ΖΗΤΩ Η ΜΕΓΑΛΗ ΗΡΩΙΚΗ ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΤΗΣ ΤΙΕΝ ΑΝ ΜΕΝ
30 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠO ΤΗΝ ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΣΦΑΓΗ ΤΗΣ 4 ΙΟΥΝΗ ΤΟΥ 1989

Μια πολύ χαρακτηριστική στιγμή από τα γεγονότα του 1989 στην Κίνα είναι η καταστροφή από ένα τεθωρακισμένο στρατιωτικό όχημα του περίφημου αγάλματος της θεάς της Δημοκρατίας, μίας αρκετά ογκώδους κατασκευής από αφρολέξ και πεπιεσμένο χαρτί πάνω σε μεταλλικό καλούπι που παριστάνει μια γυναίκα να κρατά έναν πυρσό. Το άγαλμα κατασκευάστηκε από φοιτητές της κεντρικής ακαδημίας καλών τεχνών και στήθηκε στην πλατεία Τιεν Αν Μεν από τολμηρούς νεολαίους που αψήφησαν τις απειλές της ασφάλειας ότι θα έχαναν το δίπλωμά τους. Τοποθετήθηκε ανάμεσα στο Μνημείο των Ηρώων του Λαού και την Πύλη της πλατείας κοιτάζοντας προς το τεράστιο πορτραίτο του Μάο που κρέμεται εκεί. Αν και πολλοί συγκρίνουν το έργο με το άγαλμα της Ελευθερίας των ΗΠΑ προβάλλοντας τον ισχυρισμό περί αμερικανικής καλλιτεχνικής (και παραπέρα πολιτικής) επιρροής, ένας γλύπτης που ήταν παρών στην κατασκευή του αγάλματος ονόματι Τσάο Τσινγκ-γιουάν έχει εξηγήσει ότι οι δημιουργοί του όχι μόνο συνειδητά απέφυγαν να πάρουν σαν πρότυπο το άγαλμα της Νέας Υόρκης επειδή μια τέτοια κίνηση θα ήταν φιλο-αμερικανική, αλλά αντίθετα επηρεάστηκαν πολύ από το πασίγνωστο έργο σοσιαλιστικού ρεαλισμού της σοβιετικής γλύπτριας Βέρας Μούχινα που παριστάνει έναν εργάτη και μία αγρότισσα με προτεταμένα χέρια να κρατούν το σφυροδρέπανο.
Η θεά της Δημοκρατίας έζησε μόλις πέντε ημέρες. Χτυπημένη από ένα τανκ, έγειρε μπρος και δεξιά με αποτέλεσμα να πέσει κάτω, σπάζοντας τα χέρια που κρατούσαν το δαυλό. Οι φοιτητές φωνάζουν: «Κάτω ο φασισμός!», «Αλήτες, αλήτες!» Οι δολοφόνοι αποκαλύπτονται σαν ανοιχτοί φασίστες. Η σημαία τους, σπάζοντας το σύμβολο της δημοκρατίας θα βουτούσε στο αίμα φοιτητών και προλετάριων επαναστατών χάνοντας πια την κόκκινη επίχρωσή της, και θα αποκάλυπτε σε όλο τον κόσμο το αληθινό της χρώμα. Αλλά ας δούμε πώς φτάσαμε μέχρι τη σφαγή.

Οι πολιτικο-κοινωνικές αιτίες της εξέγερσης

Τα γεγονότα που έμειναν στην ιστορία σαν η εξέγερση της Τιεν Αν Μεν ξεκίνησαν στις 15 Απρίλη του 1989 με το θάνατο του ρεβιζιονιστή Χου Γιάο Μπανγκ, πρώην γενικού γραμματέα του «Κ»ΚΚ, καθαιρεμένου δύο χρόνια νωρίτερα από τη σοσιαλφασιστική ηγεσία Ντεγκ Σιάο Πινγκ εξαιτίας της αστοφιλελεύθερης γραμμής του.
Ο Χου Γιάο Μπανγκ είναι βαριά υπόλογος στην κινέζικη και την παγκόσμια ιστορία γιατί μαζί με τον Ντεγκ Σιάο Πινγκ ηγήθηκαν της διαδικασίας καπιταλιστικής παλινόρθωσης στην Κίνα μετά την 3η ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΚίνας το 1978 συντρίβοντας την αριστερή προλεταριακή τάση μέσα στο ΚΚΚίνας, την τάση Χούα Κούο Φεγκ – Βανγκ Τογκ Σινγκ – Γιονγκ Τσε Κουέι που είχε μείνει αδύναμη μετά την επίθεση που δέχτηκε από την αριστερίστικου τύπου αναθεωρητική ομάδα των 4. Όμως στα μέσα της δεκαετίας του 1980 οι γραμμές των Τεγκ και Χου χώρισαν γιατί ο δεύτερος υπεράσπιζε μαζί με την αστική οικονομική παλινόρθωση και τον πολιτικό αστικό φιλελευθερισμό ενώ ο πρώτος ήθελε οικονομική παλινόρθωση του καπιταλισμού μαζί με φασιστική δικτατορία του εκκαθαρισμένου από τους πραγματικούς κομμουνιστές κόμματος. Έτσι στα 1987 ο Τεγκ καθαίρεσε τον Χου Γιάο Μπανγκ αφού κιόλας από τα 1983 είχε ξεκινήσει μια διαδικασία σταδιακής φασιστικοποίησης του ΚΚΚίνας και της κοινωνίας.
Πρόκειται στην ουσία για μια επανάληψη αυτού που έγινε στην ΕΣΣΔ μερικές δεκαετίες προηγούμενα. Εκεί οι σοσιαλφασίστες Σουσλόφ, Χρουστσόφ, Μπρέζνιεφ αρχικά σε συμμαχία με τους αστοφιλελεύθερους αναθεωρητές, αλλά και πολλούς πραγματικά αριστερούς δημοκράτες μέσα στο ΚΚΣΕ διέσπασαν στα 1953 και τελικά τσάκισαν την αριστερή προλεταριακή τάση Μπέρια, Μαλένκοφ, Γκαγκάνοβιτς, Μολότωφ οπότε άρχισαν τη διαδικασία παλινόρθωσης του καπιταλισμού στην ΕΣΣΔ. Δέκα χρόνια μετά, στα 1964 τσάκισαν τους αστοφιλελελεύθερους μέσα στο κόμμα και άσκησαν τη δικτατορία ενός σοσιαλφασιστικού πια ΚΚΣΕ σε όλη την κοινωνία. Η καθαίρεση του Χου Γιάο Μπαγκ το 1987 ήταν ένα είδος καθαίρεσης Χρουστσόφ το 1964 με δύο διαφορές. Η πρώτη ήταν ότι ο Χρουστσόφ ήταν σοσιαλφασίστας αλλά πόζαρε σαν αρχηγός των δεξιών φιλελεύθερων αναθεωρητών, οπότε η καθαίρεσή του από τους Σουσλόφ - Μπρέζνιεφ ήταν από ότι φαίνεται μια συνεννοημένη ειρηνική αλλαγή κορυφής στα πλαίσια της σοσιαλφασιστικής τακτικής να μην εξεγείρεται ποτέ η τάση που ανατρέπεται, εν προκειμένω οι αστοφιλελεύθεροι αναθεωρητές και οι αστοφιλελεύθεροι γενικά μέσα στην κοινωνία. (Αυτή η μέθοδος χρησιμοποιείται ως τα σήμερα από την ΚαΓκεΜπε με τη διαδοχή Γκορμπατσόφ-Γέλτσιν, Γέλτσιν Πούτιν, όπως χρησιμοποιείται και στη χώρα μας στις διαδοχές της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ). Η δεύτερη και μεγαλύτερη διαφορά είναι ότι όλη η διαδικασία καπιταλιστικής άλωσης και μετά φασιστικοποίησης του ΚΚΣΕ έγινε σε επίπεδο κορυφής και μακριά από τις μάζες, ενώ στην Κίνα χάρη στην καθοδήγηση του Μάο και την Πολιτιστική Επανάσταση αυτή η διαδικασία έγινε με πελώρια συμμετοχή των μαζών στα πλαίσια μιας επικής ταξικής πάλης ανάμεσα στα 1966-1970.
Ακριβώς επειδή η καθαίρεση του Χου Γιάο Μπανγκ έγινε από τα δεξιά και όχι από τα αριστερά ενώθηκε για να διαμαρτυρηθεί με την ευκαιρία του θανάτου του εναντίον του Ντεγκ Σιάο Πινγκ μια φοιτητική νεολαία με αστοφιλελεύθερη γραμμή που είχε σαν εκπρόσωπό της το Χου Γιάο Μπανγκ και μια ακόμα πιο πλατειά γενικά αριστερή νεολαία που ήθελε τον κομμουνισμό και την προλεταριακή δημοκρατία αλλά δεν μπορούσε πια να παρακολουθήσει την περίπλοκη πολιτική πάλη που ξεδιπλώθηκε μετά την πολιτιστική επανάσταση στην Κίνα ανάμεσα στα 1970 και στα 1976. Αυτή η νεολαία δεν πρόλαβε να ζήσει μια νέα πολιτιστική προλεταριακή επανάσταση απαλλαγμένη από τα λάθη της πρώτης που είχαν κάνει το Μάο να την χαρακτηρίσει κατά 70% σωστή αλλά κατά 30% λάθος και χάρη στα οποία οι δεξιοί αναθεωρητές κάθε είδους κάνανε μετά το θάνατο του Μάο στα 1976 τη μεγάλη τους αντεπίθεση και πήραν την πλειοψηφία στο κόμμα. Όμως αυτή η νεολαία είχε καθαρή την εμπειρία δύο καθαρά καπιταλιστικών φαινομένων που χαρακτηρίζουν το σοσιαλφασισμό αλλά και τον αστικό φιλελευθερισμό, και τα οποία παρουσιάστηκαν και άνθισαν στη χώρα μετά τα 1980, δηλαδή τα φαινόμενα της αυξανόμενης διαφθοράς και του καταπιεστικού χαρακτήρα της νέας κομματικής ηγεσίας. Ταυτόχρονα το προλεταριάτο είχε στα 1998 την οδυνηρή εμπειρία του βαθέματος της οικονομικής κρίσης και εξαθλίωσης. Αυτή ακολούθησε την πρώτη φάση της καπιταλιστικοποίησης της οικονομίας με τον τεμαχισμό της συλλογικής αγροτικής ιδιοκτησίας και με τη μεγάλη δωροδοκία του προλεταριάτου της πόλης με αυξήσεις στους μισθούς προκειμένου να αποδεχτούν την παλινόρθωση στο πολιτικό επίπεδο. Δηλαδή αποδοχή της παλινόρθωσης του καπιταλισμού σε μια σειρά τομείς της οικονομίας με αντάλλαγμα μια σχετική και προσωρινή υλική ευμάρεια. (Επίσης μια μέθοδος του Χρουστσόφ).
Να γιατί πολύς κόσμος, ιδιαίτερα νεολαία, μαζεύτηκε στην πλατεία Τιεν Αν Μεν για να τιμήσει το νεκρό Χου Γιάο Μπανγκ ενώ στην πραγματικότητα ζητούσε αφορμή για να απαιτήσει ουσιαστική πολιτική δημοκρατία και πάλη ενάντια στην κρατική διαφθορά. Γρήγορα οι κινητοποιήσεις προσέλαβαν μαζικό χαρακτήρα.
Τα μεσάνυχτα της 17ης Απρίλη 3.000 φοιτητές του πανεπιστημίου του Πεκίνου και 1.000 από το πανεπιστήμιο Τσινγκχούα βάδισαν προς την πλατεία και ενώθηκαν με τους συγκεντρωμένους. Νωρίτερα, 500 φοιτητές της σχολής πολιτικών επιστημών και της νομικής είχαν συγκεντρωθεί έξω από τη Μεγάλη Αίθουσα του Λαού ξεκινώντας τις προετοιμασίες για την κηδεία. Οι συγκεντρωμένοι μετέτρεψαν την πλατεία σε ελεύθερο βήμα πολιτικού λόγου ενώ μια μικρότερη ομάδα συγκεντρώθηκε έξω από το μέγαρο του κόμματος σε καθιστική διαμαρτυρία και με αίτημα μία συνάντηση με την κομματική ηγεσία βάζοντας αιτήματα ενάντια στη διαφθορά της εξουσίας και την έλλειψη δημοκρατικών ελευθεριών.
Καθώς πλησίαζε η ημερομηνία της κηδείας του Χου Γιάο Μπανγκ, η αντιπαράθεση οξύνθηκε περισσότερο. Στις 20 του Απρίλη η αστυνομία διέλυσε με γκλομπς τους φοιτητές που διαμαρτύρονταν έξω από τα κομματικά γραφεία. Την επομένη, εκατό χιλιάδες φοιτητές βάδισαν στην πλατεία για να εμποδίσουν το κλείσιμό της από τις αρχές. Στα πανεπιστήμια του Πεκίνου άρχισαν να μιλάνε για αποχή από τα μαθήματα φοιτητών και καθηγητών.

Το κίνημα των φοιτητών γιγαντώνεται και πλαταίνει. Το προλεταριάτο μπαίνει στη μάχη

Στο μεταξύ οι φοιτητές σχημάτισαν ανεξάρτητες ενώσεις ενώ άρχισαν να συντονίζουν τη δράση τους σε όλη τη χώρα. Τώρα πια βάζουν ζητήματα που ξεκινούν από την ελευθερία του τύπου για να καταλήξουν ακόμη και στην παύση της μονοπωλιακής διακυβέρνησης από το «Κ»ΚΚ. Στις 26 η «Λαϊκή Ημερησία», η εφημερίδα του κόμματος, δημοσίευσε ένα εκτενές άρθρο με τίτλο: «Να σηκώσουμε τη σημαία για να αντιπαρατεθούμε ανοιχτά σε οποιαδήποτε αναταραχή», αποκαλώντας τους εξεγερμένους «ομάδα ελαχίστων οπορτουνιστών» που σχεδιάζουν την πολιτική αναμπουμπούλα και προειδοποιώντας τους με σκληρή καταστολή. Επιπλέον απαγόρευσε στους φοιτητές να ενωθούν με εργάτες, αγρότες και φοιτητές άλλων σχολών. Σαν απάντηση, γύρω στους 50.000 φοιτητές συγκεντρώθηκαν στους δρόμους του Πεκίνου αψηφώντας τις προειδοποιήσεις των αρχών και ζητώντας την ανάκληση των δηλώσεων.
Στις κινητοποιήσεις έχει αρχίσει στο μεταξύ να προσχωρεί μαζικά και το προλεταριάτο του Πεκίνου που, πέρα από την αντίθεσή του στη διαφθορά και στην αυθαιρεσία της εξουσίας είναι αγανακτισμένο με τα νέα σκληρά οικονομικά μέτρα του καθεστώτος, σε συνδυασμό με τον πληθωρισμό που τρώει τα μεροκάματα και με τις μαζικές απολύσεις από τα εργοστάσια. Στις 4 Μάη 100.000 φοιτητές και εργάτες διαδηλώνουν στο Πεκίνο ζητώντας ελεύθερη ενημέρωση και άλλες πολιτικές μεταρρυθμίσεις. Όμως οι αρχές αρνούνται να συνομιλήσουν με τους εκπροσώπους των εξεγερμένων, και έχουν άλλα σχέδια για την πορεία της χώρας:
Στις 15 Μάη, ο τότε ρώσος ηγέτης Μ. Γκορμπατσόφ έχει προγραμματίσει επίσκεψη στο Πεκίνο. Πρόκειται για μια κίνηση που είναι πρωτοφανής για τα δεδομένα των ρωσο-κινεζικών σχέσεων κατά τα τελευταία 30 χρόνια αλλά είναι φυσική στα πλαίσια της κοινής σοσιαλφασιστικής πορείας των δύο χωρών. Δύο μέρες νωρίτερα η Τιεν Αν Μεν κατακλύζεται από φοιτητές που ξεκινούν μαζική απεργία πείνας ζητώντας διάλογο με τις αρχές και την ανάκληση των κομματικών κατηγοριών απέναντι στην εξέγερση. Άλλοι φοιτητές και ένα μέρος του πληθυσμού του Πεκίνου εκφράζει με διάφορους τρόπους τη συμπαράστασή του και την αλληλεγγύη του στους απεργούς. Διαμαρτυρίες φοιτητών-εργατών έχουν ξεσπάσει και σε άλλες πόλεις (πάνω από 400 σύμφωνα με τα κινέζικα μέσα ενημέρωσης), ενώ πολύς κόσμος καταφθάνει στο Πεκίνο για να πάρει μέρος στην εξέγερση. Κρατούν σημαίες που αναγράφουν το χώρο που εκπροσωπούν. Εκατοντάδες χιλιάδες βιομηχανικοί εργάτες, δημοσιογράφοι και εργαζόμενοι στα κρατικά ΜΜΕ, κομματικά στελέχη, υπάλληλοι και εκπαιδευτικοί, ένστολοι αστυνομικοί, ακόμα και χίλιοι ευέλπιδες παίρνουν μέρος στις κινητοποιήσεις. Καθοδόν προς και από την πλατεία οι φοιτητές τραγουδούν τη «Διεθνή» απόδειξη ότι το αριστερό προλεταριακό και κομμουνιστικό ρεύμα είναι πολύ ισχυρότερο από το αστοδημοκρατικό. Όταν τρία άτομα από την επαρχία Χουνάν επιχειρούν να ρίξουν μελάνι στο μεγάλο πορτραίτο του Μάο που κρέμεται πάνω από την Τιεν Αν Μεν, οι εξεγερμένοι τους συλλαμβάνουν και τους παραδίνουν στην αστυνομία.
Θορυβημένο το καθεστώς στέλνει τον σοσιαλφασίστα πρωθυπουργό Λι Πενγκ και το Γραμματέα του Κόμματος Ζάο Ζι Γιανγκ. Ο Ζάο Ζι Γιανγκ στέλνεται εκεί γιατί θεωρείται τότε από πολλούς φοιτητές σαν φίλος της εξέγερσης, ενώ απλά προσπάθησε να τη σβήσει.

Δύο γραμμές απέναντι στην εξέγερση: Η γραμμή Ζάο Ζι Γιανγκ και η γραμμή Ντεγκ

Ο Ζάο εκθειάζει σαν «πατριωτική» τη στάση τους για να τους προσεταιριστεί και να τους καλέσει να σταματήσουν την απεργία πείνας αλλά έμμεσα τους απειλεί με επιχειρήματα του στυλ: «Εμείς είμαστε ήδη γέροι, δε μας απασχολεί πια, εσείς που είστε νέοι κοιτάξτε να μείνετε υγιείς και να μη θυσιαστείτε τόσο εύκολα». Αν και μια μερίδα των εξεγερμένων έδειξε να συγκινείται από το λόγο του Ζάο Ζι Γιανγκ, η πλειοψηφία κράτησε αποφασιστική στάση και συνέχισε την απεργία πείνας και την κινητοποίηση.
Στην πραγματικότητα ο Ζάο Ζι Γιανγκ ήταν ο επικεφαλής μιας κεντρίστικης φράξιας στο ΚΚΚίνας που βρισκόταν ανάμεσα στη γραμμή Ντεγκ και στη γραμμή Χου Γιάο Μπανγκ. Η διαφορά του Ζάο με τον Χου σε τελική ανάλυση ήταν ότι ο τελευταίος ήθελε φιλελεύθερο καπιταλισμό στη βάση και δυτικού τύπου αστοδημοκρατία στο εποικοδόμημα (με μια μετεξέλιξη του ΚΚΚινας σε ένα είδος σοσιαλδημοκρατικού κόμματος έτσι όπως φαινόταν τότε ότι θα ήθελε να μετεξελίξει και ο Γκορμπατσόφ το ΚΚΣΕ). Αντίθετα ο Ζάο ενώ ήθελε φιλελεύθερο καπιταλισμό στη βάση προωθούσε τον πολιτικό αυταρχισμό τύπου Κορέας και Μαλαισίας στην κορυφή, οπότε το κόμμα θα έπαιζε το ρόλο της «φωτισμένης» γραφειοκρατίας που θα έφερνε τη χώρα χωρίς λαϊκές αντιστάσεις μέσα στη Δύση και στην αγορά της. Η βαθύτερη διαφορά του Ζάο Ζι Γιανγκ με τον Ντεγκ και ο λόγος για τον οποίο απομονώθηκε στο Πολιτικό Γραφείο και ψήφισε μόνος του κατά της καθόδου των τανκς αποδεικνύεται από τις εξελίξεις ότι ήταν ο εξής: Ο Ντεγκ μαζί με τους σκληρούς σοσιαλφασίστες του ΚΚΚίνας ήθελε μια ιμπεριαλιστική Κίνα που μάλιστα θα πάλευε για την παγκόσμια ηγεμονία με νεοχιτλερικούς όρους ισχύος. Μια τέτοια Κίνα ήθελε τακτική οικονομική συμμαχία με τη Δύση για να αξιοποιήσει τα άφθονα και σύγχρονα κεφάλαιά της αλλά θα ήταν η νέα σοσιαλφασιστική αστική τάξη με όργανο εξουσίας το ΚΚΚίνας που θα είχε στα χέρια της τον κρατικοκαπιταλιστικό τομέα της οικονομίας και γενικά τον έλεγχο στο βάθος όλης της παραγωγικής διαδικασίας στη βάση του κεντρικού πολιτικού και διπλωματικού πολεμικού σχεδίου για παγκόσμια ηγεμονία. Δηλαδή η γραμμή Ντεγκ είχε σαν άξονά της ένα ΚΚΚίνας που θα ήταν όχι μόνο συγκεντρωτικό-φασιστικό στην πολιτική, αλλά θα ήταν και ο μεγαλύτερος συγκεντρωμένος ιδιοκτήτης παραγωγικών δυνάμεων και ο εγγυητής της απόλυτης πολιτικής εξουσίας του κρατικού γραφειοκρατικού κεφάλαιου πάνω στην τακτική οικονομική συμμαχία Κίνας-Δύσης. Δηλαδή το ΚΚΚίνας θα παρέμενε στο διπλό ρόλο του βασικού συλλογικού καπιταλιστή και του μονοπωλητή της πολιτικής εξουσίας που χαρακτηρίζει όλα τα σοσιαλφασιστικά καθεστώτα. Αυτό δεν σήμαινε ότι ο Ζάο Ζι Γιάνγκ έβλεπε τους κομματικούς αστούς νέου τύπου να παίζουν ένα δευτερεύοντα ρόλο από ταξική άποψη. Κάθε άλλο. Ήταν και αυτός, όπως και ο Χου Γιάο Μπαγκ, όπως και ο Ντεγκ εκείνοι που μετέτρεψαν τους δεξιούς αστούς νέου τύπου του ΚΚΚίνας σε κυριολεκτικά μεγαλοαστική τάξη και μάλιστα κλασικού τύπου. Μόνο που αυτή η αστική τάξη έγινε πιο ληστρική και πιο ξεδιάντροπα κτηνώδης στο περιεχόμενο της δράσης της από την παλιά, πιο έμπειρη και πιο προσεκτική δυτική. Ήταν όλοι αυτοί που στην ύπαιθρο πήραν για τον εαυτό τους ή για τους συγγενείς τους τα καλύτερα κομμάτια της γης με τον τεμαχισμό της, είναι αυτοί που μεσολάβησαν (βασικά τα χειρότερα ταξικά τέρατα της σύγχρονης Κίνας που είναι οι μορφωμένοι γόνοι των κομματικών στελεχών) για τις δυτικές επενδύσεις και απόκτησαν με τις μίζες για την εξασφάλιση αυτών των επενδύσεων αμύθητα κέρδη, είναι αυτοί και οι συγγενείς τους, που έγιναν ιδιοκτήτες των μεγάλων νέων κινέζικων ιδιωτικών ή κρατικών μονοπωλίων.
Ακριβώς αυτοί όλοι είναι που έριξαν την Κίνα στον πληθωρισμό 30% του 1998 και στην ασύλληπτη κρατική διαφθορά που εξόργισε όχι μόνο και όχι τόσο τους δημοκρατικούς φοιτητές αλλά όλο τον κινέζικο λαό και πιο πολύ το άνεργο και μισοάνεργο βιομηχανικό προλεταριάτο της πόλης. Αυτό είναι που συνετέλεσε ώστε ένα κίνημα μεταρρυθμιστικό που το ξεκίνησαν οι οπαδοί του Χου Γιάο Μπαγκ και το οποίο κοινωνικά είχε επαφή με τη νέα κομματική και αστική ιντελλιγκέντσια να γίνει τελικά ένα κίνημα επαναστατικό. Έγινε επαναστατικό γιατί μέσα σε αυτό πήραν τελικά την ηγεμονία σε πολιτικό επίπεδο οι ριζοσπάστες αντιφασίστες, ενώ το εύρος, τη δύναμη, τη μαχητικότητα και τελικά σε επίπεδο πολιτικής και στρατιωτικής σύγκρουσης με το καθεστώς την ιστορική αυτοθυσία την πρόσφερε όπως γίνεται συνήθως στις μεγάλες σύγχρονες αντιφασιστικές εξεγέρσεις, το προλεταριάτο, ειδικά το βιομηχανικό.

Ο στρατιωτικός νόμος, η ηρωική αντίσταση του προλεταριάτου και η σφαγή

Η επαναστατική αυτή απειλητική λαίλαπα ανάγκασε το σοσιαλφασιστικό καθεστώς να επιβάλει στρατιωτικό νόμο (19 Μάη). Το προλεταριάτο της πόλης που ήταν γαλουχημένο στο δημοκρατικό πνεύμα της Πολιτιστικής Επανάστασης κινητοποιήθηκε άμεσα για να εμποδίσει την είσοδο του στρατού στο Πεκίνο. Με οδοφράγματα στις εργατικές συνοικίες, με κλείσιμο των εργοστασίων και με τη διακοπή της συγκοινωνίας οι εργαζόμενοι του Πεκίνου πέτυχαν το άπλωμα της εξέγερσης σε όλη την Κίνα και τη διάσπαση της κρατικής ηγεσίας της χώρας, που είχαν σαν αποτέλεσμα την αποχώρηση του στρατού στις 24 του Μάη. Η Διαρκής Επιτροπή της Λαϊκής Εθνοσυνέλευσης είχε εκφράσει τη συμπαράστασή της στα αιτήματα των φοιτητών αντιτασσόμενη στο στρατιωτικό νόμο. Από την άλλη μεριά ο στρατός, ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός στη βάση του αλλά ακόμα και το πιο μεγάλο μέρος της ηγεσίας του ήταν ακόμα κάτω από την ιδεολογική επίδραση του Μάο και είχε ανδρωθεί με την αρχή να μην χτυπήσει ποτέ λαό. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι πρώτες μονάδες που μπήκαν στο Πεκίνο συναδελφώθηκαν με τον πληθυσμό ενώ μια ομάδα ισχυρών απόστρατων στρατηγών έστειλε ανοιχτή επιστολή στον Ντεγκ Σιάο Πινγκ λέγοντάς του πως «Ο Λαϊκός Στρατός ανήκει στο λαό» «και δε μπορεί να σταθεί σε αντιπαράθεση με το λαό». Έτσι νέες μονάδες μακρινές και με χαμηλό πολιτικό επίπεδο και με αρχηγούς τους πιο δεξιούς σοσιαλφασίστες καλέστηκαν από τον Ντεγκ να έρθουν στο Πεκίνο για να κάνουν την αντεπαναστατική βρωμοδουλειά της αιματηρής καταστολής. Οι αποφάσεις γι’ αυτήν είχαν ήδη παρθεί σε κεντρικό επίπεδο, αν και το Πολιτικό Γραφείο του ΚΚΚ εμφανίστηκε διχασμένο ως προς την αναγκαιότητά της. Οι ηγέτες που αποφάσισαν την επέμβαση φοβήθηκαν ότι μία ανάπτυξη του δημοκρατικού κινήματος θα οδηγούσε σε ένα κλίμα ανάλογο εκείνου που επικρατούσε κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Προλεταριακής Πολιτιστικής Επανάστασης. Αυτός ήταν ο αληθινός ιδεολογικός εχθρός και ο εφιάλτης των σοσιαλφασιστών του ΚΚΚίνας.
Στο Πεκίνο η ατμόσφαιρα ήταν πιο πολύ ηλεκτρισμένη. Η φοιτητική απεργία πείνας είχε λήξει και στην πλατεία είχαν απομείνει μόλις 5.000 φοιτητές. Μία ένδειξη του τι θα επακολουθούσε υπήρξε η καθαίρεση του Ζάο Ζιγιάνγκ που αντιτίθονταν στο στρατιωτικό νόμο.
Την 1η Ιούνη, η 27η και 28η στρατιές του ΛΑΣ διατάσσονται να καταλάβουν με τανκς και πεζικό την πρωτεύουσα. Η πόλη περικυκλώνεται από εκατοντάδες χιλιάδες στρατιώτες υπό τις διαταγές του Ντεγκ ενώ οι προλεταριακές μάζες για άλλη μια φορά κινητοποιούνται για να τις εμποδίσουν. Μάλιστα από αυτή την στιγμή και πέρα είναι το βιομηχανικό προλεταριάτο της πόλης που βάζει το στήθος του μπροστά, αποφασιστικά και μαζικά στα τανκς στην περιφέρεια και στις εργατικές γειτονιές του Πεκίνου. Οι εργάτες στήνουν οδοφράγματα από καμένα λεωφορεία και φορτηγά αυτοκίνητα και περιμένουν τους στρατιώτες για να τους γιουχάρουν ή να τους ανακόψουν με πέτρες, κοντάρια, τούβλα και βόμβες μολότοφ. Μαζί με τους φοιτητές, διενεργούν εκστρατεία κινητοποίησης των κατοίκων για την υπεράσπιση του Πεκίνου. Τοιχοκολλούν εφημερίδες τοίχου, διακινούν πολιτικές μπροσούρες και βγάζουν ομιλίες διαφώτισης στα πεζοδρόμια. Οργανώνονται τάγματα ποδηλατιστών (και μοτοσικλετιστών από φίλα προσκείμενους μικρούς καταστηματάρχες) με στόχο την παρακολούθηση των κινήσεων του εχθρού και την ειδοποίηση των κατοίκων. Με τις αρχές της πόλης εξαφανισμένες από προσώπου γης, εργάτες και φοιτητές αναλαμβάνουν την τήρηση της τάξης και τη ρύθμιση της κυκλοφορίας.
Η επίθεση ξεκινά το σούρουπο της 3ης Ιουνίου από τα ανατολικά και τα δυτικά προάστια της πρωτεύουσας. Οι ριπές των ερπυστριοφόρων, των αυτόματων όπλων και των καλάσνικοφ του στρατού πέφτουν αδιάκριτα σπέρνοντας το θάνατο. Η προέλαση του στρατού ανακόπτεται προσωρινά με την κολοσσιαία κινητοποίηση εργατών και άλλων κατοίκων στις πυκνοκατοικημένες ανατολικές συνοικίες. Αρκετοί τραυματίες σώζονται από οδηγούς που προχωρούν μέχρι τη νεκρή ζώνη και μεταφέρουν τους τραυματίες στα νοσοκομεία. Καθώς ο στρατός προωθείται μέσα στην πόλη, στήνει σημεία ελέγχου και μπλοκάρει την πανεπιστημιακή συνοικία. Στις 1 μετά τα μεσάνυχτα της 4ης Ιούνη ο στρατός φτάνει μπροστά στην Τιεν Αν Μεν με την εντολή αφενός να δώσει μία «ευκαιρία» στους εξεγερμένους να αποχωρήσουν κι αφετέρου να έχει καθαρίσει την πλατεία μέχρι τις 6 το πρωί. Στο στρατόπεδο των εξεγερμένων διεξάγεται ψηφοφορία: Μία μερίδα, με εκπρόσωπο μεταξύ άλλων τον Χαν Ντονγκφάνγκ, τάσσεται υπέρ της αποχώρησης, ενώ μια άλλη, στην οποία συμμετέχει η Τσάι Λινγκ, αποφασίζει να μείνει.
Ξεκινά η έφοδος για την κατάληψη της πλατείας. Τα τεθωρακισμένα πυροβολούν στα τυφλά. Οι δυνάμεις της τάξης διαλύουν τα ανθρώπινα οδοφράγματα που έχουν σχηματιστεί από εργάτες και άλλους πολίτες σε μια αιματοβαμμένη πορεία μέχρι την Πύλη της Ουράνιας Γαλήνης. Όσοι επιχειρούν να βρουν καταφύγιο σε λεωφορεία ή να διαφύγουν συλλαμβάνονται και ξυλοκοπούνται αγρίως. Πολλοί είναι αυτοί που κραυγάζουν: «Γιατί μας σκοτώνετε;» Το πρωί επιχειρούν να ανακαταλάβουν την πλατεία αλλά μάταια. Εκτελούνται πισώπλατα στην προσπάθειά τους να διαφύγουν. Οι περισσότερες εκτελέσεις διεξάγονται στους γύρω δρόμους του κέντρου και στις εργατικές συνοικίες μακριά από τα φώτα των τηλεοπτικών φακών. Ο αριθμός των νεκρών παραμένει άγνωστος. Μία πρόωρη αναφορά του κινεζικού ερυθρού σταυρού έκανε λόγο για 2.600 νεκρούς. Στη συνέχεια όμως το αναίρεσε αρνούμενος ότι έχει κάνει ποτέ έναν τέτοιο απολογισμό. Πολλοί υποψιάζονται ότι ο στρατός έκαψε τα πτώματα αρκετών θυμάτων έτσι ώστε να εξαφανίσει τα ίχνη.
Η εξέγερση του λαού έχει πνιγεί στο αίμα αν και οι συγκρούσεις συνεχίζονται για μέρες σε διάφορες συνοικίες του Πεκίνου και σε άλλες πόλεις της Κίνας όπου πανεπιστημιακοί και φοιτητές είχαν ξεσηκωθεί. Στις 9 Ιούνη ο Ντεγκ Σιάο Πινγκ βγήκε στην τηλεόραση για να ανακοινώσει τη συντριβή της «αντεπαναστατικής εξέγερσης», συλλυπούμενος τους συγγενείς των νεκρών στρατιωτών και μην παραλείποντας να χαρακτηρίσει τον εξεγερμένο λαό «κατακάθια της κοινωνίας». Το καθεστώς έχει κερδίσει τη στρατιωτική μάχη κατά των αόπλων και τώρα τιμωρεί τους ηγέτες της εξέγερσης. Όσοι φοιτητές δεν μπόρεσαν να διαφύγουν στο εξωτερικό φυλακίζονται ή στιγματίζονται κοινωνικά. Οι διεθνείς αντιδράσεις εμποδίζουν τους σοσιαλφασίστες του Πεκίνου απ’ το να τους τιμωρήσουν με σκληρότερο τρόπο. Στους εργάτες όμως, τους οποίους φοβούνται περισσότερο και το πολιτικό όραμα των οποίων και την αντίσταση καμία δυτική κυβέρνηση δε θέλησε να υπερασπίσει για ευνόητους λόγους, επιφυλάσσει χειρότερη τιμωρία: μία σφαίρα στο κεφάλι και με συνοπτικές διαδικασίες. Εργάτες και εργαζόμενοι ήταν τελικά η πλειοψηφία των φυλακισθέντων καθώς και το σύνολο των εκτελεσμένων αγωνιστών. Το σύγχρονο κινέζικο νεοναζιστικό αστυνομικό κράτος είχε γεννηθεί. Τα ΜΜΕ φιμώνονται: Δύο ανταποκριτές που εκφράστηκαν με θλίψη απέναντι στις εκτελέσεις απολύθηκαν από την τηλεόραση. Οι όποιες ελευθερίες είχαν απομείνει στην Κίνα αναστέλλονται. Μαζί με τη Θεά της Δημοκρατίας - που καταστράφηκε πάνω στην έφοδο της Τιεν Αν Μεν - πεθαίνει και ο όποιος δημοκρατισμός στη μεγάλη αυτή χώρα. Όμως η παρακαταθήκη που αφήνει η μεγάλη δημοκρατική αντισοσιαλφασιστική εξέγερση του ’89 για τους μελλοντικούς αγώνες του κινεζικού αλλά και των υπολοίπων λαών θα είναι τεράστια.

Σημείωση: Βασικές πηγές για τα γεγονότα: Wikipedia και “Mao’s China and after” του Μωρίς Μάισνερ