ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ: ΟΣΟ Η ΔΥΣΗ ΥΠΟΧΩΡΕΙ, ΤΟΣΟ ΚΕΡΔΙΖΕΙ Η ΡΩΣΙΚΗ ΓΡΑΜΜΗ

 

Η στάση αρχής των διεθνιστών

 

 

 

Από την προβολή του ελληνικού βέτο στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι μέχρι σήμερα λίγο νερό έχει κυλήσει στο αυλάκι της Ιστορίας. Ο λίγος όμως αυτός χρόνος είναι υπεραρκετός, για να διαπιστώσει κανείς όσα έλεγε η ΟΑΚΚΕ όλο αυτό το διάστημα για τη στάση της Δύσης απέναντι στη ρώσικη επέλαση στα Βαλκάνια, όπως αυτή εκφράζεται συγκεκριμένα στη σύγχρονη φάση του Μακεδονικού.

Ας πάρουμε για παράδειγμα το ίδιο το ζήτημα του ονόματος. Στη Νέα Ανατολή έχουμε επανειλημμένα υποστηρίξει ότι το τελευταίο που ενδιαφέρει τις πέντε ηγεσίες είναι το όνομα. Αυτό που τους νοιάζει είναι, πρώτον, να μην ενταχθεί ποτέ η Δημοκρατία της Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ, γιατί κάτι τέτοιο θα διασπούσε οριζοντίως και καθέτως το ρωσόφιλο ορθόδοξο βαλκανικό τόξο, και δεύτερο και κυριότερο (κάτι που είναι συνέπεια του πρώτου), να ενταχθεί η χώρα αυτή στη ρώσικη σφαίρα κυριαρχίας.

Το ότι το ίδιο το όνομα δεν ενδιαφέρει πραγματικά το σοσιαλφασισμό, αλλά είναι το πρόσχημα (το «όχημα», για να χρησιμοποιήσουμε την τρέχουσα ορολογία των ρωσόδουλών και των σοβινιστών) για να ασκηθεί πίεση στους εθνικά Μακεδόνες να ενδώσουν και να ενταχθούν στο ρώσικο ορθόδοξο τόξο, αποδεικνύεται από τα εξής περιστατικά:

α) Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 είχε τεθεί επί τάπητος από την ελληνική διπλωματία στην ΕΕ και στις ΗΠΑ να μην υπάρχει καν στο όνομα της γειτονικής χώρας ο όρος «μακεδονία» και «μακεδονικός» ως ζήτημα αρχής. Αυτά κάτω από την αφόρητη πίεση του ρωσόδουλου Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος τότε είχε ξεσηκώσει όλο το σοβινισμό στη γραμμή αυτή («το όνομά μας είναι η ψυχή μας», έλεγε η Μερκούρη) και είχε αποσπάσει και απόφαση του λεγόμενου Συμβουλίου των αρχηγών που συγκάλεσε τότε κάτω από την πίεση του Παπανδρέου ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Καραμανλής. Όμως, μόλις αυτός ξαναπήρε την εξουσία υπέγραψε την Ενδιάμεση Συμφωνία (που ισχύει, τυπικά τουλάχιστον, γιατί στην πράξη το ελληνικό βέτο την έχει τσαλαπατήσει), που προβλέπει την προσωρινή ονομασία «Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας». Ένας καλόπιστος άνθρωπος δίκαια θα αναρωτιόταν: Αυτή η ονομασία δεν είναι σύνθετη; Δεν περιέχει τον όρο Μακεδονία; Πού πήγε λοιπόν η απόλυτη άρνηση, που δεν ήθελε ούτε καν «παράγωγα» της λέξης Μακεδονία;

β) Η Ρωσία και Κίνα, οι δύο βασικές χώρες του σοσιαλφασισμού, ήταν από τις πρώτες που αναγνώρισαν τη Δημ. της Μακεδονίας με το συνταγματικό της όνομα, στα πλαίσια της απορρόφησής της μέσω του προσεταιρισμού της («η κακή Δύση δε σας αναγνωρίζει, πράγμα που το κάνουμε εμείς» - η ταχτική του καλού ασφαλίτη), χωρίς να διαμαρτυρηθεί εδώ στην Ελλάδα ούτε ο Παπανδρέου, ούτε ο ντόπιος εθνικισμός, ούτε η ψευτοαριστερά. Όταν όμως έκαναν ακριβώς το ίδιο οι ΗΠΑ μια δεκαπενταετία αργότερα, έπεσε ο ουρανός να τους πλακώσει: σύσσωμον το έθνος, κανάλια, Τύπος και κόμματα, κατήγγειλαν μετά βδελυγμίας το ανοσιούργημα του Μπους.

γ) Όταν τέθηκε το ζήτημα της εισδοχής της χώρας αυτής στο ΝΑΤΟ, επινοήθηκε νέο πρόσχημα: Δεχόμαστε, λέει η ελληνική διπλωματία για να φανεί τάχαμου διαλλακτική, σύνθετη ονομασία, αλλά μόνο με γεωγραφικό προσδιορισμό, προσχωρώντας έτσι στην αρχική επίσημη θέση του ψευτοΚΚΕ. Μα η σύνθετη ονομασία δεν περιέχει κι αυτή τον όρο Μακεδονία; Τι έγινε η «ψυχή» σας, κύριοι απατεώνες;

δ) Λίγες μέρες πριν από τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι ο διαμεσολαβητής Νίμιτς έκανε μια τελική (έτσι νόμιζε τουλάχιστον) πρόταση: «Δημοκρατία της Μακεδονίας (Σκόπια)». Αμέσως, προτού καλά-καλά στεγνώσει το μελάνι στο έγγραφο της πρότασης, ξεσηκώθηκαν και οι πέτρες στην Ελλάδα και κατήγγειλαν την πρόταση ως απαράδεκτη, αμερικανόπνευστη και (γι’ αυτό ακριβώς) απνευστί απορριπτέα. Για τι είδους πρόταση επρόκειτο όμως; Πρώτον, ήταν μια πρόταση με γεωγραφικό προσδιορισμό, όπως ακριβώς καμώνονταν πως ήθελαν οι ρωσόδουλοι, αφού με την παρένθεση «(Σκόπια)» δηλώνεται η πρωτεύουσα της χώρας κι έτσι δεν υπάρχει περίπτωση να μπερδέψει κανείς τη χώρα αυτή με το ελληνικό γεωγραφικό διαμέρισμα της Μακεδονίας. Δεύτερο, και εδώ κρύβεται η ουσία της υπόθεσης, ήταν ακριβώς η ίδια πρόταση την οποία είχαν αποδεχθεί ως βάση διαπραγμάτευσης το 2005 ο τότε υπουργός Εξωτερικών Μολυβιάτης και ο ρωσόφιλος πρόεδρος Παπούλιας! Τι άλλαξε στο μεταξύ διάστημα, που δεν είναι δα και μεγάλο; Το μόνο που είχε αλλάξει ήταν η πιθανότητα η κυβέρνηση των εθνικά Μακεδόνων να αποδεχθεί, για λόγους ταχτικής (για να αφαιρέσει το πρόσχημα από την ελληνική πλευρά), την ονομασία αυτή, οπότε η Ελλάδα δε θα μπορούσε πια στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ να προβάλει κανένα βέτο και καμιά αντίρρηση.

ε) Μετά τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ βλέπουμε τον Νίμιτς να ξανακάνει απέλπιδες προσπάθειες να μη βαλτώσει η διαδικασία. Μόνο που τώρα οι πιέσεις (ιμπεριαλιστές γαρ) ασκούνται μόνο προς την πλευρά των γειτόνων, αφού η Ελλάδα έχει επισήμως δηλώσει πως δε βιάζεται να λυθεί το πρόβλημα (στην ουσία θέλει να αφήσει τους εθνικά Μακεδόνες να σιγοψήνονται στη φωτιά, ώσπου να διασπαστούν, να έρθουν σε σύγκρουση με το ΝΑΤΟ, να έρθουν σε ρήξη με τους Αλβανούς που καιροφυλακτούν για έναν διεμελισμό, και μετά από όλα αυτά να μπορούν να δουν με συμπάθεια τη Ρωσία και να απορροφηθούν από αυτήν και τους πράχτορές της). Τώρα φημολογίες και διαρροές στον Τύπο και στα κανάλια θέλουν να προτείνεται νέα ονομασία στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων: το «Νέα Μακεδονία». Πρόκειται για μια ονομασία που διαχωρίζει σαφώς το νέο αυτό κράτος από την αρχαία Μακεδονία και το Μεγαλέξανδρο, απόγονοι του οποίου κόπτονται να πείσουν τους συμπατριώτες μας έλληνες Μακεδόνες πως είναι οι ντόπιοι πράχτορες της Ρωσίας.

Σε μια συζήτησή της με ιστολόγους (bloggers) η υπουργός Εξωτερικών Μπακογιάννη δείχνει να αποδέχεται την ονομασία αυτή ως βάση διαπραγμάτευσης και η είδηση αυτή διαρρέει παντού. Όλα δείχνουν ότι αυτή η μοιραία δυτικόφιλη και μοναδική οπορτουνίστρια μάλλον νομίζει πως το ζήτημα του ονόματος είναι πραγματικό (κάτω από πίεση παίζει το ρώσικο παιχνίδι και υπηρετεί την πολιτική Καραμανλή στο ζήτημα αυτό πιο αποτελεσματικά αφού οι αμερικάνοι την θεωρούν φίλη τους).

Αυτήν ακριβώς την κρίσιμη στιγμή και ενώ ο ίδιος ο Καραμανλής τηρεί αιδήμονα σιωπή, έρχεται ο άλλος ρωσόδουλος, ο Γ. Παπανδρέου, με το τσιράκι του Λαλιώτη τον Λοβέρδο, να διατυπώσει τη νέα γραμμή ΠΑΣΟΚ και να δεσμεύσει το κόμμα του στη γραμμή αυτή, ότι δηλαδή και η ονομασία αυτή είναι απαράδεκτη!

Στην κοινή συνέντευξη Τύπου Πούτιν-Καραμανλή κατά τη διάρκεια της πρόσφατης επίσκεψης Καραμανλή στη Μόσχα, ο πρώτος, για να δώσει πόντους στον δεύτερο, δηλώνει πως η Ρωσία, σε περίπτωση συμφωνίας των δύο μερών (Ελλάδας-Δημ. της Μακεδονίας) στο ζήτημα του ονόματος, θα σπεύσει να αναγνωρίσει τη χώρα αυτή με το συμφωνημένο όνομα και θα άρει, ουσιαστικά, την αναγνώριση με το συνταγματικό της όνομα. Βέβαια, αυτή η θέση χτυπάει τους εθνικά Μακεδόνες αυτή την κρίσιμη στιγμή και κάτω από τις συγκεκριμένες συνθήκες. Ταυτόχρονα όμως, για να μην ξεχνάμε και την πολιτική της απορρόφησης, στην ίδια συνέντευξη ο Πούτιν αποκάλεσε πέντε φορές τη χώρα «Μακεδονία»! Φυσικά ο Καραμανλής δεν είπε λέξη, πόσο μάλλον λόγος για αντίρρηση, για να αντικρούσει την «ανθελληνική» (με βάση την επίσημη γραμμή της Ελλάδας) πρόκληση του Πούτιν. Και εδώ γαργάρα λοιπόν.

 

Η ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΔΙΑΣΠΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΑ ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ ΜΕΣΟ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ

 

Η ρώσικη ταχτική των πιέσεων μέσω της ελληνικής κυβέρνησης και η ανερμάτιστη πολιτική της Δύσης να υποχωρεί μπροστά στο μικρό τραμπούκο των Βαλκανίων, τον ελληνικό σοσιαλφασισμό, έχουν καταφέρει, αν μη τι άλλο, την εσωτερική διάσπαση στη Δημ. της Μακεδονίας.

Την πιο πρόσφατη πράξη στο σίριαλ αυτό έπαιξαν οι δηλώσεις του υφυπουργού Εξωτερικών Πολιτικών Υποθέσεων των ΗΠΑ Νταν Φριντ σε συνέντευξη Τύπου στο Κέντρο Ανταποκριτών Ξένου Τύπου στην Ουάσιγκτον, στις οποίες εμφανιζόταν να αναγνωρίζει μακεδονική εθνότητα και γλώσσα. Εδώ παίχτηκε ένα περίεργο παιχνίδι: Είτε πραγματικά έγιναν αυτές οι δηλώσεις, αλλά οι Αμερικανοί, βλέποντας τις υστερικές αντιαμερικανικές αντιδράσεις στην Ελλάδα, τον ανάγκασαν να τις πάρει πίσω και να δηλώσει «Ουδέποτε είπα κάτι τέτοιο. Δεν υπάρχει από την πλευρά μας επίσημη αναγνώριση μακεδονικής γλώσσας ή εθνότητας» (Κόσμος του Επενδυτή, 12 Απρίλη), είτε, όπως υποστηρίζει ο ίδιος, αυτές οι δηλώσεις ποτέ δεν έγιναν. Σε κάθε περίπτωση αυτό που έχει σημασία είναι ότι οι ΗΠΑ και πάλι έκαναν πίσω και προσχώρησαν, σε τελική ανάλυση, στη ρώσικη γραμμή, χτυπώντας έτσι όχι μόνο τους εθνικά Μακεδόνες στη Δημ. της Μακεδονίας, αλλά και την εθνική μακεδονική μειονότητα στη χώρα μας.

Γενικά, η υποχωρητικότητα της Δύσης, πέρα από τις άλλες οδυνηρές συνέπειές της για τους λαούς και τις χώρες των Βαλκανίων, έχει προκαλέσει και εσωτερική διάσπαση στη Δημ. της Μακεδονίας, με τον πρόεδρο της χώρας να κάνει λόγο (ακόμα και μετά το ελληνικό βέτο) για «αναγκαίους συμβιβασμούς», τον πρωθυπουργό Γκρούεφσκι να τηρεί μια θέση μη αλλαγής του συνταγματικού ονόματος και τους αλβανούς μειονοτικούς να απαιτούν εκβιαστικά (και σε στιγμή αδυναμίας της χώρας) όλο και περισσότερα «δικαιώματα» σε μια κατεύθυνση που θυμίζει Κόσοβο.

Το θέμα είναι ότι οι δυτικές πιέσεις έχουν βάλει τις γειτονικές πολιτικές δυνάμεις σε μια μεγάλη περιπέτεια και η απάντηση ως προς την τακτική δεν είναι απλή. Αν απαντήσουν εξ αρχής και θέσουν σαν ζήτημα αρχής ότι δεν συζητάνε, δηλαδή ότι δεν είναι διατεθειμένες για καμιά υποχώρηση,  θα τις κατηγορήσουν και οι ΗΠΑ και οι ευρωπαϊκές χώρες ότι είναι αδιάλλακτες και ότι με αυτήν την αδιαλλαξία τους δημιουργούν προβλήματα. Οι χώρες της ΕΕ  φοβούνται ότι το ελληνικό και κυπριακό βέτο, που έχει ως τώρα τη στήριξη του ρωσόδουλου Ζαπατέρο, της ρωσόφιλης Ιταλίας και του απροσδιόριστου ακόμα Σαρκοζύ (που από ότι φαίνεται του έχει υποσχεθεί ο Καραμανλής ότι θα αγοράσει γαλλικά αεροπλάνα), θα βάλουν σε δοκιμασία την πάντα αμφίβολη εσωτερική τους συνοχή. Οι ΗΠΑ από την πλευρά τους θέλουν διακαώς να βάλουν την Δημοκρατία της Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ για να μην τιναχτεί αυτή η χώρα στον αέρα από τους αλβανούς και έτσι βρεθούν σε τραγική θέση στο Κόσοβο και από κει στα νότια Βαλκάνια όπου θα καταστραφεί ο οριζόντιος φιλοδυτικός άξονας στα Βαλκάνια (Αλβανία, Μακεδονία, Βουλγαρία) από τον κάθετο ρώσικο Σερβίας-Ελλάδας. Όμως από την άλλη δεν είναι έτοιμοι για μια ανοιχτή σύγκρουση με την Ελλάδα και την Κύπρο γιατί δεν αντέχουν να διακινδυνέψουν τις βάσεις στην Κρήτη και στη Κύπρο σε μια στιγμή που η ίδια η Ρωσία και ο περιφερειακός της άξονας Ιράν και Συρίας επιτίθεται και στο Λίβανο, το Ισραήλ και έχει το πάνω χέρι στο Ιράκ. Έτσι πιέζουν και αυτοί αφόρητα τη γειτονική χώρα.

Γι αυτό συζητάνε οι Μακεδόνες και γι αυτό υποχωρούνε ή τουλάχιστον θέλουν να φαίνονται πως υποχωρούνε. Όμως ήδη οι Μακεδόνες έχουν κάνει ένα βήμα σε αυτή την υποχώρηση αφού δέχτηκαν το όνομα FYROM για τον ΟΗΕ και για την ΕΕ. Αυτές είναι οι λεγόμενες επαίσχυντες υποχωρήσεις, όπως έλεγε ο Λένιν για τις αναγκαίες υποχωρήσεις της κατεχόμενης Γερμανίας του 1800 στον Ναπολέοντα και τις σοβιετικές στο Μπρεστ Λιτόφσκ, που συχνά οι αδύναμες χώρες και εξουσίες υποχρεώνονται να κάνουν κάτω από τις επιθέσεις των ισχυρών. Οι ηγέτες της Δημοκρατίας της Μακεδονίας ξέρουν ότι αν δεν μπουν στο ΝΑΤΟ δεν θα μπορούν να εξασφαλίσουν μια ισχυρή στρατιωτική και πολιτική κάλυψη απέναντι σε μια διαμελιστική επίθεση των Αλβανών.  Και προφανώς κάποιοι από αυτούς θεωρούν ότι είναι λιγότερο επώδυνο να αλλάξουν όνομα παρά να βρεθούν χωρίς συμμάχους περιτριγυρισμένοι από 4 ύαινες, τη Σερβία, τη Βουλγαρία, την Ελλάδα και την Αλβανία. Στην πραγματικότητα δεν είναι η Δημοκρατία της Μακεδονίας που υποχωρεί στο όνομα αλλά είναι η Ευρώπη και οι ΗΠΑ που υποχωρούν σε ένα ζήτημα δημοκρατικής αρχής στις διακρατικές σχέσεις κάτω από την καθοδήγηση των χοντρόπετσων μονοπωλιστών και ιμπεριαλιστών τους που τις κυβερνάνε. Είναι γεγονός ότι υποχωρώντας έχουν ήδη αρχίσει να αποκαλύπτουν στη Δύση ότι η ελληνική διπλωματία μάλλον δεν είναι διατεθειμένη να δεχτεί μια λύση καθώς όταν μπαίνει ένα νέο όνομα στο τραπέζι αυτή το απορρίπτει. Όμως από την άλλη όταν αρχίζει κανείς να υποχωρεί σε ένα πολύ μεγάλο ζήτημα όπως είναι το συνταγματικό όνομα της χώρας του που πραγματικά είναι δεμένο με την εθνική της ύπαρξη είναι δύσκολο να σταματήσει κάπου. Αν τα όρια των υποχωρήσεων δεν προσδιοριστούν και κυρίως αν δεν γίνουν κατανοητά στις μάζες τότε μπορεί αυτός που υποχωρεί να συντριβεί και ο λαός να διασπαστεί βαθιά και τελικά να υποκύψει στα χειρότερα. Στην πραγματικότητα το αληθινά μεγάλο ζήτημα είναι σε αυτήν την δοκιμασία να μείνει σε γενικές γραμμές ενωμένη και η εθνική αστική τάξη και ο λαός της Δημοκρατίας της Μακεδονίας και να μην διασπαστεί πάνω στο όνομα.  Το βασικό είναι να μην υποκύψει στο ζήτημα της εθνικής του υπόστασης και αυτοδιάθεσης και της ενιαίας κρατικής του υπόστασης. Το ζήτημα του κρατικού ονόματος το αποφασίζει ο λαός. Αυτό ισχύει σε κάθε φάση

 

ΠΟΙΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ Η ΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΙΣΤΩΝ

 

Κάνουμε αυτήν την τοποθέτηση σχετικά με το όνομα γιατί τον τελευταίο καιρό από τους ίδιους εκείνους που προβάλεται το βέτο στο όνομα, και αναφερόμαστε εδώ στους ρωσόφιλους του ΣΥΝ, προβάλεται τελευταία ταυτόχρονα και η θέση ότι για τις περιπέτειες που τραβάει η γειτονική χώρα φταίει το ΝΑΤΟ που και σαν τέτοιο και σαν ΝΑΤΟική Ελλάδα το πιέζει να αλλάξει όνομα. Έτσι λοιπόν ο ΣΥΝ έχει πετάξει δίπλα στην γενική «εθνική» πλατφόρμα του και μια άλλη που λέει «κάτω το ελληνικό βέτο» και που την υπογράφουν μια σειρά «διεθνιστικά» στελέχη του. Αυτή λοιπόν η «διεθνιστική» πλευρά του ΣΥΝ (Δίκτυο κλπ) θα πάει στη γειτονική χώρα να δουλέψει τη «διεθνιστική» αντι-νατοική γραμμή από θέση ισχύος αφού διαχωρίζεται από τον ελληνικό εθνικισμό. Αυτή η γραμμή λέέι «Εμπιστευτέιτε μας αφού υποστηρίζουμε το δικαίωμα σας να είστε σταθεροί στο όνομά σας αρκεί να φύγετε από το ΝΑΤΟ». Πονηρός ο ΣΥΝ. Με ένα σμπάρο δυο τρυγόνια: έξω και η Ελλάδα και η Δημοκρατία της Μακεδονίας από το ΝΑΤΟ. Μέσα και οι δυο στο ρώσικο άρμα. Στο β’άθος ο ΣΥΝ προτιμάει μια Δημοκρατία της Μακεδονίας που δεν συζητάει το όνομα για να είναι σίγοπυρος ο αποκλεισμός της από το ΝΑΤΤΟ

Ο πραγματικός διεθνιστής καταδικάζει ασταμάτητα το βέτο της δικιάς του χώρας, αναγνωρίζει ότι η μόνη δίκαιη λύση είναι η χώρα του να σεβαστεί αυτό το όνομα και υπερασπίζει το σημερινό κρατικό όνομα της γειτονικής χώρας ως το τέλος. Αλλά αφήνει σε αυτήν την άλλη χώρα να αποφασίσει τι θα κάνει τελικά με το επίσημο κρατικό της όνομα στις δοσμένες συνθήκες ενώ είναι μέγας υποκριτής και εχθρός της όταν της αρνείται την κρατική κυριαρχία, δηλαδή το δικαίωμα να συνάπτει συνθήκες συμμαχίας με χώρες που επέλεξε και μάλιστα όταν αυτό είναι στην πραγματικότητα ο σκοπός της χώρας που της στερεί το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού.

Δεν μπορεί κανείς πραγματικά να βοηθήσει τις δημοκρατικές διακρατικές σχέσεις και πώς να βοηθήσει στην υπόθεση της ειρήνης αν δεν καταλάβει  ότι το πρόβλημα των ηγετών της χώρας μας δεν είναι το όνομα. Όπως και με την Τουρκία το πρόβλημα δεν ήταν αυτές καθαυτές οι ελληνοτουρκικές διαφορές, που μπήκαν «στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας», όπως έλεγε και ο πρώτος διδάξας ρώσος πράχτορας εν Ελλάδι Α. Παπανδρέου, αμέσως μόλις πήρε την εξουσία ο ισλαμιστής και ρωσόφιλος Ερντογάν, όπως και δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα με τους γείτονες, όταν πήρε την εξουσία ο δήθεν εθνικιστής ρωσόφιλος Γκεοργκίεφσκι, που άφησε τα ελληνικά κεφάλαια να αλώσουν την οικονομία της χώρας του.

Όσες υποχωρήσεις και να κάνουν οι εθνικά Μακεδόνες στο ζήτημα του ονόματος, πάντα οι έλληνες πράχτορές τους θα βρίσκουν κάποιο νέο πρόσκομμα να βάζουν και να το περνάνε στην Ελλάδα ως «εθνική γραμμή», πίσω από την οποία όλοι -κόμματα και πολίτες- θα είναι υποχρεωμένοι να στοιχιστούν.

Στο ζήτημα αυτό, η λογική κατάληξη της ατέρμονης υποχώρησης θα είναι ο πάτος του βαρελιού.