ΝΕΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΚΗΣ ΣΟΣΙΑΛΦΑΣΙΣΤΙΚΗΣ ΒΙΑΣ

ΠΩΣ Ο ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ ΣΥΝΤΑΣΣΕΤΑΙ ΜΑΖΙ ΤΗΣ ΚΑΙ ΜΑΧΑΙΡΩΝΕΙ ΓΙΑ ΜΙΑ ΑΚΟΜΑ ΦΟΡΑ ΤΟ ΒΟΥΛΓΑΡΑΚΗ

Είχαμε εκτιμήσει για τη σύλληψη των μελών της «17Ν» ότι πρόκειται για απόσυρση των δολοφόνων από το σοσιαλφασιστικό μπλοκ επειδή είχε εκτεθεί στη Δύση λόγω της χρόνιας ασυλίας των τρομοκρατών ενώ από την άλλη είχε ισχυροποιηθεί αρκετά για να μη χρειάζεται την άμεση δολοφονική βία. Η εμφάνιση των συνεχιστών της «17Ν» οφείλεται στο ότι οι αντιστάσεις στο σοσιαλφασιστικό μπλοκ μέσα από τη ΝΔ, δηλαδή μέσα από την κυβέρνηση, είναι τόσο ισχυρές που δεν μπορούν να καμφθούν μόνο με τα πολιτικά πραξικοπήματα του τετρακομματικού συντονιστικού και με τη δύναμή του μέσα στην κρατική διοίκηση, οπότε χρειάζεται η χρήση τουλάχιστον κάποιου μέρους από την 17νοεμβρίτικη βία. Αυτή ήταν η περίπτωση Βουλγαράκη που δέχθηκε πυρά για τη φιλοδυτική του πολιτική σαν υπουργός Δημόσιας Τάξης. Παρά τη λυσσασμένη επίθεση του καθεστώτος, ο Καραμανλής δεν μπόρεσε να τον διώξει εντελώς από την κυβέρνηση.

Η επίθεση ενάντια στο Βουλγαράκη και η συγκάλυψη της από το καθεστώς

Ο Βουλγαράκης είχε «προειδοποιηθεί» από τον «Επαναστατικό Αγώνα» με δύο βομβιστικές επιθέσεις στα κτίρια του υπουργείου Οικονομικών και Απασχόλησης στο κέντρο της Αθήνας πριν από ένα χρόνο. Τότε, η ίδια συμμορία είχε αναλάβει την ευθύνη με προκήρυξη της στην οποία τον κατηγορούσε τότε ως υπουργό Δημόσιας Τάξης για την υπόθεση των απαγωγών των Πακιστανών.
Η νέα τρομοκρατική επίθεση στρεφόταν άμεσα ενάντια στο Βουλγαράκη και είχε σαν διακηρυγμένο στόχο τη δολοφονία του σαν «τιμωρία» για τα ίδια ακριβώς «εγκλήματα» για τα οποία τον κατηγορεί σύσσωμο το σοσιαλφασιστικό μπλοκ. Δεν ξέρουμε βέβαια αν πραγματικά θέλανε τη δολοφονία του ή αν γράφουν ότι τη θέλανε για να τον τρομοκρατήσουν παραπέρα αφού ήδη γνωρίζανε ότι η οικογένεια του ήταν σε κατάσταση νευρικής κρίσης από τις απειλές που δεχόταν το προηγούμενο διάστημα. Θεωρούμε ότι είναι πολύ πιθανό να είναι έτσι γιατί μια πολιτική δολοφονία σε αυτή τη φάση θα εξέθετε τον Καραμανλή στη Δύση και κυρίως θα εκθέτανε πολύ το ψευτοΚΚΕ και τον ΣΥΝ που βγήκαν πολύ μπροστά στην καταγγελία του.
Οι δράστες γράφουν στην προκήρυξή με την οποία ανάλαβαν την ευθύνη και δημοσιεύτηκε στο Ποντίκι στις 8/6: «Ξέρουμε ότι καμία ευθύνη δεν πρόκειται να αποδοθεί για τις υποκλοπές και τις απαγωγές των Πακιστανών από την κρατική «δικαιοσύνη». Η μόνη δικαιοσύνη που θα μπορούσε να αποδοθεί θα ήταν η εκτέλεση του Βουλγαράκη. Κι αν αποτύχαμε τώρα λόγω μιας άτυχης συγκυρίας, δεν σημαίνει ότι θα αποτύχουμε την επόμενη φορά που θα επιλέξουμε να χτυπήσουμε κάποιο κάθαρμα της πολιτικής ή οικονομικής εξουσίας». Στόχος του εκρηκτικού μηχανισμού ήταν το αυτοκίνητο που χρησιμοποιούσε ο Βουλγαράκης κάθε πρωί όταν έφευγε από το σπίτι. Η «ατυχής συγκυρία» ήταν ότι ο εκρηκτικός μηχανισμός δεν έσκασε ακριβώς τη στιγμή που περνούσε το αυτοκίνητο του Βουλγαράκη, οπότε δεν υπήρξε και το «επιθυμητό αποτέλεσμα». Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει η Καθημερινή (31/5) η έκρηξη έγινε τη στιγμή που ξεκινούσαν από το σπίτι το υπουργικό αυτοκίνητο και το συνοδευτικό ασφαλείας. «Tην ώρα που τα δύο αυτοκίνητα ξεκινούσαν από το σπίτι του κ. Bουλγαράκη, προπορεύθηκε αυτών τυχαία διερχόμενο αυτοκίνητο μαύρου χρώματος. Mόλις το προπορευόμενο αυτοκίνητο έφθασε στο σημείο, εξερράγη η βόμβα. Eπτά λεπτά νωρίτερα είχε διέλθει από το ίδιο σημείο η σύζυγος του κ. Bουλγαράκη, Kατερίνα Πελέκη, και λίγο πιο νωρίς τα παιδιά τους με το σχολικό λεωφορείο. Aπό την έκρηξη υπέστησαν υλικές ζημιές τέσσερα σταθμευμένα αυτοκίνητα και το αυτοκίνητο που διερχόταν εκείνη τη στιγμή… Tα δύο αυτοκίνητα, ανάμεσα στα οποία ήταν σταθμευμένο το ποδήλατο, υπέστησαν εξαιρετικά σοβαρές υλικές ζημιές, ενώ το ποδήλατο διαλύθηκε. Kομμάτια του πετάχτηκαν σε απόσταση 20 μέτρων, ενώ έσπασαν και τζάμια από το σχολείο που βρίσκεται σε κοντινή απόσταση. Eυτυχώς δεν είχε αρχίσει ακόμη η μαζική προσέλευση των μαθητών και στον χώρο βρίσκονταν μόνο μία καθαρίστρια και δύο παιδιά».
Το ότι η επίθεση έγινε έξω από το σπίτι το πρωί την ώρα που η οικογένεια βρισκόταν σε κίνηση, δεν ήταν καθόλου τυχαίο, και αποδείχνει την απόπειρα τρομοκράτησης ολόκληρης της οικογένειας. Τον ίδιο σκοπό εξυπηρετεί μία εσκεμμένα διφορούμενη αναφορά μέσα στο κείμενο της προκήρυξης στο σημείο όπου οι δράστες αναφέρονται στις προφυλάξεις ασφαλείας που υποτίθεται ότι είχαν πάρει για να μη χτυπήσουν πολίτες. Αυτό το σημείο έχει ως εξής: «Η ενέργεια θα γινόταν πριν τις οκτώ (ο Βουλγαράκης αναχωρούσε τις περισσότερες φορές μεταξύ 7.40 με 7.50 και σε διάστημα που το σχολείο δεν λειτουργούσε ενώ οι διερχόμενοι, πεζοί και οδηγοί, ήταν λίγοι. Δεν υπήρχε καμία πιθανότητα να κινδυνέψουν παιδιά ούτε κανείς άλλος (εννοείται ότι δεν μας απασχολούσε η σύζυγος του υπουργού ή τα παιδιά του) αφού δεν θα πυροδοτούσαμε το μηχανισμό αν υπήρχε κοντά στο σημείο που θα διερχόταν η αυτοκινητοπομπή του Βουλγαράκη πεζός ή μηχανοκίνητο, όπως και έγινε». Το συγκεκριμένο απόσπασμα στην πρώτη ανάγνωση ερμηνεύεται: «δεν μας απασχολούσε η ασφάλεια της συζύγου ή των παιδιών του». Στη δεύτερη ανάγνωση γεννιέται η αμφιβολία αν εννοεί τελικά ότι «δεν μας απασχολούσε να χτυπήσουμε τη σύζυγο ή τα παιδιά του». Σχολιάζει σχετικά η Ελευθεροτυπία (8/6) ότι πρόκειται για «μια αμφίσημη έκφραση που ο καλοπροαίρετος την ερμηνεύει ότι δεν ήθελαν να χτυπήσουν μέλη της οικογενείας του υπουργού και ο κακοπροαίρετος ότι δεν τους ένοιαζε αν χτυπούσαν τη σύζυγο ή τα παιδιά του. Είναι θέμα κακής διατύπωσης που δίνει δικαίωμα για διπλή ερμηνεία». Αλλά πως είναι δυνατό να δώσεις «καλή προαίρεση» λόγω «κακής διατύπωσης» σε ανθρώπους που δηλώνουν απερίφραστα πιο κάτω ότι λόγω μιας «ατυχούς συγκυρίας» δεν καταφέραμε να ξεπαστρέψουμε το θύμα μας;
Αμέσως μετά την επίθεση ΠΑΣΟΚ, ΣΥΝ και ψευτοΚΚΕ φρόντισαν για λόγους πολιτικής κάλυψης να διαχωριστούν από τη συγκεκριμένη πράξη χωρίς στ’ αλήθεια να την καταδικάσουν. Είναι χαρακτηριστικό ότι η συγκεκριμένη βία δεν καταγγέλθηκε σα φασιστική, ούτε έγινε πλατύ κάλεσμα στο λαό για την καταδίκη της. Η επίθεση αντιμετωπίστηκε περίπου σαν τροχαίο ατύχημα. Ο Γιώργος Παπανδρέου δήλωσε ότι είναι «ευχή μας η σύλληψη των δραστών». Σε κάθε περίπτωση επέμεινε στην κριτική κατά του Βουλγαράκη που μπορεί «να είναι έντονη πολλές φορές και ουσιαστική», αλλά είπε επίσης ότι και «η τρομοκρατία είναι πλήγμα κατά της δημοκρατίας”. Ο Συνασπισμός έκανε έμμεσα αναφορά σε «προβοκάτσια» και παρατηρεί ότι “τέτοιες απαράδεκτες ενέργειες υπονομεύουν την πολιτική ζωή, ενισχύουν συντηρητικές συμπεριφορές και λειτουργούν αποπροσανατολιστικά σε σχέση με τα μεγάλα προβλήματα του λαού και του τόπου”. Στο ίδιο μήκος κύματος και ο Ριζοσπάστης (31/5) έκανε την εξής ανάλυση «Δε θέλουμε να υπονοήσουμε απολύτως τίποτε, αλλά μόλις ακούσαμε, χτες το πρωί, την είδηση για τον εκρηκτικό μηχανισμό που τοποθετήθηκε κοντά στο σπίτι του πρώην υπουργού Δημόσιας Τάξης και νυν Πολιτισμού, Γ. Βουλγαράκη, σκεφθήκαμε το εξής: Τέτοιες ενέργειες βολεύουν πολύμορφα την κυβέρνηση και την εφαρμογή της αντιλαϊκής πολιτικής της...»
Η θέση περί «κυβερνητικής προβοκάτσιας» είναι η συνηθισμένη αντίδραση του ψευτοΚΚΕ και του ΣΥΝ από την εποχή της «17Ν». Πάντα αυτοί κατηγορούσαν το πολιτικό στρατόπεδο στο οποίο ανήκαν τα θύματά τους σαν τους πραγματικούς υπεύθυνους των δολοφονιών των μελών αυτού του στρατοπέδου. Επί 30 χρόνια κατηγορούν τους εχθρούς τους ότι έχουν την κακή συνήθεια να αυτοκτονούν σκοτώνοντας τα καλύτερα πολιτικά, δικαστικά, οικονομικά και επιχειρηματικά στελέχη τους. Όμως προβοκάτσια σημαίνει να σκοτώνει κανείς ένα ασήμαντο μέλος του στρατού του για να κάνει μετά πολύ θόρυβο ενάντια στον πολιτικό του εχθρό στον οποίο θα αποδώσει τη δολοφονία. Αλλά πότε οι νεκροί και τραυματίες του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ αξιοποιήθηκαν από αυτά τα δύο κόμματα για μια εκστρατεία ενάντια στο ψευτοΚΚΕ, τον ΣΥΝ, τη Ρωσία κλπ; Και τώρα ποια φασαρία έκανε ο Καραμανλής εναντίον εκείνων των κομμάτων που κατηγορούσαν το Βουλγαράκη; Καμιά. Ο αρχηγός της κυβέρνησης λειτούργησε ακριβώς αντίστροφα επιδεικνύοντας την πιο άθλια στάση από όλους: Περιορίστηκε σε κατ’ ιδίαν συμπαράσταση, λες και ήταν προσωπική υπόθεση του θύματος η επίθεση. Αυτή η συμπαράσταση ήταν ένα τηλεφώνημα στον Βουλγαράκη προκειμένου να εκφράσει τη στήριξη της κυβέρνησης και του ίδιου. Απέφυγε να κάνει δημόσια δήλωση καταδίκης της επίθεσης ή πολύ περισσότερο στήριξης της πολιτικής δραστηριότητας του υπουργού του στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης. Η μόνη συνέπεια της επίθεσης ήταν να αδυνατίσει πολιτικά το ίδιο το θύμα της, ο Βουλγαράκης. Αυτό φάνηκε στη διάρκεια της σύγκρουσης του καθεστώτος με τον Ορφανό κατά την οποία ο Βουλγαράκης δεν έκανε καμία απολύτως δήλωση υπέρ του υφυπουργού του παρόλο που ήταν ο αρμόδιος υπουργός.
Δεν είναι επίσης τυχαίο ότι η χρονική στιγμή που επιλέχτηκε η επίθεση, ήταν μία στιγμή κατά την οποία ο Βουλγαράκης είχε κάπως ανασάνει και σταθεροποιηθεί πολιτικά μετά τη θύελλα της Βόνταφον και των Πακιστανών, ιδιαίτερα αφότου τον στήριξε στην δεύτερη αυτή υπόθεση ο διάδοχος του στο υπουργείο Πολύδωρας. Μία μέρα πριν την επίθεση ο Πολύδωρας έδωσε συνέντευξη τύπου και μίλησε μεταξύ άλλων για την υπόθεση των Πακιστανών. Στη συνέντευξη αυτή είπε ότι δεν υπάρχουν στοιχεία ενοχοποιητικά για την ΕΥΠ και ότι: «ισχύουν όλα όσα μέχρι σήμερα έχουν δηλώσει για την υπόθεση των απαγωγών οι Α. Παπαληγούρας και Γ. Βουλγαράκης» ενώ «υποστήριξε ότι «ανέκρινε» την ΕΥΠ και πως θα παραιτηθεί, αν στην πορεία αποδειχτεί ότι η υπόθεση αυτή είχε άλλη εξέλιξη» (Ριζοσπάστης, 30/5).
Σε κάθε περίπτωση αν πράγματι ο σκληρός πυρήνας του σοσιαλφασιστικού μπλοκ ψευτοΚΚΕ – ΣΥΝ πίστευε ότι η τρομοκρατική επίθεση ήταν προβοκάτσια θα έπρεπε να καταγγείλει την ίδια την ενέργεια σαν προβοκατόρικη, και όχι να τη δικαιολογήσει όπως έκανε στην πράξη. Θα έπρεπε να δηλώσουν όλοι όσοι είχαν επιτεθεί με σφοδρότητα στον Βουλγαράκη την προηγούμενο περίοδο ότι δεν αναγνωρίζουν σε κανέναν «αυτόκλητο τιμωρό» να επιβάλει τη «δικαιοσύνη» του με φασιστικές μεθόδους, όπως η τρομοκρατική βία που δεν έχουν καμία σχέση με το λαό ή με οποιοδήποτε λαϊκό κίνημα. Θα έπρεπε να απαιτήσουν με κάθε τρόπο να ληφθούν όλα τα μέτρα από την πολιτεία για να μην μπορούν οι τρομοκράτες να επιβάλουν πραξικοπηματικά τη βία τους πάνω στην πολιτική ζωή του τόπου, αλλά και να καλέσουν το λαό να καταδικάσει τέτοιες ενέργειες. Αντίθετα, αυτοί βρήκαν άλλη μια ευκαιρία να κατηγορήσουν με μεγαλύτερη ένταση το θύμα και μόνο με λίγες λεξούλες μάλωσαν τους τραμπούκους ότι οι πράξεις τους «βολεύουν πολύμορφα την κυβέρνηση».
Η Αυγή μάλιστα που έχει γίνει χειρότερη και από το Ριζοσπάστη έφτασε στο σημείο να κατηγορήσει τους δημοσιογράφους που καταδίκασαν την επίθεση σα «τρομολάγνους» και σα φερέφωνα της ΝΔ που τους χρησιμοποίησε σε μία «επικοινωνιακή» εκστρατεία με στόχο το «ξέπλυμα» του Βουλγαράκη... Παραθέτουμε χαρακτηριστικό απόσπασμα από άρθρο της εφημερίδας της 1/6 δύο μόλις μέρες μετά το γεγονός (οι υπογραμμίσεις δικές μας): «Μια τεράστια επικοινωνιακή επιχείρηση στήθηκε χθες με αφορμή την έκρηξη σε απόσταση διακοσίων μέτρων από την οικία του υπουργού Πολιτισμού Γ. Βουλγαράκη. Μια επιχείρηση ξεπλύματος -έως και ηρωοποιήσεως- του πολλαπλώς εκτεθειμένου τ. υπουργού Δημόσιας Τάξης…
…Έτσι, χθες, από νωρίς το πρωί, ακούγαμε ότι μια τρομακτική έκρηξη διέλυσε τέσσερα αυτοκίνητα λίγα λεπτά πριν περάσει από δίπλα ο υπουργός Πολιτισμού με τη γυναίκα του και τα τέσσερα παιδιά του, ενώ μόνο από τύχη δεν θρηνήσαμε θύματα μεταξύ των μαθητών του δημοτικού σχολείου που βρίσκεται ακριβώς δίπλα. “Τυφλό χτύπημα των τρομοκρατών” αποφαίνονταν οι περισσότεροι αστυνομικοί ρεπόρτερς.
Πέρασαν δύο - τρεις ώρες πριν μάθουμε από την ανακοίνωση της ΓΑΔΑ ότι επρόκειτο για έκρηξη “μετρίας εντάσεως”, η οποία προκάλεσε “υλικές ζημιές σε τέσσερα σταθμευμένα και ένα διερχόμενο οχήματα”…
Η Αστυνομία μάλιστα εκτιμά πως η πυροδότηση δεν έγινε με ωρολογιακό μηχανισμό, αλλά με τηλεχειρισμό. Αυτό βέβαια σημαίνει πως το γεγονός πως δεν θρηνήσαμε θύματα δεν οφείλεται σε “τύχη” αλλά σε επιλογή αυτού ή αυτών που κρύβονται πίσω από την υπόθεση.
Φυσικά, κανείς -εκτός από τους δράστες προφανώς- δεν συμφωνεί με το να τοποθετούνται μετρίας ισχύος εκρηκτικοί μηχανισμοί διακόσια μέτρα από τα σπίτια τ. υπουργών Δημοσίας Τάξεως και γενικά με το να γίνονται ενέργειες που θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο ζωές ανθρώπων, ζώων, φυτών». Δεν έχει νόημα να σχολιάσουμε εδώ τον κανιβαλικό και χυδαίο σαρκασμό της εξίσωσης μεταξύ «τ. υπουργών Δημόσιας Τάξεως», και «ζώων και φυτών».
Ο ισχυρισμός ότι μία βομβιστική επίθεση σε δημόσιο χώρο είναι «ασφαλής» για τους πολίτες και δεν έχει κανένα κίνδυνο για τις ζωές τους (ούτε και γι’ αυτές των …ζώων και των φυτών του περιβάλλοντος χώρου) αφού έχουν τον έλεγχο του …τηλεχειρισμού οι κατά τεκμήριο «υπεύθυνοι» και «κοινωνικά ευαίσθητοι» τρομοκράτες είναι μία ακόμα προσβολή του νεκρού Αξαρλιάν από τους πολιτικούς υποστηρικτές των δολοφόνων του που ισχυρίζονται μέχρι σήμερα ότι ο θάνατος του ήταν «ατύχημα».

Οι ίδιοι οι δράστες θα έρθουν μία εβδομάδα μετά να συμφωνήσουν στην προκήρυξη τους ολοκληρωτικά με τον αρθρογράφο της Αυγής: «Όσοι υποστηρίζουν ότι το χτύπημα ήταν «τυφλό» και ότι δεν υπήρχε μέριμνα για τυχόν διερχόμενους πολίτες, είναι απλά ψεύτες. Οι περισσότεροι δημοσιογράφοι απέδειξαν ότι δεν είναι τίποτα άλλο παρά φερέφωνα της εξουσίας, επαναλαμβάνοντας συνεχώς το ίδιο παραμύθι, ότι η επίθεση ήταν «τυφλή».

Απολογητές των σοσιαλφασιστών τραμπούκων Καραμανλής – Γ. Παπανδρέου - ΣΥΝ και ψευτοΚΚΕ

Το μέτωπο της διακομματικής κάλυψης στην τρομοκρατική βία έσπασε με δηλώσεις των Βουλγαράκη, Ρουσόπουλου και κάποιων στελεχών της ΝΔ που κατάγγειλαν το πολιτικό υπόβαθρο της τρομοκρατικής επίθεσης, μιλώντας για «στοχοποίηση». Το βάρος αυτής της γραμμής το σήκωσε ο Ρουσόπουλος. Σε ενημέρωση που έκανε στους δημοσιογράφους είπε ότι ο Βουλγαράκης είχε «στοχοποιηθεί» και ότι η «στοχοποίηση είναι εμφανής σε όποιον παρακολουθεί τη δημοσιότητα των τελευταίων εβδομάδων» (Ελευθεροτυπία, 1/6).
Αμέσως, ο Ρουσόπουλος δέχθηκε μίας εκπληκτικής έντασης επίθεση από όλα τα κόμματα και τους φορείς στο όνομα της «ελευθερίας του τύπου». Όσο και αν έκανε πολλαπλές διευκρινίσεις ότι με τον όρο δημοσιότητα δεν εννοούσε «δημοσιεύματα», ούτε έκανε επίθεση στους δημοσιογράφους, τα πυρά συνεχίστηκαν αμείωτα. Το βασικό ζήτημα έπαψε να είναι η ίδια η δολοφονική απόπειρα και ο απόλυτος εχθρός έγινε ο Ρουσόπουλος. Όσοι ψέλλισαν δυο λόγια συμπάθειας για το Βουλγαράκη για λόγους πολιτικής κάλυψης, απόκτησαν τεράστια ευγλωττία για να καταδικάσουν το Ρουσόπουλο και με την ευκαιρία να ζητήσουν ξανά την παραίτηση του Βουλγαράκη, όπως ο Αθανασάκης του ΠΑΣΟΚ.
Το καθεστώς πάτησε σε μία πραγματική αδυναμία των τοποθετήσεων Ρουσόπουλου και Βουλγαράκη, στην ατολμία τους να καταγγείλουν τα ίδια τα κόμματα για την πολιτική σύμπλευση με τους τρομοκράτες, χρησιμοποιώντας μια έμμεση καταγγελία του τύπου, την «αρνητική δημοσιότητα». Ωστόσο, ήταν προφανές ότι η κύρια πλευρά των τοποθετήσεων τους στρεφόταν κατά της πολιτικής ταύτισης των κατηγόρων του Βουλγαράκη με τους τρομοκράτες και ακόμα περισσότερο προφανές ότι δεν υπήρξε καμία πράξη ή απειλή φίμωσης και λογοκρισίας. Είναι αποκαλυπτικό το ότι στην τρέχουσα αρθρογραφία, κατηγορήθηκαν εκ των υστέρων για υποστηριχτές της θεωρίας της «στοχοποίησης» και οι Πέτσος, Πολυζωγόπουλος ακριβώς επειδή είχαν τολμήσει και αυτοί να καταγγείλουν την πολιτική σύμπλευση τμήματος της πολιτικής ζωής με τους δράστες των επιθέσεων εναντίον τους. Με λίγα λόγια οι σοσιαλφασίστες κόλλησαν τη ρετσινιά του «λογοκριτή» σε όλα τα θύματα που είχαν το σθένος να αντιδράσουν στη σοσιαλφασιστική βία.
Είναι χαρακτηριστικό κι εδώ το δημοσίευμα της Αυγής (1/6) που δεν διστάζει να επιβραβεύσει τα «ευγενή κίνητρα» των τραμπούκων σοσιαλφασιστών και να ταχθεί στο πλευρό τους : «Αν εκείνοι που έβαλαν τη βόμβα ήθελαν να “τιμωρήσουν” τον Γ. Βουλγαράκη, δεν το έκαναν λόγω... δημοσιότητας, τουλάχιστον δεν ήταν αυτός ο κύριος λόγος. Το έκαναν, πρώτον, λόγω των πράξεων ή παραλείψεων του Γ. Βουλγαράκη και κυρίως γιατί έχουν την αίσθηση ότι η πλειοψηφία του λαού μας είναι αντίθετη με τις παράνομες απαγωγές και τον χειρισμό των υποκλοπών. Γι’ αυτό μην ψάχνουν άλλοθι στην τρομοκρατία η κυβέρνηση και ο Γ. Βουλγαράκης. Ας αναθεωρήσουν έμπρακτα τη στάση τους και ας δώσουν όλες τις λεπτομέρειες και των δύο υποθέσεων στη δημοσιότητα, τι έκαναν, τις εντολές έδωσαν».
Η υποκρισία και το θράσος των σοσιαλφασιστών είναι πρωτοφανείς γιατί είναι αυτοί οι ίδιοι που επέβαλαν πραγματική φίμωση στα ΜΜΕ αμέσως μετά τις συλλήψεις των μελών της «17Ν», με την εκστρατεία τους κατά της «τρομολαγνίας» πετυχαίνοντας λογοκριτικές επεμβάσεις του διακομματικού ΕΣΡ, της ΕΣΗΕΑ και του Δικηγορικού Συλλόγου. Απαγόρευσαν στην πράξη στα ΜΜΕ τη διερεύνηση των κρατικών διασυνδέσεων των 17Νοεμβριτών αλλά και την εκστρατεία της πολιτικής καταδίκης τους. Έτσι, φτάσαμε σήμερα να διεξάγεται η δίκη των μελών της δολοφονικής συμμορίας στο Εφετείο μέσα στην απόλυτη σιωπή, ενώ οι ίδιοι έχουν την απόλυτη κυριαρχία στην αίθουσα, επιβάλλοντας τη δικιά τους διαδικασία και απαγορεύοντας το λόγο σε συνηγόρους πολιτικής αγωγής και μάρτυρες.
Η πλήρης κατάρρευση της σοσιαλφασιστικής δημαγωγίας περί «φίμωσης του τύπου» ήρθε ακριβώς μέσα από τις φυλακές, όταν το κράτος εξασφάλισε στον Κουφοντίνα τηλεφωνική συνέντευξη στην Ελευθεροτυπία (1/6) για να τοποθετηθεί υπέρ της επίθεσης κατά του Βουλγαράκη!!! Ο Κουφοντίνας έσπευσε να χαρακτηρίσει την ενέργεια «συμβολική», ενώ κατάγγειλε κι αυτός τα ΜΜΕ που μίλησαν για διασυνδέσεις του «Επαναστατικού Αγώνα» με τα φυλακισμένα μέλη της «17Ν». Με τη σειρά της διαμαρτυρήθηκε και η Κούρτοβικ που χαρακτήρισε την επίθεση «δυναμική ενέργεια»: «Η σύνδεση των δικαζομένων στον Κορυδαλλό με κάθε δυναμική ενέργεια που γίνεται στην Ελλάδα εδώ και τρία χρόνια δεν στοχεύει σε τίποτε άλλο παρά στην επιβάρυνση του κλίματος της δίκης και στην επιδείνωση των ειδικών συνθηκών κράτησης των κατηγορουμένων αυτής της υπόθεσης».

Για άλλη μια φορά ο Καραμανλής σιωπώντας άφησε ακάλυπτους τους Ρουσόπουλο – Βουλγαράκη. Από την πλευρά τους οι δράστες του ανταπέδωσαν την αβρότητα στην προκήρυξή τους. Οι αναφορές τους στον Καραμανλή ήταν εξαιρετικά φειδωλές για την ευθύνη του σχετικά με την πολιτική της αντιτρομοκρατικής συνεργασίας με τη Δύση την οποία καταλογίζουν προσωπικά στο Βουλγαράκη. Η εφαρμογή από το Βουλγαράκη αυτής της πολιτικής, όπως θα θυμούνται οι αναγνώστες μας, είχε κάνει έξαλλο το Κρεμλίνο με αποτέλεσμα να ματαιωθεί η προγραμματισμένη επίσκεψή του στη Μόσχα τον Δεκέμβρη του 2005. Είχαμε γράψει σχετικά στο φ. 408 της Ν.Α. ότι: «Ο βασικός λόγος για τον οποίο ο ως χθες «πετυχημένος» Βουλγαράκης τέθηκε ξαφνικά στο στόχαστρο του καθεστώτος και κατηγορείται για τα πάντα, είναι ότι η συνεργασία του με τις ΗΠΑ και την ΕΕ ειδικά στον τομέα της αντιτρομοκρατικής πολιτικής στα Βαλκάνια δυσαρέστησε εξαιρετικά τη Μόσχα. Είναι χαρακτηριστικό ότι το από πολύ καιρό προγραμματισμένο ταξίδι του Βουλγαράκη στη Ρωσία για τις 23-27/10, αναβλήθηκε την τελευταία στιγμή από τη ρώσικη πλευρά (όπως αναφέρεται στη σχετική ανακοίνωση του υπουργείου δίχως καμία απολύτως ουσιαστική εξήγηση «λόγω επιτακτικών και απρόβλεπτων υποχρεώσεων των συνομιλητών του κ. Υπουργού», δηλαδή του Ι. Ιβανόφ, γενικού γραμματέα του Συμβουλίου Ασφάλειας της Ρωσίας, του Ρ. Ναργκαλίγεφ, υπουργού Εσωτερικών και του Ν. Πατρούσεφ, επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Εθνικής Ασφάλειας-πρώην KGB». Στο απόσπασμα της προκήρυξης που αφορά τις υποκλοπές γίνεται αναφορά στην προσωπική και κατεξοχήν ευθύνη Βουλγαράκη: «Αυτός είναι υπεύθυνος για την έναρξή τους, τη συνέχισή τους, αυτός είναι υπεύθυνος για την παραχώρηση της άδειας στους εγκληματίες των αμερικάνικων υπηρεσιών CIΑ και NSA να θεωρούν τον ελλαδικό χώρο ως χώρο συμφερόντων τους, (η υπογράμμιση δικιά μας) αυτός είναι υπεύθυνος που πράκτορες διαφόρων εθνικοτήτων παρακολουθούν τις ζωές μας. Η ευθύνη του πρωθυπουργού Κ. Καραμανλή σε αυτή την ιστορία, ως πολιτικός προϊστάμενος του Βουλγαράκη, είναι για μας δεδομένη». Ο Καραμανλής, αν και προϊστάμενος δεν έχει την πρωταρχική ευθύνη σαν αρχηγός της κυβέρνησης του για τις πράξεις της, αλλά απλή συνυπευθυνότητα. Μάλιστα, η ευθύνη του Καραμανλή ως «προϊστάμενου» αρχίζει και τελειώνει με τη θητεία του Βουλγαράκη στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης, ενώ η ευθύνη του ίδιου του Βουλγαράκη επεκτείνεται στο άπειρο. Όπως αναφέρεται στη συνέχεια της προκήρυξης: «Για τη διαμόρφωση αυτού του ονειρεμένου για τους εξουσιαστές κόσμου, ο Βουλγαράκης πρόσφερε πολλά μέσα σε μισή μόνο θητεία. Η προσφορά του εκτιμήθηκε από τον πρωθυπουργό που αποφάσισε να τον προφυλάξει πολιτικά, δίνοντας του με τον ανασχηματισμό το υπουργείο Πολιτισμού. Η μετάθεσή του αυτή όμως δεν τον απαλλάσσει από τις μέχρι τώρα ευθύνες του, όπως θα ήθελε να πιστεύει. Για τις επαναστατικές δυνάμεις αυτού του τόπου, είναι ένοχος εγκλημάτων που αν αγνοηθούν θα έχουν αυτόματα νομιμοποιηθεί». Έτσι ελαφρύνουν όσο πιο πολύ μπορούν πολιτικά τον Καραμανλή, αφού για τον ίδιο δεν έχουν να καταλογίσουν καμία «προσφορά» στον «κόσμο των εξουσιαστών» σε «μισή μόνο θητεία».
Δύο εβδομάδες μετά την επίθεση ο Καραμανλής θα τιμήσει με την παρουσία του προσκαλεσμένος από τον Γ. Παπανδρέου τις εκδηλώσεις μνήμης του ΠΑΣΟΚ για τον Ανδρέα Παπανδρέου ενώ είχε ήδη κατατεθεί πρόταση στη Βουλή από ΠΑΣΟΚ, ΣΥΝ και ψετοΚΚΕ για σύσταση εξεταστικής επιτροπής για την υπόθεση των απαγωγών των Πακιστανών. Λίγες μέρες αργότερα σε συζήτηση στη Βουλή προ ημερησίας διατάξεως με θέμα τη δημοκρατία και τους θεσμούς, ο Γ. Παπανδρέου «αν και εξέφρασε τη χαρά του που τόσο ο Κ. Καραμανλής όσο και άλλα στελέχη της Ν.Δ. τίμησαν τον ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ, συνδύασε την αποστροφή του με άσκηση δριμύας κριτικής, αλλά και συγκρίσεων.
«Κανένας Πακιστανός, κανένας άνθρωπος δεν θα έπεφτε θύμα απαγωγής, κανένα παρακράτος δεν θα μπορούσε να υπάρχει, δεν θα μπορούσε να συρθεί η Ελλάδα στη διαδικασία της απογραφής, να χάνει το κύρος της, αν ήταν πρωθυπουργός ο Α. Παπανδρέου, αν ήταν πρωθυπουργός ο Κ. Σημίτης. Αυτή είναι η δική μας πολιτική παρακαταθήκη, μια παρακαταθήκη που συνδέθηκε με το ξήλωμα του δεξιού παρακράτους της χώρας μας…».
Η απάντηση του κ. Καραμανλή ήταν ιδιαίτερα σκληρή: «Λυπάμαι, που ακόμα και αυτή τη χειρονομία επιχειρήσατε να την εκμεταλλευτείτε για να βγάλετε ρηχές κορόνες. Ήρθα γιατί πραγματικά τιμώ τον Α. Παπανδρέου. Διαφωνώ με πολλές από τις επιλογές του, αλλά σέβομαι τη μνήμη και τιμώ την ιστορική του διαδρομή. Το έκανα και για εσάς, κ. Παπανδρέου, γιατί, εκτός από ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ, ήταν και πατέρα σας. Ήρθα γιατί πιστεύω βαθιά ότι οι διαχωρισμοί, οι ακρότητες οι υπερβολές και η ροπή στον φανατισμό υπήρξαν παιδικές ασθένειες στον δημόσιο βίο μέχρι πρόσφατα. Είναι λυπηρό, λάθος, και κατώτερο των περιστάσεων ότι προσπαθήσατε να το εκμεταλλευθείτε, αλλά ελπίζω ότι είναι επανορθώσιμο» (Ελευθεροτυπία, 23/6).
Ο Γ. Παπανδρέου κατηγορεί τον Καραμανλή για δεξιό παρακράτος και αυτός του απαντά ότι τον τιμά σαν παιδί του πατέρα του και ότι πρέπει να αρθούν οι διαχωρισμοί. Εκτιμάει μάλιστα ότι το λάθος του «φανατισμού» του Γ. Παπανδρέου είναι «επανορθώσιμο»!!!
Σε ότι αφορά τις ίδιες τις υποθέσεις των υποκλοπών και των απαγωγών των Πακιστανών, από τις μέχρι τώρα έρευνες δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν ευθύνες της ΕΥΠ και του ίδιου του Βουλγαράκη, ούτε την εμπλοκή της CIA, της NSA, της MI6, της Μοσάντ κλπ Το μόνα στοιχεία που έχουν προκύψει με σαφήνεια από αυτές τις έρευνες αφορούν την υπόθεση των υποκλοπών για τις οποίες βρέθηκε ότι το κέντρο τους βρισκόταν ακριβώς δίπλα από τα γραφεία του Κόκκαλη στις εγκαταστάσεις της Ιντρακόμ στην Παιανία, ότι οι πρώην τεχνικοί της Ιντρακόμ εμπλέκονται στη λειτουργία του κέντρου όπου τοποθετήθηκε το παράνομο λογισμικό, και ότι η ίδια η Ιντρακόμ εμπλέκεται σαν προμηθεύτρια λογισμικού. Όμως ο Κόκκαλης είναι προστατευόμενος του καθεστώτος και των τραμπούκων του και γι’ αυτό το λόγο ασύδοτος και ανέλεγκτος.

Οι σοσιαλφασίστες έχουν κάνει αυτές τις υποθέσεις σημαία τους υπερασπίζοντας δήθεν τα ανθρώπινα δικαιώματα και την προστασία της ασφάλειας και των επικοινωνιών των πολιτών από τα «ξένα κέντρα» και τις «μυστικές υπηρεσίες», ενώ είναι αυτοί οι ίδιοι που έχουν δώσει την εξουσία στον Κόκκαλη, έναν άνθρωπο που αποδειγμένα έχει θητεύσει σαν κατάσκοπος της Στάζι, να ελέγχει τις τηλεπικοινωνίες της χώρας, και τώρα ετοιμάζονται να δώσουν τον ίδιο τον ΟΤΕ στη σύμπραξη του Κόκκαλη και τις ρώσικης Σιστέμα. Είναι αυτοί που προσφέρουν πάντα την πιο θερμή υπεράσπιση σε όσους σκορπούν τον τρόμο με βίαιες επιθέσεις στο κέντρο της Αθήνας. Είναι αυτοί που θέλουν να οδηγήσουν τη χώρα στην απόλυτη βαρβαρότητα. Θα βρουν μπροστά τους την αντίσταση των δημοκρατικών ανθρώπων του λαού που θα μεγαλώνει όσο θα αποκαλύπτεται ο βρώμικος χαρακτήρα τους.