ΔΥΝΑΜΩΝΕΙ ΑΣΥΛΛΗΠΤΑ Η ΕΞΑΘΛΙΩΣΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ

όσο εντείνεται το παραγωγικό σαμποτάζ και όσο σαπίζουν τα συνδικάτα

Το χρόνιο σαμποτάζ στην υλική και πνευματική παραγωγή της χώρας από το ρωσόδουλο μπλοκ έχει φέρει την οικονομία στο χείλος της καταστροφής και τους εργαζόμενους αντιμέτωπους με έναν απίστευτο εργασιακό μεσαίωνα, που όμοιός του δεν υπάρχει σε άλλη ευρωπαϊκή χώρα. Όλα τα στοιχεία δείχνουν πια με τον πιο εύγλωττο τρόπο ότι οι εργασιακές σχέσεις και συνθήκες όχι μόνο δε βελτιώνονται, αλλά πάνε από το κακό στο χειρότερο.
Αυτή η κατάπτωση είναι δεμένη και με την ουσιαστική απουσία εργατικού συνδικαλισμού, που αποτελείται πια από κρατικομματικά και βασικά σοσιαλφασιστικά στελέχη. Αυτά όχι μόνο δε δίνουν την πάλη στους συγκεκριμένους χώρους δουλειάς για την άνοδο του μεροκάματου, αλλά κάνουν τα στραβά μάτια στην εργοδοσία για τη χρησιμοποίηση της μαύρης εργασίας μέσω των εξωτερικών συνεργείων, για το σπάσιμο των μεροκάματων σε δύο κλίμακες μισθών, εκείνη που αφορά τους παλιότερους εργαζόμενους και εκείνη που αφορά τους νεοπροσλαμβανόμενους. Επίσης όλα σχεδόν τα επίσημα συνδικάτα με ελάχιστες εξαιρέσεις αφήνουν τις διεφθαρμένες επιθεωρήσεις εργασίας να καλύπτουν κάθε καταπάτηση της εργατικής νομοθεσίας στις περισσότερες επιχειρήσεις, ιδιαίτερα τις μικρομεσαίες.
Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύτηκαν στην Ελευθεροτυπία στις 24 Δεκέμβρη:
«Οι ανασφάλιστοι εργαζόμενοι αυξήθηκαν κατά 11% από το 2004 έως το 2006.
Το ίδιο διάστημα οι μερικά απασχολούμενοι αυξήθηκαν κατά 61.000 άτομα σε ποσοστό που έφτασε το ιλιγγιώδες 30%. Δουλεύουμε 20% περισσότερο από τον μέσο όρο για τις 27 ευρωπαϊκές χώρες, δηλαδή 46 ώρες αντί 38,5 ώρες τη βδομάδα, με αποτέλεσμα να είμαστε τρίτοι στην κατάταξη των απασχολούμενων τις περισσότερες ώρες μετά την Τουρκία και τη Ρουμανία. Η χώρα μας κατέχει τον τέταρτο υψηλότερο δείκτη έντασης εργασίας μεταξύ των 27 χωρών, που είναι σχεδόν 25% υψηλότερος από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Καταγράφονται απανωτές αρνητικές πρωτιές στην έκθεση των εργαζομένων σε μια σειρά από “φυσικούς κινδύνους” για την υγεία τους.
Όσοι αναγκάζονται να κάνουν και δεύτερη δουλειά αυξήθηκαν κατά 33% την περίοδο 2004-2005. Παράλληλα, αυξήθηκαν σημαντικά και οι ημέρες εργασίας στη δεύτερη απασχόληση, ενώ επίσης αυξήθηκαν κατά 21% και οι εργαζόμενοι που αναζητούν μια δεύτερη εργασία. Κατά 13% αυξήθηκαν οι συμβάσεις που αφορούν «ευέλικτες» μορφές απασχόλησης, μεταξύ 2003-2005. Σχεδόν το ένα τρίτο των εργαζομένων στη χώρα μας απασχολείται για περισσότερες από 48 ώρες την εβδομάδα όταν το ίδιο κάνει μόνον το 16% κατά μέσο όρο στην Ε.Ε.-27. Αντί για το 5% που είναι ο μέσος όρος στις 27 ευρωπαϊκές χώρες, στην Ελλάδα το 20% δουλεύει 7 ημέρες την εβδομάδα, καταλαμβάνοντας έτσι τη δεύτερη θέση μετά την Τουρκία.
Την πρώτη θέση παίρνει η Ελλάδα στο δείκτη επίδρασης της εργασίας στην υγεία, αφού σχεδόν το 70% απαντούν ότι η εργασία επηρεάζει αρνητικά την υγεία τους, ποσοστό διπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου (35%). Σε διπλάσιο ποσοστό από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, το 42% των Ελλήνων εργαζομένων απαντά αρνητικά στην εναρμόνιση της εργασίας με τις οικογενειακές και κοινωνικές υποχρεώσεις, φέρνοντας τη χώρα μας στην τελευταία (27η) θέση. Δείκτης που συσχετίζεται με το υψηλό επίπεδο ωρών εργασίας, την υποβάθμιση των συνθηκών εργασίας και τη σημαντικότατη έλλειψη υπηρεσιών φροντίδας παιδιών».
Την ίδια στιγμή σε έρευνα που δημοσιεύτηκε επίσης στην ίδια εφημερίδα στις 12 του ίδιου μήνα σχετικά με τις αμοιβές και τις πιθανότητες εύρεσης εργασίας γράφεται: «Όμως το εντυπωσιακό είναι ότι τόσο οι Έλληνες όσο και οι Αλβανοί εργάτες αμείβονται κατά μέσο όρο με μισθούς χαμηλότερους από τους νομικά κατώτατους και δεν τολμούν να ελέγξουν τους εργοδότες τους διεκδικώντας τα δικαιώματά τους…»

Από την άλλη μεριά, η κατάσταση των ανέργων, που το ποσοστό τους είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη, είναι η χειρότερη όχι μόνο στην ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ. Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση «Τα Επιδόματα και Μισθοί» του ΟΟΣΑ, «οι Έλληνες άνεργοι βρίσκονται στη χειρότερη θέση, μεταξύ των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ, καθώς ο λόγος επιδόματος ανεργίας προς το μέσο εισόδημα εργαζόμενου (net replacement rate) βρίσκεται μόλις στο 0,22 από το 0,55 που είναι ο μέσος στη ζώνη του ΟΟΣΑ» (Καθημερινή, 13-12).
Όσο παραμένει αυτό το επίπεδο παραγωγικής συγκρότησης της χώρας, όσο εμποδίζονται όλες οι καινούριες επενδύσεις που πάνε να γίνουν, όσο εμποδίζεται ο εκσυγχρονισμός των παλιών βιομηχανιών με τα δήθεν οικολογικά και «αντικαπιταλιστικά» κινήματα του ψευτοΚΚΕ και του ΣΥΝ και με τις διοικητικές πράξεις των σαμποταριστών μέσα στο ΠΑΣΟΚ και στη ΝΔ (βασικά στους δήμους και στην κεντρική διοίκηση), δε θα υπάρχει υψηλή νέα παραγόμενη αξία. Και αν δεν υπάρχει τέτοια αξία, δε θα υπάρχει ούτε υψηλή αμοιβή της εργατικής δύναμης.
Είναι αυτό το σαμποτάζ που κύρια ευθύνεται για τη μεγάλη ανεργία και που τελικά αυξάνει τον ανταγωνισμό μεταξύ των εργατών και ρίχνει τους μισθούς. Αλλά μόνο του το σαμποτάζ δε θα έφτανε για να ρίξει τους μισθούς. Οι σαμποταριστές φρόντισαν να αυξήσουν τον ανταγωνισμό ανάμεσα στους εργαζόμενους αυξάνοντας και τον εφεδρικό στρατό των ανέργων με το να εισάγουν ασταμάτητα φτηνό εργατικό στρατό από φτωχότερες χώρες και επιβάλλοντας παντού τη μαύρη εργασία. Ξέρουν οι σαμποταριστές ότι, για να μην προκαλέσουν πρόωρη οικονομική χρεωκοπία, που θα τους εξέθετε στην Ευρώπη πρέπει να αντικαταστήσουν τη μεγάλη σύγχρονη παραγωγή που ασταμάτητα καταστρέφεται με τη μικρής κλίμακας και σχετικά πιο καθυστερημένη παραγωγή της πόλης και του χωριού. Ταυτόχρονα οι σαμποταριστές προωθούν τη σπάταλη μεγάλη παραγωγή μόνο των ανατολικών ολιγαρχών εργολάβων τύπου Μπόμπολα, δηλαδή από την παραγωγή με όλο και πιο φτηνά μεροκάματα.

Αυτή η ανατολικού τύπου εξουθένωση των εργαζομένων δεν ενοχλεί τους δυτικούς ιμπεριαλιστές, που ναι μεν αντιμετωπίζουν το παραγωγικό σαμποτάζ του σοσιαλφασισμού, αλλά του το συγχωρούν σε μεγάλο βαθμό, γιατί αυτός τους εξασφαλίζει φτηνή εργατική σάρκα.
Η ουσιαστική διάλυση των συνδικάτων από τους σαμποταριστές σοσιαλφασίστες σε συνεργασία με την εργοδοσία τσακίζει τις αντιστάσεις της εργατικής τάξης στην εργασιακή αυτή καταβαράθρωση. Παντού όπου οι σοσιαλφασίστες πήραν την εξουσία στα συνδικάτα είτε έκλεισαν το εργοστάσιο με παρατεταμένες απεργίες, είτε συνεργάστηκαν με την εργοδοσία, για να γίνουν οι πραγματικοί προσωπάρχες της επιχείρησης. Σε κάθε περίπτωση πάντως οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα τους έχουν γυρίσει την πλάτη.
Μόνο εάν σε κάθε εργοστάσιο, σε κάθε επιχείρηση μικρή ή μεγάλη, φτιαχτεί ένα ενιαίο πραγματικά ταξικό συνδικάτο που θα ενώνει όλους τους εργαζόμενους σε αυτό και που θα παλέψει για την υπεράσπιση του μεροκάματου, αλλά και που θα παλεύει για επενδύσεις και εκσυγχρονισμό της βιομηχανίας και άμυνα στο βιομηχανικό σαμποτάζ θα μπορέσει η εργατική τάξη να βγει από αυτόν το μεσαίωνα που τη ρίχνουν καθημερινά όλο και πιο βαθιά οι σοσιαλφασίστες στα 5 κόμματα.