (Politico, 10/12). Για πρώτη φορά το πολιτικό κλίμα στην Αμερική είναι τόσο πολύ πολωμένο -στους κόλπους της αστικής τάξης προς το παρόν και λιγότερο στους κόλπους του λαού, που συνήθως κρατιέται στο σκοτάδι και από τα δύο μεγάλα πολιτικά κόμματα για τα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής- σε ότι αφορά την καθοριστική ρώσικη ανάμιξη στις εσωτερικές εξελίξεις της χώρας. 

Κι ενώ όλος ο αμερικανικός δημοκρατισμός ξεσηκώνεται ενάντια στην επικείμενη προεδρία Τραμπ η ηγεσία του Δημοκρατικού κόμματος δεν κουνάει το δαχτυλάκι της για να τη σταματήσει, αποδεικνύοντας έτσι πόσο είναι διαβρωμένη από τους νέους Χίτλερ. Σύμφωνα με τους ΝΥΤ της 14/12: «Παθιασμένοι πολίτες εκλιπαρούν τους εκλέκτορες να ψηφίσουν ενάντια στον κ. Τραμπ· καθηγητές δικαίου ισχυρίζονται ότι οι νόμοι που λένε ότι ο νικητής τα παίρνει όλα στις εκλογές των εκλεκτόρων είναι αντισυνταγματικοί· μια μικρή ομάδα, οι Hamilton Electors, επιχειρεί να ελευθερώσει τους εκλέκτορες να ψηφίσουν κατά συνείδηση· και μια νέα θεωρία έχει αναδυθεί ότι υπάρχει νομικό προηγούμενο για να δώσουν τα δικαστήρια τις εκλογές στην κ. Κλίντον στηριγμένα στη ρωσική ανάμιξη. Όλες αυτές οι προσπάθειες, μαζί με τις διαμαρτυρίες, μποϊκοτάζ και υπομνήματα των απλών πολιτών, συμβαίνουν χωρίς το Δημοκρατικό Κόμμα. Το περισσότερο που είδαμε είναι μια απάντηση στις αποκαλύψεις της CIA, αλλά μόνο με τη συμμετοχή Ρεπουμπλικάνων για να δίνουν στους Δημοκρατικούς διακομματική κάλυψη». Σε αυτό το απόσπασμα δεν γίνεται ειδική αναφορά στην Κλίντον αλλά μέσα σε αυτές τις δραματικές εξελίξεις και τις αμφισβητήσεις για τη μη εκλογή της, αμφισβητήσεις που φτάνουν ως την απόφαση για την επανακαταμέτρηση των ψήφων σε μερικές πολύ αμφίρροπες πολιτείες, αυτή είναι κυριολεκτικά εξαφανισμένη.

 

Το χειρότερο είναι με τη στάση του μοιραίου Ομπάμα, που τόσο επίμονα καταγγέλαμε για τη ρωσοφιλία του όλα αυτά τα χρόνια. Αυτόν τον κατηγορούν τώρα πολλοί στις ΗΠΑ ότι ενώ γνώριζε πολύ πριν τις εκλογές την πηγή της επίθεσης δεν είχε καταγγείλει δημόσια τη Ρωσία σαν υπεύθυνη γι’ αυτήν, ούτε είχε καλέσει σε έρευνα όπως προηγούμενα είχε κάνει με την αδύναμη τριτοκοσμική Β. Κορέα για μια ανάλογη επίθεση στη Sony. Το αποτέλεσμα είναι ότι η Μόσχα κλιμάκωσε την επίθεσή της και από την απλή συλλογή προσωπικών δεδομένων με εξαπάτηση (phishing) πέρασε στη δημοσιοποίηση των στοιχείων (doxing), δηλ. από το στάδιο της κατασκοπίας στο στάδιο της επιχείρησης για την άσκηση επιρροής. Βεβαίως αυτά αφορούν την τελευταία εκλογική περίοδο. Η ζημιά που έχει κάνει ο Ομπάμα διευκολύνοντας την παγκόσμια και την εντός ΗΠΑ πολιτική της Ρωσίας είναι ασύλληπτη και μπορεί να συγκριθεί μόνο με τις αντίστοιχες επιδόσεις του Κλίντον. Η μεγαλύτερη ζημιά του Ομπάμα είναι ότι ενθάρρυνε όσο μπορούσε την αντίθεση του μαύρου πληθυσμού με την “αστυνομία των λευκών”, πέρα από το σημείο που αντιστοιχούσε στην πραγματικά μειονεκτική ταξική θέση του μαύρου προλεταριάτου στην αμερικάνικη κοινωνία, ώστε να βοηθήσει την αναβίωση από τον προβοκάτορα Τραμπ του μεγάλου λανθάνοντα ρατσισμού, του λευκού ρατσισμού κατά των μαύρων και των εγχρώμων, ο οποίος μαζί με την αναβίωση του αμερικάνικου ιμπεριαλιστικού ψευτοεθνικισμού τον έφερε στην εξουσία.

Από το 2014 οι χάκερς του Κρεμλίνου επιτίθενται συστηματικά στα πληροφοριακά συστήματα του Στέητ Ντιπάρτμεντ, του Λευκού Οίκου και του Κοινού Αρχηγείου του Στρατιωτικού Επιτελείου των ΗΠΑ. Στη συνέχεια προχωρούν στην υποκλοπή δεδομένων της εθνικής επιτροπής του Δημοκρατικού αλλά και του Ρεπουμπλικανικού κόμματος. Αφού εντόπισε τη απειλή στα συστήματά της η D.N.C. (Democratic National Commitee) προσέλαβε μία εταιρία κυβερνοασφάλειας η οποία διαπίστωσε ότι πίσω από τις επιθέσεις κρύβονται δύο ομάδες χάκερς. Η μία, γνωστή ως “Cozy Bear”, “Dukes” ή “Α.Ρ.Τ.29”, θεωρείται επιχείρηση της ρωσικής κυβέρνησης με πιθανή διασύνδεση με το FSB. Αυτή η ομάδα διέρρηξε τα συστήματα της D.N.C. για πρώτη φορά τον Αύγουστο του ’15, ενώ η άλλη ομάδα, γνωστή ως “Fancy Bear” ή “Α.Ρ.Τ.28” και ελεγχόμενη από τη ρωσική στρατιωτική κατασκοπία (GRU), ανέλαβε την επίθεση στους Δημοκρατικούς το Μάρτη του ’16. Πρόκειται για την ίδια αλήτικη ομάδα που επιτέθηκε στη ΟΑΚΚΕ στα τέλη του ’15 κατεβάζοντας για μέρες τη σελίδα της στο Ιντερνετ.

Όταν η Εθνική Επιτροπή των Δημοκρατικών αποφάσισε να ενημερώσει τον τύπο για το χακάρισμα εμφανίστηκε ένας χάκερ με το ψευδώνυμο Guccifer 2.0 (στην πραγματικότητα μια ομάδα ρώσων χάκερς που προσπάθησαν να περάσουν σαν Ρουμάνοι) που άρχισε να δημοσιοποιεί τα κλεμμένα αρχεία και έδωσε πολλά στα WikiLeaks. Ένα μήνα πριν τις εκλογές αυτά δημοσίευσαν χιλιάδες emails από και προς τον Ποντέστα, επικεφαλής της εκλογικής εκστρατείας της Κλίντον. Το επιτελείο Τραμπ γνώριζε εκ τον προτέρων γι’ αυτή τη διαρροή, και μάλιστα το στέλεχος Ρότζερ Στόουν το είχε προαναγγείλει μέσω tweeter. Και φυσικά η επίθεση διευκολύνθηκε τόσο από το διψασμένο για εξουσία επιτελείο των Ρεπουμπλικανών όσο και από τα σκανδαλοθηρικά ΜΜΕ που δεν έχασαν χρόνο αναπαράγοντας τα προϊόντα υποκλοπής, τα οποία προηγούμενα ο Πούτιν είχε φροντίσει να είναι μόνο εκείνα του Δημοκρατικού και όχι εκείνα του Ρεπουμπλικανικού κόμματος.

Ο κρίσιμος ρόλος του Ομπάμα ήταν όπως είπαμε παραπάνω αυτός της απόκρυψης του σκανδάλου από τη μεγάλη μάζα των Αμερικανών. Στις αρχές Οκτώβρη, αντί ο απερχόμενος πρόεδρος να βγάλει διάγγελμα καταγγελίας της ρωσικής απόπειρας να αλλοιωθεί το αποτέλεσμα των εκλογών, ο διευθυντής εθνικών πληροφοριών και ο γραμματέας εθνικής ασφάλειας έγραψαν μία επιστολή στην οποία ανέφεραν χακάρισμα σε «πολιτικούς οργανισμούς» γενικά, πράγμα που υποβίβασε τη σημασία της επίθεσης και συσκότισε το ζήτημα (πηγή ΝΥΤ, 14/12).

 

Και πριν καλά-καλά στρογγυλοκαθίσει στο Λευκό Οίκο το ΄ρωσικο κανίς άρχισε να παραχωρεί μία-μία τις κρίσιμες θέσεις διακυβέρνησης σε επιβεβαιωμένους και αφοσιωμένους φίλους της πουτινικής Ρωσίας. Μια τέτοια επιλογή ήταν ο Ρεξ Τίλερσον, διευθύνων σύμβουλος της Exxon Mobil, που προορίζεται να τοποθετηθεί επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Ο ολιγάρχης αυτός της ενέργειας είναι γνωστός για το βαθύ φιλορωσισμό του, βραβευμένος από τον Πούτιν με το μετάλλιο φιλίας στα 2013 και τοποθετημένος κατά των κυρώσεων της Δύσης προς τη Ρωσία. Στη βάση αυτού του προσανατολισμού βρίσκονται οι ισχυροί δεσμοί του ενεργειακού του κολοσσού με τη Ρωσία και το Κατάρ (κοινοπραξίες με τη Rosneft και με την εθνική πετρελαϊκή εταιρία του Κατάρ). Ένα άλλο τέτοιο πρόσωπο είναι ο επιλεγμένος για τη θέση του συμβούλου εθνικής ασφάλειας, αντιστράτηγος εν αποστρατεία Μάικλ Φλιν. Αυτός είχε ταξιδεύσει στη Μόσχα το Δεκέμβρη του ’15 (δηλ. μετά τη εισβολή στην Ουκρανία) με ρωσικά χρήματα για να παραβρεθεί σε δεξίωση του RT όπου κάθισε παραδίπλα στον Πούτιν. Το χαρακτηριστικό γνώρισμα του Φλυν, πέραν από την προσπάθειά του να γελοιοποιήσει τις μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ, είναι οι ρατσιστικές τοποθετήσεις του σε σχέση με τους μουσουλμάνους. Ο ίδιος ο Τραμπ έχει εκδηλώσει το ρατσιστικό του μένος με την παρατήρηση που έκανε προεκλογικά ότι θα έπρεπε να απαγορευτεί η είσοδος μουσουλμάνων στις ΗΠΑ.

Πίσω από όλη αυτή την αντι-Ισλάμ ρητορεία κρύβεται η προσπάθεια του Τραμπ και του ρωσικού σοσιαλιμπεριαλισμού να αποπροσανατολίσουν τη Δύση από τον κίνδυνο που ο ίδιος αντιπροσωπεύει για την ύπαρξή της. Η επίκληση του μουσουλμανικού κινδύνου στοχεύει στη σύσφιξη των σχέσεων Δύσης-Ρωσίας ενάντια στον μουσουλμανικό, βασικά το σουνίτικο, Τρίτο κόσμο την ώρα που η τελευταία μεθοδεύει την καταβρόχθιση της Ευρώπης. Ο Τραμπ έχει δώσει δείγματα γραφής για ακόμα μεγαλύτερη συνεργασία με τη Ρωσία στο συριακό από όσα έχει δώσει ο Ομπάμα ενώ δεν είναι καθόλου τυχαία η τοποθέτηση από τον ίδιο του Ντέιβιντ Φρίντμαν, ενός απολογητή του ισραηλινού σοβινισμού, που και αυτός έχει άριστές σχέσεις με τον Πούτιν, σαν επικεφαλής της διπλωματικής αντιπροσωπείας των ΗΠΑ στο Ισραήλ. Στο ζήτημα του Ισραήλ ο Τραμπ έχει αναλάβει το ρόλο του προβοκάτορα υπέρ του άξονα. Με το να είναι δηλαδή υπέρ της συνέχισης των εποικισμών και υπέρ της κατάληψης όλης της Ιερουσαλήμ από το Ισραήλ σε συνδυασμό με τον αντιμουσουλμανισμό της, η προεδρία Τραμπ σκοπεύει να στείλει όλο τον μουσουλμανικό σουνιτικο κόσμο ενάντια στις ΗΠΑ, αλλά και προς τον άξονα, όχι όμως μέσω της μισητής μετά το Συρία Ρωσίας, αλλά μέσω την τάχα φιλοαραβικής Κίνας και της Αιγύπτου του Σίσι. Επίσης με αυτήν την προβοκατόρικη -στην πραγματικότητα εναντίον του ισραηλινού λαού- πολιτική του ο Τραμπ θα στείλει τους σουνίτες και προς τη Αλ Κάιντα (ΙΣΙΣ-Νούσρα) και προς τη Χαμάς. Παράλληλα με τη δηλητηριώδη αυτή συμμαχία με το Ισραήλ των Νετανάχου-Λίμπερμαν, με τους οποίους έχει άριστες σχέσεις και ο Πούτιν, θα δυναμώσει σε αντιμουσουλμανική κατεύθυνση-τάχα αντιΙΣΙΣ κατεύθυνση και η συμμαχία ΗΠΑ-Ρωσίας πράγμα που τόσο βοηθάει τον Τραμπ να εξουδετερώσει την εναντίον του εκστρατεία των αντιπουτινικών Ρεπουμπλικάνων και Δημοκρατών στο Κογκρέσσο και τις υπηρεσίες ασφάλειας. Να γιατί λίγο μετά την εκλογή του στο ανώτατο αξίωμα ένα μπαράζ δολοφονικών επιθέσεων με ισλαμικό προκάλυμμα έχει ξεσπάσει ανά τον κόσμο (Αίγυπτος, Τουρκία, Γερμανία κτλ.). 

 

© OAKKE