ΟΙ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ ΤΗΣ ΜΠΟΥΡΜΠΟΥΛΙΑ ΣΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΔΕΝ ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΝΟΥΝ ΤΟΥΣ ΔΙΩΚΤΕΣ ΤΗΣ

Αφού χαλάσανε τον κόσμο να φωνάζουν για τα υποτιθέμενα αστρονομικά ποσά (2,5 δις δρχ.) που έχουν κατατεθεί στο όνομα της Κ. Μπουρμπούλια σε ελβετικές τράπεζες από πρώην κατηγορούμενους επιχειρηματίες, τελικά οι λογαριασμοί αυτοί ανοίχτηκαν και δε βρέθηκε τίποτα το αξιόποινο.
Όπως αναφέρουν οι εισαγγελικές αρχές, οι λογαριασμοί στην ελβετική τράπεζα UBS είναι συνολικής αξίας 553.319 ευρώ (περίπου 190 εκ. δρχ.). Βρέθηκε μόνο μία κατάθεση από ιδιώτη για ποσό 217.000 ευρώ.
Η Μπουρμπούλια κατηγορείται από τις ελληνικές αρχές για ξέπλυμα βρόμικου χρήματος και κατάχρηση εξουσίας, αλλά η πραγματική αιτία της δίωξής της είναι ο τρόπος που διεξήγαγε την έρευνα γύρω από την υπόθεση του χρηματιστηριακού σκανδάλου στα 1999-2001, όπου, αντί να απαλλάξει τον ευνοούμενο του καθεστώτος Ευ. Μυτιληναίο –που ανήκει στη νέα ισχυρή τάξη των καπιταλιστών με δεσμούς με το ανατολικό κεφάλαιο και την οποία τάξη έχουμε ονομάσει κρατικοφασιστική ολιγαρχία– τον βρήκε ένοχο αθωώνοντας άλλους επιχειρηματίες που, σύμφωνα με τις καθεστωτικές προθέσεις, θα έπρεπε να καταδικάσει. Έτσι, το Νοέμβρη του 2005 το Μονομελές Πρωτοδικείο καταδίκασε με ποινές φυλάκισης και χρηματικό πρόστιμο τρεις από τους κατηγορουμένους: το Μυτιληναίο με τρία χρόνια και 5.000 ευρώ, τον κύπριο επιχειρηματία Π. Παπαδόπουλο με τέσσερα χρόνια και 12.000 ευρώ και το Σ. Μαντακίδη με δύο χρόνια κάθειρξη και 8.000 ευρώ πρόστιμο. Εννοείται ότι, αντίθετα από τη ναζιστικού τύπου αντικαπιταλιστική λογική των διωκτών, ο πιο βασικός υπεύθυνος της χρηματιστηριακής φούσκας ήταν η τότε κυβέρνηση, που όχι μόνο στήριζε την πολιτική της στον εκθειασμό αυτής της φούσκας, όχι μόνο ενθάρρυνε τις τράπεζες να δανείζουν μαζικά τους ανυποψίαστους μικρούς και μεγάλους κερδοσκόπους «επενδυτές», αλλά έδωσε και εντολή στους δημόσιους οργανισμούς και την κρατική ΔΕΚΑ να διαθέσουν τεράστια κεφάλαια, για να κρατήσουν με τεχνητό τρόπο ψηλά την τιμή του Χρηματιστηρίου.
Στα 2003 γίνονται οι πρώτες «αποκαλύψεις» ενάντια στην Μπουρμπούλια, που αξιοποιούν το γεγονός ότι αυτή κινείται στην προσωπική της ζωή με την ελαφρότητα και τη σιγουριά μιας μεγαλοαστής που δε διστάζει να συναναστρέφεται κατηγορούμενους και δικηγόρους των υποθέσεων που ερευνά. Εύκολα λοιπόν οδηγείται σε παραίτηση από το Δικαστικό Σώμα, ενώ στις αρχές του 2005 αντιμετώπισε την πρώτη της καταδίκη για μη υποβολή δήλωσης «πόθεν έσχες». Στις 17 Σεπτέμβρη αποφάσισε να επισκεφτεί τους συγγενείς της στη Γαλλία. Τότε βρήκαν ευκαιρία οι διώκτες της να εκδώσουν ένταλμα σύλληψής σε βάρος της, χωρίς προηγουμένως να την καλέσουν να παρουσιαστεί για εξέταση. Η ίδια εξηγεί: «Είχα σκοπό να επιστρέψω στην Ελλάδα, αλλά η ελληνική Δικαιοσύνη προτίμησε να ανακοινώσει το ένταλμα σύλληψής μου στα ΜΜΕ και δεν περίμενε την επιστροφή μου, παρ’ όλο που γνώριζαν πολύ καλά την ημερομηνία επιστροφής μου. Ήταν σαν να μου έλεγαν μην έρθεις. Αποφάσισα να μείνω στο Παρίσι. Περίμενα πότε θα μου στείλουν νόμιμη κλήση στο σπίτι μου στην Αθήνα και αμέσως θα έπαιρνα το πρώτο αεροπλάνο να γυρίσω. Ήθελα να διατηρήσω την αξιοπρέπεια του ονόματός μου που έχει σπιλωθεί» (2-2). Οι ελληνικές αρχές έστειλαν αίτημα έκδοσης της στη Γαλλία. Ο γάλλος γενικός εισαγγελέας χαρακτήρισε ανεπαρκή τον ελληνικό φάκελο της δικογραφίας, ο οποίος έφτασε στις γαλλικές δικαστικές αρχές λίγο πριν την έναρξη της δικαστικής διαδικασίας για την έκδοση. Οι κατηγορίες περί ξεπλύματος βρόμικου χρήματος και κατάχρησης εξουσίας στηρίζονται σε κατάθεση αφερέγγυου δημοσιογράφου, ενώ η σε βάρος της καταδικαστική απόφαση για δωροδοκία δεν έχει καταστεί ακόμη αμετάκλητη. Ο δικηγόρος της Κ. Μπουρμπούλια επικαλέστηκε τη διχογνωμία του εισαγγελέα Π. Νικολούδη με τον ανακριτή Γ. Σίδερη σχετικά με τη νομιμότητα του εντάλματος σύλληψης. Χαρακτηριστικό της αντιφατικότητας των σε βάρος της καταθέσεων είναι ότι, ενώ αρχικά την κατηγόρησαν ότι προέβη σε ξέπλυμα 120 εκ. δρχ. μέσω αγοράς ενός σπιτιού, στη συνέχεια είπαν ότι το έκανε με ομόλογα.
Η εκστρατεία για την εξόντωση της Κ. Μπουρμπούλια αρχικά ξεκίνησε με στόχο να καταργηθεί το πόρισμά της και να τιμωρηθούν οι επιχειρηματίες που είχε από την αρχή βάλει στο μάτι το καθεστώς. Αυτός ο στόχος επιτεύχθηκε, αφού οι επιχειρηματίες αυτοί βρίσκονται τώρα στο κέντρο μιας νέας διαδικασίας δίωξης. Εδώ και μήνες έχει μπει ένας νέος στόχος από το βαθύ πολιτικό καθεστώς, που η Μπουρμπούλια τον πληρώνει με την προφυλάκισή της. Ο στόχος είναι να αποδειχτεί ότι υπήρξε μια συμμορία δικαστικών, δικηγόρων και αστών δυτικού τύπου, στην οποία συμμετείχε η Μπουρμπούλια και μαζί της ο Κεχαγιόγλου, ο πιο πολιτικός αντι17νοεμβρίτης συνήγορος των θυμάτων της «17Ν». Σύμφωνα μ’ αυτό το σενάριο, αυτή η συμμορία, που ονομάστηκε παραδικαστικό κύκλωμα, αποτελούσε το παρακράτος των αστών επιχειρηματιών μέσα στη δικαστική εξουσία. Με πρόσχημα την εξουδετέρωση αυτού του φανταστικού παρακρά τους μπορεί το αληθινό παρακράτος, που είναι το παρακράτος των ρωσόδουλων, να κάνει ευρείες εκκαθαρίσεις, αποσπάσεις και μεταθέσεις δικαστικών, μέσω των οποίων θα μπορέσει να ελέγξει σε βάθος χρόνου το μόνο κομμάτι της πολιτικής κρατικής μηχανής που του διαφεύγει εδώ και δεκαετίες περισσότερο από κάθε άλλο, τη δικαστική εξουσία. Οι κατηγορούμενοι που υποτίθεται ότι είναι μέλη του παραδικαστικού κυκλώματος προφυλακίζονται, για να προκαταβάλλεται η κοινή γνώμη να τους θεωρεί ενόχους, και μάλιστα επικίνδυνους εγκληματίες, και ταυτόχρονα να εκλαμβάνονται σαν τόσο αδύναμοι ηθικά, νομικά και πολιτικά, ώστε να μπορεί να ενθαρρυνθεί οποιοσδήποτε ψευδομάρτυρας να καταθέσει εναντίον τους. Αυτή η άδικη και καταχρηστική μέθοδος ηθικής και νομικής εξόντωσης του κατηγορούμενου χρησιμοποιείται και κατά του πιο διαβλητού, αλλά όχι λιγότερο δαιμονοποιημένου Γιοσάκη. Το τωρινό ελληνικό δικαστικό σύστημα με επικεφαλής τους Παπαληγούρα και Λινό λειτουργεί σαν μια μηχανή προαποφασισμένων και επιλεκτικών διώξεων με μεθόδους συχνά παράνομες, που θυμίζει τις δικαστικές διώξεις της πουτινικής Ρωσίας. Όπως εκεί, έτσι κι εδώ τα δικαστήρια λειτουργούν σα μηχανισμοί εξόντωσης ή προβοκαρίσματος των μερίδων της αστικής τάξης που αντιστέκονται στις κυρίαρχες φασιστικές.
Οι δημοκρατικοί άνθρωποι πρέπει να παρακολουθούν προσεκτικά όλα τα στοιχεία αυτών των υποθέσεων και να μην πέφτουν στην παγίδα που τους στήνουν οι λαϊκιστές κάθε είδους, ότι δηλαδή αυτές οι υποθέσεις αφορούν την αστική τάξη και όχι το λαό. Η ιστορία μας διδάσκει ότι οι φασισμοί ήρθαν στην εξουσία ως συμμαχία του πιο αρπακτικού μεγάλου κεφαλαίου με τμήματα του λαού ενάντια στην ως τότε κυρίαρχη μερίδα της αστικής τάξης. Όμως, μόλις οι φασίστες ήρθαν στην εξουσία, το πρώτο τους μέλημα ήταν η δικτατορία πάνω στο λαό και στη συνέχεια το ρίξιμο αυτού του λαού στις πιο επιθετικές πολεμικές περιπέτειες και τραγωδίες.
Εμείς, ως υπερασπιστές της ανθρώπινης απελευθέρωσης, δε θα υποστηρίξουμε ποτέ τους διωκόμενους μεγαλοαστούς ως τέτοιους απέναντι στο λαό, δηλαδή δε θα υπερασπιζόμαστε τα κοινωνικά τους προνόμια ούτε το ανταγωνιστικό τους πνεύμα, ούτε τις όποιες πολιτικές διασυνδέσεις τους με τον κρατικό μηχανισμό, όμως πάντα θα τους υπερασπιζόμαστε όταν διώκονται από τη φασιστική αστική τάξη, και μάλιστα με τη μεγαλύτερη αποφασιστικότητα, όταν αυτές οι διώξεις επιτυγχάνονται με την καταπάτηση της αστικής δημοκρατικής νομιμότητας. Σε τέτοιες μη αντεπαναστατικές περίοδες η νομιμότητα αυτή είναι εφεδρεία του λαού και όχι της πολιτικής αντίδρασης.