ΝΕΑ ΑΝΑΤΟΛΗ, αρ. φύλλου 159, 24 Μάρτη 1992.

ΜΕ ΟΔΗΓΟΥΣ ΤΟΥΣ ΜΑΡΞ – ΕΝΓΚΕΛΣ ΝΑ ΒΡΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΄21
Ο σοβινισμός εμποδίζει τους έλληνες μαρξιστές να αναλύσουν το ΄21


ΤΟ 1821 ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ
Η μαρξιστική θέση για την ελληνική εξέγερση του 1821

Αυτές τις μέρες θα έχουν την τιμητική τους μεγαλόστομες ρητορείες για το “μεγαλείο της φυλής”, για την “εθνική παλιγγενεσία”, για την “καθόλου τυχαία σύμπτωση του ξεσπάσματος της επανάστασης με τον ευαγγελισμό της Θεοτόκου” και άλλα παρόμοια. Αναμένεται δριμύς βομβαρδισμός από τύπο, ραδιόφωνο και κανάλια, διαποτισμένος και εμπλουτισμένος και με μπόλικο “μακεδονικό”.
Αυτά από τον κλασσικό, τον παλαιοδεξιού τύπου σοβινισμό και ψευτοπατριωτισμό.
Από την άλλη πλευρά, ο σοβαροφανής “μαρξισμός” τύπου ψευτοΚΚΕ και μ-λ οπορτουνισμού θα μιλήσει σε πιο ήπιους τόνους, χωρίς όμως να διαφωνήσει στην ουσία , για “προοδευτικό χαρακτήρα της εξέγερσης του ΄21, για τους απελευθερωτικούς πόθους του λαού” που βρήκαν την έκφραση τους στην εξέγερση αυτή και για τις μεγάλες Δυνάμεις (εννοώντας, βέβαια, μόνο -ή κυρίως- τις δυτικές δυνάμεις που προσπάθησαν να “φρενάρουν” την επανάσταση.
Κάποτε θα πρέπει να αντιληφθούν όλοι αυτοί ότι δεν μπορείς να παίζεις με το μαρξισμό. Ότι δεν μπορείς να παριστάνεις το μαρξιστή και να στηρίζεσαι στα τσιτάτα του σ΄ όλα τα ζητήματα εκτός απ΄ αυτά που έχουν σχέση με το ΄21. Και τα κείμενα, τόσο του Μαρξ όσο και του Ένγκελς, είναι αρκετά για να σχηματίσει κανείς μια ολοκληρωμένη άποψη για το χαρακτήρα της εξέγερσης του 1821. Και είναι τόσο κατηγορηματικές οι τοποθετήσεις τους που να μην επιδέχονται ηθελημένες παρερμηνείες και ν΄ ανοίγουν “παραθυράκια” για αντίθετες εκτιμήσεις.
Κάποτε, λοιπόν, αυτή η φιλολογία θα πρέπει να σταματήσει και η ιστορική αλήθεια να φωτιστεί. Κι αυτό όχι μόνο για την αποκατάσταση της Ιστορίας και την απόδοση των ευθυνών εκεί που ανήκουν, αλλά γιατί μόνο μ΄ αυτή την επανεκτίμηση της Ιστορίας μπορεί να κατανοηθεί όλη η πορεία του νεοελληνικού κράτους από τη στιγμή της ίδρυσης του, μόνο έτσι μπορεί να κατανοηθεί γιατί η Μεγάλη Ιδέα αποτελούσε και αποτελεί την πεμπτουσία της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής εδώ και 170 χρόνια, μόνο έτσι μπορεί να κατανοηθεί γιατί η αντίληψη αυτή (της Μεγάλης Ιδέας) οδηγούσε πάντα και οδηγεί και σήμερα στην προσκόλληση της Ελλάδας στο άρμα κάποιας ιμπεριαλιστικής δύναμης και επομένως σε εθνικές περιπέτειες από τις οποίες ο μεγάλος χαμένος είναι πάντα ο λαός κι η επανάσταση.
Με λίγα λόγια, η νεοελληνική ιστορία πρέπει να ξαναγραφτεί. Προς το παρόν ας κάνουμε μερικά πρώτα βήματα σ΄ αυτή την κατεύθυνση. Ας μας συγχωρήσουν προκαταβολικά οι υπομονετικοί μας αναγνώστες για τις ατέλειες και τις παραλείψεις μας, οι οποίες οφείλονται κυρίως στην έλλειψη χρόνου.
Προτιμήσαμε όμως αντί να μη γράψουμε τίποτα για το ΄21, να γράψουμε τη βασική μας θέση, τη μαρξιστική θέση, έστω και αν παρουσιαστεί όχι ολοκληρωμένα.
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν.

ΤΟ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ

Κλειδί για την κατανόηση της μαρξιστικής θέσης για το χαρακτήρα της εξέγερσης του 1821 είναι να κατανοήσουμε τι ήταν το ανατολικό ζήτημα και πως ο μαρξισμός το συνέδεε με την επανάσταση στην Ευρώπη.
Σε γενικές γραμμές ανατολικό ζήτημα σήμαινε τον περασμένο (και όχι μόνο) αιώνα ποια θα ήταν η τύχη των εδαφών της οθωμανικής αυτοκρατορίας την εποχή που αυτή κατέρρεε.
Από τις αρχές του 17ου αιώνα στην οθωμανική αυτοκρατορία άρχιζαν να παρουσιάζονται σημάδια παρακμής, τόσο στρατιωτικοπολιτικής όσο και κοινωνικής. Τα σημάδια αυτά από τα 1700 και κάτω άρχισαν να γίνονται όλο και πιο έντονα και η κεντρική (σουλτανική) εξουσία άρχισε να γίνεται όλο και πιο χαλαρή. Φυγόκεντρες τάσεις άρχισαν ν΄ αναπτύσσονται στην περιφέρεια της αυτοκρατορίας και η τάση διαμελισμού της ήταν πια ορατή.
Την αναπόφευκτη διάλυση της οθωμανικής αυτοκρατορίας είχαν διαπιστώσει κι ο Μαρξ με τον Ένγκελς. Το ζήτημα είναι ποιος θα έβγαινε ο μεγάλος κερδισμένος από το μοίρασμα της πίτας. Θα αποκτούσαν οι υπόδουλοι λαοί πραγματική εθνική ανεξαρτησία; Αυτό ήταν το ένα ενδεχόμενο. Θα προσαρτούνταν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, φανερά ή κρυφά, τα εδάφη αυτά στις μεγάλες δυνάμεις της εποχής; Θα υπάγονταν τα νέα κράτη που θα δημιουργούνταν στην επιρροή κάποιας από τις μεγάλες δυνάμεις; Αυτό ήταν ένα δεύτερο ενδεχόμενο. Και, αν ήταν αναπόφευκτη η επιρροή των μεγάλων δυνάμεων στα νέα κράτη σε ποια απ΄ αυτές ήταν πιο συμφέρον για την επανάσταση στην Ευρώπη να προσκολληθούν τα κράτη αυτά; Ή, για να πούμε πιο σωστά, σε ποια κυρίως από τις δυνάμεις της Ευρώπης έπρεπε πάση θυσία ν΄ αποφύγουν να προσκολληθούν τα νέα κράτη; Αυτό ήταν το τρίτο ενδεχόμενο.
Για το μαρξισμό η “καθαρή” λύση του ζητήματος βρισκόταν στην ίδια την ευρωπαϊκή επανάσταση. Βλέποντας τη να επέρχεται και θεωρώντας ότι θα ήταν ορμητική πίστευαν ότι θα σάρωνε ταυτόχρονα τη δυτική κεφαλαιοκρατία και την τσαρική απολυταρχία, έτσι θα άνοιγε το δρόμο στη σοσιαλιστική συναδέλφωση των λαών και βέβαια το ανατολικό ζήτημα θα εξαφανιζόταν αυτόματα από το προσκήνιο αφού θα εξέλειπαν οι δυνάμεις που το συντηρούσαν.
Γράφει ο Ένγκελς στην New York Daily Tribune (21 του Απρίλη 1853):
“Η λύση του τούρκικου προβλήματος, όπως και άλλων μεγάλων προβλημάτων, επιφυλάσσεται στην Ευρωπαϊκή Επανάσταση. Και δεν είναι παράτολμο να εντάξουμε τούτο το άσχετο, από πρώτη όψη, ζήτημα στον τομέα των αρμοδιοτήτων του μεγάλου επαναστατικού κινήματος(…). Τα προκεχωρημένα φυλάκια της επόμενης επανάστασης πρέπει να ΄ναι η Πετρούπολη κι η Κωνσταντινούπολη. Αυτές είναι οι δύο πιο τρωτές θέσεις, όπου πρέπει να χτυπηθεί ο ρώσικος αντεπαναστατικός κολοσσός”.
Ωστόσο, αν αυτή η λύση ήταν η επιθυμητή και αναπόφευκτη στο μέλλον, αυτό δεν σημαίνει ότι ήταν και άμεσα εφαρμόσιμη. Πρέπει σε κάθε φάση του κινήματος, για να φέρεις πιο κοντά την επανάσταση να εντοπίζεις τον κύριο εχθρό και εκεί να συγκεντρώνεις και να κατευθύνεις τα πυρά σου, συμμαχώντας ταχτικά με τους όχι κύριους εχθρούς του κινήματος.

ΠΟΙΟΣ ΗΤΑΝ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΕΧΘΡΟΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

Στο ζήτημα αυτό ο Μαρξ και ο Ένγκελς ήταν κατηγορηματικοί: ο μεγαλύτερος κίνδυνος προέρχεται από την κοινωνικά υπανάπτυκτη, αλλά πολιτικά και διπλωματικά εξαιρετικά δυναμική τσαρική Ρωσία.
Κάθε ενίσχυση ή επέκταση (της τσαρικής Ρωσίας) δεν μπορεί παρά να σημαίνει ανάσχεση της ευρωπαϊκής επανάστασης και συρρίκνωση των δυνατοτήτων της. Και το πανευρωπαϊκής σημασίας αυτό ενδεχόμενο συνδέεται πάλι άμεσα με το ανατολικό ζήτημα αφού ένας από τους προσφορότερους χώρους πιθανής εκδήλωσης του ρώσικου επεκτατισμού είναι ακριβώς η αποσυντιθέμενη ευρωπαϊκή Τουρκία.
Γράφει πάλι ο Ένγκελς στη New- York Daily Tribune (12 του Απρίλη 1853):
“Η Ρωσία είναι πέρα από κάθε αμφιβολία κατακτητικό έθνος, και ήταν τέτοιο έναν αιώνα ολόκληρο πριν το μεγάλο κίνημα του 1789 ξυπνήσει την έντονη ενεργητικότητα ενός τρομερού ανταγωνιστή. Εννοούμε την ευρωπαϊκή Επανάσταση, την εκρηκτική δύναμη των δημοκρατικών ιδεών και τη φυσική δίψα του ανθρώπου για ελευθερία. Από την εποχή αυτή και μετά, στην πραγματικότητα δεν υπήρξαν παρά δύο μόνο δυνάμεις στην ευρωπαϊκή ήπειρο – η Ρωσία με την απολυταρχία κι η Επανάσταση με τη δημοκρατία. Προς το παρόν η Επανάσταση φαίνεται καταπνιγμένη, όμως ζει και τη φοβούνται εξίσου όσο και πάντα. Μάρτυς η τρομάρα της αντίδρασης στο άκουσμα των ειδήσεων για την τελευταία εξέγερση στο Μιλάνο. Αν όμως η Ρωσία κατακτήσει την Τουρκία, τότε θ΄ αυξήσει τη δύναμη της σχεδόν κατά το ήμισυ και θα γίνει υπέρτερη απ΄ όλη μαζί την Ευρώπη. Κάτι τέτοιο θ΄ αποτελούσε ανείπωτη συμφορά για την υπόθεση της Επανάστασης. Η διατήρηση της τούρκικης ανεξαρτησίας ή, σε περίπτωση πιθανής διάλυσης της οθωμανικής αυτοκρατορίας, η ματαίωση του ρώσικου σχεδίου προσάρτησης είναι ζήτημα ύψιστης σημασίας. Στο σημείο αυτό συμβαδίζουν τα συμφέροντα της επαναστατικής Δημοκρατίας και της Αγγλίας. Καμιά τους δεν μπορεί να επιτρέψει στον τσάρο να κάνει την Κωνσταντινούπολη μια από τις πρωτεύουσες του, και θα δούμε πως, όταν στριμωχτούν με την πλάτη στον τοίχο, η μια θα του αντισταθεί εξίσου αποφασιστικά όσο και η άλλη”.
Για να το πούμε πιο απλά: αν πρόκειται μια εξέγερση υπόδουλων της Τουρκίας να ωφελήσει με τον α ή β τρόπο την επεκτατική πολιτική της τσαρικής Ρωσίας τότε καλύτερα να λείπει. Γιατί η επικράτηση της τσαρικής Ρωσίας, της κατεξοχήν αντεπαναστατικής δύναμης μέσα σε μια οικονομικά και κοινωνικά εξελιγμένη Ευρώπη, σημαίνει χειροτέρευση της επαναστατικής προοπτικής σε πανευρωπαϊκή κλίμακα. Επιβαλλόταν, λοιπόν, από τα πράγματα μια συμπόρευση των κινημάτων ανεξαρτησίας με όποιες και όσες δυνάμεις αντιτίθονταν έμπρακτα στον τσαρικό επεκτατισμό, ανεξάρτητα από τα κίνητρα και τις προθέσεις των δυνάμεων αυτών.

Η ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ Η ΜΗ ΤΟΥ STATUS QUO

Μήπως αυτές οι θέσεις του μαρξισμού σημαίνουν ότι οι Μαρξ και Ένγκελς ήθελαν πάση θυσία τη διατήρηση του status quo; (δηλ. της υφιστάμενης κατάστασης) Μήπως ήταν “τουρκόφιλοι”; Ποια θέση έπαιρνε ο μαρξισμός στο ζήτημα αυτό, μια που αποτέλεσε για δεκαετίες ολόκληρες και τη βασική πολιτική της δυτικής Ευρώπης και της Αγγλίας; Να τι έγραφε ο Ένγκελς στη New -York Daily Tribune (7 Απρίλη 1853) για την αντίληψη αυτή της Δύσης: “Οι Μυρμιδόνες της μετριότητας , όπως τους αποκαλεί ο Beranger, χωρίς γνώση της ιστορίας ή βαθύτερη κατανόηση των γεγονότων, χωρίς ιδέες, χωρίς πρωτοβουλία, λατρεύουν το status quo που μοναχοί τους συρράψανε όπως-όπως, ξέροντας κι ίδιοι τι παρδαλό κατασκεύασμα αποτελεί.
Όμως κι η Τουρκία δε μένει περισσότερο στάσιμη απ΄ όσο ο υπόλοιπος κόσμος. Κι ακριβώς όταν το αντιδραστικό κόμμα πέτυχε να παλινορθώσει στην Ευρώπη ότι θεωρούσε ως status quo ante (προγενέστερη κατάσταση), έγινε αντιληπτό πως στο μεταξύ το status quo της Τουρκίας είχε αλλάξει πάρα πολύ. πως ξεβλάστησαν καινούρια ζητήματα, καινούριες σχέσεις, καινούρια συμφέροντα, και πως οι δύσμοιροι διπλωμάτες έπρεπε ν΄ αρχίσουν και πάλι από κει που τους είχε διακόψει ένας γενικός σεισμός κάπου οχτώ ή δέκα χρόνια πιο πριν. Διαφυλάξτε το status quo στην Τουρκία! Εξίσου, μα την αλήθεια, θα μπορούσατε να επιχειρήσετε την διαφύλαξη του ίδιου ακριβώς βαθμού σήψης ενός ψόφιου αλόγου σε ορισμένη στιγμή προτού ολοκληρωθεί η αποσύνθεση του.
Η Τουρκία αποσυντίθεται όλο και περισσότερο, και θα συνεχίσει ν΄ αποσυντίθενται όσο παρατείνεται το σημερινό σύστημα “ισοζυγίου της ισχύος” και διατήρησης του status quo και παρόλα τα συνέδρια, τα πρωτόκολλα και τα τελεσίγραφα θα γεννά το ετήσιο ποσοστό της σε διπλωματικές επιπλοκές και διεθνείς αναστατώσεις, το ίδιο όπως και το οποιοδήποτε σάπιο σώμα θα γεμίζει τον γειτονικό του χώρο με τον ανάλογο κάθε φορά υδρογονάνθρακα και άλλα εύοσμα αέρια”.

Στην ίδια εφημερίδα στις 21 του Απρίλη του 1853 εξηγεί πως αυτή η αντίληψη ρίχνει τους Χριστιανούς υπηκόους της Τουρκίας στην αγκαλιά του τσάρου:
“Η μεγάλη κινητήρια δύναμη, που επιταχύνει την προέλαση της Ρωσίας προς την Κωνσταντινούπολη, συμπίπτει με την επινόηση, η οποία έγινε για να την σταματήσει: την κούφια κι ανεφάρμοστη θεωρία της διατήρησης του status quo.
Σε τι έγκειται τούτο το status quo; Για τους Χριστιανούς υπηκόους της Πύλης δεν σημαίνει τίποτε άλλο παρά διαιώνιση της καταπίεσης τους από την Τουρκία. Κι όσο καταπιέζονται από την τούρκικη κυριαρχία, η κεφαλή της Ελληνορθόδοξης Εκκλησίας (τον τσάρο εννοεί εδώ ο Ένγκελς) , ο κύριος εξήντα εκατομμυρίων Ελληνορθόδοξων, αποτελεί τον φυσικό προστάτη κι ελευθερωτή τους, κι ας είναι αυτός ότι θέλει από άλλες απόψεις. Το αποτέλεσμα είναι, ότι το ίδιο εκείνο διπλωματικό σύστημα, το οποίο εφευρέθηκε με σκοπό την πρόληψη ρώσικων υπερβάσεων, εξαναγκάζει δέκα εκατομμύρια Ελληνορθόδοξους της ευρωπαϊκής Τουρκίας να ζητούν την ρώσικη βοήθεια”.

Η άποψη, λοιπόν, του μαρξισμού ήταν ότι η Τουρκία, στο βαθμό που συγκρούεται με την αντεπαναστατική Ρωσία, συμμαχεί αντικειμενικά με την επανάσταση. Και το αντίστροφο: Όποιο εθνικό κίνημα στρεφόταν ενάντια στην Τουρκία κάτω από την καθοδήγηση της Ρωσίας συμμαχεί αντικειμενικά με την αντεπανάσταση.

ΥΠΟΤΑΓΗ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΣΤΙΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

Γράφει ο Ένγκελς στον Μπερνστάιν στις 22-25.2.1882:
“…δεν επιθυμώ να εξετάσω εδώ, πως έγινε κι οι μικροί σλαβικοί λαοί βλέπουν τον τσάρο ως τον μόνο ελευθερωτή τους. Το κάνουν κι αυτό μας φτάνει, δεν μπορούμε να τ΄ αλλάξουμε και θα μείνει έτσι, ώσπου να καταρρεύσει ο τσαρισμός. αν γίνει πόλεμος, όλα αυτά τα ενδιαφέροντα εθνίδια θα περάσουν από τη μεριά του τσαρισμού, του εχθρού ολόκληρης της αστικής-ανεπτυγμένης Δύσης. Όσο είναι έτσι τα πράγματα, δεν μπορώ να ενδιαφέρομαι για την άμεση, τωρινή τους απελευθέρωση, παραμένουν απευθείας εχθροί μας το ίδιο όπως ο σύμμαχος και προστάτης τους, ο τσάρος.
Πρέπει να συνεργαστούμε στην απελευθέρωση του δυτικοευρωπαϊκού προλεταριάτου και σ΄ αυτόν τον σκοπό να υποτάξουμε κάθε τι άλλο. Ακόμα κι αν δεχτούμε ότι οι Σλάβοι των Βαλκανίων κτλ. είναι τόσο πολύ ενδιαφέροντες, να μου λείπουν, αν η απελευθερωτική τους ορμή συγκρούεται με το συμφέρον του προλεταριάτου. (…) Η νίκη του προλεταριάτου τους απελευθερώνει πραγματικά κι αναγκαία, όχι επιφατικά και προσωρινά, όπως ο τσάρος”.

Συμπέρασμα: Η αρχή της αυτοδιάθεσης των εθνών πρέπει πάντα να υποτάσσεται στις ανάγκες του διεθνούς επαναστατικού κινήματος. Αν αντιβαίνει στις αρχές αυτές, τότε πρέπει ν΄ απορρίπτεται.

ΠΟΙΟΣ ΗΤΑΝ Ο ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΟΥ ΤΟΥΡΚΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

Ο Ένγκελς, στη New-York Daily Tribune (19 του Απρίλη 1853) χαρακτήριζε την Τουρκία “ημιασιατική” ως προς τις συνθήκες, τα ήθη, τις παραδόσεις και τους θεσμούς της. Σε επιστολή του στον Μαρξ μιλάει για τούρκικο “ημιφεουδαλισμό” (22 του Δεκέμβρη 1882). Πρόκειται για την πιο καθυστερημένη στρατιωτικοπολιτική γραφειοκρατία που ζει σε βάρος του πληθυσμού της χώρας με χαρακτηριστικά γνωρίσματα την αυθαιρεσία, τη διαφθορά, προπάντος με τη μορφή της δωροδοκίας, και την εκμετάλλευση των πασάδων. Ο Τούρκος εκπρόσωπος της εξουσίας βλέπει το αξίωμα του ως όργανο αρπαγής και πλουτισμού.
Γράφει ο Ένγκελς στα τέλη του 1889: “Η τούρκικη κυριαρχία, όπως και κάθε ανατολική, είναι ασυμβίβαστη με την καπιταλιστική κοινωνία. όση υπεραξία κερδίζεται δεν είναι σίγουρη από τα χέρια αρπακτικών σατραπών και πασάδων . λείπει ο πρώτος βασικός όρος της αστικής προσοδοφόρας δραστηριότητας: η ασφάλεια του προσώπου και της ιδιοκτησίας του εμπόρου. Δεν είναι λοιπόν παράξενο που οι Έλληνες ξεσηκώθηκαν τώρα ακόμα μια φορά, αφού από τα 1774 είχαν ήδη δύο φορές αποπειραθεί να εξεγερθούν”.
Συμπέρασμα: Η Τουρκία δεν μπορεί να παρακολουθήσει την κοινωνική πρόοδο της δυτικής Ευρώπης. Άρα, είναι αναγκαίος κι αναπόφευκτος ο παραγκωνισμός της. Αυτό όμως δε σημαίνει σε καμμιά περίπτωση ότι πρέπει στη θέση της να μπει η Ρωσία. Γράφει ο Ένγκελς στη New-York Daily Tribune (19 Απρίλη 1853):
“Οι Τούρκοι παραγκωνίζονται όλο και περισσότερο. Σύντομα θα εξαφανίζονταν αν δεν είχαν το μονοπώλιο της πολιτικής και στρατιωτικής ισχύος. Όμως το μονοπώλιο αυτό έγινε αδύνατο για το μέλλον και η ισχύς τους μετατρέπεται σε αδυναμία, εκτός από τις περιπτώσεις όπου βάζουν εμπόδια στην πρόοδο. Το γεγονός είναι ότι πρέπει να βγουν από τη μέση. Το να πει κάποιος ότι δεν μπορούν να βγουν αλλιώς από τη μέση, παρά αν βάλουμε Ρώσους κι Αυστριακούς στη θέση τους ,σημαίνει το ίδιο Σα να λέγαμε ότι η σημερινή πολιτική κατάσταση στην Ευρώπη θα διαρκέσει για πάντα. Ποιος μπορεί να το βεβαιώσει;”

Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΓΡΟΤΩΝ ΣΤΗΝ ΟΘΩΜΑΝΙΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ

Γράφει ο Ένγκελς (τέλη 1889): “Οι Έλληνες ήταν εμπορικός λαός, και οι έμποροι υπέφεραν περισσότερο από την καταπίεση των Τούρκων πασάδων. Ο Χριστιανός αγρότης κάτω από την τουρκική κυριαρχία ζούσε, από υλική άποψη, καλύτερα από αλλού. Είχε διατηρήσει τους προτουρκικούς του θεσμούς και όλη του την αυτοκυβέρνηση όσο πλήρωνε τους φόρους του, ο Τούρκος κατά κανόνα δεν νοιαζόταν γι΄ αυτόν . σπάνια μόνο ήταν εκτεθειμένος σε βιαιοπραγίες σαν κι αυτές που ήταν αναγκασμένος να υπομένει ο δυτικοευρωπαίος αγρότης από τους ευγενείς. Ήταν ζωή αναξιοπρεπής, που μόλις γινόταν ανεκτή (από μέρους του κατακτητή), δεν ήταν όμως και υλικά πιεσμένη.. πάντως δεν ήταν αταίριαστη με την τοπική πολιτισμική κατάσταση των λαών εκείνων, και γι΄ αυτό χρειάστηκε πολύς καιρός ώσπου ν΄ ανακαλύψει ο Σλάβος ραγιάς ότι η ζωή αυτή είναι αφόρητη. Αντίθετα, το εμπόριο των Ελλήνων είχε ανθήσει γρήγορα, από τότε που η τουρκική κυριαρχία τους ελευθέρωσε από τον καταθλιπτικό συναγωνισμό των Βενετών και των Γενοβέζων, κι είχε γίνει κιόλας τόσο σημαντικό, ώστε δεν μπορούσε να σηκώσει την τουρκική κυριαρχία”.
Και στη New-York Daily Tribune (19 του Απρίλη 1853): “Ποιοι είναι οι έμποροι στην Τουρκία; Ασφαλώς όχι οι Τούρκοι. Η δική τους μέθοδος προαγωγής του εμπορίου, όταν ακόμα βρίσκονταν στην αρχέγονη νομαδική τους κατάσταση, ήταν η ληστεία καραβανιών και τώρα που εκπολιτίστηκαν κάπως περισσότερο, έγκειται σε κάθε λογής αυθαίρετη και καταπιεστική φορολογία. Οι Έλληνες, οι Αρμένιοι, οι Σλάβοι κι οι Φράγκοι, που ΄ναι εγκατεστημένοι στα μεγάλα λιμάνια, έχουν όλο το εμπόριο στα χέρια τους (…). Όσο για την πρόοδο στο γενικό εκπολιτισμό, ποιος είναι ο φορέας της σ΄ όλα τα μέρη της ευρωπαϊκής Τουρκίας; Όχι οι Τούρκοι, γιατί αυτοί είναι λίγοι και διασκορπισμένοι (…). Η ελληνική και σλαβική αστική τάξη σ΄ όλες τις πόλεις και στα εμπορικά λιμάνια αποτελεί το αληθινό έρεισμα του όποιου πολιτισμού εισάγεται πράγματι στη χώρα”.
Το συμπέρασμα νομίζουμε πως είναι σαφές: Αυτοί που είχαν συμφέρον να εξεγερθούν εναντίον της Τουρκίας ήταν κυρίως η εμπορική αστική τάξη. Έτσι εξηγείται το ότι έπεσε στην αγκαλιά του Τσάρου όταν αυτός καμώθηκε τον “προστάτη”.

ΓΙΑΤΙ Η ΡΩΣΙΑ ΗΘΕΛΕ ΤΟ ΔΙΑΜΕΛΙΣΜΟ ΤΗΣ ΟΘΩΜΑΝΙΚΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ;

Η μαγική λέξη είναι “Δαρδανέλια”. Προϋπόθεση για μια χώρα που θέλει να παίξει πρωτεύοντα ρόλο στα παγκόσμια πράγματα, όπως ήταν η τσαρική Ρωσία (και όπως είναι και η σημερινή του Γέλτσιν), είναι να μπορεί να κινεί το στόλο της ανεμπόδιστα σ΄ όλες τις θάλασσες του κόσμου. Η Ρωσία, πριν αποσπάσει τα βόρεια παράλια της Μαύρης Θάλασσας από την Τουρκία, μοναδική θαλάσσια διέξοδο είχε το λιμάνι του Αρχάγγελου στη Βόρεια Θάλασσα. Αυτό όμως ουσιαστικά ήταν ανύπαρκτο, αφού εννιά μήνες το χρόνο ήταν παγωμένο. Κι όταν όμως η Ρωσία με συνεχείς πολέμους ενάντια στην Τουρκία κατάφερε να βρει διέξοδο στη Μαύρη Θάλασσα, έπρεπε πάλι για να βγει ο στόλος της στη Μεσόγειο να περάσει από τα Στενά του Ελλήσποντου. Στενά, όπως λεει ο Μαρξ, μεγαλύτερης στρατηγικής σημασίας κι απ΄ το Γιβραλτάρ γιατί με λίγα κανόνια κλείνει κανείς όλο το πέρασμα. Έτσι, η τσαρική Ρωσία εφάρμοζε την πολιτική της υποκίνησης και υποδαύλισης εξεγέρσεων στους διάφορους χριστιανικούς λαούς της Ευρωπαϊκής Τουρκίας, ώστε, απασχολώντας σ΄ αυτά τα μέτωπα τουρκικές δυνάμεις , να κάνει η ίδια ανενόχλητα τη δουλειά της.

Η ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΡΩΣΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ

Πρόκειται για πολύ παλιά ιστορία, που ταυτίζεται με την ίδια την ίδρυση της Ρωσίας ως κράτους.
Στα 1472 ο μεγάλος δούκας της Μόσχας Ιβάν ο Γ΄ παντρεύτηκε την ανιψιά του τελευταίου βυζαντινού αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, Ζωή (Σοφία), κι έτσι θεώρησε τον ευατό του διάδοχο και συνεχιστή των βυζαντινών αυτοκρατόρων. Καθιέρωσε μάλιστα ως έμβλημα το δικέφαλο αετό του Βυζαντίου. Από τότε λοιπόν αρχίζει η προσπάθεια προσεταιρισμού των υπόδουλων για να τους χρησιμοποιεί ο εκάστοτε Τσάρος.
Είναι χαρακτηριστικό να σημειώσουμε εδώ ότι την Κωνσταντινούπολη οι Ρώσοι δεν την έλεγαν με τ΄ όνομα της ή με το τούρκικο άνομα της (Istanbul), αλλά Τσάριγκραντ, δηλαδή η πόλη του Τσάρου.
Η πολιτική αυτή συνεχίστηκε κι εξελίχθηκε ιδιαίτερα όταν έγινε τσάρος ο Μεγάλος Πέτρος. Αυτός εγκαινίασε τους πολέμους προς τα νότια της Ρωσίας κι οι πρώτες σημαντικές επιτυχίες της πολιτικής αυτής διαφάνηκαν όταν ήταν τσαρίνα η Αικατερίνη Β΄ με τους δύο πρώτους ρωσοτουρκικούς πολέμους. Ο πρώτος απ΄ αυτούς σήμαινε και την απαρχή της υποκίνησης εξεγέρσεων από Ρώσους πράκτορες στον ελλαδικό χώρο.

Η ΡΩΣΙΚΗ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑ ΣΤΟΥΣ ΛΑΟΥΣ ΤΗΣ ΒΑΛΚΑΝΙΚΗΣ

Πέρα από όσα έχουμε πει ως τώρα, η ρώσικη προπαγάνδα βρήκε πρόσφορο έδαφος στους Χριστιανόύς της Βαλκανικής και για έναν άλλο λόγο: μίλησε πολύ τη γλώσσα της θρησκείας, της ορθοδοξίας. Η γλώσσα αυτή Δε θα είχε απήχηση σε ανθρώπους που είχαν μάθει να ζουν σε καθεστώς χωρισμού της Εκκλησίας από το Κράτος και της Θρησκείας από την Πολιτική. Όμως η ίδια η οργάνωση της οθωμανικής αυτοκρατορίας ήταν θεοκρατική, νόμος ήταν το Κοράνι, πολιτικός αρχηγός των υπόδουλων ο πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης (και συνάμα δικαστής και φορομπήχτης). Αυτή η ταύτιση θρησκευτικού και πολιτικού καθώς και ο ανατολίτικος δεσποτισμός βοήθησαν πολύ την επίσης θεοκρατική και δεσποτική τσαρική Ρωσία.

Η ΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΔΥΤΙΚΗΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑΣ ΣΤΗ ΡΩΣΙΚΗ ΕΠΕΚΤΑΣΗ

Μπορεί να ρωτήσει κανείς: και τι έκανε η Δύση (βασικά η Αγγλία); Δεν έβλεπε τίποτα από την επιθετική πολιτική της Ρωσίας; Ο Μαρξ ρίχνει ένα μεγάλο μέρος της ευθύνης για τις ρώσικες επεμβάσεις στη στάση ιδιαίτερα της Αγγλίας ( New-York Daily Tribune, 14 του Ιούλη 1853):
“Από τα 1815 και μετά τίποτα δε φοβήθηκαν τόσο πολύ οι Μεγάλες Δυνάμεις της Ευρώπης όσο μια παραβίαση του status quo. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο έγιναν αισθητές οι υπερβάσεις της Ρωσίας στην Ανατολή και για τον οποίο ποτέ δεν της ζητήθηκε κάτι τι σε αντάλλαγμα εκτός από το να δώσει στις Δυτικές Δυνάμεις κάποια πρόφαση, οσοδήποτε γελοία, για να παραμείνουν ουδέτερες και για ν΄ αποφύγουν την αναγκαιότητα αντιμετώπισης των ρώσικων επιθέσεων. Η Ρωσία εγκωμιαζόταν ανέκαθεν για την υπομονή και γενναιοδωρία του “σεπτού αυθέντη” της, ο οποίος όχι μόνο κάλυψε συγκαταβατικά τη γυμνή και ντροπιαστική δουλικότητα των δυτικών κυβερνήσεων, αλλά και επέδειξε τη γενναιοψυχία να καταβροχθίσει την Τουρκία κομμάτι-κομμάτι αντί να την κάνει μια μπουκιά. Έτσι, η ρώσικη διπλωματία στηριζόταν στη δειλία των Δυτικών πολιτικών”.

Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΡΩΣΙΑΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΡΙΝ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΤΟ 1821

Μιλήσαμε ήδη για την Αικατερίνη Β΄. Γράφει σχετικά ο Ένγκελς (τέλη 1889):
“ Η Αικατερίνη έκανε δύο ( ρωσοτουρκικούς) πολέμους (…) Και στους δύο πολέμους Ρώσοι πράκτορες είχαν παροτρύνει τους Έλληνες να εξεγερθούν εναντίον των Τούρκων. Φυσικά η ρώσικη κυβέρνηση άφησε τελικά τους εξεγερμένους στα κρύα του λουτρού…”
Και ο Μαρξ (People’s Papers, 29 Οκτώβρη 1853):
“Την εποχή εκείνη η Ρωσία νοιαζόταν για τη θρησκεία και την ελευθερία των Ελλήνων άλλο τόσο, όσο τώρα νοιάζεται ο Θεός των Ρώσων για το κλειδί του “Πανάγιου Τάφου” και τον περίφημο “Τρούλο” (ένα από τα επίμαχα σημεία στη σύγκρουση Γαλλίας – Ρωσίας στα 1851 για το ζήτημα των Αγίων Τόπων ήταν το αν οι Καθολικοί ή οι Έλληνες είχαν το δικαίωμα να κρατούν τα κλειδιά της εκκλησίας του Πανάγιου Τάφου και να συντηρούν τον τρούλο της). Παραδοσιακή πολιτική της Ρωσίας ήταν να εξωθεί τους Έλληνες στην εξέγερση και στην συνέχεια να τους εγκαταλείπει στην εκδίκηση του σουλτάνου. Τόσο βαθιά ήταν η συμπάθεια της για την αναγέννηση της Ελλάδας, ώστε στο συνέδριο της Βερόνα αντιμετώπισε τους Έλληνες ως κινηματίες, αναγνωρίζοντας το δικαίωμα του σουλτάνου ν΄ αποκλείει κάθε ξένη ανάμειξη στις υποθέσεις του με τους Χριστιανούς υπηκόους του. Μάλιστα ο τσάρος προσφέρθηκε “να βοηθήσει την Πύλη στην καταστολή της ανταρσίας”, πρόταση που φυσικά απορρίφθηκε. Όταν απέτυχε στην προσπάθεια του αυτή, στράφηκε προς τις Μεγάλες Δυνάμεις με την αντίθετη πρόταση, δηλ. “να στείλει στρατό στην Τουρκία με σκοπό να υπαγορεύσει την ειρήνη κάτω από τους τοίχους του σεραγιού”.

Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΚΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΦΙΛΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ

Σ΄ ένα κείμενο του στα 1860 ο Μαρξ γράφει:
“Ο σύνδεσμος της Φιλικής Εταιρείας. Απελευθέρωση με κοινή δράση του σλαβικού και του ελληνικού πληθυσμού. Η Ρωσία έχει μέσα το χεράκι της. Οι ηγέτες ονόμαζαν την καθοδηγήτρια δύναμη αρχή. Οι ηγέτες μυστικοί. Οι προσήλυτοι όλων των χωρών ασυνείδητοι πράκτορες της αυλής της Πετρούπολης. Η Ρωσία μετά την άνδρωση του συνδέσμου- κρατούσε όλα τα νήματα και κινούσε όλα του τα ελατήρια, τοποθετημένη στο κέντρο των ενεργειών, πίσω από διακριτικούς πράκτορες, αρκετά κρυμμένη για ν΄ αποκηρύξει σε περίπτωση αποτυχίας κι αρκετά στρατευμένη για να κερδίσει από την επιτυχία. Μπορούσε να διακινδυνεύσει μερικά κεφάλια σαν πειραματικά μπαλόνια (…) Στις διασκέψεις η αρχή σύντομα αντικαταστάθηκε από την αναφορά στον τσάρο. Για την πλειοψηφία των προσήλυτων αυτό σήμαινε πρόσθετες ελπίδες (…) Ο κόμης Καποδίστριας που έμενε στην Κέρκυρα, γνώριζε το μυστικό της Ρωσίας. Προς αυτή τη δύναμη κατηύθυνε τις σκέψεις και τις ελπίδες του (…) Στις 6 Μαρτίου 1821 ο Υψηλάντης περνά τον Προύθο (…) Την ίδια μέρα βρίσκεται στο Ιάσιο (…) Ο (ηγεμόνας) Μιχαήλ Σούτσος κι ο Υψηλάντης απευθύνουν μια διακήρυξη στους κατοίκους, για να τους καλέσουν στα όπλα (φαινομενικός σκοπός έμεινε η απελευθέρωση της Ελλάδας). Οι Μολδαβοί βογιάροι ψυχροί, όπως κι ο λαός. Απεναντίας, ενθουσιασμός των Ελλήνων (…) Όλοι συνωστίζονται γύρω από τον ελευθερωτή της Ελλάδας, και ο Ρώσος πρόξενος πήγαινε στον Υψηλάντη για να πάρει διαταγές ή οδηγίες. Οι διακηρύξεις του διαβάστηκαν δημόσια στην Οδησσό με τις επιδοκιμασίες ολόκληρου του λαού. Όμως η στιγμή δεν ήταν καλοδιαλεγμένη. Ακριβώς τότε γινόταν το συνέδριο στο Λάιμπαχ εναντίον των επαναστατικών κινημάτων. Ο Έλληνας Καντακουζηνός, σταλμένος από τον Υψηλάντη, έρχεται στο Λάιμπαχ για να ζητήσει τις διαταγές του Αλεξάνδρου. Έξαλλος απ΄ αυτή την άκαιρη επίσκεψη ο τσάρος τον διατάζει να εγκαταλείψει την πόλη μέσα σε 24 ώρες. Στο συνέδριο λεει “αστειευόμενος”: “Πρόκειται για μια βόμβα που μας στέλνουν οι επαναστάτες. όμως δε θα εκραγεί”. Φτάνοντας στο Φοκσάνι (…) ο Υψηλάντης πληροφορείται ότι ο Ρώσος πρόξενος ερχόταν κατά διαταγή του ηγεμόνα του να γνωστοποιήσει την υψηλή μομφή εναντίον της εξέγερσης. Ο Υψηλάντης χάνει το βαθμό του και απομακρύνεται από το στρατό. Ρώσικη υποκρισία! (…) Ο Υψηλάντης περνούσε τον καιρό του σε γιορτές, χορούς κ.λπ. Δε νοιάζεται καθόλου για τους στρατιώτες του ενώ οι αρχηγοί χόρευαν, οι στρατιώτες λεηλατούσαν: διέπραξαν παρεκτροπές εξίσου άγριες με των Τούρκων. Αυτό ήταν το ντεμπούτο της Φιλικής”.
Και στο κείμενο του “Ο κύριος Vogt” (1860), κεφ. VIII, γράφει :
“Ο Αλέξανδρος Α΄ δεν ήταν ο μυστικός ηγέτης της Φιλικής Εταιρείας; Αυτός δεν έστειλε τον Υψηλάντη στη Βλαχία ως “Αρχηγό του Ιερού Λόχου” κι αυτός δεν πρόδωσε τον ίδιο αυτό λόχο διαμέσου του Υψηλάντη και δεν έβαλε να δολοφονήσουν το Βλαδιμηρέσκου, το Βλάχο επαναστάτη ηγέτη; (…) Ο Νικόλαος δεν έδωσε με πατρική πρόνοια στους Έλληνες για κυβερνήτη ένα Ρώσο στρατηγό, τον κόμη Καποδίστρια; (…) Όμως οι δεν ήταν Γάλλοι και δολοφόνησαν τον ευγενή Καποδίστρια (…) Τη συνταγματική επανάσταση της Ελλάδας το Σεπτέμβρη του 1843 την κατηύθυνε ο Κατακάζης , ο Ρώσος πρεσβευτής στην Αθήνα και πρώην υπεύθυνος επιτηρητής του ναυάρχου Heyden κατά την καταστροφή του Ναβαρίνου”.
Ας έρθουμε όμως και στους δικούς μας ιστορικούς. Ο Γ. Κορδάτος στην “ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας”, τόμος 2ος, σελ. 86-89, αναφέρει συγκεκριμένα ντοκουμέντα που αποδεικνύουν περίτρανα τα λεγόμενα του Μαρξ.
Ντοκουμέντο πρώτο: επιστολή (στα 1821) του φυλακισμένου πια στο αυστριακό φρούριο του Μοντγκάτς Αλέξανδρου Υψηλάντη προς την πριγκίπισσα Ραζουμόφσκι:
“(…) Ω! Εσείς να σκεφθείτε εμένα! Εμένα, το θλιμμένο, τον παρατημένο, τον καταδιωγμένο (…) Εάν θέλετε να σας γράφω και να μου γράφετε μη μεταχειρίζεστε πια το όνομα του φίλου. Είναι μια λέξη που μου κάνει κακό. Το ξέρετε πολύ καλά ότι είχα ένα φίλο. Ε! λοιπόν, θα φρίξετε… μ΄ επρόδωσε! Εν τούτοις δεν κατηγορώ κανένα. Έτσι ήταν η μοίρα μου, αλλά το όνομα μου Δε θα τολμήσει κανένας να το μαυρίση (…)”. Η επιστολή βρέθηκε στα κρατικά αρχεία της Βιέννης από το Γ. Λάιο και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Καθημερινή στις 8-6-1955.
Ντοκουμέντο δεύτερο: Η επιστολή αυτή δόθηκε από τη λογοκρισία στον αυστριακό καγκελάριο Μέτερνιχ, ο οποίος διαβίβασε αποσπάσματα στον πρεσβευτή του στην Πετρούπολη Λεπτζέλτερν:
“Βιέννη 23 Δ/βρίου 1821
Συνημμένως σας αποστέλλω ένα μικρό αρκετά χαρακτηριστικό έγγραφο. Ο Υψηλάντης (…) έλαβε ένα γράμμα από την πριγκίπισα Ραζουμόφσκι και τη Λουλού (…) Ο Υψηλάντης απήντησε σε κείνο το γράμμα και ιδού ένα απόσπασμα από την απάντηση του. Κατά τη γνώμη μου δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρόκειται για τον Καποδίστρια. Τι ιδέα έχετε Σεις; Ποιος άλλος φίλος θα μπορούσε να προδώση τον Υψηλάντη, αν μη αυτός που υποδεικνύω; Εξάλλου έχω πάνω από είκοσι αποδείξεις ότι ο Καποδίστριας και ο Υψηλάντης ασχολούνται ήδη από το 1819 με την μελλοντική εξέγερση. Η γνώμη μου είναι ότι οι δύο αυτοί κύριοι δεν ήταν απολύτως σύμφωνοι ως προς το χρονικό σημείο που επρόκειτο να ανυψωθεί η σημαία της Επαναστάσεως, ήταν όμως σύμφωνοι ως προς το ρόλο που θα έπαιζαν. Τώρα βέβαια ο ένας θα κατηγορή τον άλλο ότι δεν έμεινε πιστός στη συμφωνία (…)”
.
Ντοκουμέντο τρίτο: Σε υπόμνημα του στο νέο τσάρο Νικόλαο το Γενάρη του 1828 ο Αλ. Υψηλάντης, μετά την αποφυλάκιση του γράφει:
“Το έθνος εργάζετο προς αναγέννησιν αυτού, πάσαν καταβάλλον προσπάθειαν και συννενοείτο δια τινός μυστικής Εταιρείας (…). Επίστευσα ότι η ώρα του ζήλου εσήμανε δι΄ εμέ και, την συμβουλήν του κόμητος Καποδιστρίου λαβών, εδέχθην (την ανωτάτην διεύθυνσιν της Εταιρείας). Ην δε τότε το έτος 1820 αρχόμενον (…). Ο κόμης Καποδίστριας, αν συνεβουλεύθην, συνεφώνησεν προς την γνώμην μου, εύρε τα σχέδια και τας παρασκευάς μου καλάς και καταλλήλους και μοι συνεβούλευσεν, ίνα ενεργήσω και επιχειρήσω την έναρξιν τούτων μη δεικνύων δισταγμόν τινά περί της επιτυχίας. Αυτή εφαίνετο αυτώ συνδεομένη προς την πολιτικήν της Ρωσίας (…).
Ιδού η αρχή…εφ ης εστηρίχθη πάσα η επιχείρησις και καθ΄ ην ενήργησα εν πάση πεποιθήσει, πιστεύων ότι η Α.Μ. ο Αυτοκράτωρ (Αλέξανδρος) ην εντελώς σύμφωνος, ως αυτός ούτος ευδοκήσας μοι ωμίλησεν πλειστάκις εν Πετρουπόλει (…)”.

Ντοκουμέντο τέταρτο: Ο Κορδάτος αναφέρει πως η κόμισα Λουλού Τιρχάιμ, με την οποία συνδεόταν ο Υψηλάντης, γράφει ότι ως την ημέρα των αποφάσεων στο Λάιμπαχ (αρχές 1821) ο τσάρος κι ο Καποδίστριας ήταν σύμφωνοι με τον Υψηλάντη. Η κόμισα μάλιστα διηγείται πως ο Καποδίστριας της είπε στη Γενεύη τα παρακάτω, που συμφωνούν με κείνα που υποστηρίζει ο Υψηλάντης:
“Όταν ο Υψηλάντης έγραψε στον Τσάρο για το κίνημα του και τον παρακάλεσε να τον απολύσει από το ρωσικό στρατό, τότε ο Τσάρος πήδηξε από τη χαρά του και χειροκροτώντας είπε: “Μπράβο νεαρέ μου! Αυτό το ονομάζω εγώ “ότι πρέπει”. Έπειτα από μία ώρα πήγε ο Τσάρος στο Μέτερνιχ και δύο ώρες αργότερα διέταξε τον Καποδίστρια να γράψει στον Υψηλάντη ένα κεραυνοβόλο γράμμα, όπου αποδοκίμαζε κατηγορηματικά το κίνημα του και τον απειλούσε βαριά” (δημοσιεύτηκε από τον Π. Ενεπεκίδη στο “Βήμα” στις 26.8.1954).
Ντοκουμέντο πέμπτο: Ο Ξάνθος, από τα ιδρυτικά μέλη της Φιλικής, γράφει στο υπόμνημα του (1835):
“Μετά την αποδοχήν (υπό του Υψηλάντη) της αρχηγίας, εγράφησαν τα εγκύκλια γράμματα εις τους πλέον σημαντικούς ομογενείς και εστάλησαν δια του Σέκερη, ο δε κόμης Καποδίστριας μαθών ταύτα ενέκρινε και τον Επίτροπον της Αρχής και ταύτα τα πρακτέα”.
Νομίζουμε ότι αυτά είναι αρκετά για να καταδειχθεί ποιος οργάνωσε, καθοδήγησε και υποκίνησε την Ελληνική εξέγερση του 1821.

Η ΠΟΡΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΕΞΕΓΕΡΣΗΣ

Ο Κονδύλης συμπυκνώνει ως εξής τη μαρξιστική θέση: “στη ρώσικη δραστηριότητα οφείλεται όχι μόνο η έναρξη, αλλά και η αποπεράτωση της Ελληνικής εξέγερσης, χάρη στην επέμβαση των Δυνάμεων τη στιγμή που οι Έλληνες βρίσκονταν στα πρόθυρα της τελειωτικής ήττας. Χρησιμοποιώντας για τους σκοπούς της το φιλελεύθερο φιλελληνικό κίνημα και τη συναισθηματική ατμόσφαιρα που αυτό δημιούργησε, όχι δίχως και τη δική της βοήθεια, η Ρωσία παρέσυρε τις Δυτικές Δυνάμεις να συμπαρασταθούν στους Έλληνες. Το αποτέλεσμα ήταν η καταστροφή του τουρκικού στόλου στο Ναβαρίνο, ενέργεια “δόλια” και παράνομη, γιατί έγινε σε καιρό ειρήνης, χωρίς δηλαδή να έχει προηγηθεί κήρυξη πολέμου εναντίον της Τουρκίας. Τέλος, η ελληνική ελευθερία και η ίδρυση του ελληνικού κράτους επισφραγίστηκε από τη ρώσικη προέλαση του 1829, η οποία συνδυάστηκε με την ταυτόχρονη φιλελληνική παρέμβαση ενός Πάλμερστον καθοδηγούμενου στις ενέργειες του από τις ρώσικες επιθυμίες”.
Γράφει σχετικά ο Μαρξ στα 1860:
“Πορεία της Ελληνικής εξέγερσης. Οι Έλληνες έτοιμοι να ηττηθούν. Οι μακροχρόνιες μηχανορραφίες της Ρωσίας κόντευαν να πάνε χαμένες. Τώρα επικαλείται τη γενναιοψυχία της Γαλλίας και της Αγγλίας. Οι συμπάθειες της κοινής γνώμης με το μέρος της. Συνθήκη Γαλλίας και Αγγλίας με τη Ρωσία στις 6 Ιουλίου 1827: Ναβαρίνο. Με τη συνθήκη της Αλεξάνδρειας της 8ης Απριλίου 1828 η Ελλάδα ξαναπαίρνει τη θέση της ανάμεσα στα έθνη”.
Ο Ένγκελς γράφει στη New-York Daily Tribune στις 21 του Απρίλη του 1853:
“Ποιος έκρινε τον αγώνα όταν εξεγέρθηκαν οι Έλληνες; Όχι βέβαια οι συνωμοσίες και οι ξεσηκωμοί του Αλή Πασά στα Γιάννενα, όχι βέβαια η ναυμαχία του Ναβαρίνου, όχι βέβαια η παρουσία γαλλικού στρατού στο Μοριά ούτε οι συνδιασκέψεις και τα πρωτόκολλα του Λονδίνου, παρά ο Ντίμπιτς, που προέλασε με το ρωσικό στρατό ίσα με την κοιλάδα της Μαρίτσας (Έβρου), περνώντας τον Αίμο. Κι ενώ η Ρωσία άρχιζε, άφοβα το διαμελισμό της Τουρκίας, οι Δυτικοί διπλωμάτες συνέχιζαν να εγγυούνται και να θεωρούν ιερό το status quo και το απαραβίαστο του οθωμανικού εδάφους!”.

Έτσι γίνεται ολοφάνερο ότι “η δημιουργία του ελληνικού κράτους δεν ήταν προϊόν μιας νικηφόρας, σ΄ όλη της την έκταση κι ίσαμε το τέλος, ντόπιας επανάστασης, παρά συντελέστηκε τη στιγμή ακριβώς που η επανάσταση αυτή είχε ηττηθεί σχεδόν ολοκληρωτικά –και συντελέστηκε ως αποτέλεσμα της επέμβασης των Μεγάλων Δυνάμεων στην πάλη τους για σφαίρες επιρροής (…). Μονάχα αν αναγνωρίσουμε ανεπιφύλακτα αυτό το πολιτικοδιπλωματικό factum drutum (παράδοξο γεγονός) θα είμαστε και σε θέση να κατανοήσουμε το φαινόμενο που ονομάστηκε “η ξενοκρατία στην Ελλάδα” (Κονδύλης).
Αυτή ακριβώς η ιδιομορφία στην Ελληνική εξέγερση είναι που κάνει το Μαρξ (The People’s Paper, 12 του Νοέμβρη 1853) να χαρακτηρίζει το “συνταγματικό” βασίλειο της Ελλάδας “πολιτικό φάντασμα, που μπορεί να παραβληθεί μονάχα με τον homunculus(ανθρωπάριο) του Βάγκνερ στον Φάουστ”.

Ένα ανέκδοτο του Μαρξ για την κοντόθωρη πολιτική της Δύσης απέναντι στον ρώσικο επεκτατισμό

Ας τελειώσουμε αυτό το άρθρο μας λίγο ευχάριστα. Ο Μαρξ λεει στη New-York Daily Tribune στις 14 του Ιούλη 1853:
“Υπάρχει μια αστεία ιστορία για δύο Πέρσες φυσιοδίφες που εξέταζαν μια αρκούδα. Ο ένας, που δεν είχε δει ποτέ του πριν τέτοιο ζώο, ρώτησε αν αυτό γεννά μικρά ή αυγά. Ο άλλος, που ήταν καλύτερα πληροφορημένος, απάντησε: “Το ζώο αυτό είναι ικανό για τα πάντα”. Ασφαλώς η ρώσικη αρκούδα είναι ικανή για τα πάντα, όσο γνωρίζει ότι τα ζώα με τα οποία έχει να κάνει δεν είναι ικανά για τίποτε”!


* (Τα αποσπάσματα των Μαρξ-Ένγκελς που παραθέτουμε εδώ τα πήραμε από το εξαιρετικά πολύτιμο βιβλίο “Κ. Μάρξ – Φρ. Ένγκελς, Η Ελλάδα, η Τουρκία και το Ανατολικό Ζήτημα”, εκδόσεις Γνώση, Αθήνα, 1985. Η εισαγωγή, η μετάφραση και ο υπομνηματισμός στο βιβλίο είναι του Παναγιώτη Κονδύλη).