Στοιχεία ρεπορτάζ από τη β΄ φάση της δίκης του Πλεύρη

Συνεχίστηκε στις 3 και 4 Δεκέμβρη η δίκη κατά του ναζιστή Πλεύρη που δικάζεται με βάση τον αντιρατσιστικό νόμο στο Εφετείο Αθηνών για το αντισημιτικό βιβλίο του «Εβραίοι, όλη η Αλήθεια» και διακόπηκε για τις 13 Δεκέμβρη. Στην επανάληψη της δίκης έσπασε σε ένα μεγάλο βαθμό ο κλοιός της σιωπής που επέβαλε το διακομματικό καθεστώς όταν ξεκίνησε η συζήτηση της υπόθεσης το Σεπτέμβρη. Υπήρξαν πλήθος αναφορών σε διάφορες ιστοσελίδες στο δίκτυο, κυρίως σε Blog, από νεολαίους και δημοκρατικούς ανθρώπους που δεν μπορούσαν να καταπιούν το φιλοναζιστικό δικαστικό όργιο της πρώτης δίκης της 11/9 που αποκάλυψε η Αντιναζιστική Πρωτοβουλία και στο οποίο αναφερθήκαμε στο προηγούμενο φύλλο. Είδαμε επίσης μία σειρά άρθρων στις εφημερίδες πριν και κατά τη διάρκεια της δίκης. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι αυτή τη φορά έδωσαν αποφασιστικά το παρόν μέσα στην αίθουσα δημοκράτες κυρίως μέσα από την εβραϊκή κοινότητα που εξοργίστηκαν και αφυπνίστηκαν από την επαίσχυντη διαδικασία της 11/9, την αποθράσυνση των ναζιστών και τη συνεχιζόμενη διακομματική σιωπή.
Ήταν μία ηχηρή απάντηση στο απαίσιο πρόσωπο του αντισημιτικού καθεστώτος που εκδηλώθηκε και σε αυτή τη δίκη, πρώτο με την επανάληψη της αποβολής της πολιτικής αγωγής, δηλαδή των δικηγόρων των μηνυτών, του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου (ΚΙΣ) και της Εβραίας Andrea Gilbert από το ΕΠΣΕ. Δεύτερο, με τη στάση που κράτησε η νέα σύνθεση κατά την εξέταση των μαρτύρων, ιδιαίτερα τις τοποθετήσεις υπέρ του υπερασπιστικού επιχειρήματος του Κ. Πλεύρη ότι «το Ταλμούδ είναι ρατσιστικό» που έγιναν από την εισαγγελέα και μία εφέτη της νέας έδρας.

Στο διάστημα που μεσολάβησε από τις 11/9 έως την 3/12 οπότε ξεκίνησε η νέα δίκη, η Αντιναζιστική Πρωτοβουλία κατάθεσε αναφορά με την οποία κατάγγειλε τη στάση του εισαγγελέα της έδρας της 11/9 Λ. Λαζαράκου που χαρακτήρισε το ναζιστικό έκτρωμα «επιστημονικό έργο», αλλά και τη στάση της προέδρου Ευφρ. Τσελεχοβίτου. Η αναφορά που υπογραφόταν από τις δύο μάρτυρες από την Αντιναζιστική Πρωτοβουλία που εξετάστηκαν, Άννα Στάη και Ρένα Κούτελου, κατατέθηκε στην προϊσταμένη αρχή του Εφετείου και στην εισαγγελία Εφετών και κοινοποιήθηκε στις ενώσεις δικαστών και εισαγγελέων, στον υπουργό δικαιοσύνης, στον Άρειο Πάγο και στο Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών. Άρθρα για την καταγγελία αυτή γράφτηκαν στα Νέα και στην Ελευθεροτυπία. Επίσης δημοσιεύτηκαν στην ιστοσελίδα της Αντιναζιστικής Πρωτοβουλίας (www.antinazi.gr) τα πρακτικά της δίκης της 11/9. Ταυτόχρονα η ΑΠ ξεκίνησε καμπάνια με αφίσα της με την οποία κατάγγειλε την υπεράσπιση του Κ. Πλεύρη από τους βουλευτές του ΛΑΟΣ, και από την έδρα της πρώτης δίκης, αλλά και τη διακομματική σιωπή που έδωσε κάλυψη στους ναζιστές και τους υπερασπιστές τους. Η αφίσα με τίτλο «ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΘΑ ΤΟΥΣ ΑΦΗΣΟΥΜΕ ΝΑ ΤΟ ΞΑΝΑΚΑΝΟΥΝ» και υπότιτλο «Στον Τύπο, στη Δικαιοσύνη, στη Βουλή, ο ναζισμός σηκώνει κεφάλι» είχε εικόνες από τη φρίκη του Ολοκαυτώματος, τη σκοτεινή απεικόνιση της Βουλής με ναζιστικές σημαίες και απέναντι από αυτήν την είσοδο του Άουσβιτς. Η αφίσα είχε σα στόχο να σημάνει εγερτήριο στους δημοκρατικούς πολίτες για το ότι οι ναζιστές έχουν φθάσει να εκφέρουν καθημερινά λόγο στη Βουλή και την τηλεόραση και να τους καλέσει να αποτρέψουν τα χειρότερα ξεκινώντας καταρχήν με την καταδίκη του ναζιστή Πλεύρη και των συνοδοιπόρων του που θα οδηγήσει στην πολιτική αποκάλυψη και απομόνωση των υπερασπιστών του. Η εκστρατεία της Αντιναζιστικής Πρωτοβουλίας προκάλεσε ιδιαίτερη αίσθηση, ενεργοποίησε τα δημοκρατικά αντανακλαστικά πολλών προοδευτικών πολιτών και συντέλεσε στο να σπάσει ο αποκλεισμός που επέβαλε η σταθερά συνεχιζόμενη διακομματική σιωπή. Σημειώνουμε ότι για άλλη μια φορά ήταν απόντες από τη δίκη τόσο η κοινοβουλευτική όσο και η εξωκοινοβουλευτική αριστερά και ο αναρχισμός, με την εξαίρεση βέβαια της ΟΑΚΚΕ και των αυτόνομων του «Terminal 119”.

Η ΔΙΚΗ ΤΗΣ 3-4/12

Η μαζική παρουσία των αντιφασιστών και των Εβραίων δημοκρατών στην αίθουσα άλλαξε το κλίμα σε σχέση με τη δίκη του Σεπτέμβρη και έκοψε τα γέλια και τις ειρωνείες των φασιστών. Οι ναζιστές που είχαν μαζευτεί για να «συμπαρασταθούν» στους ομοϊδεάτες τους Πλεύρη και σία «έκφρασαν τις απόψεις τους» έκαναν κολλώντας σε τοίχους γύρω από το δικαστήριο χαρτάκια με συνθήματα όπως «Χίτλερ, Ες-Ες, Ελλάς».
Μέσα στην αίθουσα το παρόν έδωσε καθαρά πια σαν πολιτικός υπερασπιστής του Πλεύρη, ο βουλευτής πλέον του ΛΑΟΣ Θ. Πλεύρης, που λόγω του ασυμβίβαστου δεν μπορούσε να είναι τώρα συνήγορος του πατέρα του όπως ήταν στη δίκη του Σεπτέμβρη που έγινε πριν τις εκλογές. Ο γιος Πλεύρης ζήτησε από το δικαστήριο να επιτρέψει την παρουσία του στα έδρανα της υπεράσπισης για να προσφέρει τις «γνώσεις» του για την υπόθεση στους νέους συνηγόρους (!) κάτι που επέτρεψε το δικαστήριο. Ο ίδιος έχει δηλώσει πως αν η απόφαση είναι καταδικαστική, «προτιμά να τον αποκαλούν «γιο του ρατσιστή”, παρά να τον αποκαλούν “γιο του κλέφτη”, “γιο του απατεώνα”, “γιο του κουμπάρου”, “γιο του νταβατζή”». Το οικονομικό έγκλημα λοιπόν για τον ναζιστή αυτόν είναι βαρύτερο έγκλημα από το ρατσισμό ο οποίος είναι εγκληματίας κατ’ εξακολούθηση σε βάρος ολόκληρης της κοινωνίας και της ανθρωπότητας. Το ΛΑΟΣ, με δύο στελέχη του υπέρ των φιλοναζιστικών ιδεών του Πλεύρη, μπήκε στη Βουλή κάτω από τη διακομματική ανοχή, και οι δύο τώρα αυτοί, Θ. Πλεύρης και Α. Γεωργιάδης, υπερασπίζουν σα βουλευτές, από καλύτερες πολιτικές θέσεις τον Κ. Πλεύρη και τις ιδέες του μέσα στο λαό. Να σημειώσουμε εδώ ότι μέσα στη δικαστική αίθουσα δεν ήταν ούτε ένα πολιτικό πρόσωπο από τα κοινοβουλευτικά κόμματα στο πλευρό της πολιτικής αγωγής.
Η πρώτη πράξη της δίκης ήταν η αποβολή της πολιτικής αγωγής από την πλευρά του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου και της Εβραίας Andrea Gilbert από το ΕΠΣΕ. Η εισαγγελέας της δίκης δήλωσε ότι συντάσσεται πλήρως με την πρόταση αποβολής που είχε διατυπώσει ο εισαγγελέας Λαζαράκος στην προηγούμενη δίκη, σύμφωνα με την οποία τα θύματα του ρατσιστικού λόγου δεν δικαιούνται να δηλώσουν παράσταση πολιτικής αγωγής γιατί δεν θίγονται άμεσα! Άμεσα θιγόμενη είναι μόνο η πολιτεία της οποίας η ευταξία διαταράσσεται από το ρατσιστικό λόγο! Η νέα σύνθεση επικύρωσε ομόφωνα την προηγούμενη απόφαση του δικαστηρίου κι έτσι τα θύματα έμειναν πάλι χωρίς εκπροσώπηση. Η εκπροσώπηση τους μεταφέρθηκε ξανά στην κατηγορούσα αρχή, στην εισαγγελέα.
Η αποδοχή της πολιτικής αγωγής είναι πρόκριμα της δημοκρατικής διεξαγωγής μιας τέτοιας δίκης. Έτσι η εισαγγελέας που πρότεινε την αποβολή της, ακολούθησε τη μέθοδο Λαζαράκου υιοθετώντας σε πολλές περιπτώσεις της θέσεις της υπεράσπισης. Αυτή η εισαγγελέας δεν είχε καμία σχέση με το Λαζαράκο ως προς το ζήλο και τον απροκάλυπτο τρόπο με τον οποίο ο τελευταίος υπερασπιζόταν τον Πλεύρη ή ως προς την επιθετικότητα του απέναντι στους μάρτυρες κατηγορίας. Αλλά είχε ταυτότητα με το Λαζαράκο σε σχέση με την επιχείρηση απόδειξης των επιχειρημάτων της υπεράσπισης, αλλά και στον τρόπο εξέτασης που δεν περιλάμβανε ερωτήσεις απόδειξης του κατηγορητηρίου. Την ίδια περίπου στάση κράτησε και μία εφέτης της νέας σύνθεσης. Ο πρόεδρος κράτησε μία καλή διαδικασία, άφησε τους μάρτυρες κατηγορίας να μιλήσουν και τους προστάτεψε από την προκλητική συμπεριφορά του Πλεύρη, του δικηγόρου του, και των δικηγόρων των Ζαφειρόπουλου, Χατζηγώγου. Όσοι ήταν στην αίθουσα στις 3 και 4 Δεκέμβρη είδαν μπροστά τους ξανά την εικόνα ενός δικαστηρίου που δύο μέλη του συνηγορούσαν με την υπεράσπιση και που έκλινε περισσότερο στην αθώωση παρά στην καταδίκη του Πλεύρη.
Για παράδειγμα καταθέτει από το ΚΙΣ ο πρόεδρος της εβραϊκής κοινότητας της Αθήνας, Βενιαμίν Αλμπάλα. Η υπεράσπιση δηλώνει με θράσος ότι είναι δικαίωμα του Πλεύρη να λέει του Εβραίους «υπανθρώπους» και να ισχυρίζεται ότι τους αξίζει εκτελεστικό απόσπασμα με συνοπτικές διαδικασίες. Από το ακροατήριο ακούγονται αποδοκιμασίες. Ο πρόεδρος κάνει μία μετριοπαθή επέμβαση και συνιστά στο συνήγορο να έχει μέτρο! Η εισαγγελέας προστρέχει σε βοήθεια της υπεράσπισης και βεβαιώνει ότι «ο Φραγκλίνος Ρούζβελτ είχε γράψει πολύ χειρότερα» για να πάρει την αποστομωτική απάντηση από το μάρτυρα και θύμα του ρατσιστικού λόγου του Πλεύρη ότι είναι Έλληνας πολίτης και τον ενδιαφέρει τι μηνύματα στέλνει ο Πλεύρης (βέβαια ο Φραγκλίνος Ρούζβελτ ήταν φανατικός αντι-αντισημίτης. Πιθανά η εισαγγελέας θα εννοούσε τον Τεοντόρ Ρούζβελτ). Σε βοήθεια της υπεράσπισης έρχεται τώρα η εφέτης που μας θυμίζει το Λαζαράκο όταν λέει τη φράση «δεν κάτσαμε στο σκαμνί» όσους γράψανε βιβλία με «οξύ πολιτικό περιεχόμενο», «διότι υπάρχει η ελευθερία της έκφρασης». Και στην επόμενη ερώτηση από την εφέτη θυμόμαστε το Λαζαράκο όταν ρωτάει ρητορικά αν ο Πλεύρης μιλάει «μεταφορικά» όταν δηλώνει ότι κακώς ο Χίτλερ δεν καθάρισε όλους τους Εβραίους και ότι δεν πρέπει να στερούμε την ελευθερία της έκφρασης, αλλά να κατακρίνουμε τις «απόψεις» (όπου «άποψη» είναι ο εγκωμιασμός των ναζιστικών εγκλημάτων)!!! Τονίζουμε ότι στο κατηγορητήριο δεν υπάρχουν τα αποσπάσματα κατά του Ταλμούδ. Δεν κατηγορείται ο Πλεύρης για το ότι κατηγορεί το Ταλμούδ. Αυτός σε όλη τη δίκη χρησιμοποιεί αποσπάσματα από το ταλμούθδ για να βγάλει ρατσιστές τους Εβραίους όποτε έξιους για να πεθάνουν. Παραθέτουμε απόσπασμα από τη συζήτηση:
«Ο Βεν. Αλμπαλάς, συνταγματάρχης εν αποστρατεία και πρόεδρος της εβραϊκής κοινότητας της Αθήνας, υποστήριξε: «Το βιβλίο σαφέστατα προτρέπει στη βία και μισαλλοδοξία κατά των Εβραίων, γιατί ο Πλεύρης είναι λάτρης του εθνικού σοσιαλισμού. Το μήνυμα είναι προτροπή στη βία, τη διάκριση, την ετερότητα. Όλοι οι κατηγορούμενοι είναι λάτρεις του Χίτλερ και του ναζισμού».
Υπεράσπιση: «Δεν έχει δικαίωμα να σας αποκαλεί υπανθρώπους; Η άποψή του είναι».
Μάρτυρας: «Τέτοιες αναφορές προτρέπουν στη βία όπως το “εντός 24 ωρών να πάνε στο απόσπασμα”».
Υπεράσπιση: «Δικαίωμά του είναι κι αυτό».
Ακροατήριο: «Αίσχος».
Πρόεδρος (προς τον συνήγορο): «Να έχετε μέτρο στις εκφράσεις σας».
Εισαγγελέας: «Ο Φραγκλίνος Ρούζβελτ είχε γράψει πολύ χειρότερα».
Μάρτυρας: «Δεν με ενδιαφέρει. Εγώ δεν είμαι Αμερικανός, είμαι Έλληνας, και με ενδιαφέρει τι μηνύματα στέλνει ο συμπολίτης μου Πλεύρης».
Εφέτης: «Σήμερα δικάζουμε ένα βιβλίο. Τι είναι αυτό που προσβάλλει την εβραϊκή θρησκεία, γιατί πολιτικά βιβλία με οξύ περιεχόμενο και παροτρύνσεις έχουν γράψει πολλοί εκάστοτε και δεν τους κάτσαμε στο σκαμνί, διότι υπάρχει η ελευθερία της έκφρασης».
Μάρτυρας: «Είναι δυνατόν να λέει ότι κακώς δεν τους καθάρισε όλους ο Χίτλερ;».
Εφέτης: «Το λέει ο ίδιος ή είναι μεταφορά; Θα στερήσουμε την ελευθερία της έκφρασης κι ας κατακρίνουμε τις απόψεις;».
Μάρτυρας: «Γίνεται εφαλτήριο να εκδηλωθούν τάσεις σε βάρος κάθε Εβραίου».
Εφέτης: «Όποιος θέλει, το αγοράζει, όποιος δεν θέλει, όχι. Θα μας βγάλει στον δρόμο με τα όπλα, να κυνηγήσουμε τους Εβραίους; Οποιος θέλει να το κάνει, θα το κάνει».
Μάρτυρας: «Ενισχύεται».
Εφέτης: «Πολλά βιβλία υπάρχουν που ενισχύουν κάποιες απόψεις».
Μάρτυρας: «Προσπαθεί να μπλέξει όλη την Ιστορία, δίνοντας και μια πολιτική χροιά, ενώ δεν έχει καμία».
Συνήγορος: «Την άποψή του έχει ο καθένας δικαίωμα να την έχει. Βρείτε μου μια φράση που προτρέπει σε βία».
Μάρτυρας: «Η φράση “Γιατί έτσι μόνο καταλαβαίνουν οι Εβραίοι. Εντός 24 ωρών εκτελεστικό απόσπασμα”».
Συνήγορος: «Ο Κλεμανσό το είπε αυτό».
Μάρτυρας: «Το έγκλημα του ναζισμού ο καθένας που θέλει να ‘ναι άνθρωπος πρέπει να το βάζει στην άκρη».
Πλεύρης: «Ποια εγκλήματα; Ο Ερυθρός Σταυρός απεφάνθη ότι ήταν 66.000 τα θύματα του Άουσβιτς».
Μάρτυρας: «Όλα τα πράγματα έχουν ένα όριο. Είναι τραγικά αυτά που λέει. Εξίμισι εκατομμύρια Εβραίοι ήταν».
Πλεύρης: «Μη μας λέτε παραμύθια για εκατομμύρια που σκοτώθηκαν».

Όλα έχουν κάποιο όριο αλλά για αυτό το δικαστήριο όπως και για το προηγούμενο το όριο αυτό είναι πολύ «ελαστικό» και η ερμηνεία σχετικά με το σημείο όπου ο αντιρατσιστικός νόμος βάζει το όριο γίνεται πραγματικά λάστιχο. Γιατί αν θεωρηθεί «μεταφορικός» λόγος ο εγκωμιασμός της εξολόθρευσης των Εβραίων και η εκ νέου παρότρυνση για εκκαθάριση τους τότε ο νόμος καταργείται.
Αυτά τα σημεία του βιβλίου ανέδειξαν οι τρεις μάρτυρες της Αντιναζιστικής Πρωτοβουλίας που κατάθεσαν την πρώτη μέρα στις 3 Δεκέμβρη, με αποτέλεσμα να πάρουμε από τον Πλεύρη τον απόλυτα τιμητικό χαρακτηρισμό ότι είμαστε «χειρότεροι από τους Εβραίους». Η Άννα Στάη κατάθεσε ότι «Όλα τα αποσπάσματα του βιβλίου τα ενώνει από την πλευρά του συγγραφέα μόνο το μίσος. Αυτό είναι το πνεύμα του βιβλίου του. Προτρέπει συνανθρώπους εναντίον συνανθρώπων μόνο και μόνο γιατί έχουν συγκεκριμένη θρησκεία και καταγωγή. Είναι ένα βιβλίο ρατσιστικό που ενσταλάζει μίσος λέγοντας ότι οι Εβραίοι είναι υπεύθυνοι για όλα τα κακά του κόσμου. Δείχνει τον εχθρό και ζητεί την εξολόθρευσή του. Το ανατριχιαστικό είναι ότι εγκωμιάζει τη γενοκτονία και κάνει κάλεσμα για μια νέα... Γράφει ότι θα ξημερώσει η μέρα που θα κυματίσουν οι σημαίες του ναζισμού. Το λέει ότι είναι ναζιστής και ρατσιστής και το θεωρεί τιμή του. Στον πρόλογο λέει ότι οι Δημοκρατικοί έχουν πάθει ακαμψία στον εγκέφαλο, λόγω της πλύσης εγκεφάλου που τους έχει γίνει… Θεωρεί υπεύθυνους τους Εβραίους ακόμη και για τα μεταλλαγμένα». Ο Πλεύρης επιχείρησε να «καταγγείλει» στο δικαστήριο την αφίσα της Αντιναζιστικής Πρωτοβουλίας που σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του «εξυβρίζει» τη δικαιοσύνη. Η μάρτυρας του απάντησε ότι η αφίσα καταγγέλλει τον εισαγγελέα Λαζαράκο, και όχι τη δικαιοσύνη, και σωστά τον καταγγέλλει αφού αντί για να είναι κατήγορος του Πλεύρη, ήταν συνήγορος υπεράσπισης του. Σε αυτή την παρατήρηση οι αντιφασίστες και δημοκράτες που παρακολουθούσαν τη δίκη ξέσπασαν σε χειροκρότημα.
Η Ρένα Κούτελου κατάθεσε ότι: «Το βιβλίο του κατηγορουμένου είναι βιβλίο-κήρυγμα του μίσους. Υπερασπίζεται τη φυλετική Ευρώπη, προσβάλλει τους Εβραίους και προτρέπει σε ενέργειες βίας». Σε κάποια στιγμή ο Κ. Πλεύρης ισχυρίστηκε ότι στο βιβλίο του εξυμνεί κάποιους Εβραίους και συγκεκριμένα τον αξιωματικό του ελληνικού στρατού Φριζή στον οποίο ισχυρισμό η μάρτυρας του ανταπάντησε αν αναφέρεται στον «υπάνθρωπο» Φριζή με αποτέλεσμα ο Πλεύρης να υπαναχωρήσει και να διαμαρτυρηθεί στην έδρα: «Μα πως μου μιλάει έτσι κε πρόεδρε;».
Ο Λάμπης Κατσιάπης μίλησε για την «προπαγανδιστική γραφή με την οποία προσπαθεί να κάνει πλύση εγκεφάλου σε όσους είναι ευεπίφοροι σε τέτοια με σκοπό να ανασκευάσει τα ιστορικά αποδεδειγμένα και να κατηγορήσει συνανθρώπους μας γιατί διαφέρουν θρησκευτικά».

Τη δεύτερη μέρα κατάθεσαν από το ΚΙΣ, ο Μωϋσής Κωνσταντίνης, ο Βενιαμίν Αλμπάλα, ο Αβραάμ Ρεϊτάν, ο Λέων Γαβριηλίδης και από το ΕΠΣΕ ο Παναγιώτης Δημητράς.
Οι μάρτυρες αυτοί ανέτρεψαν το βασικό επιχείρημα που χρησιμοποιούσε η εισαγγελέας και η εφέτης στο οποίο έκαναν τις περισσότερες ερωτήσεις τους για το «ρατσιστικό» χαρακτήρα του Ταλμούδ, σύμφωνα με το οποίο ο ναζισμός του Πλεύρη εξισώνεται με τα υποτιθέμενα «ρατσιστικά» κηρύγματα του Ταλμούδ, και εάν αυτά επιτρέπονται, πρέπει να επιτρέπονται και τα κηρύγματα μίσους του Πλεύρη. Απόδειξαν πόσο διάτρητες είναι οι ερμηνείες του Πλεύρη για ένα θρησκευτικό εγχειρίδιο που γράφτηκε χιλιάδες χρόνια πριν, αφορά διαφορετικές ιστορικές περιόδους και χρησιμοποιεί στερότυπα που εμφανίζονται σε όλες τις μονοθεϊστικές θρησκείες, καθώς και ότι αυτό το επιχείρημα του Ταλμούδ ήταν απλά ένα πρόσχημα που χρησιμοποιήθηκε από τον Πλεύρη για να αποδώσει σε όλους τους Εβραίους τους ρατσιστικούς του ισχυρισμούς για «υπανθρώπους» και για «εξωφυλετική μειοψηφία» που συνιστούν «απειλή» για την ευρωπαϊκή φυλή. Παραθέτουμε εδώ ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα για τη στάση του δικαστηρίου από το άρθρο του Ιού (Ελευθεροτυπία της Κυριακής, 9/12): «Η δικαιολογία με την οποία αποβλήθηκε η πολιτική αγωγή ήταν ότι ο νόμος διώκει πλέον αυτεπάγγελτα τα αδικήματα αυτά, κατά συνέπεια νομιμοποιείται μόνο η ίδια η πολιτεία να ασκεί το καθήκον του κατηγόρου, μέσω των εισαγγελικών λειτουργών. Έλα, όμως, που η εκπρόσωπος της πολιτείας, δηλαδή η εισαγγελέας της έδρας, δεν φαίνεται να πείθεται από το κατηγορητήριο... Όπως και στην πρώτη δίκη που διακόπηκε, έτσι και τώρα, η εισαγγελέας από την πρώτη στιγμή υπέβαλε ερωτήσεις προς τους μάρτυρες κατηγορίας αποκλειστικά προς την κατεύθυνση της υπεράσπισης του κατηγορούμενου.
Η εισαγγελέας και ένα ακόμα μέλος του δικαστηρίου εμφανίστηκαν εντυπωσιασμένες από τις «αποκαλύψεις» του Πλεύρη για το Ταλμούδ και επέμεναν μόνο σ’ αυτό. Μάταια ο πρόεδρος παρατηρούσε πώς ό,τι κι αν λέει το Ταλμούδ, δεν δικαιολογείται η προτροπή να εξοντωθούν οι εβραίοι. Ελλείψει πολιτικής αγωγής, το κατηγορητήριο έμεινε ανυπεράσπιστο, για να φτάσει ο Πλεύρης να θριαμβολογεί: «Άλλος είναι ο κατηγορούμενος εδώ».

Ανατράπηκε από τους μάρτυρες κατηγορίας και το υπερασπιστικό επιχείρημα για τον «πολιτικό» χαρακτήρα των ρατσιστικών διακηρύξεων του Πλεύρη σύμφωνα με το οποίο ο τελευταίος καταφέρεται ενάντια στον εβραιοσιωνισμό. Και σε αυτό το σημείο επέμειναν οι δικαστές της έδρας. Οι μάρτυρες κλήθηκαν να κάνουν διαχωρισμό ανάμεσα στους Εβραίους και στους σιωνιστές! Η ίδια η ταύτιση μεταξύ εβραίων και σιωνιστών με τη χρήση του όρου «εβραιοσιωνιστές» καταδεικνύει πως ο Πλεύρης κατά τη συνήθη τακτική των ναζιστών χρεώνει στο σύνολο των Εβραίων ότι ο ίδιος χαρακτηρίζει «σιωνιστικά εγκλήματα» για να κάνει πειστικό το κάλεσμα του σε εξόντωση τους.

Η δίκη διακόπηκε για να συνεχιστεί με την εξέταση των μαρτύρων υπεράσπισης του Πλεύρη, ανάμεσα στους οποίους βρίσκεται και το στέλεχος του ΛΑΟΣ, Ναξάκης.

ΤΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ ΤΩΝ BLOG ΚΑΙ ΤΟΥ ΤΥΠΟΥ

Η τεράστια απήχηση της δίκης Πλεύρη φάνηκε στον τύπο και στα Blog στο διάστημα μεταξύ της δίκης της 11/9 και της 3/12. Εμφανίστηκαν σειρά δημοσιευμάτων σε blog που στηλίτευαν τη διαδικασία που ακολουθήθηκε και καλούσαν σε καταδίκη του Πλεύρη.
Η ανακοίνωση – καταγγελία της Αντιναζιστικής Πρωτοβουλίας για τη δίκη της 11/9 αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα του ΣΥΡΙΖΑ του Βύρωνα, τη στιγμή που ο ΣΥΝ, οι συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ και όλα τα κόμματα δεν έχουν πει λέξη για αυτή τη δίκη. Εμφανίστηκαν μόνο κάποια άρθρα ρεπορτάζ στην Αυγή που κάλυψαν όσα έγιναν στο ακροατήριο. Βεβαίως δεν μιλάμε καθόλου για το Ριζοσπάστη που αφιέρωσε μόλις λίγες γραμμές για τη δίκη.
Η δίκη αυτή ανέδειξε σε όλη του την έκταση το φαινόμενο του αντισημιτισμού που είναι βαθιά ριζωμένο στην ελληνική κοινωνία και διαπνέει ολόκληρο το πολιτικό σκηνικό. Σημειώνουμε δύο άρθρα που ασχολήθηκαν με αυτό το θέμα. Το ένα είναι το άρθρο του Διον. Γουσέτη το μοναδικό για τη δίκη στην Αυγή (1/12) με τίτλο «Αντισημιτισμός χωρίς Εβραίους» στο οποίο αναφέρει πως ο ελληνικός αντισημιτισμός έχει τη διάσταση «της απέχθειας προς τον ορθολογισμό, το διαφωτισμό και τη Δύση. Είναι το σημείο όπου συναντώνται Έλληνες από αντίπαλα ιδεολογικά στρατόπεδα. Ας μην ξεχνάμε ότι είμαστε η μοναδική χώρα της Ε.Ε. που, μετά τη σφαγή της 11ης Σεπτεμβρίου, δεν υπήρξε ίχνος ισλαμοφοβίας. Αντίθετα, υπήρξαν πολλαπλά δείγματα αντισημιτισμού». Πιο κάτω αναφέρεται στον αντισημιτισμό που εμφανίζεται στην αριστερά «κρυμμένο συνήθως πίσω από κριτική, μονομερή εννοείται, στο κράτος του Ισραήλ, που στο κάτω κάτω είναι το μόνο δημοκρατικό της περιοχής». Τοποθετείται ξεκάθαρα στο θέμα της ελευθερίας της έκφρασης ότι «Η προτροπή σε μαζική βία -στην πραγματικότητα γενοκτονία- δεν αποτελεί άσκηση του δικαιώματος της ελευθερίας έκφρασης. Έτσι, δεν συγχωρείται η απαλλαγή των κατηγορουμένων με αυτό το σκεπτικό. Ωστόσο, αυτό προσπάθησε να επιβάλει σε προηγούμενη διεξαγωγή της δίκης (11 Σεπτεμβρίου) ο εισαγγελέας της έδρας κ. Λαζαράκος. Η έδρα ανέχθηκε τον εισαγγελέα, για να μην πω ότι τον σεγοντάριζε. Γιατί αυτή η ανοχή;». Το άρθρο τελειώνει με την έκφραση της ανησυχίας για την τελική κατάληξη της δίκης: «Φοβάμαι ιδιαίτερα για την έκβαση της μεθαυριανής δίκης, κι ας ωχριούν τα γραφτά του Ίρβινγκ μπροστά σ’ αυτά του κ. Πλεύρη. Μια ουσιαστική αθώωσή του θα μας εκθέσει για μια ακόμη φορά και για ένα ακόμη ζήτημα στα μάτια των εταίρων μας».
Το δεύτερο άρθρο που αναφέρεται στον αντισημιτισμό είναι αυτό του Καρκαγιάννη στην Καθημερινή, 4/12 με τίτλο: «Αντισημιτισμός» στο οποίο αναφέρει ότι: «Ο αντισημιτισμός είναι παραφροσύνη, είναι υστερικός παραλογισμός και σε αυτόν τον υστερικό παραλογισμό κατέφυγαν πολλά αυταρχικά καθεστώτα για να φανατίσουν τα πλήθη, να νομιμοποιήσουν την καταπίεση ή να προσφέρουν άλλοθι για δυστυχίες και κακοδαιμονίες. Μέσα από τέτοιους μηχανισμούς μίσους και φανατισμού το ναζιστικό καθεστώς του Χίτλερ επέτυχε να αιματοκυλήσει τους λαούς της Ευρώπης, έστησε στρατόπεδα συγκέντρωσης και μαζί με έξι εκατομμύρια Εβραίους οδήγησε στον θάνατο πολλά εκατομμύρια αθώων υπάρξεων. Αυτό δεν είναι ούτε άποψη ούτε φρόνημα. Είναι φρικτό έγκλημα, ιστορικά διαπιστωμένο. Αυτό το διαπιστωμένο έγκλημα η αντισημιτική πλευρά το δέχεται, το αποδέχεται και το θεωρεί… θεάρεστη πράξη! Αυτό είναι πρόκληση στην κοινή νοημοσύνη και στην κοινή ηθική. Πρόκληση, όμως, στην ηθική μας και τη νοημοσύνη μας αποτελούν και οι παρεμβάσεις του εισαγγελέως της έδρας κατά τη διακοπείσα δίκη. Ο οποίος θεωρεί ότι η άποψη της αντισημιτικής και ρατσιστικής πλευράς έχει… επιστημονικό χαρακτήρα και ως… επιστημονική έχει το δικαίωμα της διαφορετικότητας και μπορεί να πει ότι ο Χίτλερ και τα SS, που χαρακτηρίστηκαν οργάνωση εγκληματική, ορθώς έπραξαν και έστειλαν στον θάνατο εκατομμύρια ανθρώπους».
Άρθρα και ρεπορτάζ για τη δίκη δημοσιεύτηκαν στον τύπο σε πολύ μεγαλύτερη έκταση από ότι στη δίκη του Σεπτέμβρη (Ελευθεροτυπία, Καθημερινή, Νέα, Βήμα). Σε μεγάλο άρθρο του στην Ελευθεροτυπία της Κυριακής 9/12, ο Ιός αποκαλύπτει πως το Ταλμούδ έχει χρησιμοποιηθεί από τους χιτλερικούς, και παρά την γενικά αρνητική θέση των δημοσιογράφων του Ιού στα λεγόμενα «εγκλήματα γνώμης» και υπέρ της ελευθερίας της έκφρασης, σε αυτό το άρθρο ξεκαθαρίζουν ότι στον Πλεύρη αξίζει η καταδίκη: «Έχουμε από καιρό (9.6.96), αλλά και πρόσφατα (1.12.07), διατυπώσει τις ενστάσεις μας για την εφαρμογή αυτού του νόμου ως μέτρου διοικητικού ελέγχου βιβλίων, ακόμα και των πιο ακραίων. Όμως, δεν μπορούμε παρά να αναγνωρίσουμε ότι μια απλή ανάγνωση του βιβλίου αρκεί για να διαπιστωθεί ότι στοιχειοθετείται απολύτως το αδίκημα αυτό. Ενώ και τα δεκάδες αποσπάσματα που έχουν περιληφθεί στο κατηγορητήριο επιβεβαιώνουν ότι το βιβλίο αυτό εμπίπτει και στα δύο άρθρα του σχετικού νόμου που διώκουν, μεταξύ άλλων, όποιον «διά γραπτών κειμένων ή εικονογραφήσεων εκ προθέσεως προτρέπει εις πράξεις ή ενεργείας δυναμένας να προκαλέσουν διακρίσεις, μίσος ή βίαν κατά προσώπων ή ομάδος προσώπων εκ μόνου του λόγου της φυλετικής ή εθνικής καταγωγής των» (άρθρο 1) και όποιον «διά γραπτών κειμένων ή εικονογραφήσεων εκφράζει ιδέας προσβλητικάς κατά προσώπου ή ομάδος προσώπων λόγω της φυλετική ή εθνικής καταγωγής των» (άρθρο 2)».
Εξαιρετικά σημαντική ήταν επίσης η αρθρογραφία για τη δίκη του καθηγητή Ανδρέα Χριστινίδη, κοινωνιολόγου και πολιτικού συγγραφέα, πανεπιστήμιο του Giessen της Γερμανίας η οποία έχει δημοσιευτεί στην ιστοσελίδα της ΑΠ.
Το ενδιαφέρον για τη δίκη επεκτάθηκε σε διεθνές επίπεδο και εμφανίστηκαν αναφορές στο Associated Press και στο Γαλλικό Πρακτορείο.
Σε αρκετά άρθρα του εγχώριου τύπου εκφράστηκε η αμφισβήτηση για το κάτα πόσο παραβιάζεται ή όχι η ελευθερία της έκφρασης με την παραπομπή του Πλεύρη με βάση τον αντιρατσιστικό νόμο. Αυτό αποδεικνύει πόσο βαθιά διαβρωμένη είναι η αστική μισοδημοκρατία στη χώρα μας από το γεγονός ότι το πολιτικό καθεστώς για χρόνια τώρα δίνει ασυλία και νομιμότητα στο ναζισμό, στην εθνοφυλετική και φιλοχιτλερική του προπαγάνδα και μοιράζεται πολιτικές θέσεις με τους ναζιστές όπως ο αντισημιτισμός, ο μονόπλευρος και αντιδραστικός αντιαμερικανισμός, ο μικροαστικός αντικαπιταλισμός χιτλερικού τύπου, η άρνηση δικαιωμάτων στις εθνικές μειονότητες στο όνομα της εθνικής ομοιογένειας. Πρόκειται για το ίδιο πολιτικό καθεστώς που επιμένει στην αποτρόπαια σιωπή του για τη δίκη και που επέτρεψε τέλος σε ανοιχτούς υπερασπιστές του ναζιστή Πλεύρη να μπουν στη Βουλή, το ίδιο καθεστώς που επιτρέπει σε εισαγγελείς όπως ο Λαζαράκος ή όπως η εισαγγελέας αυτής της δίκης να υπερασπίζονται τους ναζιστές κατηγορούμενους.
Πρέπει όμως εδώ να στηλιτεύσουμε δύο δημόσιες τοποθετήσεις, υπέρ της αθώωσης του Πλεύρη.
Η πρώτη υπογράφεται από τον πρόεδρο του θεσμικού (!) φορέα της πολιτείας για την αντιμετώπιση του ρατσισμού της «Εθνικής Επιτροπής των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου», Κωστή Παπαϊωάννου. Η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου αποτελεί συμβουλευτικό όργανο της Πολιτείας σε θέματα προστασίας των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και έχει σκοπό τη συνεχή επισήμανση σε όλα τα όργανα της Πολιτείας της ανάγκης αποτελεσματικής κατοχύρωσης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου όλων όσων διαβιούν στην ελληνική επικράτεια. Στο συγκεκριμένο άρθρο με τίτλο «Το πλευρικό παραλήρημα και η ελευθερία της έκφρασης» που δημοσιεύτηκε στις 3/12 στο ξεκίνημα της νέας δίκης, ο Κ. Παπαϊωάννου υποστηρίζει ότι η έκφραση μπορεί να ποινικοποιηθεί μόνο όταν «καταφθάνετε εν μέσω ενός οργισμένου πλήθους με ένα σκοινί στο χέρι και δείχνετε με το δάχτυλο έναν μαύρο φωνάζοντας “κρεμάστε τον”, τότε αξίζει να διωχθείτε». Αυτά συμβουλεύει ο πρόεδρος του συμβουλευτικού οργάνου. Παραβλέπει ότι σε αυτή την περίπτωση ο εισαγγελέας θα φτάσει αφού έχει «σκαλώσει» ο λαιμός του μαύρου στην κρεμάλα (κατά την έκφραση του Πλεύρη που ονειρεύεται να εκτελέσει με αυτό τον τρόπο τους «γραικύλους») και δεν θα χρειάζεται πλέον η δίωξη με τον 927/1979 γιατί το έγκλημα θα έχει τελεστεί. Χρόνια πίσω η ιστορία θυμάται πολλές τέτοιες ομάδες που με το σχοινί τους στο χέρι φώναζαν «κρεμάστε τον» και κατέληγε το θύμα στην κρεμάλα. Πριν από την κρεμάλα είχαν προηγηθεί βιβλία όπως αυτά του Πλεύρη και όχι τόσα πολλά χρόνια πριν ο περίφημος «Αγών» μου του Χίτλερ. Τα αποτελέσματα του τελευταίου βιβλίου είναι γνωστά. Και από αυτή τη γνώση βγήκαν και οι αντιρατσιστικοί νόμοι.
Αλλά σύμφωνα με τον Κ. Παπαϊωάννου: «Οι νεοναζί θα αποπειραθούν να εκμεταλλευτούν την όποια απόφαση, είτε ηρωοποιώντας τον «διωκόμενο μάρτυρα» είτε σε αντίθετη περίπτωση επιχαίροντας για τη «δικαίωση» του αποκρουστικού τους οράματος. Ας δοκιμάσουν λοιπόν τις αντοχές της δημοκρατίας (υπάρχει και το δικαίωμα στην ανιστόρητη ανοησία). Οφείλουμε να αποδείξουμε πως όντως αντέχουμε την έκφραση ακόμα και των πιο ελεεινών ιδεών, αλλά όχι την εγκληματική υλοποίησή τους, που πρέπει να πατάσσεται αμείλικτα. Πέραν αυτού, τους αρμόζει η χλεύη. Το βάδισμα της χήνας, το μουστακάκι του παρανοϊκού ειδώλου, η διακωμώδηση της μεγαλομανούς νεκρανάστασης του Χίτλερ θα άρμοζε τέλεια ως αντίδραση σε κάθε εμφάνιση οποιουδήποτε «Έλληνος Φύρερ».
Το όλο ζητούμενο της δίκης είναι ότι οι νεοναζί εκμεταλλεύονται με τον καλύτερο τρόπο την έλλειψη οποιασδήποτε δίωξης και οποιασδήποτε απόφασης. Να μην ξεχνάμε ότι μόλις τρία χρόνια πίσω μία αντιαλβανική συγκέντρωση νεοναζιστών στην Ομόνοια που προβλήθηκε πανελλαδικά μέσω της τηλεόρασης ήταν το έναυσμα για το πανελλαδικό πογκρόμ κατά των Αλβανών της 4/9/04 του οποίου οι δράστες ούτε συλλήφθηκαν ούτε καταδικάστηκαν με την εξαίρεση ενός από αυτούς που έφτασε στο φόνο. Οι «μη διωκόμενοι» νεοναζί της «Χρυσής Αυγής» που ασπάζονται τις εθνοφυλετικές, αντισημίτικες και φιλοχιτλερικές θέσεις του Κ. Πλεύρη οι οποίες προπαγανδίζονται από το συγκεκριμένο βιβλίο, τις εφημερίδες τους και τα περιοδικά τους ξέσπασαν σε μία εκστρατεία βίας κατά μεταναστών τον τελευταίο καιρό, και έχουν ασκήσει βία όλα αυτά τα χρόνια χωρίς να εμποδιστούν από τη «χλεύη» των δημοκρατών. Χωρίς πλύση εγκεφάλου από τη ναζιστική προπαγάνδα δεν φτάνει κανείς στο δρόμο με ένα σχοινί ή ένα λοστάρι στο χέρι. Τότε είναι αργά.
Η θέση του Κ. Παπαϊωάννου δεν είναι η θέση της Επιτροπής. Δεν είδαμε όμως κανένα μέλος της Επιτροπής να δημοσιεύει κάποιο αντίθετο άρθρο.
Το δεύτερο άρθρο ήταν ένα άρθρο στη Βραδυνή της Κυριακής 9/12 από τον Γ. Λοβέρδο στο οποίο απερίφραστα ο δημοσιογράφος έπαιρνε θέση υπέρ της αθώωσης του Πλεύρη.
Ο Πλεύρης συγκέντρωσε στις αποκρουστικές σελίδες του εκτρωματικού βιβλίου του τις πιο ωμές, ρατσιστικές και ναζιστικές προτροπές σε βία που έχουν δημοσιευτεί τα τελευταία χρόνια. Όσα περιέχονται στο βιβλίο του Πλεύρη αποτελούν τον ορισμό του πεδίου εφαρμογής του αντιρατσιστικού νόμου. Είναι τώρα η στιγμή για να γίνει μία αρχή για την εφαρμογή του ύστερα από τριάντα χρόνια αδράνειας. Το δικαστήριο που θα αποφασίσει ότι δεν πρέπει να τιμωρηθεί για αυτά, θα αποφασίσει στην πράξη να καταργήσει το νόμο. Αυτό αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα από τη στιγμή που δεν πρόκειται απλά για ένα νόμο που ψήφισε η Βουλή, αλλά ένα νόμο υποχρεωτικό με βάση τις υποχρεώσεις που ανέλαβε η χώρα από τη διεθνή αντιρατσιστική σύμβαση του ΟΗΕ.
Δεν γνωρίζουμε πως θα κινηθεί τελικά το δικαστήριο. Ξέρουμε ότι η καταδίκη του Πλεύρη και των συνοδοιπόρων του είναι υποχρεωτική για το σεβασμό της δημοκρατικής νομιμότητας στο εσωτερικό και σε διεθνές επίπεδο, για το σεβασμό απέναντι στην παλλαϊκή και πανανθρώπινη καταδίκη της ναζιστικής βαρβαρότητας, για το σεβασμό απέναντι στην ίδια την αξία της ανθρώπινης ύπαρξης που προσβάλλεται βάναυσα από το χιτλερικό κάλεσμα για την εξολόθρευση ανθρώπων που το μοναδικό τους «έγκλημα» ήταν να γεννηθούν. Καλούμε όλους τους δημοκράτες να έρθουν στη δίκη στις 13/12 και να απαιτήσουν την καταδίκη των ναζιστών.

Ένας ταραγμένος φασίστας γίνεται και ανόητος

Ο Άδωνις Γεωργιάδης του ΛΑΟΣ βγήκε τις τελευταίες μέρες κατ’ επανάληψη στο κανάλι του κόμματος του, το Τηλεάστυ, και έκανε μια υστερική επίθεση στην Αντιναζιστική Πρωτοβουλία, στον Ιό της Ελευθεροτυπίας και στο ΕΠΣΕ, σχετικά με τη δίκη του Πλεύρη. Τον περισσότερο χρόνο του τον αφιέρωσε στην Αντιναζιστική. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του αυτός έκανε ερώτηση στην Επιτροπή της Βουλής την αρμόδια για τα οικονομικά των κομμάτων για το που αυτή η ολιγάριθμη οργάνωση βρήκε τα «χιλιάδες Ευρώ» που χρειάστηκαν για να τυπώσει την πολυτελή αφίσα της και να την κολλήσει παντού κατά χιλιάδες και επίσης αν πλήρωσε ένσημα στους αφισοκολλητές!
Είναι γεγονός ότι αυτή η αφίσα ενόχλησε πολύ όλους τους ναζιστές. Ο «Ελεύθερος Κόσμος» αφιέρωσε σε αυτήν ένα ολόκληρο πρωτοσέλιδο για να την καταγγείλει ότι τρομοκρατεί τους δικαστές της δίκης του Πλεύρη. Ο Γεωργιάδης δεν είπε στο κοινό του τι ήταν εκείνο που τον ενοχλούσε σε αυτήν. Δεν είπε δηλαδή ότι η αφίσα αποκάλυπτε τη θερμή υποστήριξη που έχει δώσει στο βιβλίο του Πλεύρη χαρακτηρίζοντάς το «το αγαπημένο του».
Είναι όμως αυτή η αποκάλυψη που τον υποχρέωσε να πετάξει έμμεσα τη λάσπη στην ολιγάριθμη Αντιναζιστική ότι έχει πλούσιους και σκοτεινούς χρηματοδότες. Αλλά η ταραχή του ήταν εμφανής και αποδείκνυε ότι αυτός είδε πραγματικά χιλιάδες φορές περισσότερες τις αφίσες από όσες ήταν στη πραγματικότητα.
Λοιπόν η αφίσα αυτή ήταν τετράχρωμη σε διαστάσεις 50 Χ 70 και τυπώθηκε σε 2000 αντίτυπα. Κολλήθηκαν οι 1800 από αυτές τις αφίσες, οι περισσότερες στο κέντρο της Αθήνας, κι οι υπόλοιπες στο κέντρο του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης. Το χαρτί, δύο δεσμίδες 70 Χ 100 κόστισε 110 Ευρώ, το τύπωμα 200 Ευρώ, οι 4 διαφάνειες των χρωμάτων μαζί με το εδώλιο 50 Ευρώ. Σύνολο 360 Ευρώ. Τόσα λίγα λεφτά και λίγα συνεργεία από συναγωνιστές μας που αφισοκόλλησαν είναι αρκετά για να ξεσκεπάσουν έναν τύπο που χώθηκε στη Βουλή κρύβοντας από το λαό την πραγματική απεχθή ιδεολογία του. Θα χαρούμε πολύ να γίνει η έρευνα που ζήτησε- σύμφωνα πάντα με τα λεγόμενά του- για να γελοιοποιηθεί και σε ψηλότερο επίπεδο.